Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Η εργατική δύναμη ως καθαυτή χωροποίηση. Απόσπαση του δυνάμει από την κοινωνική ἐνέργεια.

Θέση.
Εδώ δεν ορίζουμε την εργατική δύναμη ως «ζωντανό δυναμικό ζωής».
Την ορίζουμε ως μια ξεχωριστή και αποκολλημένη δυνατότητα.
Είναι το δυνάμει που υπάρχει μόνο σε σχέση με το ὅλον της κοινωνικής παραγωγής η οποία βρίσκεται ἐν ἐνεργείᾳ.
Αυτή η αποκοπή δεν είναι απλώς συνθήκη.
Είναι η ίδια η μορφή της εργατικής δύναμης ως εμπορεύματος.
Με άλλα λόγια, η εργατική δύναμη δεν «περιβάλλεται» μόνον από χωρικές διατάξεις που την διαλειτουργούν ως «εργατική δύναμη εμπόρευμα» ή «εργατική δύναμη υπό [κρατική] επίταξη».
Είναι αυτή καθεαυτή η κοινωνική/οικονομική ιστορική πράξη χωροποίησης που αποσπά το εργασιακό δυνάμει από την κοινωνική εργασιακή ενέργεια, το κλείνει σε μετρήσιμα «τμήματα» και το κάνει ανταλλάξιμο.
*
Πώς συντίθεται αυτή η χωροποίηση.
Η αποκοπή επιτελείται από θεσμούς, σχέσεις και τεχνικές που χαράσσουν σύνορα ανάμεσα στο ὅλον της παραγωγής και στο αποσπασμένο δυνάμει:
Ιδιοκτησία και συμβόλαιο.
Ορίζουν τον φορέα ως πωλητή μιας ικανότητας και όχι ως συν-φορέα της συνολικής κοινωνικής ενέργειας.
-
Χρόνος-ωράριο.
Μετατρέπει το δυνάμει σε διακριτά «κουτιά» χρόνου.
-
Χώρος-οργάνωση.
Θέσεις, βάρδιες, ρόλοι, πλατφόρμες.
Η δυνατότητα καρφώνεται σε θέσεις, ώστε να αποτιμηθεί.
-
Καθεστώτα υπηκοότητας, φύλου, μετανάστευσης.
Νομιμοποιούν ποια δυνατότητα μπορεί καν να αποτιμηθεί και με ποιους όρους.
-
Η χωροποίηση λοιπόν είναι το πρωτόκολλο που κάνει δυνατή την αγορά-πώληση.
Δεν προηγείται η «φυσική» ικανότητα και έπειτα η μέτρησή της.
Η εμπορευματική μορφή συγκροτεί την ικανότητα ως αποσπασμένη δυνατότητα.
*
Ο ιδιόμορφος ορισμός του εμπορεύματος «εργατική δύναμη».
Στον κλασικό μαρξικό ορισμό, η εργατική δύναμη έχει αξία χρήσης ικανή να παράγει περισσότερη αξία από την ανταλλακτική της αξία.
Συμπληρώνουμε: η εργατική δύναμη έχει μια δεύτερη ιδιαιτερότητα.
Η ίδια η ύπαρξή της ως εμπορεύματος είναι μια χωρική συστολή του σώματος-δυνατότητας.
Πρόκειται για κοινωνικά παραγόμενη αναδίπλωση που κρατά το δυνάμει κλειστό, ώστε να μετριέται και να ανταλλάσσεται.
Ο μισθός, το συμβόλαιο και το ωράριο δεν απλώς «ανταμείβουν» μια προϋπάρχουσα ικανότητα.
Διατηρούν σε ισχύ την απόσπασή της από το ὅλον.
Άρα, η «αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης» δεν είναι μόνο τροφή-στέγη-ανάπαυση.
Είναι αναπαραγωγή της ίδιας της απόσπασης, της θέσης μας ως πωλητών μιας αποκομμένης δυνατότητας.
*
Το θεωρητικό αδιέξοδο και η έξοδος.
Τίθεται το ερώτημα: η εργατική δύναμη παράγεται ή μόνο αναπαράγεται;
Αν πούμε «μόνο αναπαράγεται», τότε ο κοινός ορισμός της αξίας ως προϊόν αποκλειστικά της παραγωγής ραγίζει.
Για να μην καταρρεύσει η θεωρία, χρειαζόμαστε έναν διπλό νόμο της αξίας:
Νόμος παραγωγικής αξίας:
Μετρική του κοινωνικά αναγκαίου παραγωγικού χρόνου.
Ρυθμός δημιουργίας νέας αξίας υπό δεδομένη τεχνική, οργάνωση, ένταση.
Νόμος αναπαραγωγικής αξίας:
Μετρική του κοινωνικά αναγκαίου αναπαραγωγικού χρόνου.
Το ελάχιστο σύνολο όρων με το οποίο αναπαράγεται η αποκοπή: το αποσπασμένο δυνάμει, ως εμπορεύσιμο.
Οι δύο μετρικές είναι ετερογενείς.
Ο καπιταλισμός τις «γεφυρώνει» με τελεστές μετατροπής:
W (μισθός): χαρτογραφεί την αναπαραγωγική μετρική σε χρηματικό ισοδύναμο.
P (τιμή): χαρτογραφεί την παραγωγική μετρική σε τιμές πώλησης.
Τ (μεταβίβαση): σπρώχνει κόστη αναπαραγωγής εκτός μισθού, σε απλήρωτη φροντίδα, δημόσιες υποδομές, περιβάλλον, εφεδρείες εργασίας.
C (πίστωση χρόνου): μεταθέτει αναπαραγωγές στο μέλλον μέσω χρέους, ενοικίου, αποτιμήσεων γης.
*
Πού «πηγαίνει» η υπεραξία.
Αν όλα μετριούνται μόνο ως αναπαραγωγή, το ισοζύγιο φαίνεται να κλείνει.
Όμως η χαρτογράφηση από την αναπαραγωγή στον μισθό (W) και από την παραγωγή στην τιμή (Π), σε συνδυασμό με τις μεταβιβάσεις (Τ) και την πίστωση (C), είναι ασύμμετρη.
Η υπεραξία προκύπτει ως η διαφορά ανάμεσα στην αξία που αποτιμάται στη μετρική της παραγωγής και στην αξία που αναγνωρίζεται στη μετρική της αναπαραγωγής, μετά τις μετατροπές W, P, Τ, C.
Αν οι δύο μετρικές συνέπιπταν και οι τελεστές ήταν ισομετρικοί, η υπεραξία θα μηδενιζόταν.
Ιστορικά, δεν συμβαίνει.
*
Κρίση ως ρήγμα μεταξύ των δύο μετρικών.
Κρίση έχουμε όταν η απόκλιση των μετρικών γίνεται μη βιώσιμη. Όταν η αναπαραγωγή ακριβαίνει (στέγη, ενέργεια, φροντίδα, χρόνοι μετακίνησης) ή όταν η παραγωγικότητα επιταχύνεται πέρα από τα όρια συμπίεσης του αναπαραγωγικού.
Τότε επιβάλλονται νέες αναδιπλώσεις χώρου και χρόνου για να ανοίξει ξανά το «ψαλίδι».
Οι αναδιαρθρώσεις εργασιακού δικαίου, τα καθεστώτα πλατφόρμας, οι ζώνες εξαίρεσης και το χρέος νοικοκυριών λειτουργούν ακριβώς έτσι.
*
Πολιτικές συνέπειες.
Αγώνας μόνο για μισθό σημαίνει ότι αποδεχόμαστε ως δεδομένο τον τελεστή W, ενώ αφήνουμε ανέγγιχτους τους P, Τ και C.
Η πάλη για στέγη, ενέργεια, δημόσια φροντίδα, μικρότερους χρόνους μετακίνησης, δικαιώματα εγγύτητας και καθεστώτα κατοικίας, στοχεύει τον νόμο αναπαραγωγικής αξίας στην καρδιά του.
Η διαφάνεια και κοινωνικοποίηση των πρωτοκόλλων τιμολόγησης, των αλγορίθμων απόδοσης και των αλυσίδων εφοδιασμού αποδυναμώνει τον τελεστή P.
Οι ρήξεις με το καθεστώς χρέους και γης στοχεύουν τον τελεστή C.
Το κρίσιμο είναι να σπάσει η απόσπαση: να χαλαρώσει και μετά (στην μετα-καπιταλιστική/μετα-κρατιστική κοινωνία) να καταργηθεί η χωροποίηση που κρατά το δυνάμει κλειστό ως εμπόρευμα ή ως επιτάξιμο.
*
Η εργατική δύναμη, όπως τη σκεφτόμαστε εδώ, δεν είναι γενικό «ζωντανό δυναμικό».
Είναι το δυνάμει ως αποκοπή από την κοινωνική ἐνέργεια, δηλαδή η ίδια η χωροποίηση που κάνει το δυναμικό μετρήσιμο και ανταλλάξιμο.
Για να διασωθεί ο μαρξικός πυρήνας χωρίς λογικά ρήγματα, χρειαζόμαστε έναν διπλό νόμο της αξίας και μια θεωρία των τελεστών μετατροπής.
Εκεί φωτίζεται ξανά η υπεραξία ως ασυμμετρία μεταξύ παραγωγής και αναπαραγωγής.
Εκεί επίσης γίνεται ορατή η κεντρική πολιτική εργασία: η αποδιάρθρωση των μορφών που παράγουν την αποκοπή.
Δηλαδή, η επανασύνδεση του δυνάμει με την κοινωνική ἐνέργεια πέρα από τα σύνορα χώρου και χρόνου που σήμερα το κρατούν εμπόρευμα.
 
Ιωάννης Τζανάκος
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου