Ενδιάμεση σημείωση θεολογικού ενδιαφέροντος, η οποία αφορά τον αυτοκέφαλο ελληνικό κλάδο τής πανανθρώπινης μαρξιστικής εκκλησίας.
Θυμάμαι κάποτε ότι είχε πέσει το βλέμμα μου σε μια ιστοριοδιφικού τύπου περισπούδαστη πραγματεία του γνωστού μητροπολίτη τού ημι-ανανεωτικού ημι-σεκταριστικού μαρξισμού, Δημήτρη Μπελαντή, για τι άλλο βέβαια;
Μα για την ιστορία τού κομμουνιστικού κινήματος.
Τότε, όντας ακόμα σταθερός πιστός τής εκκλησίας ταύτης διάβασα τούτη την πραγματεία ελπίζοντας ότι θα αποκομίσω άλλη μια ωφέλιμη πηγή κομμουνιστικής γνώσης και αυτογνωσίας, ίσως όμως και περισσότερα υλικά για ανάλωση τους σε μια πιθανή ιδεολογική φατριαστική σύγκρουση στο μέλλον, ακόμα και με τον ίδιο τον συγγραφέα αυτού τού πονήματος.
Ως μη γνωστόν, αν και σταλινογενής, είχα σχέσεις και με τους ευρωκομμουνιστές, ειδικά την αριστερή πτέρυγα τους που όχι μόνον διακρίνονταν για τα θεωρητικά επιτεύγματα της, αλλά ήταν επίσης και αυτή σαρξ εκ τής σαρκός μας, εφόσον για όσους δεν ξέρουν ο ευρωκομμουνισμός ήταν κι αυτός σταλινογενής.
Ο ίδιος ο θεωρητικός προπάτορας του ευρωκομμουνισμού, εν αγνοία του βέβαια, θεωρείτο ο Γκράμσι, έπειτα και ο Τολλιάτι, και παρά την αναχρονιστική χρήση τού ονόματος των οι ευρωκομμουνιστές είχαν ένα δίκιο σε αυτήν τους την καταγωγικη αναφορά, ξεχνώντας ωστόσο να την προσδιορίσουν πλήρως, όπως ακριβώς γίνεται βέβαια σε κάθε καταγωγικη αναφορά τελούμενη εκ θρησκειών ιδεολογιών και άλλων μεταφυσικοποιημενων κοινωνικών σωμάτων.
Οι Γκράμσι και Τολλιάτι, ειδικά όμως ο Γκράμσι, ήταν ευγενικώς μεν αλλά σαφώς τοποθετημένοι υπέρ τού Στάλιν στην εσωτερική πάλη που τελούνταν στο εσωτερικό του κόμματος των Μπολσεβίκων.
Τέλος πάντων, κουραστικά όλα αυτά αλλά σημαντικά νομίζω για να αποδομήσει κανείς όλους τους μύθους όλων των κοινωνικών υποκειμένων.
Εν πάση περιπτώσει, το θέμα είναι ότι αυτός ο μακρινός συγγενής μας λοιπόν, ημών των ακατανομαστων, στη πραγματεία του έδειχνε έναν ανίερο αναλυτικό προσανατολισμό, όχι απλά εναντίον του Στάλιν, λογικό ήταν αυτό, αλλά υπέρ τής γνωστής κολυμβήθρας του Σιλωάμ όλων των μαρξιστικών αμαρτιών, τον Τρότσκι.
Κάποια στιγμή, ενόσω μελετούσα με ψυχραιμία το πόνημα, διάβασα κάτι που μου προκάλεσε οργή.
Ο κύριος αυτός, ο Μπελαντής για να εξηγήσει τον αιρετικό ως προς τη σοβιετική πολιτική ριζοσπαστισμό των περιφερειακών μαρξιστικών λενινιστικών κινημάτων απέδιδε αυτόν τον μη προβλεπόμενο ριζοσπαστισμό τους στην επιρροή του τροτσκισμού με την έννοια ότι αυτά τα κινήματα είχαν προβεί σε άρση τής σταλινικής αξιωματικής αρχής ότι ο σοσιαλισμός μπορεί-δύναται να οικοδομηθεί σε μια χώρα.
Μιλάμε για κινήματα με σαφή αριστερό εθνικιστικό προσανατολισμό, στα όρια τού αμιγούς εθνικισμού, τα οποία όχι μόνο πίστευαν στο σοσιαλισμό ως εφικτό ως ολοκληρωμένο σε μια χώρα, αλλά ίσως επιπλέον ότι θα μπορούσε να υπάρξει σε μια χώρα ο ίδιος ο παράδεισος.
Θα μου πείτε, και τι νόημα έχουν όλα αυτά;
Θα το εξηγήσω, κρατήστε την ιστορία που σας διηγήθηκα, σαν στοιχείο ενός άλλου πράγματος που θα σας αναλύσω.
«Let us state this point as well: communists always and absolutely distinguish between the nationalism of an oppressed nation and that of an oppressor nation and between the nationalism of a small nation and that of a big nation...»
Δεν πρόκειται να σας κουράσω με την ερμηνεία τού μαρξιστικο-λενινιστικού και σταλινικού λαβυρίνθου διαύγειας τού μεγάλου Τούρκου Κομμουνιστή.
Αυτή θα έρθει κάποια άλλη στιγμή.
Αυτό που έχω να πω, προσώρας, είναι ότι είναι προτιμότερο να γαλουχηθεί κάποιος μέσα σε αυτό τον λαβύρινθο, παρά μέσα στις νεοαριστερές αερολογίες κάποιου κύριου Μπελαντή λ.χ, ο οποίος μάλιστα μέσα στον θολό εγκέφαλο του νομίζει ότι λ.χ ένας τέτοιος άνθρωπος όπως ο Καϋπάκαγια, δεν μπορεί ρε παιδί μου, τροτσκιστής ήταν.
Χωρίς καμία ιδιαίτερη αντιπάθεια προς τον Τροτσκισμό πλέον, μιας και τον θεωρώ μια φαντασιακή και παραληρηματική εκδοχή στα εξωτερικά όρια τού έμπρακτου ταξικού Γιακωβινισμού που εμείς ασκήσαμε πραγματικά έστω σαν ασήμαντα μυρμήγκια (με όλα τα ηθικά και ψυχικά βάρη και τις ενοχές που έχει ένας δρών εντός του πραγματικού κόσμου), χωρίς λοιπόν να έχω κανένα ιδιαίτερο πάθος εναντίον των πραγματικών τροτσκιστών, έχω να πω ότι η απέχθεια μου προς επαγγελματίες ψεύτες και παραμορφωτές των πιο στοιχειωδών ιστορικών δεδομένων, όπως ο Μπελαντής λ.χ παραμένει ακέραια.
Ο Καϋπάκαγια σαν πιθανά στο βάθος «Τροτσκιστής» διότι έτσι θα βόλευε τον λόγιο μητροπολίτη τής κάποτε ενορίας τού Μηλιού και τού Ιωακείμογλου!
Με ρωτάει μια φίλη, μα γιατί τέτοιο μένος;
Μα γιατί; μα γιατί;
Όχι γιατί κάποιοι πειράζουν τα ιερά και όσια τα «δικά μας», μα τον Αλλάχ, δεν είμαι σταλινικός, έστω πια, πως να σας το πω, αλλά τέτοια ξεφτίλα δεν μπορώ να την αντέξω, έτσι απλά.
Να βλέπω τέτοια ψέματα και να μην νευριάζω;
Με τι να νευριάσω τότε;
Ιωάννης Τζανάκος