Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

Η έννοια τής παραγωγής..

 
 
Μεταφέρω την ανάλυση του Δημήτρη Τζωρτζόπουλου στο -απολύτως απαραίτητο- βιβλίο του «Η εγελιανή Άσκηση της Φιλοσοφίας» (εκδ.Αντ.Ν.Σάκκουλα) στο κεφάλαιο: 
«Η εγελιανή Λογική της ουσίας και το αυτοκινούμενο σύστημα του κεφαλαίου στα Grundrisse» -σελ.169-175
 
«Ο Μαρξ, αναλύοντας κριτικά τις προγενέστερες οικονομικές θεωρίες καθώς και τις καπιταλιστικές οικονομικές σχέσεις στην Αγγλία και σε άλλες χώρες, εργάζεται πάνω στο σύστημα συγκεκριμένων οικονομικών κατηγοριών και προς τούτο χρησιμοποιεί κατηγορίες ή προσδιορισμούς, που απασχόλησαν τον Χέγκελ συστηματικά στο δεύτερο βιβλίο της Επιστήμης της Λογικής του, στη Λογική της ουσίας, χωρίς να αποκλείονται και τα άλλα κεφάλαια. Πρώτο μέρος:  
Η ουσία ως ανασκόπηση μέσα σ'αυτήν την ίδια...πρώτο κεφάλαιο:  
Η εμφάνεια και δεύτερο κεφάλαιο: οι ουσιότητες ή οι προσδιορισμοί[=κατηγορίες]ανασκόπησης. 
Τούτη η μαρξική εφαρμογή της εγελιανής διαλεκτικής δεν έχει μόνο το νόημα ότι στα Grundrisse μπορούν να κατανοηθούν γενικές κατηγορίες αυτοκίνησης, όπως η τελευταία παριστάνεται απο τον Χέγκελ, αλλά και ότι αποσαφηνίζεται περαιτέρω η κατανόηση της εγελιανής εξέλιξης της σκέψης. 
Με δεδομένη την προσήλωση του Μαρξ στο να κατανοήσει το κεφάλαιο ως ένα αυτοκινούμενο σύστημα παραγωγής, που ανέκυψε κάτω από καθορισμένους ιστορικούς όρους και το οποίο παράγει το ίδιο τους όρους υπέρβασης του, επαληθεύει την εγελιανή Λογική της Ουσίας, από πλευράς μεθόδου, ως διαλεκτική θεώρηση της ανθρώπινης πραγματικότητας σε εναντίωση προς κάθε απόπειρα θεολογικής της πρόσληψης. 
Η ουσία προσδιορίζεται στην εγελιανή επιστήμη της Λογικής ως ανασκόπηση εντός εαυτού..δηλαδή «ως η ολοκληρωμένη επάνοδος του Είναι στον εαυτό του». 
Από εδώ προκύπτει πρωτίστως πως η ουσία παριστάνεται στην καθαρή της μορφή, ήτοι σε πλήρη ανεξαρτησία από τις μορφές εμφάνισής της, και με βάση αυτή την προϋπόθεση «γίνεται θεμέλιο και μεταβαίνει στην ύπαρξη και στο φαινόμενο». 
Παρόμοια σκέπτεται και ο Μαρξ, όταν από αφορμή την ανάλυση του κεφαλαίου του χρήματος δεν χάνει από την οπτική του την επεξεργασία των αφηρημένων κατηγοριών της αστικής διαδικασίας παραγωγής: εμπόρευμα και χρήμα. 
Με βάση την επεξεργασία αυτή «το χρήμα δεν είναι παρά η αποσπασμένη από την υπόσταση των εμπορευμάτων ανταλλακτική αξία και οφείλει την προέλευσή του αποκλειστικά στην τάση αυτής της ανταλλακτικής αξίας να θέτει τον εαυτό της στην καθαρή του μορφή»...
Από καθαρά λογική άποψη, η κατανόηση της ουσίας του χρήματος είναι αποτέλεσμα της γνωσιακής διαδικασίας αυτού τούτου του Είναι του [της (ανταλλακτικής του) αξίας], όπως στον Χέγκελ η ουσία είναι ένα διαμεσολαβημένο αποτέλεσμα της γνωσιακής διαδικασίας που δεν είναι εξωτερική στο Είναι, αλλά ανήκει στην ίδια του τη φύση: «το Είναι εσωτερικεύεται μέσω της εαυτού φύσης του και [...] μέσω αυτού του εντός εαυτού βαίνειν γίνεται ουσία». 
Αυτό το εντός εαυτού βαίνειν υποδηλώνει, για τον Χέγκελ, το μετα-βαίνειν του Είναι στην ουσία..πρόκειται για το μετα-βαίνειν του ίδιου του Είναι απο μια διάσπαρτη και ασυλλόγιστη εξωτερικότητα σε μια εσωτερική μετα-μόρφωση, δηλαδή σε μια μεθοδική σχέση γνωριμίας και επικοινωνίας (=μέθεξης) με τον εαυτό του, κατά την  οποία αρνείται οποιαδήποτε απολίθωση ή ακινησία σε ένα τόπο επέκεινα της Λογικής σκέψης και έτσι δημιουργεί τους όρους για να εκφράσει αυτό που γίνεται μέσα του σε συνδυασμό με το έξω του....»

Ο συγγραφέας Δ.Τζωρτζόπουλος συνεχίζει πιο συγκεκριμένα την ανάλυση της συσχέτισης του εγελιανού προσδιορισμού της ουσίας με την μαρξική μέθοδο:

«Εμμένοντας στον ορθολογικό πυρήνα της μυστικοποιημένης  από τον Χέγκελ αυτοκίνησης της σκέψης κατά τον ρυθμό της μετάβασης από την μια λογική κατηγορία στην άλλη, ο Μαρξ συναρθρώνει τις διάφορες μορφές της μετάβασης των οικονομικών κατηγοριών, με βάση «την πραγματική διαμεσολάβηση»  και «την εσωτερική συνάφεια των σχέσεων παραγωγής διανομής και κυκλοφορίας». 
Έτσι προτάσσει ως βασική προϋπόθεση ανάμεσα στα άλλα, για να πραγματοποιηθεί η μετάβαση στις αστικές σχέσεις παραγωγής, την κίνηση του χρήματος ως κεφάλαιο..
Η κίνηση , την οποία φέρνει σε πέρας το χρήμα ως κεφάλαιο, μπορεί να κατανοηθεί με όρους της εγελιανής μεθόδου ανάλυσης της ουσίας, ως αυτοκίνηση. 
Αφετηρία της κατανόησης αποτελεί η εξήγηση του τρόπου, με τον οποίο η αξία αναδεικνύεται ή αποδεικνύεται ως ειδικό αρνητικό στοιχείο ή ως η αρνητική δύναμη του συστήματος του κεφαλαίου καθώς και του τρόπου, με τον οποίο η εργασία που παράγει την αξία προκύπτει ως ειδική πράξη αυτοάρνησης του συστήματος του κεφαλαίου.   
Στα Grundrisse ο Μαρξ αναπτύσσει μια προβληματική για την αξία, σύμφωνα με την οποία η τελευταία ανάγει την ουσία της ή την υπόστασή της στην αφηρημένη εργασία»..   

Η διαφοροποίηση μας από την εγελομαρξική δια-μεσολάβηση της έννοιας της αφηρημένης εργασίας, και η διαφοροποίησή μας από την κριτική πραγμάτευση από μέρους του Μαρξ αλλά και του Χέγκελ της κίνησης του «άμεσου» σε «διαμεσολαβημένο», θα μπορούσε παραδόξως να στηριχθεί σε μια παράδοση που εγγράφεται εντός του ίδιου του μαρξικού έργου, εννοώ πρωτίστως στα Grundrisse, όπου η αυτονομημένη κίνηση των συγκεκριμένων διεργασιών της παραγωγικής διαδικασίας σε συνάφεια προς την αφαιρετικοποίηση των διανοητικών-γλωσσικών διεργασιών, δημιουργεί το γενικό-οντολογικό πλαίσιο τής αστικής αλλά και γραφειοκρατικής εποχής:

«Όταν λοιπόν γίνεται λόγος για παραγωγή, ο λόγος είναι πάντα για παραγωγή σε μια καθορισμένη βαθμίδα κοινωνικής εξέλιξης-για την παραγωγή κοινωνικών ατόμων. 
Θα μπορούσε λοιπόν να νομίσει κανείς πως για να μιλήσουμε καν για παραγωγή πρέπει είτε να παρακολουθήσουμε την ιστορική εξελικτική διαδικασία στις διάφορες φάσεις της, είτε να δηλώσουμε από την αρχή ότι πραγματευόμαστε μια καθορισμένη ιστορική εποχή, για παράδειγμα τη σύγχρονη αστική παραγωγή, που είναι πραγματικά το καθαυτό μας θέμα. 
Όμως όλες οι εποχές της παραγωγής έχουν ορισμένα κοινά γνωρίσματα, κοινούς προσδιορισμούς. 
Η παραγωγή γενικά είναι αφαίρεση, αφαίρεση όμως λογική, στο μέτρο που πραγματικά προβάλλει, εντοπίζει το κοινό στοιχείο και μας απαλλάσσει έτσι από την επανάληψη. Ωστόσο τούτο το γενικό, το ξεχωρισμένο με τη σύγκριση κοινό στοιχείο είναι κι αυτό πολλαπλά διαρθρωμένο, και διαχωρίζεται σε διάφορους προσδιορισμούς..» [Κ.Μαρξ-Grundrisse-μεταφρ. Διονύσης Δρίβαρης/τόμος 1ος, σελ..54]
 
Η ταυτότητα-διαφορά των προσδιορισμών: παραγωγή-διανομή-κατανάλωση-ανταλλαγή, στο κορυφαίο σε σημασία 1ο κεφάλαιο-εισαγωγή- των Grundrisse, εξετάζεται με μιαν οριακή άρση της εγελιανής έννοιας της διαλεκτικής Ολότητας, εφόσον ενώ κρίνεται ως μεταφυσική στο βαθμό που εννοείται από τον Χέγκελ ως μια ταυτοτική Ολότητα, ταυτόχρονα κρίνεται ως διαλεκτική-συγκεκριμένη στο βαθμό που επιτρέπει την ανάδυση της πολλαπλότητας των ιστορικο-υλικών καθορισμών και την θεωρητική ανάδυση της ιστορικής Ολότητας της παραγωγής ως μη-ταυτοτικής, παρά την διατήρηση: της θεωρητικής αφαίρεσης της Ολότητας, αλλά ίσως και της πραγματικής της υποστασιοποίησης σε μια μακροσκοπική διάσταση. 
Η παραγωγή εν γένει, αντιμετωπίζεται κριτικά-καχύποπτα, αλλά και θετικά-διαλεκτικά με την προϋπόθεση πως η κριτική καχυποψία προηγείται λογικά. 
Όλη η ιστορία του μαρξισμού, όχι μόνον ως θεωρίας επαναστατικής κριτικής της (αστικής-γραφειοκρατικής) πολιτικής οικονομίας, αλλά και ως θεωρίας επαναστατικής κριτικής της (αστικής-γραφειοκρατικής) κοινωνικής Ολότητας, βρίσκεται εντός αυτής της θεμελιωτικής πραγμάτευσης. 
Η έννοια της εγελιανής καθορισμένης άρνησης, όπως άρθηκε διαλεκτικά στην μαρξική εκδοχή της, δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο ανα-στοχασμού παρά μόνον στην βάση της θεωρητικής κριτικής της αστικής σχέσης των μερικών καθορισμών της παραγωγής, και ως τέτοια έχει ήδη γίνει, μόνον όμως από την πλευρά της κριτικής του Μαρξ προς την εγελιανή ταυτοτική ολότητα, και από την ριζοσπαστικοποιημένη περισσότερο κριτική στον Μαρξ, απ' αυτούς που τον κατηγόρησαν πως δεν ξέκοψε από την ταυτοτική Ολότητα του «πατρός» του. 
Η κριτική στην θεωρία της αξίας, αλλά και στην αφηρημένη εργασία-αξία παρήχθη ως μαρξική κριτική και ως κριτική στον Μαρξ, μετά τον Μαρξ, δια ενός ριζοσπαστικοποιημένου Μαρξ. 
Αδιέξοδος δρόμος που παρήχθη ήδη από τον Μαρξ, και την κριτική του στον Χέγκελ. 
Όχι λογικά αδιέξοδος δρόμος, αλλά φιλοσοφικά, πολιτικά και υπαρκτικά αδιέξοδος δρόμος, αν και μπορεί ένα αδιέξοδο να συνοδεύει μια νέα κοινωνία ως το ρυθμιστικό της μέτρο: 
Μόνον η επιστροφή στην ποιοτικά συγκεκριμένη παραγωγή, μπορεί να άρει την  αναντίστρεπτη πρόσδεσή μας στην αφηρημένη εργασία-αξία, αλλά δεν μπορεί να άρει την εξελικτική μας πορεία, με τις αλλοτριωτικές εκτροπές της. 
Ο κομμουνισμός του μέλλοντος δεν μπορεί παρά να οξύνει την κυριαρχία της διαμεσολαβητικής εργασίας, και της κοινωνικής αφαίρεσης σε ένα ριζικά ανώτερο επίπεδο. 
Η καταπολέμηση της υλικής αθλιότητας των άμεσων παραγωγών, σημαίνει την περαιτέρω υπέρβαση της άμεσης παραγωγής και την ιστορική ολοκλήρωσή της ως κοινωνικής παραγωγής. 
Η καθορισμένη άρνηση της καπιταλιστικής παραγωγής, δεν μπορεί παρά να είναι καθορισμένη από την προϋπάρχουσα άρνηση της άμεσης παραγωγής από την κοινωνικά διαμεσολαβημένη παραγωγή. 
Η θέση που παράγει την καθορισμένη άρνηση της καπιταλιστικής παραγωγής είναι η παραγωγή ως γενική παραγωγή, ως τεχνικοποιημένη παραγωγή, ως αφηρημένη παραγωγή, ως δημιουργική παραγωγή, ως ύλη διευθυνόμενη καθολικά από την σκέψη..

 

Ιωάννης Τζανάκος

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου