Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

4 σημεία για το κοινωνικό όριο

1. 

Υπάρχει μια νομοτελειακή μονιμότητα «παρουσίας» τού γενικού καθορισμού των κοινωνικών ορίων και διαχωρισμών [ή τού γενικού καθορισμού τού κοινωνικού ορίου και διαχωρισμού] [ή ουσιαστικοποιημένα λεχθέν τής κοινωνικής «οριακότητας» και τού κοινωνικού «πεπερασμένου»], αλλά αυτή η «μονιμότητα» δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ταυτόσημη με την εκάστοτε ειδική [ιστορική] έκφρασή της [άρα και με την «σημερινή»].

 

2.

Η εκάστοτε κοινωνία θα έχει πάντα όρια, φράχτες, σύνορα, περιορισμούς, απαγορεύσεις, και εν γένει περιορισμένες δυνατότητες, και [η εκάστοτε κοινωνία] θα είναι πάντα Σύστημα, ήτοι θα είναι πάντα ένα «Κυρίως-Κλειστό-Σύστημα» το οποίο θα τείνει να «ανοίγει» για να διατηρήσει την σταθερότητά του και όχι για να γίνει «κάτι» «ριζικά άλλο» ως «ανοιχτό». 

Ακόμα και μια επανάσταση παράγει μια μετάβαση από ένα «Κλειστό» [Σύστημα] σε ένα άλλο «Κλειστό» [Σύστημα], ακόμα κι αν αυτό το «άλλο» θεωρείται «ανοιχτότερο» από το «προηγούμενο».
Η ιδεολογική ασωτία τού μετανεωτερικού υπερφιλελευθερισμού και των νεοαριστερίστικων ρευμάτων [ή των μετανεωτερικών εκτροπών τού παραδοσιακού αντικαπιταλισμού-αντικρατισμού] γύρω από αυτό το «επίκεντρο» δεν έχει πάψει, αλλά θα πάψει, διότι η ροπή τού καπιταλισμού σε ένα άνευ ιστορικού προηγουμένου «άνοιγμα» και σε μιαν [αντίστοιχη με αυτό το «άνοιγμα»] «υπέρβαση-καταστροφή των ορίων» έχει δείξει [δια τού «εαυτού» της ως ροπή] τα όρια κάθε άμετρου «ανοίγματος», έχει αναδείξει τα όρια τής [έμπρακτης και θεωρητικής] κριτικής των ορίων-και-φραχτών και την έχει προσδιορίσει για πάντα σε ένα [ή ως ένα] γενικό καταστροφικό πλαίσιο το οποίο δεν θα γίνει ποτέ [ξανά] εποικοδομητικό.

 

3.

Ο [εθνο-]φασισμός και τα παρακείμενά του [κυρίως ανατολικά] φονταμενταλιστικά ρεύματα, έχουν αξιοποιήσει επιδερμικά και δημαγωγικά [άρα και υποκριτικά] αυτή την ιστορική «ανακάλυψη» τής Οντολογικής Κλειστότητας και Οριακότητας τής [εκάστοτε] Κοινωνίας, την αναεμφάνιση τής αξίας/σημασίας τού Κοινωνικού Πεπερασμένου, αλλά το θέμα είναι βαθύτερο από αυτά τα ρεύματα και τις επεξεργασίες τους.

Εξάλλου και ο εθνοφασισμός-εθνοολοκληρωτισμός και ο φονταμενταλισμός καθορίζονται άμεσα από το Κεφάλαιο, από τον Καπιταλισμό, άρα είναι αδύνατον να μην ακολουθήσουν [με μεγαλύτερη ή μικρότερη ένταση] την νομοτελειακή ροπή τού Κεφαλαίου/Καπιταλισμού προς την υπερπαγκοσμιοποίηση-μητροπολιτικοποίηση και καθολικοποίηση τού «ανθρώπινου κόσμου».   
Με αυτήν τους την «ακολούθηση» δείχνουν ότι πέρα από δουλάκια τού Κεφαλαίου/Καπιταλισμού υπόκεινται στις πολιτικές, ιδεολογικές, πολιτισμικές αντινομίες του[ς]. 
Συνπαράγουν με τον Καπιταλισμό [ως πολιτικοί και ιδεολογικοί συντελεστές του] [περαιτέρω] «μη-προοπτικό Χάος» και υπόκεινται στις ίδιες φαυλοκυκλικές «κινήσεις» [πρότερης-ταυτόχρονης-μεταγενέστερης][αυτοκρατορικής] πολιτικοοικονομικής υπερεπέκτασής του και αντιδραστικής [πρότερης-ταυτόχρονης-μεταγενέστερης] εθνικιστικής/θεοκρατικής αναδίπλωσής του, δημιουργώντας ίσως «νέες» μορφές τού Ίδιου.

 

4.

Αυτό που «ζητιέται» πλέον από το Οικουμενικό Κοινωνικό Είναι, είναι μια «αναδιατύπωση» τής Κλειστότητας-Οριακότητάς του, αλλά αυτή [την «αναδιατύπωση»] δεν θα «τού» την «προσφέρει» ούτε ο νεοπαραδοσιακός Εθνικισμός, ούτε ο Φασισμός, ούτε ο Φονταμενταλισμός.

 

 

Ιωάννης Τζανάκος

 

Δογματισμός και ιστορική περιοδολόγηση..

 
Η θεωρητική πρακτική τής ιστορικής περιοδολόγησης τού καπιταλισμού, σε διαφορετικές φάσεις που σηματοδοτούν ριζικές δομικές διαφορές εντός τού γενικού-ειδικού καπιταλιστικού καθορισμού τού κοινωνικο-οικονομικού Είναι, ενώ γενικά είναι μια ορθή θεωρητική πρακτική που με την σειρά της ανανοηματοδότησε την αριστερή-εργατική πολιτική, είχε και έχει μια (κυρίαρχη) δογματική οντολογική «χρήση».
Πως την προσδιορίζω όμως αυτή την (δογματική οντολογική) «χρήση»;
Ας δούμε την σειρά των θεωρητικών νοηματοδοτήσεων τής καπιταλιστικής πραγματικότητας που εδραιώνουν αυτή την δογματική χρήση τής μαρξιστικής περιοδολόγησης τού καπιταλισμού, και την συγκροτούν ως λειτουργικό ιδεολογικό στοιχείο τού ευρύτερου δογματικού τρόπου ιδεολογικής νοηματοδότησης και ανάλυσης τής καπιταλιστικής πραγματικότητας:
Η δογματική ανάλυση χρησιμοποιεί απολυτοποιώντας το «καινοφανές» των φάσεων τού καπιταλισμού, με έναν συγκεκριμένο απολογητικό για τον «μαρξισμό» τρόπο, ο οποίος αποκρυσταλλώνεται άμεσα σε οντολογική γραφειοκρατική ιδεολογία.
Ας δούμε τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτό, «βήμα-βήμα»:
Όταν αναδύεται ένα ξεχωριστό ειδικό στοιχείο τού καπιταλισμού αυτό παρουσιάζεται (από τον δογματισμό) ως ριζικά καινοφανές:
Ο ιμπεριαλισμός ως θεμελιακό «δομικό γνώρισμα» τού ίδιου τού καπιταλισμού που αναδύεται στην ώριμη φάση του ως ένα κυρίαρχο επικαθοριστικό «δομικό γνώρισμά» του, παρουσιάζεται από τον δογματισμό ως ένα νέο στοιχείο του, και με αυτό τον τρόπο γίνεται μεν προσαρμογή τής αρχικής (μαρξιστικής) θεωρίας στην πραγματικότητα, εφόσον τούτη με αυτή την «προσαρμογή» «αναγνωρίζει-γνωρίζει» ό,τι δεν «αναγνώριζε-γνώριζε» (ως (την) δομική σημασία αυτού τού «γνωρίσματος»), αλλά μιας και αυτή η «πραγματικότητα» παρουσιάζεται ως «νέα» συνεχίζει να θεωρείται η αρχική θεωρία «άτρωτη» στον πυρήνα της αν και δεν περιείχε αυτό το «δομικό γνώρισμα», εφόσον αυτό το «δομικό γνώρισμα» παρουσιάζεται ως (υποτίθεται) μη-υπάρχον κατά την εμφάνιση-δημιουργία τής αρχικής θεωρίας. 
Το μόνο που υποτίθεται ότι χρειάζεται, αυτή η θεωρούμενη ως άτρωτη στον πυρήνα της θεωρία, είναι μια προσαρμογή στα υποτιθέμενα νέα δεδομένα, παραμένοντας άτρωτη σε αυτόν τον εντέλει μεταφυσικό πυρήνα της.
Στην πραγματικότητα η ισχυρή «εμφάνιση» αυτής τής θεμελιακής δομικής πτυχής τής καπιταλιστικής πραγματικότητας στην γενική πραγματικότητά της, δεν σηματοδοτεί την «εμφάνιση» ενός «νέου» στοιχείου της αλλά την ανάδυσή του σε μια ισχυρότερη συστημική θέση «εντός» τού συστημικού οικοδομήματος τού καπιταλισμού, πράγμα που σημαίνει ταυτόχρονα ότι αυτό το στοιχείο υπήρχε πάντα ως θεμελιώδες γνώρισμα τής καπιταλιστικής πραγματικότητας, ως πάντα υπάρχουσα (σε αυτήν την καπιταλιστική πραγματικότητα) δομική πτυχή που απλά αναδύθηκε ως ισχυρότερη:
Το συνολικό Κεφάλαιο, ο καπιταλισμός είχε πάντα την ιμπεριαλιστική πλευρά του, ο καπιταλισμός ήταν πάντα ιμπεριαλιστικός, δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει μη-ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός, και ακόμα και οι μη-ιμπεριαλιστικές χώρες ή τα  μη-ιμπεριαλιστικά Κεφάλαια είναι ιμπεριαλιστικές/-α με την έννοια ότι εντάσσονται ως υπο-ιμπεριαλιστικές/-α σε μιαν ευρύτερη ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική δομή (σαν εξαρτημένα ή ημι-εξαρτημένα, συμπληρωματικά, υπαγμένα, στοιχεία της κ.λπ).
Ο δογματισμός των δογματικών, όχι μόνον των μ-λ αλλά και διαφόρων «ανανεωτών» ή μετα-μαρξιστών, έγκειται στο γεγονός ότι σκοπεύοντας να αφήσουν άθικτο τον μερικώς λανθασμένο θεωρητικό πυρήνα τής ανάλυσης τού Μαρξ για το Κεφάλαιο, ως καθορισμού υπάρχοντος ανεξάρτητα από πολιτικούς, χωροκυριαρχικούς και άλλους καθορισμούς/αυτοκαθορισμούς του, εντέλει τον διατηρούν «προσαρμόζοντάς» τον (αυτό τον «θεωρητικό πυρήνα») επικαλούμενοι την αλλαγή τής πραγματικότητας, με την «εισβολή» ενός νέου δομικού στοιχείου:
Δεν είναι, για αυτούς, λανθασμένη και ιδεολογικά «ύποπτη», η απουσία των πολιτικών-γεωκυριαρχικών και άλλων καθορισμών από την μαρξική εικόνα, αλλά απορρέουσα από την αντιστοιχία της με μιαν άλλη «περίοδο» ή «εποχή» τού Κεφαλαίου.
Έτσι και αντανακλάται από αυτούς αυτή η πραγματικότητα και μένει άθικτος ο λανθασμένος θεωρητικός πυρήνας στον οποίο έλλειπε αυτό το «στοιχείο», άρα διατηρείται η «πίστη» σε έναν αρχικό αποκαλυψιακό-οντολογικό θεωρητικό πυρήνα.
Αυτή η μυστικοποιητική ιδεολογική πρακτική έχει σαν αποτέλεσμα να διατηρείται ένα ιδεολογικό οπλοστάσιο αντίστοιχο με το ιδεολογικό οπλοστάσιο τής εποχής όπου ο καπιταλισμός κρίνονταν κυρίως σχετικά ανεξάρτητα από τους ιμπεριαλιστικούς-αποικιοκρατικούς καθορισμούς του.
Και έτσι ενώ κρίνεται (από τους δογματικούς) ο ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός τής ώριμης φάσης δεν κρίνονται τα βαθύτερα δομικά στοιχεία του όπως υφίστανται στο Κεφάλαιο εν γένει, άρα μπορούν να γίνουν οικειοποιήσιμα από την νέα γραφειοκρατία όσο αυτή «διατηρεί» στην ζωή τού κρατικού σοσιαλισμού αναλογίες ή ομοιότητες με τις δομές τού Κεφαλαίου: σοσιαλ-ιμπεριαλισμός, δικαιολόγηση τής εθνικής/εθνοτικής καταπίεσης κ.α.
Αυτή η απολυτοποίηση τής θεωρητικής πρακτικής τής περιοδολόγησης ως απολυτοποίηση τής «ριζικής-ανά-φάση-περιοδολόγησης» τού καπιταλισμού, δηλαδή η απολυτοποίηση τής διαφοράς ανάμεσα σε έναν υποτιθέμενο μη-ιμπεριαλιστικό και σε έναν υποτιθέμενα μεταγενέστερο ιμπεριαλιστικό (μονοπωλιακό) καπιταλισμό, έχει σήμερα και μιαν ενδιαφέρουσα νεογραφειοκρατική και νεο-σοσιαλιμπεριαλιστική αντιστροφή:
Οι νέοι σεκταριστές μιλάνε για μια «σημερινή» [στην εποχή μας] υπέρβαση και αυτής τής ιμπεριαλιστικής φάσης, με την «μετάβαση» τού καπιταλισμού σε ένα ομοιογενές ολοκληρωτικό καπιταλιστικό σύστημα: αυτό που λένε οι ναρίτες «ολοκληρωτικό καπιταλισμό».
Και να μην αναφέρεται αυτό το σοφιστικό έκτρωμα τού Ναρ και άλλων νεοσταλινικών-νεοτροτσκιστών, μπορεί κανείς αλά Μηλιός να αναφέρεται σε έναν τρόπον τινά «αμιγή» καπιταλισμό -πλέον ή και πάντα, ακόμα κι αν δεν χρησιμοποιούνται επί τούτου ειδικοί και πρόσθετοι κατηγοριακοί προσδιορισμοί για να παρουσιαστεί «καλύτερα» το ιδεολόγημα τού καθαρού καπιταλισμού.
Ψεύτες.
Για αυτό και μιλάνε για επιστροφή στον Μαρξ, πριν τον Λένιν, όχι μόνον γιατί τους έπιασε ο πόνος για την θεολογία τους (που τούς έπιασε), δηλαδή την επιστροφή στον «αγνό Πατέρα» πέραν των τάχα κρατικά/κρατικοκαπιταλιστικά «μολυσμένων επιγόνων», αλλά και γιατί έτσι μπορούν χωρίς τις λενινιστικές «ενοχλήσεις» να πάψουν να ασχολούνται με την εθνική κυριαρχία από την σκοπιά των αδύναμων/ανισχυρότερων εθνών/εθνών-κρατών και εθνοτήτων [δεν ταυτίζονται], άρα μπορούν να μετατραπούν σε σεκταριστές αντιεθνικιστές, έτοιμοι να παραδώσουν την χώρα και την εθνότητά τους ακόμα αν είναι αδύναμη και μικρή σε ισχύ στους εχθρούς της, ή (μπορούν να μετατραπούν) σε απενοχοποιημένους σοσιαλ-ιμπεριαλιστές αριστεριστές αν η χώρα τους είναι ισχυρή και αποκομίζουν (από αυτό το γεγονός) κι αυτοί τα υλικά και εξουσιαστικά (μέσα στο κίνημα) οφέλη τους.
Και προδότες, αλλά όχι για το προλεταριάτο [υπέρ τού προλεταριάτου], αλλά για τις ισχυρότερες χώρες ή εθνότητες [υπέρ των ισχυρών χωρών ή εθνοτήτων], αν είναι πολίτες/μέλη μιας ανίσχυρης χώρας ή εθνότητας, και Σοβινιστές αν είναι πολίτες/μέλη μιας ισχυρής (ιμπεριαλιστικής) χώρας ή εθνότητας -αλλά χωρίς ενοχές εφόσον κρύβονται πίσω από τον γενικό και αφηρημένο αντι-καπιταλισμό για να μην καταγγείλουν τον Σοβινισμό και τον ιμπεριαλισμό τής χώρας ή εθνότητάς τους, σαν κάτι δυτικο-ιμπεριαλιστικά σκουπίδια όπως οι Γερμανοί autonome. 
 
Ιωάννης Τζανάκος   
 
 

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2021

Overdose= Εθνικισμός-αντιεθνικισμός και 1821

Μη διαβάζετε τίποτα αύριο, μη μπείτε στο twitter για να ακολουθήσετε τις επικοινωνιακές εκστρατείες των ιδεολογικών κουραδόκαστρων τής «εθνικής παρατάξεως» και τής «αριστερής επανάστας».
Σκεφτείτε την κούρασή σας με όλα αυτά, και με την προσπάθεια όλων των εθνοπικραμένων εθνοαρνητών-ή-εθνοψώνιων να πούνε κάτι για αυτή την επέτειο, κάτι διαφορετικό ή κάτι καινοτόμο, ή κάτι που να «προασπίζει» «κάτι».
Για μένα τα πράγματα είναι εκνευριστικά απλά και έχουν να κάνουν όπως όλα με μιαν επιτέλεση:
Πριν ζαλίσουμε τα πράγματα περί τής εθνικής ή μη-εθνικής επανάστασης οφείλουμε να απαντήσουμε σε ένα απλό ερώτημα, καταρχάς θέτοντας το:
Ανεξάρτητα αν συμφωνεί κανείς με τον όρο «έθνος» ή «πατρίδα», μπορεί να προσδιορίσει με σαφήνεια πότε και υπό ποιούς όρους θα υπερασπίζονταν έναν τόπο, μια χωρική επικράτεια;
Και επειδή υπάρχουν μαγκίτες και αλανιάρηδες τού πολύ βαρέως επαναστατικού υπερδιεθνισμού, οφείλω να τους ξεκαθαρίσω, πριν καν απαντήσουν, ότι «εδώ», στην ελλαδική εκδοχή τους, τους κρίνω ανίκανους και απρόθυμους να υπερασπιστούν ακόμα και ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο «αταξικής-αντικαπιταλιστικής» επικράτειας, «δικής» τους επικράτειας δηλαδή -κι ας την ονομάσουν «συνέλευση [κατά φαντασίαν] εργα-τών-τριών Καλλιδρομίου-Σόλωνος», οπότε η ερώτησή μου ήδη ακυρώνεται σε σχέση με αυτούς, όχι διότι είναι «ρητορική» αλλά διότι απευθύνεται και σε αυτούς χωρίς να είναι αποδεκτή (από εμέ, τον πομπό της) ούτε μια απάντησή τους σαν να ήταν σοβαρή.
Προς τους υπερεθνικιστές, χλαμυδοφόρους υπερΈλληνες ή βυζαντινόπληκτους χριστιανοφασίστες (κατά το ισλαμοφασίστες), η ερώτηση αυτή έχει το ίδιο γενικό αρνητικό νόημα, με την έννοια ότι μπορεί σε κάποιους από αυτούς να υπάρχει μια γενική διάθεση «θυσίας» ή «ηρωικής αυταπάρνησης» αλλά οι όροι της είναι τόσο ασθενείς φαντασμένοι ψωνισμένοι και σκοτεινοί ώστε πολύ πιθανόν να σημαίνουν απλά άμεση και χωρίς όρους παράδοση στον εκάστοτε εχθρό τής «εθνικής επικράτειας», ακόμα και συνεργασία μαζί του, όταν περάσει το «πρώτο κύμα» των πιθανών (πολεμικών) εχθροπραξιών.
Η φλόγα αυτών των Κυρίων και Κυριών είναι περιορισμένη στην καταγωγική υπερεθνικιστική φαντασίωση μιας αδιάλειπτης μεταφυσικής εθνικής συνέχειας, οπότε αν κάποιος τούς την «διασφαλίσει» «ψυχικά» αρκούνται σε αυτό, σιγά μην ασχοληθούν με σύνορα και πρακτικές άμυνες, μετά από το πρώτο πολεμικό κύμα, όταν σε αυτό το «μετά» θα χρειάζονται ουσιαστικές αρετές, και όχι λόγια και εθνορομαντικές οικογενειακές φαντασιώσεις καταγωγικής συνέχειας.
Αυτό που σκέφτονται αυτοί για το «μετά» είναι το «εσωτερικό μέτωπο», όπου οραματίζονται εκκαθαρίσεις «άπλυτων» «αναρχοκομμουνιστών» και άλλες αιματοχυσίες «εσωτερικών εχθρών», άσχετα αν ο εχθρός επελαύνει στα περίχωρα τής Αττικής.

---

Δεν θα γιορτάσω την επέτειο, διότι διαφωνώ με τις επετείους, όλες τις επετείους, και δεν μου αρέσουν οι ιεροτελεστίες αυτού τού τύπου, είτε αναφέρονται στον Γρηγορόπουλο είτε αναφέρονται στον Κολοκοτρώνη.

Αν χρειαστεί να διακινδυνεύσω την ζωή μου για την Ελλάδα, θα την διακινδυνεύσω αν στο Όνομα αυτό περιέχονται και άλλα Ονόματα, και άλλα νοήματα [άλλη συζήτηση].
Και η ουσία αυτής τής πράξης, και άλλων πράξεων όλων μας, έγκειται και στο ίδιο το όνομα τής πράξης:
Στην Πράξη.
 
 
Ιωάννης Τζανάκος 
 

Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

Οι δύο πτυχές τού δογματισμού.

 

1.
Το τυπικό λάθος τού ιδεολογικού δογματισμού στο ιστορικό κίνημα τής μισθωτής εργασίας και εν γένει στο ελευθεριακό δημοκρατικό κίνημα στην νεώτερη εποχή, έγκειται στην αδυναμία τους να ενσωματώσουν την ιστορική εμπειρία τους γενικεύοντάς την σε κανονιστικές και θεωρητικές μορφές, οι οποίες θα έχουν παροντική/μελλοντική «χρήση» αλλά θα μπορούν και να εξηγήσουν ορθολογικά «τι» «στραβό» συνέβη στο παρελθόν.
Δεν αρκεί δηλαδή να δεχτεί ένα ιστορικό και κοινωνικό υποκείμενο την ιστορική εμπειρία ως «ιστορική» και μόνον, αλλά να την αντιμετωπίσει ως ένα «κοίτασμα» από το οποίο αντλούνται γενικά ισχύοντες κανόνες, ήτοι ηθικές/αξιακές και θεωρητικές δεσμεύσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους, όταν υπάρξει νέα ιστορική εμπειρία: είτε α) συμπληρώνουν το σύνολο τους, συμπροστιθέμενες στις ήδη υφιστάμενες δεσμεύσεις, είτε β) συμπληρώνουν το σύνολό τους αναιρώντας ένα μέρος του.
Η αναίρεση δεσμευτικών κανόνων, δηλαδή ηθικών/αξιακών/θεωρητικών δεσμεύσεων, λόγω τής ιστορικής διάψευσης και τής ιστορικής αναίρεσής τους, δεν σημαίνει εν γένει άρση τής κανονιστικότητας αν θέλουμε διέξοδο στο «πρόβλημα», αλλά σημαίνει: 
Είτε α) ενίσχυση και αυστηροποίησή τους ως έχουν, είτε β) ολοκληρωτική ή μερική άρση τους που όμως συνοδεύεται από άλλους κανόνες, οι οποίοι ως ετερογενείς σε σχέση προς τους προηγούμενους που αναιρέθηκαν καλύπτουν το δημιουργούμενο κενό με μεγαλύτερη δύναμη αφαίρεσης και αυστηρότητας.
Όταν τα «κανονιστικά διατάγματα-προστάγματα» τού Λόγου, εκ των οποίων απορρέουν κανόνες ως ηθικές/αξιακές και θεωρητικές δεσμεύσεις, καταστρέφονται από την ιστορική πραγματικότητα και κλονίζονται στην εμπειρική νόηση των ανθρώπων (ενός κινήματος λ.χ) δεν απαιτείται καταστροφή των «κανονιστικών διαταγμάτων-προσταγών» τού Λόγου εν γένει, αλλά η δημιουργία νέων, αυστηρότερων και δεσμευτικότερων, ως μέσων προς την υλοποίηση των στρατηγικών σκοπών.
Η νιτσεϊκο-κριτική που έχει γίνει επί αυτών των «πραγμάτων», δια μέσω μιας χυδαίας και θεωρητικά άσχετης κριτικής στον καντιανό Λόγο, έχει πλέον φτάσει στο ιστορικό τέλος της, είναι άγονη, δεν οδηγεί πουθενά, συν τοις άλλοις ανοίγει κυρίως το ακροδεξιό και θεοκρατικό «κουτί τής Πανδώρας» τού αντιδραστικού αυταρχισμού.
Το αντίστοιχο σεκταριστικό ή αριστερίστικο «κουτί» αντιδραστικού αυταρχισμού που «ανοίγει», δεν είναι «κουτί» αλλά «κουτάκι».
Οι αριστεριστές ή οι ρομαντικοί δημοκρατιστές επικριτές τής κανονιστικότητας τού ορθού Λόγου είναι οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» τής αντιδραστικής ακροδεξιάς και θεοκρατικής παλινόρθωσης στην θεωρητικο-πολιτική σκέψη και στην θεωρητικο-πολιτική μεθοδολογία, η οποία διαμεσολαβεί την επίθεση της στον ορθό Λόγο (και την ενεργή ή δυνητική κανονιστικότητα των «διαταγμάτων» του) μέσω μιας γενικής μηδενιστικής επίθεσης στην αναγκαιότητα τής αυστηρής ορθολογικής κανονιστικής μορφοποίησης των κοινωνικών και ανθρώπινων σχέσεων ό-που αυτή είναι απαραίτητη και υλοποιεί την πρόοδο και την εξέλιξη τής πολιτισμένης και δημοκρατικής ανθρωπότητας.
Ο δογματισμός τής εποχής μας, από τα τέλη τού 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, έγκειται κυρίως σε αυτή την θεωρητική πρακτική που ερείδεται στην εργαλειοποίηση των ιστορικών ματαιώσεων-και-διαψεύσεων των ορθολογικών θεωρητικών-και-κανονιστικών αξιώσεων για να τρωθεί η ίδια η θεμελίωση των ανθρώπινων πρακτικών στις ορθολογικές κανονιστικές πρακτικές, και εντέλει να οδηγηθεί η ανθρωπότητα, ή επιμέρους ελευθεριακά/δημοκρατικά κινήματα «εντός» της, σε μια υποτιθέμενη προ-κανονιστική ή μικρο-κανονιστική κατάσταση πραγμάτων (το ελάχιστο νομοκρατικό-κατασταλτικό κράτος των νεοφιλελεύθερων).
Αυτός ο δογματισμός λοιπόν ως επίθεση στον ορθολογικό κανόνα και την κανονιστικότητα εν γένει, ενώ παρουσιάζεται ως μια αντιδογματική πράξη ελάττωσης και ελέγχου των κανόνων τού Λόγου και τής αυταρχικότητας τους, στην ουσία είναι μια έμμεση ή άμεση πρόταξη μιας δογματικής αυταρχικής κανονιστικότητας ανορθολογικού αισθητικού, θεολογικού-θεοκρατικού ή κυριαρχικού τύπου (και μια αλληλοσυνύφανση των παραπάνω).
Γι αυτό και αυτός ο ειδικού τύπου δογματισμός ντύνεται με τα κουρέλια ενός κάποιου νιτσεϊσμού, μιας κάποιας ναρκισσιστικής προσωπικότητας που θεωρεί ότι κινείται στα όρια τής εξαιρετικότητας, ή ντύνεται με έναν αναχρονιστικό αριστοκρατισμό, για αυτό και για να τον ανακαλύψουμε ως φαινόμενο τού ατομικού ή συλλογικού Λόγου πρέπει να μπορούμε να τον αναγνωρίζουμε στα παραληρήματα εκείνα που μπορεί και να προτάσσουν αξιώσεις (έμμεσα κανονιστικής και) δογματικής αυθεντικότητας «πέραν των κανόνων», άρα πρέπει πλέον να τον αναγνωρίζουμε και εκεί όπου υπάρχει η διακήρυξη περί θανάτου κάθε δόγματος: 
Το δόγμα τού μη-δόγματος, ο κανόνας τής επίθεσης στον κανόνα, η αξίωση να είναι κανόνας ό,τι αρνείται και απαρνείται τον κανόνα, ειδικά ό,τι αρνείται και απαρνείται τον ορθολογικό/έλλογο κανόνα και την ορθολογική/έλλογη αξιολογία τής πράξης. 
Αυτή είναι όμως η γενική φόρμα τού δογματισμού.
Πιο συγκεκριμένα, στο οικείο παρόν μας:
 
2.
Ο δογματισμός των κινημάτων έγκειται στην αδυναμία και την απροθυμία τους να εξάγουν ρεαλιστικά γενικευτικά-και-κανονιστικά θεωρητικά και πρακτικοθεωρητικά συμπεράσματα από την μη-απονέκρωση ή μη-κατάργηση τού κράτους.
Για να μην υποταχθούμε στον κρατισμό, άρα για να εξάγουμε τα ορθά αντι-κρατι[κι]στικά γενικά κανονιστικά/θεωρητικά συμπεράσματα από την ιστορική αποτυχία τού ιστορικού κινήματος να βγει από το «χαλύβδινο κλουβί» τής «κρατικότητας», πρέπει να εξηγήσουμε αυτή την αδυναμία όχι σαν να είχε η ίδια η «κρατικότητα» την «δύναμη» να επιβληθεί στην δική μας ιστορική Πράξη, αλλά σαν να είμαστε εμείς ακόμα αδύναμοι να επιβληθούμε σε «αυτήν».
Η κριτική στην «κρατικότητα» σαν να μπορούσε αυτή να «εξαλειφθεί» και μέσω αυτής τής «εξάλειψης» να μπορούσαμε κι εμείς να την ποδηγετήσουμε, φανερώθηκε ως μια θεωρία εκ των προτέρων αποδοχής τής αδυναμίας μας να την ποδηγετήσουμε και να ηγεμονεύσουμε σε κεντρικά πολιτικά-και-διευθυντικά καθήκοντα.
Ο δογματικός και αυταρχικός αντι-κρατισμός είναι λοιπόν ο προάγγελος και προπομπός τού δογματικού και αυταρχικού κρατισμού, και αντίστροφα.
Η εξήγηση των ιστορικών φαινομένων που ανάδειξαν και έκαναν κραυγαλέα φανερή αυτή την αδυναμία (ως μια εκ των πραγμάτων αναδρομική «εξήγηση»), δύναται να ερμηνεύσει και να διαυγάσει ορθολογικά αυτά τα φαινόμενα αν στηρίζεται στην άρση και όχι στην αποδοχή τού «αντικρατικού» στρουθοκαμηλισμού εκείνου που στηρίζονταν στην ανυπόστατη ιστορική επιθυμία για μια αυτόματη ή σύντομη κατάργηση τού κράτους και τής «κρατικότητας», η οποία (επιθυμία) ήταν αυτή ακριβώς που προλείανε το ιστορικό πρακτικό έδαφος για την ακόμα χειρότερη επανεμφάνιση τού αυτονομημένου κράτους, τής αυτονομημένης «κρατικότητας», άρα και τού κρατισμού, ακριβώς μέσα στο κίνημα όπου αυτή είχε ψευτοεξαλειφθεί «ως δια μαγείας». 
Το κρατι[κι]στικό απωθημένο τού ιστορικού μαρξισμού και τής αναρχίας, επέστρεψε και επιστρέφει εντός τους ως ένα ακόμα πιο αποθηριωμένο κρατικό τέρας. 
Ο σεκταρισμός, όπως κάθε δυισμός, παράγει το υποτιθέμενο αντίθετό του ως θηριωδέστερο δια τής αρχικής ουτοπικής και ιδεολογικής ψευδο-«εξάλειψής» του.
Σήμερα η ιδεολογική απώθηση αυτή λαμβάνει πιο ριζικές μορφές, εφόσον η ιστορική αυτοκριτική τού κινήματος αντί να κινείται πάνω στις ράγες τού ρεαλιστικού κριτικού ορθολογισμού «κριτικής-αποδοχής-ελέγχου» των κεντρικών πολιτικών φαινομένων έχει οδηγηθεί σε έναν ακόμα μεγαλύτερο δυισμό:
Κατά την θέση αυτού τού ακόμα περισσότερο οξυμένου δυισμού, δεν φταίει η ανικανότητα διεύθυνσης και ελέγχου τού κεντρικού πολιτικού και κρατικού φαινομένου από αυτό το ιστορικό-κοινωνικό υποκείμενο που είχε εμπλοκή σε μια προσπάθεια (άμεσου δημοκρατικού κ.λπ) ελέγχου του αλλά (φταίει) το γεγονός ότι αυτό το ιστορικό-κοινωνικό υποκείμενο ενεπλάκη σε αυτή την προσπάθεια.
Για αυτό και η ερμηνεία και άλλων ευρύτερων φαινομένων (που σχετίζονται όμως δομικά με το ζήτημα τής πολιτικής, τού κράτους και τής «κρατικότητας») ακολουθεί αυτή την θεωρητική και αξιακή τροχιοδρόμηση.
Αναζητιέται ένα «αγνό» «προ-κρατικό», αλλά και «προ-πολεμικό» (κυρίως προ τού 2ου παγκοσμίου πολέμου) παρελθόν, όπου δεν υπήρχε υποτίθεται ακόμα «θετική» «κινηματική» εμπλοκή με το κράτος, την διεθνή πολιτική με τις άμεσες διλημματικές απαιτήσεις της, και όπου με έναν μυθικό φαντασιακό τρόπο ακόμα και τα ζητήματα πολιτικοστρατιωτικής ασφάλειας τής επανάστασης (θα) μεταθέτονταν σε έναν εξωπραγματικό ντεφετισμό και στην «ταυτόχρονη» παγκόσμια επανάσταση.

Ιωάννης Τζανάκος
 
 
       

Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

The Black Scenario, the White Scenario - Mansoor Hekmat

 

A discussion of the political situation in Iran

The following article is the intensive discussion and facts raised by the author in a vast seminar about the political situations of Iran,
held in April 1995 in which all members of the Central Committee of the Party and some of the cadres participated.

Οι εξελίξεις στην Τουρκία..

Ο τουρκικός λαός, η τουρκική κοινωνία, οι Τούρκοι πρέπει να αποφασίσουν σε ποιον δρόμο θα πορευτούν, από εδώ και στο εξής.
Δεν υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία για το πάνω από το 10% που ψηφίζει γκρίζους λύκους, και για τους ισλαμοσυντηρητικούς «πελάτες» τού ψευτοσουλτάνου, δεν υπάρχει πλέον άλλη ευκαιρία για τούς νεοκεμαλιστές για να απαρνηθούν, έστω με έμμεσο τρόπο, το εθνορατσιστικό παρελθόν τους, τώρα που διακυβεύονται κι αυτές ακόμα οι κοσμικές-προοδευτικές κοινωνικές αρχές που επέβαλλε ο θεμελιωτής τού ρατσιστικού κράτους τής Τουρκίας.
Ο Ερντογάν και το καθεστώς του μπαίνουν πλέον σε μια τροχιά αγώνα ζωής-και-θανάτου.
Έχει μια ισχυρή εφεδρεία: τον εθνοφασίστα Πούτιν.
Ο άλλος εθνοφασίστας φίλος του, ο Τραμπ, εξουδετερώθηκε προσωρινά, και τώρα τού έχει «μείνει» το άλλο κάθαρμα, ο Πούτιν.
(Το ίνδαλμα τού Λαφαζάνη, και άλλων μισότρελων, κυρίως ακροδεξιών, στην χώρα μας).
Για να πάρει όμως υποστήριξη από τον μαφιόζο, πρέπει να δώσει κι άλλα, κι άλλα, και αυτά που θα δώσει δεν μπορεί παρά να βάλουν την Τουρκία σε αντιφάσεις, και μεγάλες γεωπολιτικές περιπέτειες.
Για να αποχωρήσει η Τουρκία από το δυτικό μπλοκ, και να προσχωρήσει στο ανατολικό-ρωσικό μπλοκ, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω μιας στρατιωτικής παρακρατικής κίνησης υποστήριξης τού ψευτοσουλτάνου σε περίπτωση που αυτός θα θελήσει να γυρίσει το τιμόνι όλης τής χώρας.
Θα είναι κάτι σαν πραξικόπημα υποστήριξης.
Αυτό όμως ήδη ενέχει κινδύνους ξεσπάσματος μιας πάλης ζωής-και-θανάτου μέσα στον στρατό και το βαθύ κράτος, την ίδια στιγμή βέβαια που είναι σίγουρο ότι σε περίπτωση τέτοιων εξελίξεων και οι Η.Π.Α θα βάλουν το χεράκι τους, ίσως ακόμα προσεκτικότερα αυτή τη φορά, αλλά θα το βάλουν.
(Περιμένω τότε καταγγελία τού αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, από τον ελλαδικό και κυπριακό αριστερισμό και κνιτισμό).
Τέλος πάντων.
Ο τουρκικός λαός έχει μια ευκαιρία, ανοίγεται ένα παράθυρο ειρήνης και συνεννόησης αν απαλλαχθεί από το τέρας που διάλεξε να τον «σώσει» από τον κεμαλισμό για να τον βυθίσει ακόμα πιο βαθιά στα σκατά.
Οι λαοί είναι υπεύθυνοι, και στην περίπτωση αυτή, τού τουρκικού λαού, η ευθύνη είναι ακόμα πιο βαριά, εφόσον αυτός ο λαός δέχτηκε εδώ και αιώνες να παίζει -μέσω τού αγαπημένου από αυτόν κράτους του- τον ρόλο τού νταή και τού αφεντικού.
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
 
   

Σημείωση για την Διαλεκτική.

 
Μίλησα σε ένα προηγούμενο σημείωμα για τον τύπο τής διαλεκτικής όπως τον τροποποίησα πειραματικά:
 
Θέση: (αφελής) Πατριωτισμός/εθνικισμός.
Άρνηση-Απάρνηση: απάρνηση τού (αφελούς) Πατριωτισμού/εθνικισμού μέσω τού αφηρημένου (αφελούς) διεθνισμού/αεθνισμού.
Άρνηση-Απάρνηση τής Άρνησης-Απάρνησης: απάρνηση τού αφελούς διεθνισμού/αεθνισμού, και δημιουργία μιας διαλεκτικής ενότητας πατριωτισμού/διεθνισμού.
 
Σημειώνω τα εξής, σε σχέση με τα κείμενα και τις θέσεις που έχω εκφράσει ανοιχτά από εδώ:
Και οι δύο πρώτες φάσεις προτάθηκαν και βιώθηκαν στην ακεραιότητά τους ως αντινομικές και ανεπίλυτες αντιφάσεις, χωρίς να προϋπάρχουν οι «λύσεις» και οι τελικές αποφάνσεις τής θεώρησης και βίωσης.
Πέρα από την Διαλεκτική που δημιουργείται με μιαν υπόρρητα προκαθορισμένη κατάληξη ή μέσω και μιας υποτιθέμενης έναρξης από κάτι το «συντελεσμένο», υπάρχει η άμεση πειραματική, και βιωμένη, ορθολογική Διαλεκτική, τής οποίας ο φορέας δεν ξέρει εκ των προτέρων την «κατάληξή» της, ειδικά όταν η δεύτερη αρνητική φάση της στηρίζεται σε μια ριζική ξεθεμελίωση των θέσεων και απόψεων αυτού τού φορέα.
Όποιος θέλει το πιστεύει αυτό, και όποιος θέλει το αμφισβητεί, πάντως εγώ από τη θέση μου δεν φοβήθηκα την έκθεση στο φως όλων των αντιφάσεων και αυτοαρνήσεων, τις οποίες πολλοί από αυτούς που κομπάζουν ως διαλεκτικοί θα τις θεωρούσαν εξευτελιστικές για την μεταφυσική/οντολογική ακεραιότητά τους.
Σε τελική ανάλυση δεν πρόκειται για κάποιο επαγγελματία διανοούμενο, ή για πιστό.
Από εδώ και στο εξής, πραγματικά, βγάλτε τα πέρα μόνοι σας.
Εσείς οι «εμείς, εμείς, οι μόνοι συνεπείς»..
Προχωράω μόνος, και με ένταση σε ακόμα συστηματικότερες μελέτες.
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
 

Εργασιακή υπόθεση για μια νέα διαλεκτική «γεωμετρία» (Working case for a new dialectical “geometry”) και μια επέκταση της.

Σύνοψη Βασική οντολογική έννοια της διαλεκτικής είναι η ανεπίλυτη αντίθεση .  Συνήθως νοείται ως δίπολο (dipole), όπου η υπέρβαση παράγει...