Τελική μορφή σε ενιαίο κείμενο των θεωρήσεων μου επί των "νέων" δεδομένων.
**
Από την περιπτωσιολογία στη ριζική άρνηση: Μια πολιτική και οντολογική απόρριψη του «καλού σιωνισμού».
8 σημεία καμπής.
*
1. Η φαντασίωση του εναλλακτικού σιωνισμού.
Η ιδέα ενός «καλού σιωνισμού» -ενός σιωνισμού που διαφοροποιείται από την κρατική του μορφή, που διασώζει μια παλαιότερη, ίσως κοσμική και σοσιαλιστική εκδοχή του, που συνυπάρχει με τον Άλλο- υπήρξε για καιρό ένα σχήμα σκέψης που υποσχόταν δυνατότητα ηθικής διάκρισης εντός ενός συνολικού ιστορικού εγκλήματος.
Αυτή η σκέψη -φαινομενικά ώριμη, διαλεκτική, προσεκτική- στηρίζεται στην αρχή της περιπτωσιολογίας: ότι δηλαδή μέσα σε κάθε σκληρά δομημένο και θεμελιωμένο σύστημα αυταρχικής εξουσίας μπορούν να βρεθούν ατομικές εξαιρέσεις, φορείς διαφορετικής βούλησης, ακόμα και πιθανότητες μετασχηματισμού.
Είναι η γενική προσδοκία πως μια προβληματική από τα γεννοφασκια της κυριαρχική ολότητα μπορεί πάντα να σωθεί από κάποια μέρη της.
Στην περίπτωση του σιωνισμού, η φαντασίωση αυτή παίρνει τη μορφή της επίκλησης μιας υποθετικής κολλεκτιβιστικής, «εργατικής», εσχατολογικά εγκρατούς παράδοσης - συνδεδεμένης με την μνήμη των κιμπούτς, της εργατικής σοσιαλδημοκρατίας, των αριστερών αντιρρησιών. Όμως αυτή η εκδοχή του σιωνισμού δεν συγκροτεί εναλλακτικό ιστορικό δρόμο, αποτελεί είτε φάντασμα, είτε ρητορικό άλλοθι.
2. Η περιπτωσιολογία ως μηχανισμός καθυστέρησης.
Η επίκληση καλών παραδειγμάτων, «ηθικών Ισραηλινών» ή αντιφρονούντων Εβραίων, δεν συνιστά πολιτικό επιχείρημα, είναι μηχανισμός αναβολής της απαραίτητης ρήξης. Όταν η συλλογική συνθήκη στην οποία μετέχουν αυτοί οι άνθρωποι είναι οντολογικά συνδεδεμένη με τον αποκλεισμό και την εξόντωση του Άλλου -του Παλαιστινιακού λαού- τότε η εξαίρεση δεν διασώζει το όλο, ούτε το μετριάζει, το συγκαλύπτει.
Η περιπτωσιολογική σκέψη είναι η ύστατη μορφή της πολιτικής αμηχανίας μπροστά στο αίτημα της ριζικής αποκήρυξης. Είναι η μορφή που παίρνει ο ορθολογισμός όταν παύει να αναλαμβάνει την ηθική του ευθύνη.
3. Η τελεολογική πλήρωση του σιωνισμού.
Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι ποια ήταν η πρόθεση του σιωνισμού στην απαρχή του, αλλά τι έγινε.
Η εναρκτήρια βούληση, ακόμη κι αν δεχτούμε πως δεν εμπεριείχε εξ αρχής την εξόντωση, δεν αλλάζει το τελικό γεγονός: ο σιωνισμός ολοκληρώθηκε στην μορφή ενός κράτους-καθεστώτος που ορίζεται από τον αποκλεισμό, την αποικιοκρατία, την εθνοκάθαρση, την διαρκή στρατιωτικοποίηση και την άρνηση της Παλαιστινιακής ύπαρξης.
Ο σιωνισμός δεν είναι πλέον μια διαδικασία σε εξέλιξη· είναι ένα ιστορικό εγχείρημα που έλαβε μορφή, και η μορφή αυτή είναι εγκληματική.
Δεν είναι πια δυνατό να μιλήσει κανείς για σιωνισμό χωρίς να μιλά για τείχη, εποικισμούς, νεκρά παιδιά, σιωπηρές εκτελέσεις και την εξαφάνιση του δικαιώματος ύπαρξης του Άλλου.
4. Η ψυχοπολιτική καθήλωση στην ιδέα του «κανονικού κράτους».
Η απροθυμία για μια συνολική απόρριψη του Ισραήλ δεν είναι μόνον αποτέλεσμα ιδεολογικής ασάφειας· είναι ψυχοπολιτική.
Εδράζεται στον φόβο ότι αν αποκηρύξει κανείς το Ισραήλ ως καθεστώς, τότε παραβιάζει μια μεταπολεμική «ιερότητα»: την ιστορική ενοχή της Ευρώπης, το άσυλο της εβραϊκής θυματοποίησης, τον μετα-ολοκαυτωματικό πολιτικό συμβιβασμό.
Αυτή η καθήλωση είναι η βαθύτερη αιτία για την ηθική αδράνεια της Δύσης. Ο «αντισημιτικός φόβος» λειτουργεί ως ο πιο αποτελεσματικός φραγμός στην κριτική - ακόμη κι όταν αυτή η κριτική είναι πλήρως ορθολογική, τεκμηριωμένη και αναγκαία.
5. Η ριζική άρνηση ως μορφή σκέψης και πράξης.
Η άρνηση του σιωνιστικού καθεστώτος δεν είναι ούτε συναισθηματική έκρηξη ούτε «ακραία» τοποθέτηση. Είναι η λογική, πολιτική και οντολογική συνέπεια μιας κατάστασης που έχει αναδείξει την εξαφάνιση του Άλλου ως δομικό της όρο.
Η απόρριψη του Ισραήλ ως κρατικής νομιμοποίησης δεν προκύπτει από ιδεολογικό μίσος, προκύπτει από την αδυναμία της μετριοπάθειας να λειτουργήσει ως όριο στο έγκλημα.
Η άρνηση δεν ταυτίζεται με την έκκληση για καταστροφή, ταυτίζεται με την άρνηση του δικαιώματος ύπαρξης ενός καθεστώτος που στηρίζεται στον αποικιακό θάνατο.
Είναι η αναγνώριση πως δεν υπάρχει πλέον χώρος για συμβιβασμούς, για θετικές ερμηνείες, για ρητορικές διασώσεις, υπάρχει μόνο το αίτημα της ρήξης.
6. Ο «καλός σιωνιστής» ως κίνδυνος.
Η παραμονή στη σφαίρα του «καλού σιωνιστή» –του κεντροαριστερού διανοούμενου, του εσωτερικού επικριτή, του φιλελεύθερου Ισραηλινού- είναι πλέον μια μορφή συνενοχής.
Όχι επειδή δεν υπάρχουν ηθικές ενστάσεις· αλλά επειδή αυτές δεν συνιστούν ποτέ απόσχιση από το καθεστώς.
Ο «καλός σιωνιστής» παραμένει φορέας της κυρίαρχης αφήγησης, αποτελεί μηχανισμό εξανθρωπισμού ενός απάνθρωπου συστήματος.
7. Απόφαση και κόστος.
Η ριζική άρνηση έχει κόστος. Πολιτικό, κοινωνικό, υπαρξιακό.
Αποκλείει, στιγματίζει, απομονώνει.
Αλλά είναι η μόνη θέση που δεν ανακυκλώνει το καθεστώς εγκλήματος.
Δεν πρόκειται για ηρωισμό. Πρόκειται για μια επιλογή στρατηγική και σωτηριακή: να μην αποδεχτείς ποτέ ξανά ως κανονικό αυτό που είναι εκ θεμελίων αποκρουστικό.
Η απόφαση δεν χρειάζεται να είναι θορυβώδης. Μπορεί να εκφραστεί με ησυχία, με λόγο, με διακοπή συνομιλίας, με άρνηση πρόσβασης, με απλή αποχώρηση από την συνενοχή. Δεν είναι όλοι έτοιμοι - αλλά κάποιος πρέπει να είναι.
8. Επίλογος: Η ορθολογικότητα της αποκήρυξης.
Η απόρριψη του σιωνισμού δεν είναι παραβίαση της λογικής· είναι η αποκατάστασή της.
Δεν είναι συναισθηματική απολυτότητα, είναι ο μόνος τρόπος να αποκατασταθεί η σχέση μεταξύ ιστορικής πράξης και ηθικού κριτηρίου.
Το Ισραήλ δεν μπορεί πλέον να σωθεί.
Ούτε πολιτικά, ούτε συμβολικά.
Μπορεί μόνο να καταρρεύσει ως αφήγημα και εντέλει ως κράτος με μονοεθνικά χαρακτηριστικά και συγκεκριμένο όνομα.
Και σε αυτό το έργο - της αποσύνδεσης από τον κρατικό μύθο, της ρήξης με την παγκόσμια συγκάλυψη, της καθαρής και τεκμηριωμένης άρνησης- και εντέλει τής ριζικής απονομιμοποίησης του οφείλουμε να σταθούμε χωρίς αμφιταλαντεύσεις.
Διότι αυτό που γεννήθηκε ως «απάντηση στο απόλυτο κακό», δεν έχει πλέον τίποτε να προσφέρει πέραν της διαιώνισής του.
---
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου