Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Οι εξελίξεις στην Τουρκία..

Ο τουρκικός λαός, η τουρκική κοινωνία, οι Τούρκοι πρέπει να αποφασίσουν σε ποιον δρόμο θα πορευτούν, από εδώ και στο εξής.
Δεν υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία για το πάνω από το 10% που ψηφίζει γκρίζους λύκους, και για τους ισλαμοσυντηρητικούς «πελάτες» τού ψευτοσουλτάνου, δεν υπάρχει πλέον άλλη ευκαιρία για τούς νεοκεμαλιστές για να απαρνηθούν, έστω με έμμεσο τρόπο, το εθνορατσιστικό παρελθόν τους, τώρα που διακυβεύονται κι αυτές ακόμα οι κοσμικές-προοδευτικές κοινωνικές αρχές που επέβαλλε ο θεμελιωτής τού ρατσιστικού κράτους τής Τουρκίας.
Ο Ερντογάν και το καθεστώς του μπαίνουν πλέον σε μια τροχιά αγώνα ζωής-και-θανάτου.
Έχει μια ισχυρή εφεδρεία: τον εθνοφασίστα Πούτιν.
Ο άλλος εθνοφασίστας φίλος του, ο Τραμπ, εξουδετερώθηκε προσωρινά, και τώρα τού έχει «μείνει» το άλλο κάθαρμα, ο Πούτιν.
(Το ίνδαλμα τού Λαφαζάνη, και άλλων μισότρελων, κυρίως ακροδεξιών, στην χώρα μας).
Για να πάρει όμως υποστήριξη από τον μαφιόζο, πρέπει να δώσει κι άλλα, κι άλλα, και αυτά που θα δώσει δεν μπορεί παρά να βάλουν την Τουρκία σε αντιφάσεις, και μεγάλες γεωπολιτικές περιπέτειες.
Για να αποχωρήσει η Τουρκία από το δυτικό μπλοκ, και να προσχωρήσει στο ανατολικό-ρωσικό μπλοκ, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσω μιας στρατιωτικής παρακρατικής κίνησης υποστήριξης τού ψευτοσουλτάνου σε περίπτωση που αυτός θα θελήσει να γυρίσει το τιμόνι όλης τής χώρας.
Θα είναι κάτι σαν πραξικόπημα υποστήριξης.
Αυτό όμως ήδη ενέχει κινδύνους ξεσπάσματος μιας πάλης ζωής-και-θανάτου μέσα στον στρατό και το βαθύ κράτος, την ίδια στιγμή βέβαια που είναι σίγουρο ότι σε περίπτωση τέτοιων εξελίξεων και οι Η.Π.Α θα βάλουν το χεράκι τους, ίσως ακόμα προσεκτικότερα αυτή τη φορά, αλλά θα το βάλουν.
(Περιμένω τότε καταγγελία τού αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, από τον ελλαδικό και κυπριακό αριστερισμό και κνιτισμό).
Τέλος πάντων.
Ο τουρκικός λαός έχει μια ευκαιρία, ανοίγεται ένα παράθυρο ειρήνης και συνεννόησης αν απαλλαχθεί από το τέρας που διάλεξε να τον «σώσει» από τον κεμαλισμό για να τον βυθίσει ακόμα πιο βαθιά στα σκατά.
Οι λαοί είναι υπεύθυνοι, και στην περίπτωση αυτή, τού τουρκικού λαού, η ευθύνη είναι ακόμα πιο βαριά, εφόσον αυτός ο λαός δέχτηκε εδώ και αιώνες να παίζει -μέσω τού αγαπημένου από αυτόν κράτους του- τον ρόλο τού νταή και τού αφεντικού.
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
 
   

Σημείωση για την Διαλεκτική.

 
Μίλησα σε ένα προηγούμενο σημείωμα για τον τύπο τής διαλεκτικής όπως τον τροποποίησα πειραματικά:
 
Θέση: (αφελής) Πατριωτισμός/εθνικισμός.
Άρνηση-Απάρνηση: απάρνηση τού (αφελούς) Πατριωτισμού/εθνικισμού μέσω τού αφηρημένου (αφελούς) διεθνισμού/αεθνισμού.
Άρνηση-Απάρνηση τής Άρνησης-Απάρνησης: απάρνηση τού αφελούς διεθνισμού/αεθνισμού, και δημιουργία μιας διαλεκτικής ενότητας πατριωτισμού/διεθνισμού.
 
Σημειώνω τα εξής, σε σχέση με τα κείμενα και τις θέσεις που έχω εκφράσει ανοιχτά από εδώ:
Και οι δύο πρώτες φάσεις προτάθηκαν και βιώθηκαν στην ακεραιότητά τους ως αντινομικές και ανεπίλυτες αντιφάσεις, χωρίς να προϋπάρχουν οι «λύσεις» και οι τελικές αποφάνσεις τής θεώρησης και βίωσης.
Πέρα από την Διαλεκτική που δημιουργείται με μιαν υπόρρητα προκαθορισμένη κατάληξη ή μέσω και μιας υποτιθέμενης έναρξης από κάτι το «συντελεσμένο», υπάρχει η άμεση πειραματική, και βιωμένη, ορθολογική Διαλεκτική, τής οποίας ο φορέας δεν ξέρει εκ των προτέρων την «κατάληξή» της, ειδικά όταν η δεύτερη αρνητική φάση της στηρίζεται σε μια ριζική ξεθεμελίωση των θέσεων και απόψεων αυτού τού φορέα.
Όποιος θέλει το πιστεύει αυτό, και όποιος θέλει το αμφισβητεί, πάντως εγώ από τη θέση μου δεν φοβήθηκα την έκθεση στο φως όλων των αντιφάσεων και αυτοαρνήσεων, τις οποίες πολλοί από αυτούς που κομπάζουν ως διαλεκτικοί θα τις θεωρούσαν εξευτελιστικές για την μεταφυσική/οντολογική ακεραιότητά τους.
Σε τελική ανάλυση δεν πρόκειται για κάποιο επαγγελματία διανοούμενο, ή για πιστό.
Από εδώ και στο εξής, πραγματικά, βγάλτε τα πέρα μόνοι σας.
Εσείς οι «εμείς, εμείς, οι μόνοι συνεπείς»..
Προχωράω μόνος, και με ένταση σε ακόμα συστηματικότερες μελέτες.
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
 

Veysel Aydın - Kaypakkaya - by Tanju Duman

Κομμουνιστής ηγέτης - Η ζωή του Ιμπραήμ Καϊπακκάγια / Komünist önder İbrahim Kaypakkaya'nın hayatı

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

Ιμπραήμ Καϋπάκαγια..

Η αριστερή διάσπαση στο κομμουνιστικό κίνημα τής Τουρκίας που είχε πραγματικά και σπουδαία ιστορικά αποτελέσματα προήλθε από την αντιεθνικιστική-αντικεμαλιστική παρέμβαση τού Τούρκου κομμουνιστή Ήρωα Ιμπραήμ Καϋπάκαγια, η οποία όμως ταυτόχρονα αυτοπροσδιορίζονταν (ως ιδεολογική-προγραμματική ρήξη) στα πλαίσια τής αναγνώρισης τής αναγκαιότητας τού εθνικού δημοκρατικού σταδίου τής επερχόμενης σοσιαλιστικής επανάστασης.
Ο Ιμπραήμ Καϋπάκαγια λοιπόν έκανε ταυτόχρονα ρήξη και με τον εθνικισμό-κεμαλισμό αναγνωρίζοντας και τα εθνικά/εθνοτικά δίκαια τού κουρδικού λαού, και με τον σεκταρισμό ο οποίος παρέβλεπε την αναγκαιότητα τού εθνικού-δημοκρατικού σταδίου.
Ο Ιμπραήμ Καϋπάκαγια ήταν Τούρκος αντι-κεμαλιστής πατριώτης, αντιιμπεριαλιστής στα πλαίσια τής εποχής του, ταυτόχρονα αντι-εθνικιστής και αντι-σεκταριστής.
Ο Ιμπραήμ Καϋπάκαγια ήταν υποστηρικτής και πρώιμος οργανωτής τής συγκροτημένης οργανωμένης ένοπλης λαϊκής πάλης.
Δεν ανήκω ιδεολογικά και πολιτικά στον κόσμο αυτού τού Κομμουνιστή, αλλά μπορώ να κατανοήσω το μεγαλείο τού πολιτικού και διανοητικού επιτεύγματός του.
Ο Ιμπραήμ Καϋπάκαγια, βασανίστηκε και δολοφονήθηκε από το τουρκικό αστικό κράτος, τον έβαλαν προτού δολοφονηθεί να περπατήσει με γυμνά πόδια -για μια ολόκληρη μέρα- στο χιόνι, τον τσάκισαν στα βασανιστήρια στα μπουντρούμια τής ασφάλειας, αλλά δεν λύγισε ποτέ, δεν κάμφθηκε ποτέ, αφήνοντας μια τεράστια πολιτική και ιδεολογική/θεωρητική παρακαταθήκη σε όλους τους λαούς τής ανατολικής Μεσογείου.
Όλοι οι ακραίοι σεκταριστές στην Ελλάδα έχουν μεταφράσει και εκδώσει χιλιάδες σελίδες νεοαριστερίστικων παραληρημάτων και φληναφημάτων, αλλά αν και κομπάζουν για αλληλεγγύη με τον τουρκικό λαό και την τουρκική εργατική τάξη, δεν έχουν μεταφράσει και εκδώσει ούτε μια σελίδα από τα γραπτά αυτού τού μεγάλου διεθνιστή-πατριώτη Κομμουνιστή.
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
  

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Στοχασμοί για τον Χρόνο..

Ροϊκή χρονικότητα, αντι-/υπερ-/μεγα-χρονικότητα.

Η χρονικότητα μπορεί να οριστεί σε ένα πλαίσιο έντασης ανάμεσα στην ροϊκή χρονικότητα (για την οποία μιλούν, με διαφορετικούς τρόπους, ο Ντελέζ και ο Μπερξόν1122) και την αντι-χρονικότητα, την υπερ-χρονικότητα και μεγα-χρονικότητα, που εμπνέει και παραπλανά την θεολογική και φιλοσοφική παράδοση.
Η Διάρκεια (durée), όπως την ανέλυσε ο Μπερξόν, είναι το συμπύκνωμα/σύμπτωση παρόντος-παρελθόντος, μια ποιοτική ετερογένεια όπου οι στιγμές αλληλοδιαπλέκονται και δεν χωρίζονται με αφηρημένη γεωμετρία.
Σε αυτό το σημείο, η δική μας ανάγνωση διασταυρώνεται με την υλιστική ιδέα της χρονικότητας ως «σκοτεινής άρνησης», δηλαδή ως δύναμης που φέρει εντός της τη δυνατότητα εσωτερικότητας.
Ο Ντελέζ, στηριγμένος στον Μπερξόν, υποστηρίζει ότι ο χρόνος δεν είναι σειρά διακριτών στιγμών αλλά εσωτερική διαφορά, επανάληψη και ροή.


Ρήξη/α-συνέχεια και «αιτίες» ρήγματος.
Η δημιουργία ενός ρήγματος στο χρονικό συνεχές της κοινωνικής ολότητας είναι στοιχείο μιας ευρύτερης διεργασίας.
Η α-συνέχεια συχνά παρουσιάστηκε στη φιλοσοφία και πολιτική θεωρία ως «θαύμα», ως έκρηξη ετερότητας, συχνά με μεσσιανικό πρόσημο (Benjamin)33 ή ως θεαματική καταστροφή του συνεχούς (Debord)44.
Εδώ όμως προτείνεται μια διαφορετική στάση: η α-συνέχεια δεν είναι ανώτερο αίτιο αλλά ένα παράγωγο φαινόμενο, μια «χαμηλότερης οντολογικής αξίας» μορφή.
Αυτό σημαίνει ότι το ρήγμα δεν είναι εξωτερική επέμβαση αλλά αποτέλεσμα της ίδιας της συνέχειας.
Κριτικάροντας τον Benjamin, μπορούμε να πούμε πως το «άλμα του τίγρη στο παρελθόν» δεν είναι θεϊκή ρήξη αλλά μια επανεγγραφή ήδη εγγεγραμμένων δυνατοτήτων, και κριτικάροντας τον Debord, ότι το «θέαμα» δεν διακόπτει αλλά παρατείνει το συνεχές της αλλοτρίωσης.


Πολιτική εν χρόνω: πέρα από την απάρνηση/ουτοπία.
Συχνά, η πολιτική σκέψη φαντάστηκε έναν κόσμο χωρίς κράτος και τάξεις, όπου η πολιτική θα εξαφανιστεί.
Αυτή η απάρνηση του χρόνου της πολιτικής οδηγεί σε μια ψευδο-εικόνα «αχρονικής» ανθρωπότητας.
Στην πραγματικότητα όμως, κάθε κοινωνία είναι χρονικά προσδιορισμένη, η κατάργηση του κράτους δεν αίρει τη χρονικότητα, αλλά την αναδομεί.
Η κριτική εδώ στοχεύει και στους φιλελεύθερους και στους ουτοπικούς αναρχικούς: η πολιτική είναι πάντα εν χρόνω, ποτέ εκτός χρόνου.


Η «πηγή» των αναπαραστάσεων και το μη-σημείο.
Υπάρχει μια πηγή που δεν αφορά το προφανές, μια υπόγεια φλέβα που τροφοδοτεί τις λέξεις και τις σημασίες.
Αυτό το υπόστρωμα δεν είναι «σημείο» ούτε «παρουσία».
Είναι το ενδιάμεσο όλων των διαμεσολαβήσεων, η διαμεσολάβηση των διαμεσολαβήσεων.
Σε αυτό το πεδίο, το ερώτημα δεν είναι «τι σημαίνει» αλλά «πώς το ίδιο το μη-σημείο συγκρατεί τη ροή των σημασιών».


Αιώνιο, ά-χρονο και το «περιβάλλον τα πάντα».
Το «αιώνιο» δεν είναι παρουσία ούτε σχετίζεται αμφίδρομα με εμάς· είναι απλώς παρόν σε εμάς ως σκέψη που εγγίζει το όριο της (θρησκευτικής-μεταφυσικής) παραίσθησης.
Το «ά-χρονο» είναι το σημειακό-γλωσσικό ομοίωμα του αιώνιου, η ένωση του αιώνιου με το χρονικό μη-αιώνιο.
Ο χρόνος, ως σημειακή εγγραφή του «αιώνιου», είναι παρουσία που εξαλείφεται.
Η έννοια του «ρήγματος» εδώ χάνει το μεσσιανικό της κύρος και μετατρέπεται σε αναγκαία λειτουργία της παραισθησιακής ή μεταφυσικο-οντολογικής εννόησης/υπερέντασης/αυτοέντασης της χρονικής συνέχειας.


Κοινωνική θεωρία και χρονικότητα.
Η καπιταλιστική κοινωνία προϋποθέτει τη χρονικότητα, αλλά μόνο διαστρεβλώνοντάς την.
Δεν αποδέχεται την αρνητική έννοια του χρόνου, την αρνητικότητα που δεν μπορεί να αναχθεί σε προϋποθέσεις.
Από εδώ αναδύεται η δυσκολία: κάθε αναπαράσταση κινδυνεύει είτε με υπερβατισμό είτε με νεωτερική θετικοποίηση.


Προ-χρονικό, μετα-χρονικό, Εν-Αιώνιο.
Η χρόνωση του όντος το καθιστά Είναι, η απο-χρόνωση το καθιστά Εν.
Το μη-ακόμα-χρονωμένο Ον δεν είναι το ίδιο με το μετά-τον-χρόνο Ον.
Το πρώτο είναι μια (φαινομενολογικά νοούμενη) μη χρονική υποδεκτικότητα προς τον χρόνο ή έναν χρόνο· το δεύτερο είναι ενεργεία μη-χρονικότητα όπως προκύπτει από την αυτοένταση του χρόνου και κρυσταλλώνεται στο «Εν-Αιώνιο» (ως σκέψη, ή, παραίσθηση).
Αυτό σημαίνει: η διάκριση προ-χρονικότητας και μετα-χρονικότητας σπάει τον εύκολο μεσσιανισμό.
Η «αιωνιότητα» δεν είναι «πριν» από τον χρόνο αλλά η ίδια η ακραία μορφή της χρονικότητας που υπερβαίνει οριακά - πάντως μόνον ως σκέψη/παραίσθηση - τον χρόνο.


Νεωτερικότητα και «πλήρης χρονοποίηση».
Η νεωτερικότητα ταύτισε τον χρόνο με τον εαυτό του, τον χρονοποίησε πλήρως.
Όλα τα ά-χρονα στοιχεία υποτάχθηκαν στην αναπαράσταση του χρόνου.
Ακόμη και οι υπερβάσεις δεν έσπασαν το χρονικό πλαίσιο, αλλά το επιβεβαίωσαν.
Εδώ η κριτική μας διαφοροποιείται: η διαφυγή δεν είναι ρήξη-θαύμα, αλλά ακραία διαλεκτική της ίδιας της διάρκειας (αντι-μεσσιανική διευκρίνιση· βλ. σημ. 33).


Παρελθόν-Παρόν-Μέλλον.
Ο χρόνος αναλύεται σε τρία υπο-καθορισμένα: Παρελθόν, Παρόν, Μέλλον.
Αν τα ιεραρχήσουμε, το ουσιωδέστερο είναι το «Παρελθόν-Παρόν», δηλαδή η σύνθεση που εμπεριέχει το πλεόνασμα του παρόντος το οποίο γεννά το μέλλον.
Αυτό σημαίνει ότι το μέλλον δεν είναι ακαθόριστο, αλλά προϊόν της υπερχείλισης του παρόντος.


Παρελθόν-Παρόν: από την ενεργό συνέχεια στο ερείπιο.
Το παρελθόν δεν υπάρχει ως ίχνος, αλλά μόνο μέσα από την ενέργεια του παρόντος.
Το παρόν είναι πάντα ελλειπτικό, το μέλλον γεννιέται από αυτό το έλλειμμα.
Έτσι, κάθε στιγμή της πληρότητας εμφανίζεται ήδη ως ερείπιο.
Η εικόνα του μοντερνισμού ως θριάμβου είναι ταυτόχρονα εικόνα ενός ερειπιώδους οντολογισμού.


Αποκατάσταση και το «υπάρξαν».
Μέσα στο παρελθόν υπήρξαν πρόσωπα, χαρές, πάθη, λάμψεις - όλα αυτά όμως δεν επιστρέφουν.
Τα «βυθισμένα στη λήθη πρόσωπα» δεν δικαιώνονται.
Το παρόν είναι ήδη ερείπιο, το παρελθόν, ήδη-ήδη ερείπιο.
Αυτή η φθορά είναι η αλήθεια της χρονικότητας.


Ενότητα/συνέχεια και όρια φιλοσοφίας.
Η φιλοσοφία θέτει όρια, αλλά και τα σπάει.
Όμως συχνά σταματά στο να σπάσει μόνο τα παλιά, και όχι τα δικά της όρια.
Έτσι, φορτώνει το παρόν με μεταφυσικές ελπίδες.
Το ζητούμενο είναι να δούμε το παρόν όχι ως πλήρες ούτε ως ρήγμα, αλλά ως ερειπώδες συνεχές, μέσα στο οποίο η αλήθεια δεν είναι ποτέ παρούσα αλλά πάντα υπόλοιπο.


Σημειώσεις.
[1] Henri Bergson, Essai sur les données immédiates de la conscience (1889) / Time and Free Will - durée ως αδιαιρετή, ποιοτικά ετερόγενης, μη αντιστρέψιμη, με αλληλοδιείσδυση στιγμών.
[2] Gilles Deleuze, Différence et Répétition (1968) - συνθέσεις του χρόνου (έξη/παρόν, μνήμη/καθαρό παρελθόν, γεγονός/μέλλον) σε διάλογο με Μπερξόν.
[3] Walter Benjamin, Über den Begriff der Geschichte (1940). Κριτική: το Jetztzeit δεν είναι οντολογική παύση αλλά ένταση της διάρκειας· η «ρήξη» προϋποθέτει υποστρώματα μνήμης/αιτίων, αλλιώς μεταπίπτει σε μεσσιανικό εφέ.
[4] Guy Debord, La société du spectacle (1967).  

Κριτική: ο «θεαματικός χρόνος» σκηνοθετεί ρήξεις αλλά τις ανακυκλώνει, το ζητούμενο δεν είναι η καταγγελία της ψευδο-ανατροπής αλλά η χαρτογράφηση των γραμμών αδράνειας που τη συντηρούν.

Ιωάννης Τζανάκος

 

Δύο αντίθετες Εντολές. Σκέψεις για την [ηθική] εντολή..

Η αντιπαραβολή τόσο αντίθετων «όντων», όπως είναι μια ηθική Εντολή και μια αστυνομική Εντολή, μπορεί να σημαίνει κάτι, όχι αν ως αντιπαραβολή παρουσιάσει μια ουσία έναντι ενός φαινομένου και τα ενώσει όλα σε μια ουσία, συνήθως απαξιωτική για την ίδια την Εντολή ως [ηθικό] καθαυτό.

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021

Ο επαναστατικός αλλά εθνοκεντρικός μετριασμός τού εθνικιστικού καθορισμού τού έθνους.

 
1.
Το «έθνος» [nation] ως αυτάρκης και απολυτοποιημένος καθορισμός και αυτοκαθορισμός τού κοινωνικού Είναι «τείνει» [να συναρμόζεται] στον ρατσισμό και την ιμπεριαλιστική κυριαρχία.
Ο δημοκρατικός αγώνας τού λαού όμως μπορεί να αποδώσει σε αυτόν τον καθορισμό έναν ευρύτερο και αληθινότερο αυτοκαθορισμό εντάσσοντάς τον σε μια πολλαπλότητα δημοκρατικών και αταξικών καθορισμών.
Το έθνος [nation] μπορεί «κι αυτό» να γίνει ένας από τους καθορισμούς τής ενοποιημένης και ταυτόχρονα πολλαπλής ανθρωπότητας, χωρίς επίσης να αφομοιώνει αλλοτριωτικά την οικεία και την ξένη εθνοτικότητα, τον οικείο-ή-ξένο εθνοτικό καθορισμό.
 
2.
Όλες οι μη-ιμπεριαλιστικές  χώρες στον καπιταλιστικό κόσμο είναι διαρκώς ανολοκλήρωτα έθνη [και έθνη-κράτη].
Ο εθνικός δημοκρατικός αγώνας σε αυτές τις χώρες είναι πάντα και ένας αγώνας ενάντια στις παθογένειες και τα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα που προκαλεί αυτή τους η εθνική μη-ολοκλήρωση.
Μπορεί αυτός ο αγώνας να είναι μάταιος και αδιέξοδος όσο δεν αναγνωρίζεται ότι στα πλαίσια τού (ιμπεριαλιστικού) καπιταλισμού η εθνική ολοκλήρωση των μη-ιμπεριαλιστικών χωρών είναι αδύνατη, και να σημαίνει διαρκείς κινδύνους για την ανάφλεξη ενός ιδιότυπου εθνοολοκληρωτισμού «επισπεύδουσας» εθνοομογενοποίησης-εθνοολοκλήρωσης, αλλά δεν γίνεται να εγκαταλειφθεί απόλυτα και να απαξιωθεί απόλυτα με την πρόφαση τής αθλιότητας και ματαιότητάς του με τον τρόπο που συνήθως επιτελείται.
Η τείνουσα αλλά μηδέποτε επιτελεσμένη εθνική ολοκλήρωση των μη-ιμπεριαλιστικών χωρών, όσο θα υπάρχει καπιταλισμός, θα επιτελεστεί μόνο σε μια παγκόσμια ομοσπονδία ισότιμων μη-καπιταλιστικών εθνών, αλλά και έτσι, με αυτόν τον μη-ρατσιστικό μη-κυριαρχικό τρόπο, θα επιτελεστεί, όχι όμως σαν «ολοκλήρωση» καθαυτή αλλά ως δημοκρατική πραγμάτωση. 
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
 

Κείμενο ενάντια την νέα εγκληματικότητα και τις ηθικολογικές εξιδανικεύσεις της [2013]

Εισαγωγικός πρόλογος, Ιωάννης Τζανάκος
Έχω πέσει έξω σε πολλά πράγματα, με χαρακτηριστική αστοχία μου την συμμετοχή μου δια της ψήφου μου [Όχι] στο δημοψήφισμα τού αχρείου πολιτικού απατεώνα. 
Σε μερικά πράγματα όμως διεκδικώ την ικανότητα ορθού προσδιορισμού τους.

Αφιερωμένο στους λάτρεις τού νέου λούμπεν, και στην αχρεία πολιτική «ομπρέλα» τους, τον προαναφερόμενο πολιτικό απατεώνα και το αχρείο κόμμα του.

----

 

Κάποιες απαισιόδοξες σκέψεις για την εγκληματική υφή του κόσμου σήμερα...

Η οργανωμένη αγριότητα που αναδύεται μέσα στο ανθρώπινο δεν έχει απλά διατηρηθεί ως γενικό γεγονός, παρά τις θεμελιακές διαφοροποιήσεις όσον αφορά την μορφή της, αλλά φαίνεται να έχει αποκτήσει νέες δυνάμεις. 
Η άλλη μορφή σημαίνει και νέα νοηματοδότηση της αγριότητας εντός τής γενικής της δράσης, σημαίνει ουσιαστικά μιαν άλλη αγριότητα. 
Αυτή η άλλη αγριότητα δεν έχει παραμερίσει την παλιά. 
Έχει κατά κάποιο τρόπο προσθέσει την δική της κυρίαρχη μορφή στις παλιές μορφές της που δεν είναι απλά καταχωνιασμένες σε ένα απειλητικό υπόστρωμα αλλά εμφανίζονται σε κρίσιμες στιγμές, ούτε ως αδιαμεσολάβητες από την νέα αγριότητα ούτε όμως και αφομοιωμένες από αυτήν. 
Η αστική εποχή είναι η εποχή μιας διαρκούς παλινόρθωσης στοιχείων της αγριότητας του προ-νεωτερικού, πράγμα που συμβαίνει σήμερα με τον πιο αλλόκοτο τρόπο που μπορεί να εννοηθεί αυτή η παλινόρθωση, αφού συντελείται ένα ανησυχητικό μείγμα του οποίου τις βασικές ορίζουσες σας τις εκθέτω τώρα..
Αν διαβάσει κανείς μαρτυρίες για την εγκληματικότητα στις Η.Π.Α που παραμένουν ο ιδεότυπος όλου του σύγχρονου αστικού-ιμπεριαλιστικού κόσμου, θα δει πως μέσα από την καθημερινή κατανόηση και ερμηνεία της δράσης των συμμοριών  αναδύεται η πίστη όλων των συμμετεχόντων, καταστολέων και μελών των συμμοριών, πως «αυτά» θα ισχύουν για πάντα. 
Δεν εκφράζεται τίποτα άλλο από μια γενική απελπισία που απορρέει από την αποδοχή και εσωτερίκευση της μοίρας του οργανωμένου εγκλήματος, σαν να πρόκειται αυτό να είναι ένας καρκίνος που δεν πρόκειται να ξεριζωθεί ποτέ αλλά ούτε να σκοτώσει τον «οργανισμό».
Η ίδια εσωτερίκευση της μοίρας ως μοίρας αναδύεται σε όλο το φάσμα της διεθνο-πολιτικής πρακτικής και θεωρίας, από όλους τους φορείς της, με πρόσφατη την αποδοχή της ανα-ανάδυσης της θρησκευτικής και αποκαλυψιακής αγριότητας. 
Αυτή η ειδική αγριότητα δεν εκφράζεται όμως μόνο μέσα από το ριζοσπαστικό Ισλάμ. 
Μέσα στην Δύση έχει αρχίσει να ανα-αναδύεται ο προ-αιώνιος ρατσισμός της, η εικόνα της υποτιθέμενης «ανωτερότητας» της απέναντι σε όλο αυτό που την περιβάλλει ως άλλος οικονομικός, πολιτικός, πολιτισμικός κόσμος. 
Είναι εντελώς παραπλανητική η εικόνα της παγκοσμιοποίησης όσον αφορά την στεγανοποίηση της Δύσης, αφού η διαρκής συσχέτισή της με το περιβάλλον της, και η ανοιχτότητά της σε μεταναστευτικές και οικονομικές ροές, δεν είναι παρά η μεταμφίεση της ειδικής της στρατηγικής απομόνωσης στα πλαίσια της συγκρότησης του αναδυόμενου πλέον νέου ακροδεξιού φασισμού της που θα ορθώνεται κραταιότερος όσο ορθώνεται «απέναντι» ο αμιγής αποκαλυψιακός φασισμός των αντι-δυτικών δυνάμεων σε πλήρη διαλεκτική συμμετρία με τον «αντίπαλο» δυτικό φασισμό. 
Η έμμεση σημασία της ελεύθερης ροής ετερογενών στοιχείων μέσα στα σπλάχνα της Δύσης είναι ένας μελλοντικός εκτεταμένος παγκόσμιος και εμφύλιος πόλεμος στην βάση της παλινορθωμένης αγριότητας της θρησκείας σε συνάφεια με τον συνεχώς διευρυνόμενο υπόκοσμο. 
Το μείγμα που δεν έχει συμβεί ακόμα ολοκληρωμένα, παρά σαν «σχέδιο» των επιτελείων της καταστροφής, είναι απαρτισμένο από εγκληματικές οργανώσεις, μαφιόζικες, φασιστικές, και θρησκευτικές, που «αντιμετωπίζονται» ή «επιβοηθούνται» από τις εγκληματικές μαφίες των κρατών.
Αυτό που θα έπρεπε να προκαλέσει αμηχανία σε όλους αυτούς που ονειρεύονται «ρήξεις» και «ανατροπές» είναι το ριζοσπαστικό πλαίσιο της ανακατασκευασμένης αγριότητας και η ενδοσυνάφεια της παραγωγικής διεργασίας της βίας -ως αναπτυσσόμενου κλάδου του επίσημου και ανεπίσημου τομέα της οικονομίας- με αυτό το ριζοσπαστικό  πλαίσιο. 
Κατά κάποιο τρόπο ο φασισμός μπαίνει από τη πίσω πόρτα παντού, ακόμα και εκεί που κατοικούν οι ορκισμένοι εχθροί του, δια της αποσάρθρωσης και καταστροφής του εναπομένοντος «κανονικού» «μικροαστικού» κόσμου.
Η κουλτούρα της λουμπεναρίας που κάποτε αθωώθηκε ως ζωογόνος «αντικανονική-αντιμικροαστική» δύναμη της λαϊκής ζωής, ανα-αναδύεται παγκοσμίως ως μια τερατώδης νέα καθολική θέσμιση του αστισμού-ιμπεριαλισμού και του αστισμού-«αντι-ιμπεριαλισμού».  
Η κουλτούρα της λουμπεναρίας έτσι, για όποιους έχουν κρατήσει τα μυαλά τους, παρουσιάζεται πάλι ως ένας θανάσιμος εχθρός της λαϊκής τάξης. 
Οι «εναλλακτικές» κουλτούρες κάθε είδους, σαν οι «αγαθότερες» μορφές νομιμοποίησης της υπο-κουλτούρας αυτής, ήταν τα παιδιαρίσματα της οριακότητας του κοινωνικού κόσμου, που έβγαινε από την παραδοσιοκρατία, αλλά σήμερα δεν σημαίνουν τίποτα αγαθό και δημιουργικό. 
Η αντήχηση του νεωτερικού νεοδιονυσιακού θορύβου που είναι η διαχρονική μουσική της λουμπεναρίας αναμιγνύεται με την αυστηρότητα της υψηλής κουλτούρας ή τις φονταμενταλιστικές κραυγές. 
Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του μέλλοντος οι διεστραμμένοι θύτες δεν θα ακούνε ή θα παίζουν μόνο Μότσαρτ, αλλά πανκ-ροκ, χιπ-χοπ, ή θα προσεύχονται με προτεσταντικούς, ορθόδοξους, καθολικούς ή ισλαμικούς ύμνους.
 

 Ιωάννης Τζανάκος