Παρασκευή 26 Μαρτίου 2021

Ερώτημα χωρίς απάντηση..

 
Θα προσπαθήσω να μιλήσω όσο γίνεται πυκνότερα για αυτό το πράγμα που με βασανίζει σαν ερώτημα από τον Αύγουστο τού 2014, και απάντηση δεν βρίσκω.
 
Το 2014, τον Αύγουστο, πολιτοφυλακές τού ISIS, κατέλαβαν μια περιοχή στο βόρειο Ιράκ, στην οποία ζούνε Γεζίντι, μια μη-ισλαμική μη-χριστιανική εθνοθρησκευτική κοινότητα, η οποία αν και κουρδογενής δεν εντάσσεται πάντα στην κουρδική εθνότητα (πολλοί Γεζίντι αν και ομιλούν κουρδικά, δεν αυτοπροσδιορίζονται ως Κούρδοι, αν και οι περισσότεροι από αυτούς αυτοπροσδιορίζονται ως Κούρδοι ή ως συγγενείς προς τον κουρδικό αυτοπροσδιορισμό).
Οι Ισλαμοφασίστες τού ISIS, διέπραξαν όλα τα μαζικά εγκλήματα που συνιστούν εθνοκάθαρση και μπορούμε να πούμε ότι έφτασαν και ξεπέρασαν το (κάπως τεχνητό) όριο μεταξύ εθνοκάθαρσης και γενοκτονίας, και διέπραξαν γενοκτονία.
Οι Γεζίντι αφέθηκαν στην τύχη τους από τούς Πεσμεργκά τής κυρίαρχης φατρίας Μπαρζανί, τού δημοκρατικού κόμματος τού Κουρδιστάν (βορείου Ιράκ) και από το κρατίδιό της, και έλαβαν τελικά βοήθεια, σε αυτή την τραγική στιγμή, μόνον από το ηρωικό ΡΚΚ, το οποίο τελικά διέσωσε δεκάδες χιλιάδες κόσμο, και οργάνωσε τον λαό των Γεζίντι σε ομάδες αυτοάμυνας, με την δική τους αυτόνομη και δημοκρατική διοίκηση, στα πλαίσια που γενικά θέτει το κίνημα αυτό (το ΡΚΚ).
Μέχρι εδώ όλα αυτά είναι γνωστά ή όχι και τόσο γνωστά, αλλά εν πάση περιπτώσει δεν αφορούν άμεσα την ελλαδική πολιτική επικαιρότητα, ούτε το κίνημα στην Ελλάδα.
Ερχόμαστε τώρα στο ερώτημα, την απορία μου, η οποία δεν σας κρύβω με έχει ταράξει, με την έννοια ότι με έχει αναστατώσει άσχημα από την σκοπιά των απαντήσεων ή μη-απαντήσεων που πήρα από συντρόφους ή μη-συντρόφους τού μάλλον ηθικά και ιδεολογικά ελεεινού αριστερού, αριστεροπατριωτικού, αντικαπιταλιστικού ή αναρχικού κινήματός «μας» (όλα αυτά μαζί και χώρια, γιατί πολλές φορές αλληλομισούνται θανάσιμα, αν και αυτό δεν με απασχολεί πλέον). 
Ταξινομώ και δίνω σχηματικά μιαν αριθμητική σειρά στις υποτιθέμενες απαντήσεις που πήρα, όταν έθεσα το ερώτημα που θα σας παραθέσω, αλλά και στις γενικότερες ψευτο-τοποθετήσεις που διάβασα για το ζήτημα, οι οποίες εκφράστηκαν ανεξάρτητα από την ερώτηση και το πρόσωπό μου:
 
Ρώτησα:
Γιατί δεν υπάρχει αλληλεγγύη στους Γεζίντι;
Μια πορεία;
Μια εκτενέστερη ανάλυση, ένα άρθρο στις υπερεπαναστατικές αντικαπιταλιστικές εφημερίδες και ιστοσελίδες σας;
Μήπως γιατί οι Γεζίντι δεν είναι αντιιμπεριαλιστές;
Μήπως γιατί οι Κούρδοι γενικότερα τού Ιράκ θεωρούνται προδότες από εσάς, εφόσον συμμάχησαν με τις Η.Π.Α ενάντια στον Σαντάμ Χουσεϊν;
Προτού μου απαντήσουν διευκρίνιζα ότι οι Γεζίντι δεν είναι ενταγμένοι και τόσο στο κράτος τού Μπαρζανί, άρα δεν έχουν ευθύνη για τις όποιες συμμαχίες αυτού τού κράτους. 
Οι περισσότεροι από αυτούς που ρώτησα δεν το ξέρανε αυτό ή δεν θέλανε να το ξέρουν. Για αυτούς οι Γεζίντι είναι Κούρδοι τού βόρειου Ιράκ, άρα είναι συνυπεύθυνοι για τα λάθη και τα πραγματικά ή υποτιθέμενα εγκλήματα τής ηγεσίας τού Μπαρζανί και τού κρατιδίου του.
Οι απαντήσεις, διασκευασμένες από εμένα με τρόπο που να γίνονται κατανοητές, αλλά χωρίς να παραποιείται το περιεχόμενό τους:
 
1.
Η αρρωστημένη σαλταρισμένη σταλινογενής πρώην φιλο-χοτζική νυν αναρχοσταλινική και αντισιωνιστική-φιλοπαλαιστινιακή (φιλο-Χαμάς) ομάδα «Κόντρα-Εξέγερση» ήταν αυτή που στο έντυπο της είχε γράψει το εξής φασιστικό, άρρωστο, αποκρουστικό τερατούργημα: «έδρεψαν τούς καρπούς» ή «δρέπουν τους καρπούς» τής στάσης τους υποστήριξης τού αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, αναφερόμενοι στις ταλαιπωρίες όλων των Κούρδων τού βόρειου Ιράκ.
Αυτή η αποκρουστική σταλινοειδής ομαδούλα, έχει προηγούμενα με τους Κούρδους και το ΡΚΚ ειδικά, αναφερόμενη σε εκτροπές τού κινήματος αυτού όταν στα βουνά τού Κουρδιστάν υπήρχαν αιματηρές συγκρούσεις ΡΚΚ-άδων και μαοϊκών ομάδων, όπου το ΡΚΚ τους τσάκισε όλους, όχι και με τον καλύτερο τρόπο. Το ΡΚΚ έχει κάνει εκτενή αυτοκριτική για αυτές τις εκτροπές του, αν και εγώ στην θέση του δεν θα έκανα αυτοκριτική. 
Για την αυτοκριτική τού ΡΚΚ όμως κανένας από αυτούς τους αλήτες δεν πρόκειται να πει τίποτα, και μάλιστα αν και υποτίθεται ότι είναι πολιτικοί αντίπαλοι τού Σύριζα και τον επιτιμούν, μάλλον μια χαρά σαν μικρά και κακόμοιρα δημοσιογραφάκια έχουν σχέση με την β'πανελλαδικάρια πτέρυγά του, παλαιόθεν, γνωρίζονται τα παιδιά, και μάλλον έχουν κοινό και βαθύ μίσος για το ΡΚΚ.
Για τους Γεζίντι είπανε τίποτα; Όχι. Για την σωτηρία τους από το ΡΚΚ; Όχι.
Βλέπω ότι αυτό που τους νοιάζει είναι να έχουν στασίδι στο indymedia (δεν ξέρω αν το έχουν ακόμα) και να συκοφαντούν όσο μπορούν το ΡΚΚ και το κουρδικό κίνημα, γιατί δεν ταιριάζει στα άρρωστα, δογματικά, ανόητα κριτήριά τους για το τι αξίζει να στηρίζει κανείς. 
Μόνον ότι έχει μονομετωπικό αγώνα ενάντια στον δυτικό ιμπεριαλισμό αξίζει, και ό,τι είναι ενάντιο στο Ισραήλ. 
Όλα τα άλλα είναι για πέταμα και για σταλινική συκοφαντία. 
Τους εύχομαι να βουλιάξουν μέσα στα ψυχικά και ιδεολογικά σκατά τους, και να γίνουν μόνιμοι συνήγοροι τού αγαπημένου τους Κουφοπείνα, πίτσα σπέσιαλ.
Πάμε τώρα σε σοβαρότερες περιπτώσεις.
Τα θυμάμαι όλα, και δεν συγχωρώ κανέναν, μέχρι να ζητήσει ταπεινά συγγνώμη, όχι από μένα αλλά από τον εαυτό του που τον ξεφτίλισε και τον έριξε στην ηθική και ιδεολογική απαξία. 
 
2.
Ο πονηρούλης ο Μπογιόπουλος άφησε να γραφτεί ένα συμπαθητικό κείμενο σε μια από τις ιστοσελίδες που εποπτεύει (δεν θυμάμαι τώρα, δυστυχώς δεν κρατάω αρχείο για όλα, είναι ανέφικτο για ένα άτομο), πράγμα που δείχνει ότι έχει ψυχούλα, αλλά όχι θάρρος να αντιμετωπίσει τις αντιφάσεις όλων μας, και να παραδεχτεί από την πούρα αντιιμπεριαλιστική σκοπιά του μερικά ενοχλητικά πράγματα.
Εννοείται ότι το ΚΚΕ δεν έχει πει ΤΙ-ΠΟ-ΤΑ.
Αδιαφορεί για έναν μικρό λαό που νομίζει ότι είναι σύμμαχος των αμερικάνων. Και ασχετοσύνη, και κακοήθεια, και ιδεολογικοποίηση τής πολιτικής ανηθικότητας τού «αντιιμπεριαλισμού», μάλλον τού «αντιδυτικοϊμπεριαλισμού».
Επομένως βάλτε στον λογαριασμό και όλα τα μικρο-μ/λ, βάλτε και ένα μέρος των αναρχοαυτόνομων, και άλλους.
 
3.
Ένας παλιός φίλος, έκανε ότι δεν το ήξερε το γεγονός, το έμαθε, και φρόντισε να θυμηθεί πόσο συντηρητική κοινωνική ομάδα είναι οι Γεζίντι, ενώ ήξερε πάντα να αναφέρεται μόνον στους Παλαιστίνιους, μόνον στην Χεζμπολάχ, μόνον στους αγαπημένους του Αγιατολάδες, και στο αγαπημένο του Ιράν των θεοκρατών, και στον αγαπημένο του Άσαντ, και στον πολυ-πολυ-αγαπημένο του -τότε- Πούτιν.
Ξινισμένος Λαφαζάνης, στο εξυπνότερο και στο ηθικότερο, σίγουρα, αλλά πάντα ξινισμένος:
Και οι Κούρδοι δεν είναι «ακριβώς» έθνος, και δεν μας τα λένε καλά, και άλλα συμπαθητικά, αρκεί να μην θίγεται το λαετζίδικο αντιιμπεριαλιστικό σχηματάκι, και προς θεού, μη ξεχνάμε το μοναδικό, το τέλειο, το άμωμο και άσπιλο παλαιστινιακό κίνημα εναντίον του κακού κάκιστου και ακροδεξιού σιωνισμού τού Ισραήλ.
Κλασική ενοχική και επιλεκτική αριστερή αντιιμπεριαλιστική συνείδηση, που δεν θα τα έλεγε ακριβώς έτσι, αλλά τα λέω εγώ για λογαριασμό της με μεγαλύτερη σαφήνεια, για να καταλάβει κι αυτός που την κουβαλάει μέσα του και οι όμοιοί του τον εαυτό τους. Κάτω από 0.5% θα μείνουν, για πάντα, όχι ότι αυτό έχει καμία σημασία για τον κόσμο.
 
Γιατί;
Γιατί τέτοια ιδεολογική και ηθική σκληρότητα, απάθεια, αδιαφορία, ακαμψία;
Ας δεχτούμε τουλάχιστον τις αντινομίες μας, ας πάψουμε να τις θάβουμε, ας τις δούμε κατάματα.
Μπορούμε;
Όχι, δεν μπορούμε.
Τι σημαίνει αυτό άραγε;
Αυτό είναι το πραγματικό ερώτημα που με βασανίζει.  
 
Ιωάννης Τζανάκος
 
 

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Βασικά φιλοσοφικά προβλήματα..

Δυτικός ιμπεριαλισμός και εξάρτηση - 3 σημεία..


Στον κυρίαρχο δυτικό μητροπολιτικό/ιμπεριαλιστικό πυρήνα υπάρχουν ιεραρχήσεις ισχύος και ανταγωνισμός μεταξύ ισοδύναμων και ανισοδύναμων κρατικών και ταξικών δυνάμεων, αλλά η αρχιτεκτονική αυτού τού πυρήνα είναι συνεχής, σημαίνει δηλαδή ένα πολύπλοκο μεν σύστημα (ιμπεριαλιστικών) διαβαθμίσεων το οποίο όμως ενώνεται σε ένα ενιαίο δομικό ή συστημικό σχήμα.
Αντίθετα, στον «υπόλοιπο» κόσμο υπάρχει μια ασυνεχής δομή κυριαρχίας και κατανομής ισχύος που αποκτάει την δομική ή συστημική σχηματοποίηση της μόνον σε εξάρτηση προς τον δυτικό μητροπολιτικό/ιμπεριαλιστικό πυρήνα.
Για αυτό τον λόγο λοιπόν αν και οι νέες «ανατολικές» μητροπολιτικές δυνάμεις είναι όντως μητροπολιτικές/ιμπεριαλιστικές και ανταγωνίζονται ως τέτοιες τον δυτικό ιμπεριαλιστικό/μητροπολιτικό πυρήνα δεν μπορούν να θεωρηθούν κοσμοκρατορικές (ακόμα κι αν το θέλουν και το επιδιώκουν).

Ο κόσμος μας δεν είναι ακόμα συνεχής ως πολυπολικός, και ο καπιταλισμός δεν είναι ακόμα ολοκληρωτικός με τον «ναρίτικο» τρόπο εννόησης τής ολοκληρωτικότητάς του.

Ο κυρίαρχος και «πυρηνικός» συστημικός πόλος είναι ο δυτικός καπιταλιστικός μητροπολιτικός/ιμπεριαλιστικός πόλος, που διαιρείται βέβαια ως συνεχές σε πολλούς «επιμέρους» πόλους παραμένοντας ωστόσο (ακόμα) συνεχής ως συνεχές.
Το να τηρεί κανείς «ίσες αποστάσεις» ανάμεσα στους ιμπεριαλισμούς είναι εν γένει μια ορθή στάση, αλλά αν αυτή η τήρηση στάσης δεν συνοδεύεται από την επίγνωση τού αμυντικού και εξαρτημένου ως προς την «κοσμοκρατορικότητα» χαρακτήρα τής συστημικής δομής των «ανατολικών» ιμπεριαλισμών ή περιφερειακών συσσωματώσεων, απλά σημαίνει (ως στάση) συμμαχία με τον δυτικό ιμπεριαλισμό.

Οι συνέπειες αυτής της εξαρτημένης «μη δυτικής» συστημικής ασυνέχειας:

 

1.  
Στις μη-δυτικές (μητροπολιτικές ή μη-μητροπολιτικές) καπιταλιστικές χώρες υπάρχει σχετική αποσύνδεση τής καπιταλιστικής διεργασίας από την ιδιωτική/ατομική προσωποποίηση/υποκειμενικοποίηση της, με την έννοια ότι οι καπιταλιστές ή το κράτος-έθνος ως υποκειμενικές εκφράσεις του κεφαλαίου ενώνονται σε μιαν ενιαία πολιτικο-οικονομική μορφή που αναγκαστικά συνκαθορίζει «ισότιμα» και από «αυτόνομη» θέση την ίδια την διεργασία συσσώρευσης κεφαλαίου, και την ευρύτερη καπιταλιστική ανάπτυξη.

Ο καπιταλισμός «εκεί» είναι εκ των πραγμάτων κρατικός ή εξουσιοκεντρικός καπιταλισμός, με την έννοια ότι ακόμα κι αν υπάρχει ισχυρός «ιδιωτικός τομέας» είναι αναγκασμένος από τα πράγματα να ενεργοποιείται μόνον με την διεύθυνση τού ντόπιου ή ενός ξένου κράτους ή διεθνών δυτικών πολιτικοοικονομικών οργανισμών.  

Η «φιλελεύθερη» ή «κεντροαριστερή» κριτική τού κρατικού καπιταλισμού σε αυτές τις χώρες σημαίνει ότι αυτοί που ασκούν αυτή την κριτική επιθυμούν ή τους συμφέρει ο κεκαλυμμένος κρατικός καπιταλισμός να συντελείται από ένα ξένο κράτος ή έναν δυτικό πολιτικοοικονομικό οργανισμό.

Όσο ισχύει ο συστημικός μερκαντιλισμός του δυτικού ιμπεριαλιστικού κόσμου, για τον υπόλοιπο κόσμο υπάρχει η μοναδική δυνατότητα ενός κρατικού ή εξουσιοκεντρικού συστήματος καπιταλιστικής ή σοσιαλιστικής συσσώρευσης. 
Δεν εξετάζουμε αυτή τη στιγμή αν αυτή η δυνατότητα εκπορεύεται και ενεργοποιείται από την ίδια την δύση ή από τις ίδιες τις χώρες, αλλά ότι μόνον αυτή η γενική δυνατότητα υπάρχει και έπειτα οι εκδοχές της. 
Το ποια εκδοχή μέσα σε αυτή την γενική δυνατότητα είναι η ωφελιμότερη για τους λαούς τής περιφέρειας κρίνεται με βάση τα ιδεολογικά και ηθικά-ταξικά κριτήρια τού καθένα.

 

2. 
Η ισχυρή μεταβατικότητα και ρευστότητα των κοινωνικών και ταξικών καθορισμών στις μη δυτικές χώρες, αλλά και ένας ειδικός τύπος καθήλωσής τους στον κρατισμό-εξουσιοκεντρισμό, όσο αυτές παραμένουν ουσιαστικά εξαρτημένες από την «κοσμοκράτειρα δύση», σχετίζεται με την καθοριστική σημασία και το νομοτελειακόν τής δομικής/συστημικής κρισιμότητας τού κρατικού ή εξουσιαστικού επικαθορισμού τής διεργασίας οικονομικής και κοινωνικής συσσώρευσης για αυτές, είτε αυτή είναι καπιταλιστική ή μη-καπιταλιστική συσσώρευση, ακριβώς διότι αυτές παραμένουν ουσιαστικά εξαρτημένες από την «κοσμοκράτειρα δύση».

Αυτό που παραλλάσσει στις μη-δυτικές χώρες ή τις χώρες που βρίσκονται στην οριακή περιφέρεια τού δυτικοϊμπεριαλιστικού κόσμου είναι ο τρόπος κρατικής ή κεντρικοεξουσιαστικής αντίδρασης απέναντι στην εξάρτηση:
Ή υπάρχει υποταγή, οπότε έχουμε πάλι κράτος αλλά ξένο κράτος ή κεντρική θεσμική αρχή αλλά ξένη θεσμική αρχή που επικαθορίζει εξουσιαστικά την συσσώρευση ως υποταγμένη στην δύση συσσώρευση.
Ή υπάρχει ανεξαρτησιακή αντίσταση, οπότε έχουμε πάλι κράτος αλλά ανεξάρτητο ντόπιο κράτος ή κεντρική θεσμική αρχή αλλά ντόπια ανεξάρτητη θεσμική αρχή που επικαθορίζει εξουσιαστικά την συσσώρευση ως αυτόνομη (αν και πάλι εξαρτημένη) συσσώρευση που όμως δεν είναι υποταγμένη στην δύση. 
Η συσσώρευση σε αυτές τις χώρες, όταν υπάρξει αυτονομία τους από την δύση, μπορεί να είναι σοσιαλιστική ή μη-καπιταλιστική ή κομμουνιστική, αλλά δεν μπορεί να είναι μη-εξουσιαστική ως αντικρατική/μη-κρατική ή απλά ως μη-εξουσιαστική.

Ο κρατισμός ή ο εξουσιοκεντρισμός των μη-δυτικών χωρών είναι το νομοτελειακό αποτέλεσμα τής δυτικής κυριαρχίας, και ο δυτικός φιλελευθερισμός είναι [η αντίστοιχη σε αυτή την δυτική κυριαρχία] ειδική αντανακλαστική-ιδεολογική αιτία του κρατισμού/ή/εξουσιοκεντρισμού αυτού.
Για να αμφισβητηθεί και ο δυτικός φιλελευθερισμός και ο δυτικός κρατισμός ως εργαλεία τής δυτικής αποικιοκρατίας επί των μη-δυτικών χωρών, αυτό δεν μπορεί να γίνει με την αμφισβήτηση τού εν γένει κρατισμού/ή/εξουσιοκεντρισμού των μη-δυτικών χωρών, διότι αυτός είναι νομοτελειακός είτε σαν φόρμα τής υποταγής τους είτε σαν φόρμα τής αντίστασης τους, όσο υπάρχει ακόμα αντικειμενική υπεροχή τού δυτικού ιμπεριαλιστικού κόσμου.
Ο [νεο]φιλελευθερισμός σε αυτές τις χώρες, εκφράζοντας την άμεση κυριαρχία τού ξένου κεφαλαίου του ξένου κράτους και του ξένου πολιτικοοικονομικού θεσμού ελέγχου, πρόκειται για το χιούμορ τού βρυκόλακα που σου ρουφάει το αίμα και μετά σε κριτικάρει γιατί έχεις χάσει μετά από τόσα αιμοτορουφήγματα την ικανότητά σου ως οργανισμός να παράγεις αίμα, δίνοντάς σου έπειτα ένα μέρος του για να συνεχίσεις απλά να υπάρχεις.


3.
Η βεστφαλιανή Αρχή τής Κυριαρχίας, σε αυτό το συστημικό πλαίσιο τοποθέτησης των μη-δυτικών χωρών, έχει αποκτήσει μιαν άλλη έννοια τήρησης και μη τήρησής της.

 

Ιωάννης Τζανάκος

 

 

 

Ασύμμετρη ιεραρχία..

Ίσως η υπερεκτίμηση της δύναμης του εγγύτερου, του τοπικού εχθρού, να είναι η μεγέθυνση της έντιμης διάθεσης να μεταβάλλεις ριζοσπαστικά τις συνθήκες της ζωής χωρίς να μεταθέτεις την ευθύνη σε έναν εξωτερικό και μακρινό εχθρό ευνοώντας μάλιστα τον τοπικό εχθρό. 
Με αυτή την έννοια είναι τουλάχιστον η αρχή να εντοπίσεις δίπλα σου το πρόβλημα και τον φορέα του, πριν ακόμα μεσολαβήσεις την ύπαρξή του από ευρύτερες και απροσέγγιστες δυνάμεις.  
Όμως η στάση αυτή πιθανόν να οδηγεί με την σειρά της στην μυστικοποίηση και αυτού που είναι ο μακρινός εχθρός, μυστικοποίηση που σημαίνει την υποτίμηση του απομακρυσμένου εξωτερικού εχθρού.

Στην πραγματικότητα η πραγματικότητα είναι ασύμμετρη σε όλη την ουσία της που περιλαμβάνει ακόμα και το ελάχιστο σημείο της ύπαρξής της.

Η ασυμμετρία αυτή αναδύεται ακόμα και στην όποια ταξινόμηση σε ισχυρές και αδύναμες τοπικότητες της ισχύος. 
Έτσι, κάτι «μικρό» μετασχηματίζεται σε «μεγάλο» και κάτι «μεγάλο» σε «μικρό». 
Αλλά όταν πάλι στερεοποιηθούν τα πράγματα σε αυτή την αντιστροφή διαπιστώνεις ξανά πως το «μικρό» παραμένει «μικρό» και το «μεγάλο» παραμένει «μεγάλο».

Η εύκολη λύση είναι να θεωρήσει κανείς όλα αυτά ως σημείο του αλληλοπροσδιορισμού και της αλληλεξάρτησης των μονάδων ισχύος, και να περιέξει τα πάντα σε ένα όλον που τελικά εκτείνεται όμοια και ισόποσα σε όλα τα σημεία του, χωρίς διάκριση πυραμιδικού ή «σφαιρικού» τύπου.

Όμως παρά τις συνεχείς μεταμορφώσεις και αναστροφές των ποσοτήτων και των ποιοτήτων πάντα παραμένει ένα κέντρο ισχύος, όπου αυτό μπορεί να απαρτίζεται από πολλά κέντρα, αλλά όπου επίσης μπορούν να συνυπάρχουν πολλά άλλα ανταγωνιστικά κέντρα. 
Μπορεί δηλαδή να μην υπάρχει περιφέρεια αλλά υπάρχει κέντρο και έλλειψη του κέντρου. 
Μπορεί δηλαδή να μην υπάρχει πάγια και σαφής ιεράρχηση σε έναν κόσμο που έχει ομοιογενοποιηθεί παντού, αλλά παρά ταύτα υπάρχει ως ένα ευέλικτο και ταυτόχρονα άκαμπτο σύστημα ιεραρχικών θέσεων.
Με αυτό τον τρόπο είναι δυνατόν λ.χ να δεχτεί κανείς τόσο την γενική ταξική δομή ως υπάρχουσα παντού, χωρίς οι κάθετες διαφοροποιήσεις μεταξύ κρατών-εθνών και ομάδων κρατών-εθνών να αποτελούν μια «ξεχωριστή» ταξική δομή, μαζί όμως με όλες τις «προαιώνιες» -εθνοκρατικές- κάθετες διαφοροποιήσεις που αν και δεν είναι όπως είπαμε ταξικές δομές ως ιεραρχικές δομές παράγουν εκμετάλλευση και καταπίεση. 
Ο ιμπεριαλισμός είναι πιό έξυπνος από τους εχθρούς του που τον φαντάζονται μόνον ως οικονομικό ή πολιτικό σύστημα. 
Κάνει την άλγεβρά του μόνος του καλύτερα από τους θεωρητικούς του «ιμπεριαλισμού»....  
Αυτό μπορεί να φαίνεται λεπτομέρεια, αλλά αν αγνοηθεί πως ισχύει ίσως προκαλεί μια κρίσιμη τύφλωση, πλήρως αντίστοιχη και στις δύο μορφές της που σημαίνονται με την επιλογή της μίας ή της άλλης μονομέρειας τονισμού..


Ιωάννης Τζανάκος 

 

Δογματισμός και ιστορική περιοδολόγηση..

 
Η θεωρητική πρακτική τής ιστορικής περιοδολόγησης τού καπιταλισμού, σε διαφορετικές φάσεις που σηματοδοτούν ριζικές δομικές διαφορές εντός τού γενικού-ειδικού καπιταλιστικού καθορισμού τού κοινωνικο-οικονομικού Είναι, ενώ γενικά είναι μια ορθή θεωρητική πρακτική που με την σειρά της ανανοηματοδότησε την αριστερή-εργατική πολιτική, είχε και έχει μια (κυρίαρχη) δογματική οντολογική «χρήση».
Πως την προσδιορίζω όμως αυτή την (δογματική οντολογική) «χρήση»;
Ας δούμε την σειρά των θεωρητικών νοηματοδοτήσεων τής καπιταλιστικής πραγματικότητας που εδραιώνουν αυτή την δογματική χρήση τής μαρξιστικής περιοδολόγησης τού καπιταλισμού, και την συγκροτούν ως λειτουργικό ιδεολογικό στοιχείο τού ευρύτερου δογματικού τρόπου ιδεολογικής νοηματοδότησης και ανάλυσης τής καπιταλιστικής πραγματικότητας:
Η δογματική ανάλυση χρησιμοποιεί απολυτοποιώντας το «καινοφανές» των φάσεων τού καπιταλισμού, με έναν συγκεκριμένο απολογητικό για τον «μαρξισμό» τρόπο, ο οποίος αποκρυσταλλώνεται άμεσα σε οντολογική γραφειοκρατική ιδεολογία.
Ας δούμε τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτό, «βήμα-βήμα»:
Όταν αναδύεται ένα ξεχωριστό ειδικό στοιχείο τού καπιταλισμού αυτό παρουσιάζεται (από τον δογματισμό) ως ριζικά καινοφανές:
Ο ιμπεριαλισμός ως θεμελιακό «δομικό γνώρισμα» τού ίδιου τού καπιταλισμού που αναδύεται στην ώριμη φάση του ως ένα κυρίαρχο επικαθοριστικό «δομικό γνώρισμά» του, παρουσιάζεται από τον δογματισμό ως ένα νέο στοιχείο του, και με αυτό τον τρόπο γίνεται μεν προσαρμογή τής αρχικής (μαρξιστικής) θεωρίας στην πραγματικότητα, εφόσον τούτη με αυτή την «προσαρμογή» «αναγνωρίζει-γνωρίζει» ό,τι δεν «αναγνώριζε-γνώριζε» (ως (την) δομική σημασία αυτού τού «γνωρίσματος»), αλλά μιας και αυτή η «πραγματικότητα» παρουσιάζεται ως «νέα» συνεχίζει να θεωρείται η αρχική θεωρία «άτρωτη» στον πυρήνα της αν και δεν περιείχε αυτό το «δομικό γνώρισμα», εφόσον αυτό το «δομικό γνώρισμα» παρουσιάζεται ως (υποτίθεται) μη-υπάρχον κατά την εμφάνιση-δημιουργία τής αρχικής θεωρίας. 
Το μόνο που υποτίθεται ότι χρειάζεται, αυτή η θεωρούμενη ως άτρωτη στον πυρήνα της θεωρία, είναι μια προσαρμογή στα υποτιθέμενα νέα δεδομένα, παραμένοντας άτρωτη σε αυτόν τον εντέλει μεταφυσικό πυρήνα της.
Στην πραγματικότητα η ισχυρή «εμφάνιση» αυτής τής θεμελιακής δομικής πτυχής τής καπιταλιστικής πραγματικότητας στην γενική πραγματικότητά της, δεν σηματοδοτεί την «εμφάνιση» ενός «νέου» στοιχείου της αλλά την ανάδυσή του σε μια ισχυρότερη συστημική θέση «εντός» τού συστημικού οικοδομήματος τού καπιταλισμού, πράγμα που σημαίνει ταυτόχρονα ότι αυτό το στοιχείο υπήρχε πάντα ως θεμελιώδες γνώρισμα τής καπιταλιστικής πραγματικότητας, ως πάντα υπάρχουσα (σε αυτήν την καπιταλιστική πραγματικότητα) δομική πτυχή που απλά αναδύθηκε ως ισχυρότερη:
Το συνολικό Κεφάλαιο, ο καπιταλισμός είχε πάντα την ιμπεριαλιστική πλευρά του, ο καπιταλισμός ήταν πάντα ιμπεριαλιστικός, δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει μη-ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός, και ακόμα και οι μη-ιμπεριαλιστικές χώρες ή τα  μη-ιμπεριαλιστικά Κεφάλαια είναι ιμπεριαλιστικές/-α με την έννοια ότι εντάσσονται ως υπο-ιμπεριαλιστικές/-α σε μιαν ευρύτερη ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική δομή (σαν εξαρτημένα ή ημι-εξαρτημένα, συμπληρωματικά, υπαγμένα, στοιχεία της κ.λπ).
Ο δογματισμός των δογματικών, όχι μόνον των μ-λ αλλά και διαφόρων «ανανεωτών» ή μετα-μαρξιστών, έγκειται στο γεγονός ότι σκοπεύοντας να αφήσουν άθικτο τον μερικώς λανθασμένο θεωρητικό πυρήνα τής ανάλυσης τού Μαρξ για το Κεφάλαιο, ως καθορισμού υπάρχοντος ανεξάρτητα από πολιτικούς, χωροκυριαρχικούς και άλλους καθορισμούς/αυτοκαθορισμούς του, εντέλει τον διατηρούν «προσαρμόζοντάς» τον (αυτό τον «θεωρητικό πυρήνα») επικαλούμενοι την αλλαγή τής πραγματικότητας, με την «εισβολή» ενός νέου δομικού στοιχείου:
Δεν είναι, για αυτούς, λανθασμένη και ιδεολογικά «ύποπτη», η απουσία των πολιτικών-γεωκυριαρχικών και άλλων καθορισμών από την μαρξική εικόνα, αλλά απορρέουσα από την αντιστοιχία της με μιαν άλλη «περίοδο» ή «εποχή» τού Κεφαλαίου.
Έτσι και αντανακλάται από αυτούς αυτή η πραγματικότητα και μένει άθικτος ο λανθασμένος θεωρητικός πυρήνας στον οποίο έλλειπε αυτό το «στοιχείο», άρα διατηρείται η «πίστη» σε έναν αρχικό αποκαλυψιακό-οντολογικό θεωρητικό πυρήνα.
Αυτή η μυστικοποιητική ιδεολογική πρακτική έχει σαν αποτέλεσμα να διατηρείται ένα ιδεολογικό οπλοστάσιο αντίστοιχο με το ιδεολογικό οπλοστάσιο τής εποχής όπου ο καπιταλισμός κρίνονταν κυρίως σχετικά ανεξάρτητα από τους ιμπεριαλιστικούς-αποικιοκρατικούς καθορισμούς του.
Και έτσι ενώ κρίνεται (από τους δογματικούς) ο ιμπεριαλιστικός καπιταλισμός τής ώριμης φάσης δεν κρίνονται τα βαθύτερα δομικά στοιχεία του όπως υφίστανται στο Κεφάλαιο εν γένει, άρα μπορούν να γίνουν οικειοποιήσιμα από την νέα γραφειοκρατία όσο αυτή «διατηρεί» στην ζωή τού κρατικού σοσιαλισμού αναλογίες ή ομοιότητες με τις δομές τού Κεφαλαίου: σοσιαλ-ιμπεριαλισμός, δικαιολόγηση τής εθνικής/εθνοτικής καταπίεσης κ.α.
Αυτή η απολυτοποίηση τής θεωρητικής πρακτικής τής περιοδολόγησης ως απολυτοποίηση τής «ριζικής-ανά-φάση-περιοδολόγησης» τού καπιταλισμού, δηλαδή η απολυτοποίηση τής διαφοράς ανάμεσα σε έναν υποτιθέμενο μη-ιμπεριαλιστικό και σε έναν υποτιθέμενα μεταγενέστερο ιμπεριαλιστικό (μονοπωλιακό) καπιταλισμό, έχει σήμερα και μιαν ενδιαφέρουσα νεογραφειοκρατική και νεο-σοσιαλιμπεριαλιστική αντιστροφή:
Οι νέοι σεκταριστές μιλάνε για μια «σημερινή» [στην εποχή μας] υπέρβαση και αυτής τής ιμπεριαλιστικής φάσης, με την «μετάβαση» τού καπιταλισμού σε ένα ομοιογενές ολοκληρωτικό καπιταλιστικό σύστημα: αυτό που λένε οι ναρίτες «ολοκληρωτικό καπιταλισμό».
Και να μην αναφέρεται αυτό το σοφιστικό έκτρωμα τού Ναρ και άλλων νεοσταλινικών-νεοτροτσκιστών, μπορεί κανείς αλά Μηλιός να αναφέρεται σε έναν τρόπον τινά «αμιγή» καπιταλισμό -πλέον ή και πάντα, ακόμα κι αν δεν χρησιμοποιούνται επί τούτου ειδικοί και πρόσθετοι κατηγοριακοί προσδιορισμοί για να παρουσιαστεί «καλύτερα» το ιδεολόγημα τού καθαρού καπιταλισμού.
Ψεύτες.
Για αυτό και μιλάνε για επιστροφή στον Μαρξ, πριν τον Λένιν, όχι μόνον γιατί τους έπιασε ο πόνος για την θεολογία τους (που τούς έπιασε), δηλαδή την επιστροφή στον «αγνό Πατέρα» πέραν των τάχα κρατικά/κρατικοκαπιταλιστικά «μολυσμένων επιγόνων», αλλά και γιατί έτσι μπορούν χωρίς τις λενινιστικές «ενοχλήσεις» να πάψουν να ασχολούνται με την εθνική κυριαρχία από την σκοπιά των αδύναμων/ανισχυρότερων εθνών/εθνών-κρατών και εθνοτήτων [δεν ταυτίζονται], άρα μπορούν να μετατραπούν σε σεκταριστές αντιεθνικιστές, έτοιμοι να παραδώσουν την χώρα και την εθνότητά τους ακόμα αν είναι αδύναμη και μικρή σε ισχύ στους εχθρούς της, ή (μπορούν να μετατραπούν) σε απενοχοποιημένους σοσιαλ-ιμπεριαλιστές αριστεριστές αν η χώρα τους είναι ισχυρή και αποκομίζουν (από αυτό το γεγονός) κι αυτοί τα υλικά και εξουσιαστικά (μέσα στο κίνημα) οφέλη τους.
Και προδότες, αλλά όχι για το προλεταριάτο [υπέρ τού προλεταριάτου], αλλά για τις ισχυρότερες χώρες ή εθνότητες [υπέρ των ισχυρών χωρών ή εθνοτήτων], αν είναι πολίτες/μέλη μιας ανίσχυρης χώρας ή εθνότητας, και Σοβινιστές αν είναι πολίτες/μέλη μιας ισχυρής (ιμπεριαλιστικής) χώρας ή εθνότητας -αλλά χωρίς ενοχές εφόσον κρύβονται πίσω από τον γενικό και αφηρημένο αντι-καπιταλισμό για να μην καταγγείλουν τον Σοβινισμό και τον ιμπεριαλισμό τής χώρας ή εθνότητάς τους, σαν κάτι δυτικο-ιμπεριαλιστικά σκουπίδια όπως οι Γερμανοί autonome. 
 
Ιωάννης Τζανάκος   
 
 

Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

Οι δύο πτυχές τού δογματισμού.

 

1.
Το τυπικό λάθος τού ιδεολογικού δογματισμού στο ιστορικό κίνημα τής μισθωτής εργασίας και εν γένει στο ελευθεριακό δημοκρατικό κίνημα στην νεώτερη εποχή, έγκειται στην αδυναμία τους να ενσωματώσουν την ιστορική εμπειρία τους γενικεύοντάς την σε κανονιστικές και θεωρητικές μορφές, οι οποίες θα έχουν παροντική/μελλοντική «χρήση» αλλά θα μπορούν και να εξηγήσουν ορθολογικά «τι» «στραβό» συνέβη στο παρελθόν.
Δεν αρκεί δηλαδή να δεχτεί ένα ιστορικό και κοινωνικό υποκείμενο την ιστορική εμπειρία ως «ιστορική» και μόνον, αλλά να την αντιμετωπίσει ως ένα «κοίτασμα» από το οποίο αντλούνται γενικά ισχύοντες κανόνες, ήτοι ηθικές/αξιακές και θεωρητικές δεσμεύσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους, όταν υπάρξει νέα ιστορική εμπειρία: είτε α) συμπληρώνουν το σύνολο τους, συμπροστιθέμενες στις ήδη υφιστάμενες δεσμεύσεις, είτε β) συμπληρώνουν το σύνολό τους αναιρώντας ένα μέρος του.
Η αναίρεση δεσμευτικών κανόνων, δηλαδή ηθικών/αξιακών/θεωρητικών δεσμεύσεων, λόγω τής ιστορικής διάψευσης και τής ιστορικής αναίρεσής τους, δεν σημαίνει εν γένει άρση τής κανονιστικότητας αν θέλουμε διέξοδο στο «πρόβλημα», αλλά σημαίνει: 
Είτε α) ενίσχυση και αυστηροποίησή τους ως έχουν, είτε β) ολοκληρωτική ή μερική άρση τους που όμως συνοδεύεται από άλλους κανόνες, οι οποίοι ως ετερογενείς σε σχέση προς τους προηγούμενους που αναιρέθηκαν καλύπτουν το δημιουργούμενο κενό με μεγαλύτερη δύναμη αφαίρεσης και αυστηρότητας.
Όταν τα «κανονιστικά διατάγματα-προστάγματα» τού Λόγου, εκ των οποίων απορρέουν κανόνες ως ηθικές/αξιακές και θεωρητικές δεσμεύσεις, καταστρέφονται από την ιστορική πραγματικότητα και κλονίζονται στην εμπειρική νόηση των ανθρώπων (ενός κινήματος λ.χ) δεν απαιτείται καταστροφή των «κανονιστικών διαταγμάτων-προσταγών» τού Λόγου εν γένει, αλλά η δημιουργία νέων, αυστηρότερων και δεσμευτικότερων, ως μέσων προς την υλοποίηση των στρατηγικών σκοπών.
Η νιτσεϊκο-κριτική που έχει γίνει επί αυτών των «πραγμάτων», δια μέσω μιας χυδαίας και θεωρητικά άσχετης κριτικής στον καντιανό Λόγο, έχει πλέον φτάσει στο ιστορικό τέλος της, είναι άγονη, δεν οδηγεί πουθενά, συν τοις άλλοις ανοίγει κυρίως το ακροδεξιό και θεοκρατικό «κουτί τής Πανδώρας» τού αντιδραστικού αυταρχισμού.
Το αντίστοιχο σεκταριστικό ή αριστερίστικο «κουτί» αντιδραστικού αυταρχισμού που «ανοίγει», δεν είναι «κουτί» αλλά «κουτάκι».
Οι αριστεριστές ή οι ρομαντικοί δημοκρατιστές επικριτές τής κανονιστικότητας τού ορθού Λόγου είναι οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» τής αντιδραστικής ακροδεξιάς και θεοκρατικής παλινόρθωσης στην θεωρητικο-πολιτική σκέψη και στην θεωρητικο-πολιτική μεθοδολογία, η οποία διαμεσολαβεί την επίθεση της στον ορθό Λόγο (και την ενεργή ή δυνητική κανονιστικότητα των «διαταγμάτων» του) μέσω μιας γενικής μηδενιστικής επίθεσης στην αναγκαιότητα τής αυστηρής ορθολογικής κανονιστικής μορφοποίησης των κοινωνικών και ανθρώπινων σχέσεων ό-που αυτή είναι απαραίτητη και υλοποιεί την πρόοδο και την εξέλιξη τής πολιτισμένης και δημοκρατικής ανθρωπότητας.
Ο δογματισμός τής εποχής μας, από τα τέλη τού 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, έγκειται κυρίως σε αυτή την θεωρητική πρακτική που ερείδεται στην εργαλειοποίηση των ιστορικών ματαιώσεων-και-διαψεύσεων των ορθολογικών θεωρητικών-και-κανονιστικών αξιώσεων για να τρωθεί η ίδια η θεμελίωση των ανθρώπινων πρακτικών στις ορθολογικές κανονιστικές πρακτικές, και εντέλει να οδηγηθεί η ανθρωπότητα, ή επιμέρους ελευθεριακά/δημοκρατικά κινήματα «εντός» της, σε μια υποτιθέμενη προ-κανονιστική ή μικρο-κανονιστική κατάσταση πραγμάτων (το ελάχιστο νομοκρατικό-κατασταλτικό κράτος των νεοφιλελεύθερων).
Αυτός ο δογματισμός λοιπόν ως επίθεση στον ορθολογικό κανόνα και την κανονιστικότητα εν γένει, ενώ παρουσιάζεται ως μια αντιδογματική πράξη ελάττωσης και ελέγχου των κανόνων τού Λόγου και τής αυταρχικότητας τους, στην ουσία είναι μια έμμεση ή άμεση πρόταξη μιας δογματικής αυταρχικής κανονιστικότητας ανορθολογικού αισθητικού, θεολογικού-θεοκρατικού ή κυριαρχικού τύπου (και μια αλληλοσυνύφανση των παραπάνω).
Γι αυτό και αυτός ο ειδικού τύπου δογματισμός ντύνεται με τα κουρέλια ενός κάποιου νιτσεϊσμού, μιας κάποιας ναρκισσιστικής προσωπικότητας που θεωρεί ότι κινείται στα όρια τής εξαιρετικότητας, ή ντύνεται με έναν αναχρονιστικό αριστοκρατισμό, για αυτό και για να τον ανακαλύψουμε ως φαινόμενο τού ατομικού ή συλλογικού Λόγου πρέπει να μπορούμε να τον αναγνωρίζουμε στα παραληρήματα εκείνα που μπορεί και να προτάσσουν αξιώσεις (έμμεσα κανονιστικής και) δογματικής αυθεντικότητας «πέραν των κανόνων», άρα πρέπει πλέον να τον αναγνωρίζουμε και εκεί όπου υπάρχει η διακήρυξη περί θανάτου κάθε δόγματος: 
Το δόγμα τού μη-δόγματος, ο κανόνας τής επίθεσης στον κανόνα, η αξίωση να είναι κανόνας ό,τι αρνείται και απαρνείται τον κανόνα, ειδικά ό,τι αρνείται και απαρνείται τον ορθολογικό/έλλογο κανόνα και την ορθολογική/έλλογη αξιολογία τής πράξης. 
Αυτή είναι όμως η γενική φόρμα τού δογματισμού.
Πιο συγκεκριμένα, στο οικείο παρόν μας:
 
2.
Ο δογματισμός των κινημάτων έγκειται στην αδυναμία και την απροθυμία τους να εξάγουν ρεαλιστικά γενικευτικά-και-κανονιστικά θεωρητικά και πρακτικοθεωρητικά συμπεράσματα από την μη-απονέκρωση ή μη-κατάργηση τού κράτους.
Για να μην υποταχθούμε στον κρατισμό, άρα για να εξάγουμε τα ορθά αντι-κρατι[κι]στικά γενικά κανονιστικά/θεωρητικά συμπεράσματα από την ιστορική αποτυχία τού ιστορικού κινήματος να βγει από το «χαλύβδινο κλουβί» τής «κρατικότητας», πρέπει να εξηγήσουμε αυτή την αδυναμία όχι σαν να είχε η ίδια η «κρατικότητα» την «δύναμη» να επιβληθεί στην δική μας ιστορική Πράξη, αλλά σαν να είμαστε εμείς ακόμα αδύναμοι να επιβληθούμε σε «αυτήν».
Η κριτική στην «κρατικότητα» σαν να μπορούσε αυτή να «εξαλειφθεί» και μέσω αυτής τής «εξάλειψης» να μπορούσαμε κι εμείς να την ποδηγετήσουμε, φανερώθηκε ως μια θεωρία εκ των προτέρων αποδοχής τής αδυναμίας μας να την ποδηγετήσουμε και να ηγεμονεύσουμε σε κεντρικά πολιτικά-και-διευθυντικά καθήκοντα.
Ο δογματικός και αυταρχικός αντι-κρατισμός είναι λοιπόν ο προάγγελος και προπομπός τού δογματικού και αυταρχικού κρατισμού, και αντίστροφα.
Η εξήγηση των ιστορικών φαινομένων που ανάδειξαν και έκαναν κραυγαλέα φανερή αυτή την αδυναμία (ως μια εκ των πραγμάτων αναδρομική «εξήγηση»), δύναται να ερμηνεύσει και να διαυγάσει ορθολογικά αυτά τα φαινόμενα αν στηρίζεται στην άρση και όχι στην αποδοχή τού «αντικρατικού» στρουθοκαμηλισμού εκείνου που στηρίζονταν στην ανυπόστατη ιστορική επιθυμία για μια αυτόματη ή σύντομη κατάργηση τού κράτους και τής «κρατικότητας», η οποία (επιθυμία) ήταν αυτή ακριβώς που προλείανε το ιστορικό πρακτικό έδαφος για την ακόμα χειρότερη επανεμφάνιση τού αυτονομημένου κράτους, τής αυτονομημένης «κρατικότητας», άρα και τού κρατισμού, ακριβώς μέσα στο κίνημα όπου αυτή είχε ψευτοεξαλειφθεί «ως δια μαγείας». 
Το κρατι[κι]στικό απωθημένο τού ιστορικού μαρξισμού και τής αναρχίας, επέστρεψε και επιστρέφει εντός τους ως ένα ακόμα πιο αποθηριωμένο κρατικό τέρας. 
Ο σεκταρισμός, όπως κάθε δυισμός, παράγει το υποτιθέμενο αντίθετό του ως θηριωδέστερο δια τής αρχικής ουτοπικής και ιδεολογικής ψευδο-«εξάλειψής» του.
Σήμερα η ιδεολογική απώθηση αυτή λαμβάνει πιο ριζικές μορφές, εφόσον η ιστορική αυτοκριτική τού κινήματος αντί να κινείται πάνω στις ράγες τού ρεαλιστικού κριτικού ορθολογισμού «κριτικής-αποδοχής-ελέγχου» των κεντρικών πολιτικών φαινομένων έχει οδηγηθεί σε έναν ακόμα μεγαλύτερο δυισμό:
Κατά την θέση αυτού τού ακόμα περισσότερο οξυμένου δυισμού, δεν φταίει η ανικανότητα διεύθυνσης και ελέγχου τού κεντρικού πολιτικού και κρατικού φαινομένου από αυτό το ιστορικό-κοινωνικό υποκείμενο που είχε εμπλοκή σε μια προσπάθεια (άμεσου δημοκρατικού κ.λπ) ελέγχου του αλλά (φταίει) το γεγονός ότι αυτό το ιστορικό-κοινωνικό υποκείμενο ενεπλάκη σε αυτή την προσπάθεια.
Για αυτό και η ερμηνεία και άλλων ευρύτερων φαινομένων (που σχετίζονται όμως δομικά με το ζήτημα τής πολιτικής, τού κράτους και τής «κρατικότητας») ακολουθεί αυτή την θεωρητική και αξιακή τροχιοδρόμηση.
Αναζητιέται ένα «αγνό» «προ-κρατικό», αλλά και «προ-πολεμικό» (κυρίως προ τού 2ου παγκοσμίου πολέμου) παρελθόν, όπου δεν υπήρχε υποτίθεται ακόμα «θετική» «κινηματική» εμπλοκή με το κράτος, την διεθνή πολιτική με τις άμεσες διλημματικές απαιτήσεις της, και όπου με έναν μυθικό φαντασιακό τρόπο ακόμα και τα ζητήματα πολιτικοστρατιωτικής ασφάλειας τής επανάστασης (θα) μεταθέτονταν σε έναν εξωπραγματικό ντεφετισμό και στην «ταυτόχρονη» παγκόσμια επανάσταση.

Ιωάννης Τζανάκος
 
 
       

Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

The Black Scenario, the White Scenario - Mansoor Hekmat

 

A discussion of the political situation in Iran

The following article is the intensive discussion and facts raised by the author in a vast seminar about the political situations of Iran,
held in April 1995 in which all members of the Central Committee of the Party and some of the cadres participated.