Η Καπιταλιστική και Κρατική Οντολογία της Εργασιακής Δύναμης.
1ο μέρος.
**
Η Τομή του Ορίου.
Η έννοια της εργασιακής δύναμης, αν αφαιρεθεί από τη στενή οικονομική της περιγραφή, αποκαλύπτει μια κοινωνική οντολογική ρωγμή που διαιρεί τη ζωή.
Δεν πρόκειται για «περιεχόμενο» της εργασίας, ούτε για απλή «ικανότητα» προς εργασία, αλλά για το διάμεσο στο οποίο η ζωή χάνει τη φυσική της ενότητα με το έργο.
Η εργατική δύναμη είναι η μορφή με την οποία η ζωή παύει να συμπίπτει με τον εαυτό της.
Η τομή αυτή δεν είναι νομική, ούτε καν κοινωνιολογική, είναι εσωτερική.
Εγγράφεται στο ίδιο το σώμα ως αποκοπή της δυναμικής του από το περιεχόμενό της.
Το σώμα, ενταγμένο στην ανταλλακτική κυκλοφορία, δεν είναι πια φορέας ενέργειας αλλά φορέας αποστέρησης, μια ζωντανή αρνητικότητα που παράγει επειδή έχει αποκοπεί από τη φυσική αναγκαιότητα της παραγωγής.
Η εργασιακή δύναμη, λοιπόν, είναι το όριο όπου η ζωή γίνεται αντιληπτή ως δυνατότητα εκποίησης.
Είναι ο τόπος όπου η ζωή μεταφράζεται σε αξία κι επομένως ο τόπος όπου η ίδια η αξία παύει να είναι αφηρημένη έννοια και γίνεται σάρκα, κίνηση, πνοή.
Αυτό που ο Μαρξ είδε ως «εμπορεύσιμη ιδιότητα του ανθρώπου» είναι εδώ το όνομα μιας ρήξης, ο άνθρωπος δεν διαθέτει τη ζωή του, η ζωή του διατίθεται.
*
Μεταζωικότητα και Ενεργειακή Νέκρωση.
Η καπιταλιστική ιστορική συγκρότηση αποσπά τη ζωή από τον σκοπό της.
Στον οργανικό κόσμο, η ζωή ενώνει ενέργεια και σκοπό, η κίνηση ενός ζώου ή φυτού είναι κίνηση προς κάτι, προς το έργο της συνέχειας.
Η μισθωτή εργασία καταστρέφει αυτή την ενότητα, διότι το έργο της δεν ανήκει πια στο σώμα που το παράγει, αλλά σε έναν μηχανισμό εξωτερικό, χωρίς ψυχή και χωρίς ανάγκη.
Η εργασιακή δύναμη δεν είναι λοιπόν «ζωντανή ενέργεια», αλλά ενεργειακή νέκρωση, είναι η ζωή σε κατάσταση εξώθησης από τον εαυτό της.
Το σώμα του εργάτη δεν κινείται πια επειδή ζει, αλλά ζει επειδή πρέπει να κινείται ζει ως υπολειπόμενος ρυθμός μιας μηχανής που τον υπερβαίνει.
Η ζωή, μετρημένη σε ώρες, αποσπάται από την ουσία της και μετατρέπεται σε ενεργειακό υπόλειμμα, σε μετρήσιμη ποσότητα.
Η μεταζωικότητα της εργασιακής δύναμης είναι ακριβώς αυτό: η λειτουργία ενός ζωντανού όντος ως μηχανικού φορέα, το πέρασμα της βιολογίας στην τεχνική χωρίς παύση, χωρίς θάνατο, χωρίς ανάπαυση.
Η ζωή δεν σβήνει, εκτείνεται, όπως εκτείνεται το φως σε ένα ψυχρό δωμάτιο, χωρίς θερμότητα.
Η ενέργεια δεν είναι πια δύναμη, είναι τιμή.
Αυτό το γεγονός καθιστά τη ζωή όχι απλώς αλλοτριωμένη, αλλά αντιστραμμένη, ο ζωντανός είναι αυτός που αντέχει να μην είναι.
Κι αυτή η αντοχή είναι η ίδια η μορφή του θανάτου σε διαρκή λειτουργία.
*
Η Μορφή του Θανάτου.
Η εργασιακή δύναμη είναι η εικόνα του θανάτου εν λειτουργία.
Δεν πρόκειται για μεταφορά, πρόκειται για κυριολεξία.
Το σώμα, στην καπιταλιστική οικονομία, παραμένει σε κατάσταση διαρκούς αναστολής, δεν πεθαίνει, γιατί πρέπει να παράγει, αλλά ούτε ζει, γιατί η ζωή του ανήκει αλλού.
Αυτή η αναστολή είναι η αληθινή μορφή του θανάτου, όχι ως τέλος αλλά ως μηχανισμός.
Η νεκροζωντανή μορφή της εργασιακής δύναμης αποκαλύπτει ότι η κεφαλαιοκρατική ζωή δεν είναι «παραγωγική» αλλά ανασταλμένη.
Η παραγωγή υπάρχει ακριβώς επειδή ο θάνατος δεν ολοκληρώνεται, επειδή διατηρείται σε μορφή εντατικής αποσύνθεσης.
Η ζωή γίνεται διαθέσιμος θάνατος, χρόνος υπό όρους.
Ο εργάτης δεν ανήκει στον εαυτό του, όχι γιατί κάποιος του το απαγορεύει, αλλά γιατί η σχέση του με τον χρόνο του έχει ήδη υποκατασταθεί.
Η ζωή του είναι καθαρός μελλοντικός θάνατος, θάνατος που πληρώνεται, αναπαράγεται, συντηρείται για να μην καταρρεύσει η μηχανή.
Η εργασία είναι λοιπόν η τελετουργία της μη-αποσύνθεσης.
Η μορφή του θανάτου εν λειτουργία είναι το θεμέλιο της καπιταλιστικής οντολογίας.
Η ζωή δεν είναι πια υπόσχεση, αλλά προθεσμία.
Κι η εργασία δεν είναι δημιουργία, αλλά παράταση του επιτρεπτού χρόνου της φθοράς.
*
Η εργασιακή δύναμη δεν είναι ζωή, δεν είναι εργασία, είναι το όριο όπου η ζωή παύει να ανήκει στον εαυτό της.
Είναι η μορφή με την οποία ο άνθρωπος γίνεται μηχανισμός της αποκοπής του.
Το όριο αυτό δεν είναι εξωτερικό, είναι η ίδια η συνθήκη ύπαρξης του κοινωνικού σώματος.
Στην οντολογία του καπιταλισμού, η ζωή είναι το όνομα του θανάτου που παράγει.
Η εργατική δύναμη είναι η μεταιχμιακή εικόνα αυτού του παραδόξου, το πώς η ύπαρξη συνεχίζεται, όχι για να ζήσει, αλλά για να διατηρεί τη νεκρότητά της ενεργή.
***
Η Καπιταλιστική και Κρατική Οντολογία της Εργασιακής Δύναμης.
(Η Μορφή της Κυριαρχίας και η Απορρόφηση του Θανάτου).
2ο μέρος.
**
Η Κρατική Συμπύκνωση της Νεκρής Ενέργειας.
Αν η καπιταλιστική μορφή της εργασιακής δύναμης είναι η ζωή ως θάνατος εν λειτουργία, τότε το κράτος είναι το όργανο που εγγυάται τη διάρκεια αυτού του μηχανισμού.
Το κράτος δεν είναι, όπως νομίζουν οι οπαδοί του κοινωνικού συμβολαίου, «ο ρυθμιστής της ζωής», αλλά ο θεσμός της επιβίωσης.
Η κρατική εξουσία είναι η διοίκηση της ενεργειακής νεκρότητας, το σύστημα που καθιστά τον θάνατο διαχειρίσιμο και τον χρόνο της αποσύνθεσης προβλέψιμο.
Η «βιοπολιτική» μορφή του κράτους είναι, κατά βάθος, νεκροπολιτική οικονομία, το κράτος δεν φροντίζει τη ζωή, αλλά τη διάρκεια της μορφής της, δηλαδή τη διάρκεια της εργασιακής δύναμης ως μορφής θανάτου.
Αυτό σημαίνει πως το κράτος, από τη σκοπιά της καπιταλιστικής οντολογίας, δεν είναι παρά η δεύτερη φύση της ίδιας της εργασιακής δύναμης, μηχανισμός που σταθεροποιεί τη διακοπή μεταξύ ζωής και έργου, καθιστώντας την κοινωνικά επιτρεπτή, θεσμικά ανεκτή, και τεχνικά παραγωγική.
*
Το Δίκαιο ως Ακινητοποιημένος Θάνατος
Το δίκαιο, και ειδικά το εργατικό δίκαιο, δεν προστατεύει τη ζωή, αλλά κατοχυρώνει την ορθολογική λειτουργία του μη-ζωντανού.
Η «προστασία της εργασίας» είναι η θεσμική εξασφάλιση της διαρκούς αναστολής του θανάτου.
Ο μισθός, η σύμβαση, η ασφάλιση, όλα τα μορφώματα της νομικής ισορροπίας είναι μορφές του επιτρεπτού μαρασμού.
Η ζωή δεν επιτρέπεται να καταρρεύσει γιατί πρέπει να συνεχίσει να αποδίδει.
Η σταθερότητα του θανάτου είναι το αντικείμενο της νομικής κυριαρχίας.
Ο Μαρξ είδε το δίκαιο ως μορφή της αστικής ισότητας, εδώ μπορούμε να πούμε ότι είναι η ισότητα του θανάτου εν λειτουργία, η ισότητα όλων απέναντι στην υποχρέωση να συντηρούν τη νεκρή ενέργεια που τους κινεί.
*
Η Κυριαρχία ως Οργάνωση του Μηχανικού.
Η καπιταλιστική εξουσία δεν θεμελιώνεται στην επιβολή, αλλά στην οργάνωση του μηχανικού ρυθμού.
Δεν χρειάζεται πια μόνον αφέντες, γιατί ο αφέντης είναι ενσωματωμένος στην ίδια τη λειτουργία.
Η εξουσία είναι ρυθμός, πρότυπο, ροή, κανονικοποίηση της μηχανικής κίνησης.
Ο άνθρωπος δεν υπακούει, αλλά προσαρμόζεται, γιατί ο χρόνος του δεν του ανήκει.
Η κρατική οντολογία είναι η οντολογία του προσαρμοσμένου μηχανισμού: η μορφή όπου το πολιτικό μετατρέπεται σε ροή δεδομένων, και η ζωή σε διαδικασία εξισορρόπησης.
Η παραγωγή, έτσι, δεν είναι πια μόνο οικονομική διαδικασία, αλλά καθεστώς ύπαρξης.
Η παραγωγική μηχανή γίνεται μορφή του Είναι.
Και το Είναι, στον καπιταλισμό, δεν είναι τίποτε άλλο παρά η λειτουργία του μηχανικού χρόνου, ο χρόνος χωρίς σκοπό, ο χρόνος της επανάληψης, ο χρόνος της διατήρησης του μηδενός.
*
Το Κράτος ως Μεταφορέας της Νεκρής Μνήμης.
Κάθε κρατικός θεσμός είναι μια μορφή αποθήκευσης νεκρής μνήμης.
Η φορολογία, οι νόμοι, οι καταγραφές, οι στατιστικές, δεν είναι απλώς εργαλεία διοίκησης, αλλά μηχανές συντήρησης των ιχνών της αποκοπής.
Το κράτος είναι η αποθήκη των αποκομμένων χρόνων, το αρχείο των ζωών που δεν ανήκουν πια στον εαυτό τους.
Η κρατική γραφειοκρατία, λοιπόν, δεν είναι διοικητική υπερδομή, είναι το νεκροταφείο των δυνατοτήτων.
Εκεί όπου η δυνατότητα (δύναμις) καταχωρείται ως ήδη απορροφημένη από την ενέργεια (ἐνέργεια), δηλαδή από την αναγκαιότητα της απόδοσης.
*
Η Πολιτική Μορφή της Αποκοπής.
Στον καπιταλισμό, η πολιτική δεν είναι ποτέ ρήξη, είναι πάντα τεχνική της διάρκειας.
Η επανάσταση απορροφάται όχι επειδή προδίδεται, αλλά επειδή το ίδιο το υπόστρωμά της, η εργατική δύναμη είναι μορφή θανάτου, όχι μορφή ζωής.
Η πολιτική της ζωής έχει ήδη ενσωματωθεί στην πολιτική της αποκοπής.
Η δημοκρατία, ως μορφή συμμετοχής, είναι το τελετουργικό της αποδοχής του ενεργού θανάτου.
Η ψήφος, το δικαίωμα, η αντιπροσώπευση, δεν είναι τρόποι ελευθερίας, αλλά τρόποι με τους οποίους ο θάνατος μιλά τη γλώσσα της ζωής.
Η πραγματική εργατική πολιτική θα αρχίσει μόνο όταν η ζωή πάψει να είναι δύναμη, δηλαδή όταν η εργατική δύναμη πάψει να υπάρχει ως κατηγορία.
Η κατάργηση της εργατικής δύναμης - όχι η «απελευθέρωσή» της- είναι η μόνη δυνατότητα κατάργησης του κράτους.
Το κράτος δεν πέφτει μόνον με εξέγερση, εξαφανίζεται όταν η μορφή του θανάτου που το θεμελιώνει πάψει να αναπαράγεται.
*
Η Μεταπολιτική του Ζωντανού.
Αν η καπιταλιστική και κρατική οντολογία βασίζεται στη διαρκή λειτουργία της νεκρότητας, τότε η μεταπολιτική μορφή της ελευθερίας δεν μπορεί να είναι «ζωή» με την κλασική έννοια.
Η ζωή πρέπει να επανανοηθεί ως ενότητα δυνατότητας και ενέργειας, ως πράξη χωρίς διάμεσο, χωρίς αντιπροσώπευση, χωρίς αναστολή.
Η ζωή που θα διαδεχθεί την εργατική δύναμη δεν θα είναι «παραγωγική», θα είναι ενεργητικά ζωντανή,
ζωή που δεν χρειάζεται έργο, γιατί είναι ήδη το ίδιο το έργο του εαυτού της.
Αυτή η μορφή είναι το αντίθετο της κρατικής και καπιταλιστικής, δεν θα είναι διαχείριση του χρόνου, αλλά συμπύκνωση του νοήματος του χρόνου, δεν θα είναι αποθήκευση της δύναμης, αλλά διάλυση της δύναμης μέσα στην πράξη.
Ο κομμουνισμός, έτσι, δεν είναι λατρεία του θανάτου, αλλά η αναγνώριση ότι μόνο μέσα από τον θάνατο τής εργασιακής δύναμης και τής μισθωτής εργασίας μπορεί να υπάρξει η πρώτη αληθινή πράξη του ζωντανού.
*
Αν το πρώτο μέρος τού δοκιμίου μας αποκάλυψε το είναι της εργασιακής δύναμης ως μορφή θανάτου, το δεύτερο δείχνει την κρατική και καπιταλιστική διάταξη ως μηχανισμό συντήρησης αυτού του θανάτου.
Η απελευθέρωση για μας, επομένως, δεν είναι ζήτημα δικαιωμάτων ή ανακατανομής, αλλά κοινωνικής και πολιτικής οντολογικής επαναστατικής μετάβασης προς την αταξική κοινωνία μέσω τής καταστροφής τού συστήματος τής μισθωτής εργασίας.
***
Η Καπιταλιστική και Κρατική Οντολογία της Εργασιακής Δύναμης
(Η Ιεροποίηση της Οικονομικής Αναπαραγωγής και η Φαινομενική Ζωή)
3ο μέρος.
**
Ο Κλάδος της Οικονομικής Αναπαραγωγής ως Παγκόσμιο Παραγωγικό Σύστημα.
Η αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης δεν είναι πια παραπλήρωμα της παραγωγής, ούτε “οικιακή σφαίρα” ή “ιδιωτικό υπόστρωμα” της οικονομίας.
Έχει μετατραπεί σε αυτόνομο παγκόσμιο παραγωγικό κλάδο, με ίδιους ρυθμούς επένδυσης, εξειδίκευσης και κερδοφορίας.
Από τη διατροφή ως την κατοίκηση, από την ένδυση ως τον τουρισμό, από τα μέσα ψυχαγωγίας ως την ψυχοθεραπεία και τη βιομηχανία ευεξίας, ένα ολόκληρο κεφαλαιακό σύστημα εργάζεται όχι για να παράγει αγαθά, αλλά για να αναπαράγει την ίδια τη δυνατότητα της εργασίας - να συντηρεί την εργατική δύναμη ως μορφή ζωής που μπορεί να συνεχίσει να εξαντλείται.
Αυτό το τεράστιο υποσύστημα αποτελεί την οργανωμένη φαινομενικότητα της ζωής, το σημείο όπου η ψευδαίσθηση της πληρότητας αντικαθιστά την εμπειρία της ύπαρξης.
Οι “καλές συνθέσεις” του είναι ψευδο-οργανικές, προϊόντα ελεγχόμενης φθοράς.
Η βιομηχανία της διατροφής, για παράδειγμα, δεν “τρέφει”· ρυθμίζει τη φθορά, υπολογίζει θερμίδες, προδιαγράφει διάρκεια και απόδοση.
Το ίδιο και η ένδυση, δεν προστατεύει το σώμα, το επιδεικνύει ως “διαθέσιμο” στο βλέμμα της αγοράς.
Η κατοίκηση δεν είναι πια στέγη αλλά μηχανή επαναφόρτισης της ικανότητας, ενώ η ψυχαγωγία δεν είναι ανάπαυση αλλά επαναληπτική εκγύμναση της κατανάλωσης.
Όλες αυτές οι λειτουργίες συγκλίνουν στη συντήρηση μιας ζωής που δεν ανήκει στον εαυτό της, μιας ζωής που λειτουργεί ως ψευδής ολότητα.
Το “πολιτισμικό εμπόρευμα” - από τη διαφήμιση και το design έως τον κινηματογράφο, το τραγούδι, την αισθητική του σώματος - δεν είναι παρά η ιδεολογική επένδυση αυτής της ψευδούς ολότητας, η γλώσσα μέσα από την οποία η αποκοπή παρουσιάζεται ως φυσικότητα.
Ο κλάδος της αναπαραγωγής τής εργασιακής δύναμης είναι έτσι το μεγαλύτερο υποσύστημα του παγκόσμιου κεφαλαίου, ένα σύστημα παραγωγής ψευδαίσθησης ζωής.
Ό,τι παλιά ήταν περιθώριο της εργασίας (ο χρόνος ξεκούρασης, η οικιακή οικονομία, η πολιτιστική έκφραση) έχει γίνει κύρια παραγωγική δύναμη, όχι γιατί παράγει αξία καθαυτή, αλλά γιατί παράγει μορφές επιβίωσης.
Πίσω από τις “καλές συνθέσεις”, τη σωστή διατροφή, την άνετη κατοικία, την ηθική κατανάλωση, κρύβεται μια κακή σύνθεση του κόσμου, ένας μηχανισμός όπου η ζωή εξομοιώνεται με τη δυνατότητα να συνεχίζει να αγοράζει χρόνο.
Η φαινομενική ζωή, που προβάλλεται ως “ολιστική”, “πράσινη”, “ανθεκτική”, είναι στην ουσία η παγκόσμια αισθητική της νεκρής ενέργειας.
Ολόκληρος ο κλάδος της αναπαραγωγής λειτουργεί ως μηχανή που παράγει εικόνες ζωής, ενώ οργανώνει την καθολική παγίωση της αποκοπής.
Στο σημείο αυτό, η οικονομία, η αισθητική και η βιοπολιτική ταυτίζονται.
Το φαγητό, η κατοικία, η ένδυση, η ψυχαγωγία - όλα μετατρέπονται σε εκδοχές ενός ίδιου προϊόντος, της ψευδαίσθησης ότι ζούμε.
Η αναπαραγωγή, αντί να αντισταθεί στην παραγωγή, έχει γίνει η πιο καθαρή μορφή της, το σύστημα της επιβίωσης που ντύνεται με τα χρώματα της ζωής.
*
Η «Καλή Αναπαραγωγή» τής Εργασιακής Δύναμης και τής Ζωής ως Νέα Θρησκεία.
Όσο το κεφάλαιο χάνει τη δύναμή του να υπόσχεται πρόοδο, τόσο ιεροποιεί τη διατήρηση.
Η ζωή δεν παρουσιάζεται πια ως πάλη, αλλά ως φροντίδα του εαυτού, η επανάσταση μεταφράζεται σε “κοινότητα”, η άρνηση σε “θεραπεία”.
Οι μετα-φεμινιστικές και μετα-εργασιακές θεωρίες, από τη Federici έως τη Weeks, οικοδομούν γύρω από την αναπαραγωγή ένα νέο θεολογικό πλαίσιο, εκεί όπου παλιά λατρευόταν η παραγωγή, τώρα λατρεύεται η “ζωή που συνεχίζεται”.
Όμως αυτή η ζωή δεν είναι αρχή, είναι διοικητικό κατάλοιπο.
Η φροντίδα δεν είναι αντι-παραγωγή, είναι η ήπια μορφή της παραγωγικότητας, η διαχείριση της φθοράς με συναισθηματικούς όρους.
Η αναπαραγωγή γίνεται η νέα θρησκεία του κεφαλαίου, λατρεύει την επιβίωση, όχι τη ζωή.
Η “καλή αναπαραγωγή” υπόσχεται αντίσταση, αλλά προσφέρει απλώς διαρκή λειτουργία.
Εκεί όπου το κεφάλαιο είχε ανάγκη μόνον την πειθαρχία, τώρα χρειάζεται και την επιμέλεια.
Η “φροντίδα” αντικαθιστά την εξουσία, και η “συμμετοχή” την υπακοή.
Το αποτέλεσμα είναι μια παγκόσμια ενοποίηση της νεκρής ενέργειας υπό το σημείο της συμπόνιας, η καλοσύνη γίνεται κοινωνική οργάνωση, ο χρόνος της αποκατάστασης γίνεται χρόνος παραγωγής,
κι ο θάνατος μαθαίνει να χαμογελά.
*
Από τη Μητρότητα στη Διαθεσιμότητα.
Η αναπαραγωγή ήταν πάντοτε το μεταίχμιο μεταξύ του βιολογικού και του κοινωνικού.
Στον καπιταλισμό, γίνεται ο τόπος όπου η φθορά οργανώνεται.
Από τη μητρότητα έως την περίθαλψη, από το σχολείο έως το γραφείο, ολόκληρη η κοινωνία μετατρέπεται σε κύκλωμα διατήρησης της διαθεσιμότητας.
Η ζωή δεν αναπαράγεται πια ως οργανική συνέχεια, αλλά ως διοικητική επανεκκίνηση.
Η “ξεκούραση” είναι προγραμματισμένο downtime, η “άδεια” είναι μετρημένη αναστολή παραγωγικότητας.
Η φροντίδα των σωμάτων, των παιδιών, των γερόντων, των ασθενών, είναι ανακύκλωση της φθοράς, όχι υπέρβασή της.
Η ζωή “συντηρείται” για να μπορεί να επανεισάγεται στο σύστημα των όρων.
Η αναπαραγωγή είναι η αθέατη πλευρά του ίδιου μηχανισμού που τυπικά λέγεται εργασία.
Η φαινομενικά “άτυπη” εργασία της φροντίδας -όπως την προβάλλει η νέα ανθρωπιστική Αριστερά- είναι στην πραγματικότητα το καθαρότερο σημείο της πειθαρχίας: εκεί όπου η υπακοή γίνεται συναισθηματική, και η αναγκαιότητα ηθική.
Η φροντίδα οργανώνει τη φθορά ώστε να μη φαίνεται, μετατρέπει την εξάρτηση σε “σχέση”, την υποχρέωση σε “ευαισθησία”.
Έτσι ο μηχανισμός επιβιώνει μέσα στη μορφή του ανθρώπινου.
*
Η Αυτονόμηση της Αναπαραγωγής.
Το θεωρητικό πρόγραμμα της “αυτονόμησης της αναπαραγωγής” προβάλλει ως λύση την ίδια του την παγίδα.
Η αναπαραγωγή δεν μπορεί να γίνει αυτόνομη, γιατί είναι ο τρόπος με τον οποίο ο μηχανισμός αυτονομείται.
Η αυτονόμηση της φροντίδας, των “κοινών”, της “κοινότητας αναπαραγωγής” δεν αποσπάται από το κεφάλαιο, το εξυψώνει σε θεολογικό πλαίσιο επιβίωσης.
Η ζωή μετατρέπεται σε δυνητικότητα, η δυνητικότητα σε δυνατότητα επανένταξης, κι έτσι η ίδια η “αντίσταση” παράγει αξία, ενέργεια, νόημα.
Ο άνθρωπος δεν προσφέρει εργασία, προσφέρει συμμετοχή, μια νέα, ήπια μορφή υποχρέωσης.
Η “συμμετοχική φροντίδα” είναι η κρατική αναπαράσταση της κοινότητας, η συλλογική μορφή της νεκρής ενέργειας που αυτοαναπαράγεται με μουσική υπόκρουση.
Η αυτονόμηση της αναπαραγωγής είναι λοιπόν το τελευταίο στάδιο της απορρόφησης του θανάτου, όταν η ζωή πιστεύει ότι θεραπεύει τον εαυτό της, ενώ στην πραγματικότητα συντηρεί το επιτρεπτό της τέλος.
Αυτός είναι ο πραγματικός μηχανισμός του νεοφιλελεύθερου ανθρωπισμού.
Η κοινωνία θεραπεύει τη φθορά μόνο για να τη διατηρεί λειτουργική.
**
Η Φαινομενική Ζωή.
Όταν η αναπαραγωγή καθίσταται αυτοτελής, τότε ολόκληρη η ζωή μεταμορφώνεται σε σκηνή φαινομενικότητας.
Η εργασία συνεχίζεται χωρίς εργασία, η φθορά χωρίς πόνο, η εξάρτηση χωρίς καταναγκασμό.
Η κοινωνία των φροντίδων είναι το τελευταίο στάδιο του κοινωνικού μηχανισμού, ο θάνατος μεταμφιεσμένος σε κοινότητα, η αποκοπή βαμμένη στα χρώματα της εγγύτητας.
Η “ευημερία” είναι η σταθεροποίηση της φθοράς, το δικαίωμα στη ζωή είναι το δικαίωμα στην προθεσμία.
Η φαινομενική ζωή είναι το όνομα της παγκόσμιας ενοποίησης του κεφαλαίου, κανείς δεν ζει, αλλά όλοι διατηρούνται.
Η αναπαραγωγή, στην πλήρη της κυριαρχία, παράγει την ψευδαίσθηση του ζωντανού.
Η φθορά γίνεται πολιτισμός, η επιβίωση ηθική, η απώλεια συναισθηματική αξία.
Ό,τι κάποτε ήταν ο καθεδρικός της εργασίας, είναι τώρα το άσυλο της ζωής.
Το κεφάλαιο δεν χρειάζεται πλέον εργάτες, χρειάζεται ανθεκτικούς.
*
Προς μια Κριτική της Ιερότητας τού Κλάδου Αναπαραγωγής τής εργασιακής Δύναμης.
Η αντίσταση δεν μπορεί να βρεθεί μέσα στην αναπαραγωγή, όπως δεν μπορεί να βρεθεί η ελευθερία μέσα στη διοίκηση.
Η “καλή ζωή” είναι ακόμη μορφή διαχείρισης, και η “αξιοπρέπεια” ακόμη μορφή ένταξης.
Η απελευθέρωση δεν είναι η εξύψωση της ζωής, αλλά η κατάργηση του συστήματος που καθιστά τη ζωή εμπόρευμα και υποχρέωση.
Η αληθινή ζωή δεν θα είναι θετική, ούτε ευτυχής.
Θα είναι η παύση της αναγκαιότητας της φροντίδας, η στιγμή όπου το σώμα δεν θα αποδεικνύει τίποτα, όπου η ύπαρξη δεν θα χρειάζεται να νομιμοποιείται ως “παραγωγική”, ΄΄ανθεκτική”, ή “αναπαραγωγική”.
Θα είναι ενότητα δυνατότητας και πράξης, χωρίς διάμεσο, χωρίς μεσολάβηση, χωρίς έργο.
Ο κομμουνισμός δεν είναι η αποθέωση της ζωής, είναι η έξοδος από τη διοίκηση του ζωντανού.
Η κατάργηση της εργασιακής δύναμης και της αναπαραγωγικής ιερότητας είναι η πρώτη πράξη του ζωντανού, η μόνη πράξη που δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνεται, γιατί δεν θα έχει πια τίποτα να συντηρεί.
**
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου