Παρασκευή 19 Μαρτίου 2021

Στοχασμοί για τον Χρόνο..

Ροϊκή χρονικότητα, αντι-/υπερ-/μεγα-χρονικότητα.

Η χρονικότητα μπορεί να οριστεί σε ένα πλαίσιο έντασης ανάμεσα στην ροϊκή χρονικότητα (για την οποία μιλούν, με διαφορετικούς τρόπους, ο Ντελέζ και ο Μπερξόν1122) και την αντι-χρονικότητα, την υπερ-χρονικότητα και μεγα-χρονικότητα, που εμπνέει και παραπλανά την θεολογική και φιλοσοφική παράδοση.
Η Διάρκεια (durée), όπως την ανέλυσε ο Μπερξόν, είναι το συμπύκνωμα/σύμπτωση παρόντος-παρελθόντος, μια ποιοτική ετερογένεια όπου οι στιγμές αλληλοδιαπλέκονται και δεν χωρίζονται με αφηρημένη γεωμετρία.
Σε αυτό το σημείο, η δική μας ανάγνωση διασταυρώνεται με την υλιστική ιδέα της χρονικότητας ως «σκοτεινής άρνησης», δηλαδή ως δύναμης που φέρει εντός της τη δυνατότητα εσωτερικότητας.
Ο Ντελέζ, στηριγμένος στον Μπερξόν, υποστηρίζει ότι ο χρόνος δεν είναι σειρά διακριτών στιγμών αλλά εσωτερική διαφορά, επανάληψη και ροή.


Ρήξη/α-συνέχεια και «αιτίες» ρήγματος.
Η δημιουργία ενός ρήγματος στο χρονικό συνεχές της κοινωνικής ολότητας είναι στοιχείο μιας ευρύτερης διεργασίας.
Η α-συνέχεια συχνά παρουσιάστηκε στη φιλοσοφία και πολιτική θεωρία ως «θαύμα», ως έκρηξη ετερότητας, συχνά με μεσσιανικό πρόσημο (Benjamin)33 ή ως θεαματική καταστροφή του συνεχούς (Debord)44.
Εδώ όμως προτείνεται μια διαφορετική στάση: η α-συνέχεια δεν είναι ανώτερο αίτιο αλλά ένα παράγωγο φαινόμενο, μια «χαμηλότερης οντολογικής αξίας» μορφή.
Αυτό σημαίνει ότι το ρήγμα δεν είναι εξωτερική επέμβαση αλλά αποτέλεσμα της ίδιας της συνέχειας.
Κριτικάροντας τον Benjamin, μπορούμε να πούμε πως το «άλμα του τίγρη στο παρελθόν» δεν είναι θεϊκή ρήξη αλλά μια επανεγγραφή ήδη εγγεγραμμένων δυνατοτήτων, και κριτικάροντας τον Debord, ότι το «θέαμα» δεν διακόπτει αλλά παρατείνει το συνεχές της αλλοτρίωσης.


Πολιτική εν χρόνω: πέρα από την απάρνηση/ουτοπία.
Συχνά, η πολιτική σκέψη φαντάστηκε έναν κόσμο χωρίς κράτος και τάξεις, όπου η πολιτική θα εξαφανιστεί.
Αυτή η απάρνηση του χρόνου της πολιτικής οδηγεί σε μια ψευδο-εικόνα «αχρονικής» ανθρωπότητας.
Στην πραγματικότητα όμως, κάθε κοινωνία είναι χρονικά προσδιορισμένη, η κατάργηση του κράτους δεν αίρει τη χρονικότητα, αλλά την αναδομεί.
Η κριτική εδώ στοχεύει και στους φιλελεύθερους και στους ουτοπικούς αναρχικούς: η πολιτική είναι πάντα εν χρόνω, ποτέ εκτός χρόνου.


Η «πηγή» των αναπαραστάσεων και το μη-σημείο.
Υπάρχει μια πηγή που δεν αφορά το προφανές, μια υπόγεια φλέβα που τροφοδοτεί τις λέξεις και τις σημασίες.
Αυτό το υπόστρωμα δεν είναι «σημείο» ούτε «παρουσία».
Είναι το ενδιάμεσο όλων των διαμεσολαβήσεων, η διαμεσολάβηση των διαμεσολαβήσεων.
Σε αυτό το πεδίο, το ερώτημα δεν είναι «τι σημαίνει» αλλά «πώς το ίδιο το μη-σημείο συγκρατεί τη ροή των σημασιών».


Αιώνιο, ά-χρονο και το «περιβάλλον τα πάντα».
Το «αιώνιο» δεν είναι παρουσία ούτε σχετίζεται αμφίδρομα με εμάς· είναι απλώς παρόν σε εμάς ως σκέψη που εγγίζει το όριο της (θρησκευτικής-μεταφυσικής) παραίσθησης.
Το «ά-χρονο» είναι το σημειακό-γλωσσικό ομοίωμα του αιώνιου, η ένωση του αιώνιου με το χρονικό μη-αιώνιο.
Ο χρόνος, ως σημειακή εγγραφή του «αιώνιου», είναι παρουσία που εξαλείφεται.
Η έννοια του «ρήγματος» εδώ χάνει το μεσσιανικό της κύρος και μετατρέπεται σε αναγκαία λειτουργία της παραισθησιακής ή μεταφυσικο-οντολογικής εννόησης/υπερέντασης/αυτοέντασης της χρονικής συνέχειας.


Κοινωνική θεωρία και χρονικότητα.
Η καπιταλιστική κοινωνία προϋποθέτει τη χρονικότητα, αλλά μόνο διαστρεβλώνοντάς την.
Δεν αποδέχεται την αρνητική έννοια του χρόνου, την αρνητικότητα που δεν μπορεί να αναχθεί σε προϋποθέσεις.
Από εδώ αναδύεται η δυσκολία: κάθε αναπαράσταση κινδυνεύει είτε με υπερβατισμό είτε με νεωτερική θετικοποίηση.


Προ-χρονικό, μετα-χρονικό, Εν-Αιώνιο.
Η χρόνωση του όντος το καθιστά Είναι, η απο-χρόνωση το καθιστά Εν.
Το μη-ακόμα-χρονωμένο Ον δεν είναι το ίδιο με το μετά-τον-χρόνο Ον.
Το πρώτο είναι μια (φαινομενολογικά νοούμενη) μη χρονική υποδεκτικότητα προς τον χρόνο ή έναν χρόνο· το δεύτερο είναι ενεργεία μη-χρονικότητα όπως προκύπτει από την αυτοένταση του χρόνου και κρυσταλλώνεται στο «Εν-Αιώνιο» (ως σκέψη, ή, παραίσθηση).
Αυτό σημαίνει: η διάκριση προ-χρονικότητας και μετα-χρονικότητας σπάει τον εύκολο μεσσιανισμό.
Η «αιωνιότητα» δεν είναι «πριν» από τον χρόνο αλλά η ίδια η ακραία μορφή της χρονικότητας που υπερβαίνει οριακά - πάντως μόνον ως σκέψη/παραίσθηση - τον χρόνο.


Νεωτερικότητα και «πλήρης χρονοποίηση».
Η νεωτερικότητα ταύτισε τον χρόνο με τον εαυτό του, τον χρονοποίησε πλήρως.
Όλα τα ά-χρονα στοιχεία υποτάχθηκαν στην αναπαράσταση του χρόνου.
Ακόμη και οι υπερβάσεις δεν έσπασαν το χρονικό πλαίσιο, αλλά το επιβεβαίωσαν.
Εδώ η κριτική μας διαφοροποιείται: η διαφυγή δεν είναι ρήξη-θαύμα, αλλά ακραία διαλεκτική της ίδιας της διάρκειας (αντι-μεσσιανική διευκρίνιση· βλ. σημ. 33).


Παρελθόν-Παρόν-Μέλλον.
Ο χρόνος αναλύεται σε τρία υπο-καθορισμένα: Παρελθόν, Παρόν, Μέλλον.
Αν τα ιεραρχήσουμε, το ουσιωδέστερο είναι το «Παρελθόν-Παρόν», δηλαδή η σύνθεση που εμπεριέχει το πλεόνασμα του παρόντος το οποίο γεννά το μέλλον.
Αυτό σημαίνει ότι το μέλλον δεν είναι ακαθόριστο, αλλά προϊόν της υπερχείλισης του παρόντος.


Παρελθόν-Παρόν: από την ενεργό συνέχεια στο ερείπιο.
Το παρελθόν δεν υπάρχει ως ίχνος, αλλά μόνο μέσα από την ενέργεια του παρόντος.
Το παρόν είναι πάντα ελλειπτικό, το μέλλον γεννιέται από αυτό το έλλειμμα.
Έτσι, κάθε στιγμή της πληρότητας εμφανίζεται ήδη ως ερείπιο.
Η εικόνα του μοντερνισμού ως θριάμβου είναι ταυτόχρονα εικόνα ενός ερειπιώδους οντολογισμού.


Αποκατάσταση και το «υπάρξαν».
Μέσα στο παρελθόν υπήρξαν πρόσωπα, χαρές, πάθη, λάμψεις - όλα αυτά όμως δεν επιστρέφουν.
Τα «βυθισμένα στη λήθη πρόσωπα» δεν δικαιώνονται.
Το παρόν είναι ήδη ερείπιο, το παρελθόν, ήδη-ήδη ερείπιο.
Αυτή η φθορά είναι η αλήθεια της χρονικότητας.


Ενότητα/συνέχεια και όρια φιλοσοφίας.
Η φιλοσοφία θέτει όρια, αλλά και τα σπάει.
Όμως συχνά σταματά στο να σπάσει μόνο τα παλιά, και όχι τα δικά της όρια.
Έτσι, φορτώνει το παρόν με μεταφυσικές ελπίδες.
Το ζητούμενο είναι να δούμε το παρόν όχι ως πλήρες ούτε ως ρήγμα, αλλά ως ερειπώδες συνεχές, μέσα στο οποίο η αλήθεια δεν είναι ποτέ παρούσα αλλά πάντα υπόλοιπο.


Σημειώσεις.
[1] Henri Bergson, Essai sur les données immédiates de la conscience (1889) / Time and Free Will - durée ως αδιαιρετή, ποιοτικά ετερόγενης, μη αντιστρέψιμη, με αλληλοδιείσδυση στιγμών.
[2] Gilles Deleuze, Différence et Répétition (1968) - συνθέσεις του χρόνου (έξη/παρόν, μνήμη/καθαρό παρελθόν, γεγονός/μέλλον) σε διάλογο με Μπερξόν.
[3] Walter Benjamin, Über den Begriff der Geschichte (1940). Κριτική: το Jetztzeit δεν είναι οντολογική παύση αλλά ένταση της διάρκειας· η «ρήξη» προϋποθέτει υποστρώματα μνήμης/αιτίων, αλλιώς μεταπίπτει σε μεσσιανικό εφέ.
[4] Guy Debord, La société du spectacle (1967).  

Κριτική: ο «θεαματικός χρόνος» σκηνοθετεί ρήξεις αλλά τις ανακυκλώνει, το ζητούμενο δεν είναι η καταγγελία της ψευδο-ανατροπής αλλά η χαρτογράφηση των γραμμών αδράνειας που τη συντηρούν.

Ιωάννης Τζανάκος

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου