Η περιοδολόγηση του «μικροαστισμού» όπως γίνεται από την «συντριπτική πλειονότητα» των αριστερών κομμάτων και των «ευρύτερων» [αριστερών, κομμουνιστικών και αναρχικών] αντικαπιταλιστικών συσπειρώσεων, είναι μια όψη της δαιμονολογικής, φετιχιστικής και ρατσιστικής ταξικίστικης περιοδολόγησης του καπιταλισμού που επιτελείται [από όσους χρησιμοποιούν τον όρο τού «μικροαστισμού»] όχι [κυρίως] για να αντιπαρατεθούν στην μικροαστική κοινωνική υπο-τάξη ή στην επιρροή των μικροαστικών ιδεών και κοινωνικών στάσεων στην εργατική τάξη, αλλά για να δομήσουν μιαν τυπική εικόνα «εσωτερικού εχθρού» που εκφράζει την δική τους, ολοκληρωτική γραφειοκρατική ή σεκταριστική, ρατσιστική θεώρηση.
Πρόκειται για μια τυπική κατασκευή ενός [όρου] «εσωτερικού» «ταξικού εχθρού», ο «οποίος» για να επιτελέσει τον ιδεολογικό «ρόλο» του «πρέπει» να «περιέχει» έναν βαθμό υλικής κοινωνικής πραγματικότητας αλλά ταυτόχρονα «πρέπει» να «περιέχει» έναν βαθμό ακαθοριστίας ούτως ώστε να δύναται να χρησιμοποιηθεί ως ιδεολογικός «όρος» εναντίον όλων, άρα και εναντίον των εργατών, ή των ίδιων των αντι-καπιταλιστών αγωνιστών σε περίπτωση που η αγωνιστική αγέλη τους τούς θέσει υπό διωγμό.
Η «μικροαστολογία» και ο ριζοσπαστικός «αντι-μικροαστισμός» είναι το ψευδο-θεωρητικό και φετιχιστικό ιδεολογικό πλαίσιο βάσει τού οποίου μπορούν να δομηθούν δαιμονολογικές υποστασιοποιήσεις εχθροπάθειας εναντίον όλων, άρα και εναντίον ατόμων ή συλλογικοτήτων που ενώ δεν βρίσκονται σε μικροαστική ταξική κοινωνική θέση μπορούν μέσω τού «αντι-μικροαστισμού» να κατηγορηθούν στο ταξικίστικο εδώλιο ως αντιπρόσωποι τού «ταξικού κακού», άρα να εκτοπιστούν, να φυλακιστούν, να εκτελεστούν, να διασυρθούν, να απαξιωθούν, και όλα τούτα να μπορούν να συμβούν στην βάση μιας ηθικίστικης ιδεολογικής «νομιμοποίησης» δικαιακού τύπου.
Μολονότι ο ρατσιστικός και δαιμονολογικός αντι-μικροαστισμός προϋπάρχει στον κλασικό μαρξισμό, ο Λένιν ήταν αυτός που συστηματοποίησε τη «μικροαστολογία» ως ψευδοεπιστημονική «μελέτη» της υποτιθέμενης ιδεολογικής ενσωμάτωσης των κοινωνικών υποκειμένων [ατομικών και συλλογικών] από τον καπιταλισμό στο «μικρο-κοινωνικό» επίπεδο.
Γιατί ο ηγέτης τής επαναστατικής γραφειοκρατίας όμως έδωσε τέτοιο βάρος στην ανάπτυξη αυτής τής ψευδο-θεώρησης;
Ποιες ήταν οι χρήσεις της στην κομματική και μετέπειτα στην κρατική πολιτική του;
Ξέρουμε ότι οι πολυάριθμοι εξωκομματικοί [αργότερα και οι εσωκομματικοί] αντίπαλοι στο κόμμα τού Λένιν, αν δεν έθεταν εαυτόν υπό την ηγεμονία του ή αν δεν λούφαζαν, αντιμετώπισαν κατηγορίες «ταξικής προδοσίας», και εξορίστηκαν εκτελέστηκαν ή υποχρεώθηκαν σε ταπεινωτική σιωπή και ιδεολογική υποταγή.
Αν όμως αυτοί οι κατηγορούμενοι, και ουσιαστικά διωκόμενοι από την «πρωτοπορία» δεν ήταν αστοί, και αν επίσης ήταν αριστεροί ή αναρχικοί, ή ακόμα και μέλη τής «πρωτοπορίας», τότε με βάση πιο «κατηγορητήριο» θα κατηγορούνταν;
Ο όρος τού «μικροαστισμού» πληρούσε τέλεια τις «δαιμονολογικές» προϋποθέσεις για να αποτελέσει τον πυρήνα μιας δικανικού-δικαιοκρατικού τύπου ταξικίστικης «κατηγορίας», εφόσον και χρησιμοποιούσε έναν ψευδοταξικό προσδιορισμό ο οποίος αν και αόριστος παρέμενε εντός τού πλαισίου τής «αντικαπιταλιστικής» ιδεολογίας, ενώ ταυτόχρονα ακριβώς λόγω αυτής του τής αοριστίας μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αυθαίρετα και ανάλογα με τις επιθυμίες, τα πάθη, ή τις σκοπιμότητες τού «εργατικού» κράτους, των ηγετών, αλλά και τού πειθήνιου επαναστατικού πόπολου αν τούτο ήθελε, όπως κάθε πόπολο, ένα εξιλαστήριο θύμα τού οποίου η «δράση» να δίνει τάχα την εξήγηση γιατί η επανάσταση δεν έχει φέρει ακόμα την ουράνια βασιλεία στη γη.
Ας δούμε τι έλεγε ο Ροβεσπιέρος τής επαναστατικής γραφειοκρατίας:
« Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι ο πιο γεμάτος από αυτοθυσία και ο πιο αμείλικτος πόλεμος της νέας τάξης ενάντια σε έναν πιο ισχυρό εχθρό, ενάντια στην αστική τάξη, που η αντίστασή της (έστω και σε μια χώρα) δεκαπλασιάζεται ύστερα από την ανατροπή της και που η ισχύς της
δεν βρίσκεται μόνο στη δύναμη του διεθνούς κεφαλαίου, στη δύναμη και
στη στερεότητα των διεθνών δεσμών της αστικής τάξης, αλλά και στη δύναμη της συνήθειας, στη δύναμη της μικρής παραγωγής. Γιατί, δυστυχώς, μένει ακόμη στον κόσμο πολύ, πάρα πολύ μικρή παραγωγή, και η μικρή παραγωγή γεννά τον καπιταλισμό και την αστική τάξη συνεχώς, κάθε μέρα, κάθε ώρα, αυθόρμητα και σε μαζική κλίμακα. Για όλες αυτές τις αίτιες
η δικτατορία του προλεταριάτου είναι απαραίτητη και η νίκη ενάντια στην
αστική τάξη είναι αδύνατη χωρίς μακρόχρονο, επίμονο, απεγνωσμένο πόλεμο ζωής ή θανάτου, πόλεμο που απαιτεί αντοχή, πειθαρχία, σταθερότητα, αδιαλλαξία και ενότητα θέλησης.
Όσο δεν θα έχει ανατραπεί η αστική τάξη και κατόπιν όσο δεν θα έχουν εξαφανιστεί εντελώς το μικρό νοικοκυριό και η μικρή εμπορευματική παραγωγή, οι αστικές συνθήκες, οι συνήθειες της ατομικής ιδιοκτησίας, οι μικροαστικές παραδόσεις θα καταστρέφουν την προλεταριακή δουλειά τόσο από τα έξω, όσο και από τα μέσα του εργατικού κινήματος, όχι σε μια μόνο σφαίρα δράσης, στην κοινοβουλευτική, αλλά αναπόφευκτα σε όλους τους λογής-λογής τομείς της κοινωνικής δράσης, σε όλους χωρίς εξαίρεση τους πολιτιστικούς και πολιτικούς τομείς. Και το πιο βαρύ λάθος, που μετά θα υποχρεωθούμε αναπόφευκτα να το πληρώσουμε, είναι η προσπάθεια να ξεφύγεις, να αγνοήσεις ένα από
τα «δυσάρεστα» καθήκοντα ή τις δυσκολίες σε κάποιον τομέα δουλειάς.
Πρέπει να διδαχτούμε και να μάθουμε να κατέχουμε όλους χωρίς εξαίρεση
τους τομείς της δουλειάς, να νικάμε όλες τις δυσκολίες και όλες τις αστικές έξεις, παραδόσεις και συνήθειες παντού και πάντα. Κάθε άλλη τοποθέτηση του ζητήματος δεν είναι σοβαρή, είναι απλούστατα παιδαριωδία
Β.Ι.Λένιν, Αριστερισμός η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, κεφάλαιο «Ένας από τους βασικούς όρους της επιτυχίας των μπολσεβίκων»...»
Β.Ι.Λένιν, Αριστερισμός η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, κεφάλαιο «Ένας από τους βασικούς όρους της επιτυχίας των μπολσεβίκων»...»
Η ισχύς της αστικής
τάξης, μας λέει ο Λένιν, δεν παράγεται μοναχά από το Κεφάλαιο και τους διεθνείς δεσμούς των αστικών τάξεων.
Ο Λένιν εντοπίζει την αφανή πηγή ισχύος της αστικής τάξης στην δύναμη της συνήθειας, η οποία όμως υφίσταται ως αλλοτριωμένη συνήθεια που συνδέεται με τι άλλο; μα με τη δύναμη της μικρής παραγωγής η οποία στον καπιταλισμό συνδέεται με την μικροαστική κοινωνική υπο-τάξη ή κατάσταση.
Εδώ πρέπει να προσέξουμε ότι ο Λένιν σε ένα τυπικό παραλήρημα υπερμαρξιστικού γιγαντισμού και όχι και τόσο βαθιά κρυμμένου κρατικίστικου μητροπολιτισμού δεν ενοχοποιεί ταξικά μόνον την μικροαστική κοινωνική υπο-τάξη ή κατάσταση που μορφοποιεί την μικρή παραγωγή στον καπιταλισμό, αλλά ενοχοποιεί και μάλιστα με τυπικά δαιμονολογικό μυστικιστικό τρόπο την μικρή παραγωγή εν γένει.
Σε αυτό το υποτίθεται «αντι-αριστερίστικο» κείμενο του ο Λένιν αναπτύσσει εν σπέρματι ακόμα [περίπου στα χνάρια τού Μαρξ] αλλά εμφανέστερα μια «λογική» υπέρ τού γιγαντισμού τής παραγωγής ως τής μοναδικής μορφής παραγωγής που είναι κοντά στον σοσιαλισμό, χρησιμοποιώντας όχι μόνον ορθολογικά επιχειρήματα αλλά και το μυστικιστικό ανορθολογικό επιχείρημα ότι η μικρή παραγωγή είναι «ύποπτη» ότι γεννάει εκ τής «φύσεώς» της καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, όχι γιατί στον καπιταλισμό είναι υπαγμένη στην ατομική ιδιοκτησία και την μικροαστική τάξη, αλλά εκ τού μοναδικού γεγονότος ότι είναι «μικρή».
Θα μπορούσαμε ίσως να σταθούμε λίγο παραπάνω στην παράλογη ψευδο-λογική των μαρξιστών και των μητροπολιτιστών αντικαπιταλιστών εν γένει όταν ξεροσταλιάζουν παραληρηματικά στα σκαλοπάτια τού «Μεγάλου».
Δείχνει πολλά αυτή η «Μεγαλο»-Μανία, ειδικά όταν στρέφεται όχι μόνον εναντίον των μικρο-αστών και των μικρών παραγωγών, αλλά και ενάντια στα μικρά έθνη, τις μικρές εθνότητες-λαότητες, ενάντια στις μικρές κοινότητες, ενάντια στις μικρές μορφές συλλογικής ζωής.
Θα ήμουν άραγε υπερβολικός αν έλεγα ότι σε όλους αυτούς τους μητροπολιτιστές, μαρξιστές και μη, φωλιάζει μέσα την ίδια την εκκίνηση-αρχή τής ιδεολογικής ύπαρξής τους ένας όχι και τόσο καλά κρυμμένος δολοφονικός αυταρχισμός;
Δεν συνεχίζω αυτή τη στιγμή την ανάλυση για το τι σημαίνει αυτή η «μητροπολιτικά» αριστερίστικη αντικαπιταλιστική γιγαντολαγνεία και το μίσος προς την μικρή κοινότητα.
Σημαίνει πολλά, και θα τα δούμε εν καιρώ.
Θα σταθώ τώρα στον ειδικό τρόπο με τον οποίο ο σεκταριστής γραφειοκράτης ενοχοποιεί τον «μικροαστισμό» και πως σε αυτό μοιάζει απόλυτα με τους αριστεριστές εχθρούς του, οι οποίοι [και] στην εποχή μας αν και βγάζουν αφρούς στο στόμα εναντίον τού Λένιν και τού Στάλιν, ή μόνον εναντίον του Στάλιν, και όλοι εναντίον τού «κρατικού καπιταλισμού», είναι Ίδιοι με αυτούς.
Ο Λένιν, όπως και οι αριστεριστές «εχθροί» του ανακαλύπτουν έναν ταξικό εχθρό σε λανθάνουσα κατάσταση.
Η εν σπέρματι «κοινωνική κβαντική» ή «μικροφυσική» τού Λένιν, για να
θυμηθούμε τον άλλο τον μαλάκα [τον Φουκώ], δεν εξετάζει τον καπιταλισμό και τις σχέσεις κυριαρχίας μόνον στο επίπεδο μιας «μικρο-πολιτικής» και «μικρο-οικονομικής» διάστασης των σχέσεων παραγωγής, διανομής, ανταλλαγής, κατανάλωσης που οδηγεί ίσως στον καπιταλισμό ακόμα και αν ο καπιταλισμός γίνει στάχτες, αλλά πράττει αυτή την εξέταση ως εξέταση σε ιεροεξεταστικό ταξικό-ταξικίστικο δικαστήριο, για αυτό και χρησιμοποιεί ως εξέταση ηθικολογικές και αμιγώς δαιμονολογικές κατηγοριοποιήσεις τού κοινωνικού Είναι.
Η
μικρή παραγωγή γεννά τον καπιταλισμό και την αστική τάξη συνεχώς, κάθε μέρα, κάθε ώρα, αυθόρμητα και σε μαζική κλίμακα, γιατί είναι μικρή παραγωγή, άρα κρύβεται σε αυτήν ένας «κακός δαίμονας», ένας οντολογικός «εσωτερικός εχθρός» ως οντολογικός «εσωτερικός ταξικός εχθρός».
Δεν είναι ο «μικροαστός» απλά μια προσωποποίηση μιας μικροαστικής υλικής [σχεσιοπαραγωγικής] δομής με τον τρόπο που είναι λόγου χάριν ο καπιταλιστής-αστός μια προσωποποίηση τής καπιταλιστικής υλικής [σχεσιοπαραγωγικής] δομής, αλλά αποτελεί «δαιμονολογικώς» μια προσωποποίηση ταυτισμένη με την υλική [σχεσιοπαραγωγική] δομή.
Ας δούμε σχηματικά πως γίνεται αυτό:
Εφόσον με αυτή την «λογική» η ίδια η «μικρή παραγωγή» είναι δαιμονοποιημένη, άρα και κάθε φορέας της είναι με επίταση «σατανικός δαίμονας», διότι, αφού η μικρή παραγωγή ίσον «σατανικός δαίμονας» το υποκείμενο που την προσωποποιεί ως «σατανική-δαιμονική» «παρουσία» δένεται ακόμα περισσότερο ως προσωποποίηση με την «σατανική-δαιμονική» «ουσία» που προσωποποιεί διπλασιάζοντάς την, περισσότερο από αυτό που συμβαίνει λόγου χάριν με την αντίστοιχη σχέση «δομής-προσωποποίησης» που υπάρχει στην «δυάδα» «Κεφαλαίου-καπιταλιστή» όπου δεν υπάρχει ο «μικροαστικός» «σατανολογικός-δαιμονολογικός» «διπλασιασμός»:
Για τους σεκταριστές ο μεγαλοκαπιταλιστής μπορεί να θεωρηθεί εντέλει ως κάτι αγαθότερο σε σύγκριση με τον «μικροαστό δαίμονα» που λειτουργεί κατά κάποιο τρόπο πιο «ύπουλα», εφόσον ο μεγαλοκαπιταλιστής ή διευθυντής αντιπροσωπεύει, έστω σε «κακή καπιταλιστική μορφή», την κατά τούς σεκταριστές ενδογενώς «αγαθή»-ως-«μεγάλη» «μεγάλη παραγωγή».
Ο μικροαστός είναι για τους σεκταριστές μια «σατανική-δαιμονική» παρουσία που προσωποποιεί μιαν «εκ φύσεως» «σατανική-δαιμονική» και «ύπουλη» «ουσία» -την «καπιταλιστικά ύπουλη» «μικρή παραγωγή», είναι δηλαδή «διπλά σατανικός δαίμονας», ενώ ο μεγαλοκαπιταλιστής είναι μεν μια «δαιμονική-σατανική» παρουσία η οποία όμως προσωποποιεί μια κατά βάθος «αγαθή ουσία» -την τείνουσα στον σοσιαλισμό «μεγάλη παραγωγή».
[Κάτι φρικαλέο μου θυμίζουν όλα αυτά, κάποιαν άλλη φρικαλέα ενοχοποιητική δαιμονοποίηση].
Αυτό το σχήμα ένωσης έννοιας και πράγματος δείχνει με μιαν άμεση «επέκτασή» του κάτι που φανερώνει ακόμα καλύτερα την ενοχοποιητική δαιμονοποίηση που επιτελεί ως σχήμα, αφού κάθε μορφή μικρής παραγωγής είναι εν σπέρματι καπιταλιστική, άρα και κάθε φορέας της είναι φορέας μιας διπλής δαιμονικής υπόστασης, ανεξάρτητα από σχέσεις ιδιοκτησίας και σχέσεις παραγωγής, και εντέλει αυτή η «καταδιωκτική» δαιμονοποίηση συντελείται σε ένα ολοένα και ευρύτερο πλαίσιο:
Η ιεροεξεταστική ταξικίστικη ακαθοριστία έχει τα θύματά της, τα οποία είναι περισσότερα από αυτά που φαίνονται σε μια πρώτη ματιά:
Εκτός από τις μικρές μονάδες παραγωγής υπάρχουν και άλλα είδη παραγωγής εντός μεγαλύτερων μονάδων παραγωγής, τα οποία μπορούν να ενοχοποιηθούν, όπως ένα γραφείο, ένα ελεύθερο επάγγελμα, η καλλιτεχνική δραστηριότητα κ.λπ.
Αλλά και μια ομάδα εργατών που έχουν αμεσότερες μικρο-σχέσεις, μπορεί να κατηγορηθεί για «μικροαστισμό» αφού υπάρχει ως μικρο-σχέση, οι εργάτες αυτοί που συγκροτούν την ομάδα αυτή έχουν..μικρο-σχέσεις, οι οποίες πιθανά ωθούν σε μια τάχαμου-«μικροαστική» αμφισβήτηση του ψευτοπρολεταριακού γιγαντισμού.
Ο «μικροαστός» όπως τον φαντάζονται οι σεκταριστές [λενινιστές-αντιλενινιστές] ως ένα συνεχές γίγνεσθαι-μικροαστός δεν μας μεταφέρει ως «εικόνα» «απλά-καθαρά» και τάχαμου μαρξο-μεθοδολογικά από τη «μικροκλίμακα» στη «μαζική κλίμακα» της καπιταλιστικής πραγματικότητας, αλλά υπάρχει [για τους σεκταριστές] εντός τής καπιταλιστικής πραγματικότητας ως το «διπλά δαιμονικό-σατανικό» «ελάχιστο» το οποίο μπορεί να «διεισδύσει ύπουλα» ακόμα και μέσα στις «ψυχές» των «ταξικά καθαρών» υποκειμένων.
Για τους σεκταριστές ο «μικροαστισμός» ως η «μικρο-δυνητική» δυνητικότητα τού καπιταλισμού, όπως ένας ιός, δεν σχηματίζει απλά μια υλική ταξική δομή αλλά μια ψυχική και πολιτισμική αντίληψη των πραγμάτων, είναι άρα «μικροδυνητική» δυνητικότητα μη αντιληπτή η ίδια από τους φορείς της, ως ένας «σατανικός δαίμονας» που μπορεί να «μολύνει» τον «αθώο» εργατικό ή αντικαπιταλιστικό «οργανισμό», «σατανικό σπέρμα» από το οποίο γεννάται
συνεχώς ο καπιταλισμός.
Αγαπητοί μαρξιστές, λενινιστές-αντιλενινιστές, κάποιες τέτοιες «στιγμές» έρχομαι στην δυσάρεστη θέση να σας πω κάτι: είστε ηλίθιοι.
Αλλά δεν είστε μόνον αυτό.
Είστε σαν τους Φασίστες και τους ακροδεξιούς εθνικιστές.
Μοιάζετε πολύ.
Δεν είστε Φασίστες, αλλά τούς μοιάζετε πολύ. Όπως μοιάζετε, δυστυχώς, και με τους θεοκράτες, τους παπάδες τους ιμάμηδες και άλλους.
Υπάρχει όμως και μια άλλη «δομή» που σας αφορά, και αυτή έχει να κάνει με τον άτυπο, «ασυνείδητο» καθορισμό και την ιδεολογική εξάρτησή σας από το «βεστφαλιανό» Παράδειγμα Κυριαρχίας, το οποίο υποτίθεται ότι το κρίνετε, και ότι του εναντιώνεστε.
«Ο μικροαστισμός διαβρώνει από μέσα την εργατική τάξη»..
Αυτό το πράγμα δεν είναι κριτική στο μικροαστικό ταξικό υποκείμενο ούτε στον «μικροαστισμό», αυτό το πράγμα είναι μια τυπική «βεστφαλιανή» δαιμονολογία.
«Το Έξω που είναι Μέσα στην εργατική τάξη», όπως όριζε το «οντολογικό μικροαστικό» ένας παλιός φίλος, παρουσιάζεται από τους μητροπολιτικούς σεκταριστές, μαρξιστές και μη, σαν να «εισδύει στο εσωτερικό της» ως «σατανικός-δαιμονικός» «ταξικός εχθρός» και όχι απλά ως εκείνο το δομικό φράγμα που πρέπει να περάσει όλος ο εργαζόμενος λαός για να μην μετατρέπει συνέχεια την καθημερινή, άρα «μικρή», ζωή του σε εφαλτήριο εκμετάλλευσης και πατριαρχικής καταπίεσης άλλων ανθρώπων και άλλων έμβιων οντοτήτων.
Το «έξω» που εισδύει στο «μέσα» σαν «ταξική αμαρτία» δεν θυμίζει όμως απλά μια κλασική εξουσιαστική θεοκρατική «σατανολογία-δαιμονολογία» υφιστάμενη επί της εποχής τού περιλάλητου «μεσαίωνα», αλλά έχει άμεση αναφορά προς την «σατανολογία-δαιμονολογία» που αναπτύσσεται στην νεώτερη εποχή ως σατανολογία-δαιμονολογία αφορώσα έναν «εσωτερικό εχθρό» μιας δυνητικής ως «ακεραιοποιημένης» κυριαρχικής εξουσιαστικής «πολιτικής» «μονάδας».
Μιλάμε για την «βεστφαλιανή» Κυριαρχία όπως έχει, στην περίπτωση που εξετάζουμε, μεταλλαχθεί ως αντεστραμμένη σε σεκταριστική παράνοια αναζήτησης ταξικού εχθρού.
Και μέσα σε όλο αυτό το παρανοϊκό «κλίμα» παρουσιάζεται από τους σεκταριστές το πρόβλημα ως πρόβλημα «μικροαστισμού», ακριβώς αναπαράγοντας την παράνοια.
Οι μικροαστοί δεν είναι «αθώοι», ούτε λέω ότι δεν υπάρχει θέμα και με τον «μικροαστισμό».
Αλλά έχω μερικές φορές την εντύπωση ότι ο τρόπος που κατηγοριοποιούν την έννοια «μικροαστός» οι σεκταριστές θυμίζει έντονα αντισημιτικά μοτίβα.
Το χοντραίνω, αλλά θα δείτε εν καιρώ ότι έχω δίκιο.
---
Το «μεσαίο» ως αίσθημα και λογική «ίσων αποστάσεων» σε σχέση με την αστική και εργατική τάξη που εμποδίζει την ανάληψη μιας ταξικής θέσης στο πεδίο της μάχης, αποτελεί μιαν αλλοτριωτική ουδετερότητα και εργατικών και μικροαστικών τάξεων, η οποία όμως σίγουρα προκύπτει και από την βαθιά-και-ιστορικά επιβεβαιωμένη βαθιά υποψία των καθημερινών ανθρώπων τού λαού ότι οι σωτήρες, μαρξιστές και μη, αριστεριστές και ακροδεξιοί, αυτό που τελικά κάνουν είναι να δολοφονούν μαζικά, να λένε ψέματα, να οργανώνουν εκστρατείες ενοχοποίησης φανταστικών εθνικών ή ταξικών «εσωτερικών εχθρών» και να στήνουν ηθικολογικά κατηγορητήρια ενάντια σε κάθε ζωή.
Η «κοινή λογική» των καθημερινών ανθρώπων που «δεν αγαπά τα άκρα» αποτελεί έναν κοινό τόπο μέσα και στις εργατικές και τις μικροαστικές «μάζες» όπως και η περίφημη «ίση απόσταση» αυτών των ίδιων ανθρώπων τού εργαζόμενου λαού, και δεν οφείλονται ως «κοινές λογικές» σε κάποιον αόρατο «μικροαστισμό», αλλά σε μια βαθιά λαϊκή κοινωνική καχυποψία η οποία και επιβεβαιώθηκε ιστορικά και επιβιώνει δια καθημερινών επιβεβαιώσεων ακόμα και σήμερα.
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου