Δευτέρα 1 Μαρτίου 2021

Οι παγίδες τής παγκόσμιας ιεραρχικής πυραμίδας. Οι αυτοκρατορίες τού θανάτου.

 
[1]
Ορίσαμε σε κείμενα μας, σχηματικά, τη δομή -και την αρχική αναγκαιότητα- του αντανακλαστικού «αντιστροφικού» ετεροκαθορισμού των καταπιεσμένων υποκειμένων από την εκάστοτε εκμεταλλευτική κυριαρχία που τα υπάγει στην άμεση εξουσία της. 
Το «πρόβλημα» της εν λόγω δομής εκφράζεται στα σύγχρονα κοινωνικά-ταξικά αποτελέσματά της, όταν αναδύεται ιστορικά η παραγωγή μη καπιταλιστικών μεν αλλά εκμεταλλευτικών κοινωνιών, ακριβώς μέσω της ταυτόχρονα εξομοιωτικής-και-αντιστροφικής άρνησης της καπιταλιστικής κοινωνίας από την εργατική τάξη και τα διανοούμενα/γραφειοκρατικά στρώματα.
Μια ειδικότερη -οντολογικά στενότερη αλλά εξίσου αδιέξοδη- μορφή ετεροκαθορισμένης αντιστροφής μιας καταπιεστικής ιεραρχικής δομής σχετίζεται με την εθνική/εθνοκρατική μορφή κυριαρχίας. 
Το έθνος (nation), σε διάκριση από την εθνοτική ομάδα/εθνότητα (ethnicity, ethnic group), συνιστά ιεραρχικό καταπιεστικό μηχανισμό που αποκρυσταλλώνεται σε κράτος. 
Αφομοιώνοντας και αλλοτριώνοντας -με επιθετικούς και συναίνεσης τρόπους- ετερογενή εθνοτικά στοιχεία μέσω μιας κυρίαρχης εθνοτικής ομάδας, εκφράζει πάντοτε μια κυρίαρχη εκμεταλλευτική τάξη (όντας μέρος της) ως σχετικά αυτόνομος βραχίονάς της, που δύναται να αυτονομηθεί περισσότερο έως και να συγκροτήσει τον κύριο κορμό της άρχουσας τάξης.\
Το πεδίο «τέλεσης» αλλά και «εγκλωβισμού» της ταξικής πάλης στη σύγχρονη καπιταλιστική και γραφειοκρατική εποχή -και όχι μόνο- είναι το έθνος/\έθνος-κράτος.

Διευκρινιστικά: Η «σχετική αυτονομία» του κράτους, άρα και του έθνους-κράτους, δεν σημαίνει υπερταξική ή διαταξική αυτονομία. Σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι το ίδιο το κράτος αποτελεί ειδικό και σχετικά αυτοτελή εκμεταλλευτικό-κυριαρχικό συντελεστή. Το ότι, απορροφώντας τη «δημόσια αρχή», επιτελεί και ουδέτερες λειτουργίες δεν αφορά αυτή τη συγκεκριμένη σχετική αυτονομία που μας απασχολεί. Επίσης, η ύπαρξη εθνών/εθνών-κρατών πριν τον καπιταλισμό έχει καταδειχθεί κυρίως από την εργασία του Anthony Kaldellis και δεν ανάγεται αποκλειστικά στη συμβολή του Benedict Anderson.

Το έθνος/έθνος-κράτος δεν αποτελεί μόνο κυρίαρχο πεδίο τέλεσης και εγκλωβισμού των ταξικών ανταγωνισμών, αλλά και πεδίο των ευρύτερων διακρατικών αντιθέσεων, συγκρούσεων και ενοποιήσεων. Εδώ εντοπίζεται μια κρίσιμη δομική ιδιοτυπία: το διεθνές/οικουμενικό παιχνίδι μεταξύ κρατών/εθνών/εθνών-κρατών είναι ιεραρχικό και πάντοτε χαρακτηρίζεται (1) από θεμελιώδη ασυμμετρία/ανισότητα και (2) από κενά κυριαρχίας. Το διακρατικό σύστημα δεν είναι απλώς άνισης ανάπτυξης ισχύος· είναι δομικά ασύμμετρο και τελικά «μηδενοποιητικό».

Στον δεσπόζοντα πυρήνα του, το σύστημα αυτό είναι συσχέτιση μεταξύ ενεργών αυτοκρατορικών-ιμπεριαλιστικών εθνών/εθνών-κρατών και δυνητικά αυτοκρατορικών-ιμπεριαλιστικών εθνών/εθνών-κρατών. Το έθνος είναι ενδογενώς ιμπεριαλιστικός-αυτοκρατορικός θεσμός, ακόμη κι όταν πρωτοεμφανίζεται ως ανεστραμμένο, αμυντικό πρόπλασμα στα μυαλά καταπιεσμένων εθνοτήτων. Επομένως, όσο υπάρχει «έθνος» θα υπάρχει ασυμμετρία και ανισότητα μεταξύ «εθνών»· δεν μπορούν όλα να γίνουν φορείς αυτοκρατορίας ή καν σοβαροί υποψήφιοι γι’ αυτήν.

Έτσι, προπλάσματα εθνών ή αδύναμα έθνη που δεν καθίστανται πραγματικά κυρίαρχα εντός της ριζικής αυτής ασυμμετρίας, λειτουργούν ως «κενά κυριαρχίας»: ακόμη κι αν φαίνονται σταθεροποιημένα στη «μέση» της ιεραρχίας, δεν πληρούν τον θεμελιώδη όρο του «έθνους» με την κυριολεκτική, πρακτική έννοια: ενεργή ή δυνητική αυτοκρατορική-ιμπεριαλιστική οντότητα. Παραμένουν σε ένα όριο μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας.
Από εδώ προκύπτει και μια διάκριση αρχών: άλλο ο επαναστατικός εθνοτισμός μιας καταπιεσμένης εθνότητας (ως αιτούμενο αυτονομίας/αυτοκαθορισμού) κι άλλο ο εθνικισμός. Όταν ο πρώτος αντιστρέφεται σε εθνικισμό, οι φορείς του είτε φαντασιώνονται αυτοκρατορική μετεξέλιξη είτε πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρξει «ανεξάρτητο» έθνος-κράτος χωρίς ιμπεριαλιστικές/καταπιεστικές δυναμικές προς τα έξω και προς τα μέσα. Το σύνθημα της «εθνικής ανεξαρτησίας» (όχι της εθνοτικής αυτονομίας) -εκτός από περιπτώσεις όπου σημαίνει απλώς άρση ξένης κατοχής- τείνει να σημαίνει στην πράξη ιμπεριαλιστική αυθυπαρξία/αυτοτέλεια και υπεροχή έναντι άλλων εθνών.

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου αυτό έχει μια υπό προϋποθέσεις ρεαλιστικότητα, ιδίως όταν υπάρχουν απομεινάρια παλαιών αυτοκρατοριών και υλικό-ιδεολογικό υπόστρωμα «αυτοκρατορικού έθνους» (λ.χ. Ιράν, Τουρκία). Κάτω από αυτό το κατώφλι ισχύος δεν έχουμε απλώς «αδύναμα έθνη», αλλά μια ζώνη δομικά ανέφικτων τάσεων προς «εθνική κυριαρχία»/«εθνική υπόσταση». Εδώ ακριβώς έγκειται η παγίδα της παγκόσμιας ιεραρχικής πυραμίδας: εγκλωβίζει τους λαούς της περιφέρειας -εντός και εκτός κυρίαρχων ή δυνητικά κυρίαρχων εθνών— σε αμυντικούς εθνικισμούς και πατριωτισμούς που, ακόμη κι αν είναι κατανοητοί, καταλήγουν σε ουτοπίες με συχνά καταστροφικές εκβάσεις. Πρακτικά, ένα τέτοιο ιδεολογικό σύστημα δεν μπορεί να εφαρμοστεί αν ο τόπος δεν ανήκει στον παγκόσμιο κυριαρχικό πυρήνα· η απομόνωση δεν συνιστά «εφαρμογή» αλλά αδιέξοδο.

Η επίγνωση ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουμε «έθνη» εν τοις πράγμασι αλλά εθνομορφώματα ή απολήξεις άλλων εθνών έχει συνέπειες και για τον αντιεθνικισμό: πώς αρθρώνεται ανοιχτός λόγος και πράξη εναντίον του «έθνους» όταν λείπει το ίδιο το πραγματικό έδαφος του έθνους; 
Το ερώτημα δεν είναι σοφιστικό· ανοίγει πρακτικά και θεωρητικά διλήμματα για το πού και πώς αξίζει να αγωνιστούμε μέσα σε ένα πεδίο όπου συμπλέκονται πραγματικότητες και φαντασιακές ταυτότητες.
*
 
[2]
Τα έθνη/έθνη-κράτη που αναδύθηκαν μετά τα δυτικά έθνη-κράτη υπήρξαν δέσμια εθνικιστικών αντικατοπτρισμών που προήλθαν από τον ανερχόμενο δυτικό κόσμο. Δεν μπόρεσαν, εκ της θέσης τους, να «διαβάσουν» το ευρύτερο πλαίσιο της δυτικής ανάδυσης. Εστίασαν στη μορφή του έθνους-κράτους και στο εθνικό-καπιταλιστικό του υπόβαθρο, παραβλέποντας το ειδικό γεωστρατηγικό πλαίσιο που το γέννησε.
Τα «βεστφαλιανά» κράτη αναδύθηκαν μέσα από σκληρές κρατικές συγκρούσεις πάνω σε ένα κοινό ευρωπαϊκό πεδίο μάχης, σε σύνδεση με τον «νέο κόσμο», το δουλεμπόριο και τη γενοκτονία των ιθαγενών. Υπήρξε, δηλαδή, μια ευρύτερη -αν και όχι «κλειστή»- υπερεθνική εδαφικοποίηση των ανταγωνισμών, μέσω της οποίας αναδύθηκαν τα εθνικά κράτη.
Άρα, προτού μιλήσουμε για τους εθνοκρατικούς/εθνοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς μέσω των οποίων αναδύθηκαν τα νεωτερικά κράτη, πρέπει να διευκρινίσουμε αυτό το ειδικό χωρικό/τοπολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο οι ανταγωνισμοί συγκροτήθηκαν και, ταυτόχρονα, συγκρότησαν το ίδιο το πεδίο ως κοινό χώρο δυτικοϊμπεριαλιστικής κυριαρχίας και αυτοκαθορισμού -έως και κοσμοκρατορίας. Οι εθνικές «μονάδες» δεν ήταν το μόνο αιτιακό πλέγμα παραγωγής του νέου κυριαρχικού κόσμου· εντάχθηκαν ως ενεργοί συντελεστές σε έναν ενιαίο, αν και σπαρασσόμενο, γεωστρατηγικό χώρο.

Τα έθνη/έθνη-κράτη που «ήρθαν αργότερα», ακόμη και ως αρνητικά αντανακλαστικά του δυτικού παραδείγματος, φέρουν το στίγμα της αδυναμίας είτε να ενταχθούν ισότιμα στον ευρύτερο αυτό χώρο είτε να κατασκευάσουν έναν όμοιο μαζί με άλλες περιφερειακές δυνάμεις. Η υστέρηση αυτή -υλική, χρονική και χωρική- στην κτήση ολοκληρωμένης εθνικο-ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας, γέννησε σχέδια φαντασιακής δόμησης έθνους που διολίσθησαν σε νεωτερικές παραλλαγές καταγωγικού φυλετισμού: έναν βεβιασμένο μονοεθνοτικό εθνικισμό.

Ο συνδυασμός δυτικογεννημένου εθνικισμού/εθνοκρατισμού με έναν αλλοιωμένο, από τον εθνικισμό, εθνοτισμό -μέσα σε επιταχυνόμενες εθνικοποιήσεις της κοινωνικής ζωής- υπήρξε ιστορικά από τους πιο δολοφονικούς μη αμιγώς δυτικούς εθνικισμούς. Οι βαλκανικές εθνοκαθάρσεις και οι γενοκτονίες που συνόδευσαν την εθνοομογενοποίηση αποτελούν πρώιμες εκφράσεις του φαινομένου. Η τάση δεν εξέλιπε: σύγχρονες γενοκτονίες και εκτοπίσεις συνδέονται με την ίδια λογική βίαιης ομογενοποίησης.

Η βασική αιτία: ο μη δυτικός περιφερειακός καπιταλιστικός κόσμος καθυστέρησε δομικά να συγκροτήσει «κανονικά» έθνη-κράτη και επιχείρησε, υπό πίεση, να μιμηθεί ανεστραμμένα τη Δύση· οι προκαπιταλιστικές κοινωνίες του ήταν κατά κανόνα πολυπολιτισμικές/πολυεθνοτικές, και ο εισαγόμενος «εθνικός σκοπός» (μαζί με τον καπιταλισμό) παρήγαγε επιταχυντική βία ομογενοποίησης. Σήμερα, ο «εθνικός σκοπός» αυτός, εκτός από ανήθικος και φασιστικός, είναι και ιστορικο-πρακτικά ανέφικτος· η ανεφικτότητα κλιμακώνει αντιδραστικούς σπασμούς.

Το αδιέξοδο επιτείνεται επειδή στο παιχνίδι κυριαρχικών ιδιοτήτων δεν μετέχουν μόνο μικροϊμπεριαλιστικές άρχουσες τάξεις, αλλά και καταπιεσμένες λαϊκές τάξεις. Επιπλέον, μερίδες εθνοτικών/άλλων μειονοτήτων εντός δυτικών χωρών φαντάζονται «εξωτερικά» αυτοκρατορικά ερείσματα σε εναλλακτικές «ανατολικές» αυτοκρατορίες. Συντίθεται έτσι ένα πλέγμα αμοιβαίων αυταπατών: περιφερειακοί εθνικισμοί που ζητούν νομιμοποίηση και δυτικές ριζοσπαστικότητες που τους αποδίδουν λυτρωτικό ρόλο. Η ανάλυση οφείλει να αποδομεί αυτές τις συγκλίσεις φαντασιασμών.
**
 
[3]
Η εικόνα του ύστερου καπιταλιστικού κόσμου ως «πολυπολικού» κρύβει, πίσω από έναν πυρήνα αλήθειας, ένα κρίσιμο κενό. Ο «νέος πολυπολικός» κόσμος δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, διότι αποτελείται από:
(Α) τη δυτική ιμπεριαλιστική «αυτοκρατορία», η οποία συγκροτείται από ανταγωνιζόμενες επιμέρους δυνάμεις αλλά εκκινεί από κοινό χώρο αυτοκαθορισμού· και
(Β) αναδυόμενες εθνοκαπιταλιστικές δυνάμεις που τείνουν να γίνουν αυτοκρατορικές και ταυτόχρονα να συγκροτήσουν έναν δικό τους «κοινό χώρο» εκκίνησης και αυτοκαθορισμού.
Ορισμένες ιστορικά «υστερούσες» δυνάμεις του μη δυτικού κόσμου -με συνδρομή της Ρωσίας, ιστορικά ενδιάμεσης- τείνουν να ολοκληρωθούν ως κυρίαρχα έθνη-κράτη με τον μόνο τρόπο που αυτό επιτυγχάνεται: μετατρεπόμενες σε αυτοκρατορικές-ιμπεριαλιστικές οντότητες και συγκροτώντας κοινό χώρο εντός του οποίου θα διεξάγουν και τους αμοιβαίους ανταγωνισμούς τους. 
Τα κράτη αυτά, παρότι είχαν απολέσει υλικά/ιδεολογικά την αυτοκρατορική ιδιότητα σε περιόδους δυτικής υπεροχής, διατήρησαν ζώσα «μνήμη» της στο εθνικιστικό κράτος-φαντασιακό (ενδεικτικά: Ιράν, Τουρκία, Κίνα). 
Δεν πρόκειται για αμυδρές φαντασιώσεις χωρίς ερείσματα, αλλά για στρατηγικές με πληθυσμιακά, οικονομικά και στρατιωτικά θεμέλια και μεθοδικές πράξεις κυριαρχικού αυτοκαθορισμού.
Στο πλαίσιο αυτό, κρίνεται αναγκαίο να εξεταστεί και η προοπτική των χωρών/κοινωνιών που παραμένουν σε «κατώτερη» ή «μεσαία» θέση στη νέα ιεραρχία παγκόσμιας ισχύος: ποιες είναι οι συνέπειες για τους εργαζόμενους και τις διανοούμενες τάξεις, εντός αδύναμων εθνών-κρατών ή μη εθνικά συγκροτημένων εθνοτήτων, όταν βρεθούν ανάμεσα σε συγκρουόμενους πόλους που ενοποιούν και διασπούν ταυτόχρονα;
Ενδιάμεση σημείωση (περί «κοινών ψευδαισθήσεων»).
Είναι χρήσιμη μια διευκρίνιση για το πώς νοούνται οι «διαταξικές» ψευδαισθήσεις. 
Κοινωνικές αυταπάτες μπορούν να εμφανίζονται εγκάρσια σε διαφορετικές τάξεις, παρότι φέρουν διαφορετικά ταξικά πρόσημα, μορφές και λειτουργίες. 
Η πηγή τους, σε μεγάλο βαθμό, ανιχνεύεται στην κυρίαρχη ιδεολογία και στους ιδεολογικούς-πολιτισμικούς μηχανισμούς του καπιταλισμού. Το σημείωμα αυτό στοχεύει μόνο να αποσαφηνίσει τη χρήση του όρου, ώστε να αποφευχθούν παρεξηγήσεις στις επόμενες ενότητες.
**
 
[4]
Ο «πολυπολικός» ύστερος καπιταλισμός κρύβει μια ασυμμετρία: δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. 
Σήμερα συντίθεται από (1) τη δυτική ιμπεριαλιστική αυτοκρατορία -ένα σύμπλεγμα ανταγωνιζόμενων επιμέρους δυνάμεων που, παρά τις τριβές, εκκινούν από έναν κοινό χώρο αυτοκαθορισμού της κυριαρχίας τους- και (2) αναδυόμενες εθνοκαπιταλιστικές δυνάμεις που επιδιώκουν να μετατραπούν σε αυτοτελείς αυτοκρατορικούς πόλους. Οι δεύτερες δεν αρκούνται στην εσωτερική τους ισχύ· επιχειρούν ταυτόχρονα να συγκροτήσουν έναν εναλλακτικό, κοινό μεταξύ τους, χώρο κυριαρχικού αυτοκαθορισμού και «χωρικής εκκίνησης» προς το εξωτερικό.
Αρκετά από αυτά τα κράτη -αρχικά απομεινάρια παλαιών αυτοκρατοριών που απώλεσαν υλικό και ιδεολογικό κύρος - έχουν πλέον «διαβάσει» σωστά το δυτικό εθνικισμό: δεν μένουν στη λαμπερή, αλλά κίβδηλη, αφήγηση της εθνικής αυτογέννησης· αντιλαμβάνονται πως προϋπόθεση ισχύος είναι η ένταξη σε έναν υπερεθνικό, κοινό χώρο όπου αρθρώνεται η κυριαρχία. 
Έτσι, κινούνται για να αποκτήσουν όχι μόνο ισχυρό κράτος-έθνος, αλλά και τη χωρική/θεσμική υποδομή μιας αυτοκρατορικής παρουσίας.
Σημαντικό εδώ: ορισμένα μη δυτικά έθνη-κράτη -Ιράν, Τουρκία, κυρίως η Κίνα- ποτέ δεν απώλεσαν την αυτοκρατορική ιδιότητα από τη μνήμη του κράτους. Δεν ανήκουν στην κατηγορία των περιφερειακών εθνοψωνισμών χωρίς υλικό έρεισμα· διαθέτουν πληθυσμιακή, οικονομική και στρατιωτική βάση, καθώς και μεθοδικές πράξεις αυτοκαθορισμού. 
Γι’ αυτό και μπορούν ρεαλιστικά να διεκδικούν θέση σε έναν εναλλακτικό πόλο ισχύος, αντίθετα με μικρές ή εξαρτημένες εθνικές φαντασιώσεις που στερούνται τόσο υποδομών όσο και βιώσιμης στρατηγικής.


Ο κόσμος δεν είναι (ακόμη) αληθινά πολυπολικός: ένα εδραιωμένο δυτικό σύμπλεγμα ισχύος συνυπάρχει με αναδυόμενους παίχτες που στήνουν τον δικό τους κοινό χώρο κυριαρχίας. Ιράν, Τουρκία και κυρίως Κίνα αξιοποιούν διαρκείς αυτοκρατορικές μνήμες και υλικά ερείσματα για να μεταβούν από έθνη-κράτη σε λειτουργικούς αυτοκρατορικούς πόλους.

** 
 
[5]
Πρέπει να το κατανοήσουμε έλλογα, να το βγάλουμε στο φως της διαυγούς σκέψης:
Ζώντας απομακρυσμένοι από τις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις βρισκόμαστε σε μια παράδοξη και σύνθετη κατάσταση - ιδιαίτερα όταν «ανήκουμε» στις καταπιεσμένες εργαζόμενες ή μικροαστικές τάξεις. Μπορεί ο κόσμος να έχει συγκροτηθεί γύρω από τερατώδη αστεακά κέντρα, ο καπιταλισμός να έχει επικρατήσει, και οι περισσότεροι εθνικοί καπιταλισμοί -ακόμη και του λεγόμενου «τρίτου κόσμου»- να έχουν αναβαθμιστεί· ωστόσο η γενική διαίρεση ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα και τις εξαρτημένες περιφέρειες δεν έχει εκλείψει. Υφίσταται σε μεταλλαγμένη, πιο σύνθετη και συχνά παράδοξη μορφή.
Παράλληλα, εντείνεται και η εσωτερική περιθωριοποίηση των εθνικών «περιφερειών». 
Γύρω από τις μεγα-μητροπόλεις δεν υπάρχει πια η αγροτιά όπως την ξέραμε, αλλά ένα εξαρτημένο «τοπίο»: μεγάλες ή μεσαίες βιομηχανικοαγροτικές εκμεταλλεύσεις, όπου εργάζονται από τους πιο αδύναμους προλετάριους του κόσμου - συχνά μετανάστες σε συνθήκες στέρησης και επισφάλειας, εκτεθειμένοι σε εντατική χρήση φυτοφαρμάκων και χωρίς επαρκή υγειονομική προστασία. 
Οι εικόνες εκμετάλλευσης είναι ωμές: υπερεργασία, κακοστέγαση, ανασφάλεια.
Ο κόσμος μας δεν είναι ενοποιημένος, παρά την καπιταλιστική, αστεακή και ιδεολογική «ενοποίησή» του. 
 Δεν πρόκειται για ένα «λείο πεδίο» όπου όλα «ρέουν» αδιακρίτως. 
Νέα τείχη και ιεραρχικοί διαχωρισμοί ορθώνονται παντού. 
Όταν ένας παλαιός φράχτης πέφτει, αλλού υψώνεται άλλος - αρχικά αόρατος, συχνά παρουσιαζόμενος ως «λεπτή διαφορά» που δεν θα μετατραπεί σε νέο τείχος. 
Αρκεί να δούμε τι συνέβη στις μεταξύ μας άμεσες κοινωνικές σχέσεις πριν και μετά τη μνημονιακή περίοδο: πέρα από την υλική δυσπραγία, τα βαθύτερα ρήγματα σε φιλικούς, συντροφικούς και ιδεολογικούς χώρους δεν γεφυρώθηκαν· άνοιξαν περισσότερο. 
Η κρίση δεν «φωτίζει απλώς την αλήθεια» των ρηγμάτων. 
Συχνά δημιουργεί νέα, βαθύτερα χάσματα, δυσκολότερα στη γεφύρωση από ό,τι υπαγορεύουν προϋπάρχουσες ιδεολογικές ή ταξικές διαφοροποιήσεις. 
Η άμεση εποπτεία του κοινωνικού μικρόκοσμου δείχνει τι συμβαίνει και στον μακρόκοσμο - ιδίως στα «ενδότερα» των λαϊκών τάξεων.

Η προσπάθεια όσων ζουν στην «περιφέρεια» του παγκόσμιου καπιταλιστικού και κρατικού κόσμου μοιάζει συχνά μπερδεμένη υπόθεση: άλλοτε μάταιη επιθυμία, άλλοτε παράτολμο όνειρο. Είναι πάθος για το σημείο εκείνο όπου θα αρχίσει να πλέκεται το ύφασμα της αντίστασης, το σύμβολο του δίκαιου αγώνα· είναι αγωνία για την ενιαία σύμπτωση των νοημάτων και των ελευθεριακών αξιών που θα δώσουν περιεχόμενο στη μάχη.

Οι λαοί και οι άνθρωποι της περιφέρειας -μια έννοια σχετική, καθώς καμία «περιφέρεια» δεν είναι μόνο περιφέρεια- εκτέθηκαν στις υποσχέσεις του νέου καπιταλιστικού κόσμου ως «παραίσθηση». Διδάχθηκαν ότι ο κόσμος αποτελείται από «έθνη» - «καλοτακτοποιημένες», οικονομικά αναπτυγμένες κυριαρχικές μονάδες «ομοιογενών» ανθρώπων. Αυτό επιχείρησαν και οι ίδιοι. 
Οι αστικές τάξεις της περιφέρειας, αναδυόμενες σε σαθρό έδαφος αυτοκαθορισμού, είδαν πίσω από τη λαμπερή επιφάνεια του «έθνους-κράτους» τα εναλλασσόμενα πρόσωπα μιας νέας καπιταλιστικής αυτοκρατορίας (ή περισσότερων τέτοιων). 
Η πρακτική γνώση τους στην άσκηση κυριαρχίας τις οδήγησε σε μια απόφαση εγγεγραμμένη στον κώδικα της καπιταλιστικής τους υπόστασης: θα συναινούσαν ή θα υπάγονταν στον ισχυρό ιμπεριαλισμό, θα συνέχιζαν στο εσωτερικό πολιτικές εθνικής ομογενοποίησης, και θα καιροφυλακτούσαν για μια «αναβάθμιση» εντός ευρύτερων ιμπεριαλιστικών σχηματισμών.
Οι αστικές τάξεις της αναδυόμενης περιφέρειας κατάλαβαν γρήγορα ότι οι ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις είναι ολοκληρωμένες εθνικές κυριαρχίες μόνο ως τμήματα μιας υπερεθνικής τάξης πραγμάτων: μιας υπερεθνικής έννομης, ιεραρχικής τάξης με συγκεκριμένα χωροκυριαρχικά χαρακτηριστικά. 
Εκεί εντάσσονται και ανταγωνίζονται.
Το πρόβλημα κατανόησης το έχουμε εμείς - οι «κατώτερες» λαϊκές τάξεις. 
Είτε ως αριστεροί πατριώτες είτε ως διεθνιστές αντιεθνικιστές, ξεκινάμε συχνά με ελλιπή υλικά και διανοητικά μέσα. 
Ακόμη κι οι επιφανείς θεωρητικοί δεν ξέφυγαν από το βάρος μιας ελλιπούς εκκίνησης. 
Η έλλειψη δεν είναι μόνο θέμα «παραγωγικών δυνάμεων»· είναι δομικός όρος της αδυναμίας.
**
 
[6]
Είναι εύκολο να διαχωρίσουμε τον αυτοκαθορισμό σε τροπισμούς (κομμουνιστικός, αναρχικός, νεοελευθεριακός κ.λπ.) και να ησυχάσουμε σε ιδεολογικές «κατηγορίες». 
Αυτοί οι διαχωρισμοί, αν και περιέχουν στοιχεία αλήθειας, δεν επαρκούν για τους καταπιεσμένους σε περιφερειακές ή ημι-μητροπολιτικές καπιταλιστικές κοινωνίες. 
Όταν «πιάνουμε» μόνο μία πτυχή του αυτοκαθορισμού, κινδυνεύουμε είτε να υπαχθούμε σε τμήματα της ντόπιας αστικής τάξης είτε να υπαχθούμε άμεσα σε ξένο ιμπεριαλισμό.
Αδιέξοδες εκδοχές του αυτοκαθορισμού
1η εκδοχή: Ο «αριστερός πατριωτισμός/εθνικισμός» τείνει να γίνεται ουρά του ντόπιου Κεφαλαίου, κυνηγώντας εσαεί «εθνική παραγωγική ανασυγκρότηση» στα διαστήματα που αφήνουν οι καταιγίδες του παγκόσμιου καπιταλισμού. Η κατάληξη είναι συνήθως υπαγωγή σε ισχυρότερους υπερεθνικούς σχηματισμούς.
2η εκδοχή: Ο «καθαρός» αντιεθνικισμός/διεθνισμός υποτιμά συχνά την αξία της εθνοτικής αυτοδιάθεσης/αυτονομίας (και, όπου χρειάζεται, της εθνικής αυτοδιάθεσης), περιμένοντας μια «ταυτόχρονη» παγκόσμια επανάσταση. Η άρνηση συγκεκριμένων θεμάτων κυριαρχίας/καταπίεσης οδηγεί σε έμμεση απολογητική ξένων ιμπεριαλισμών.
**
 
[7] Αρχική ομοίωση
Η διασπορά ιδεών και εικόνων της κυριαρχίας στους υποτελείς γεννά πρόκληση ομοίωσης: τη δημιουργία μικρόκοσμων ιεραρχίας που αναπαράγουν, σε τοπική κλίμακα, το κυρίαρχο νόημα. 
Στην «πρώτη επαφή» μη καπιταλιστικών κοινωνιών με τη δυτική καπιταλιστική νεωτερικότητα, η πρόσληψη έγινε συχνά αντιστροφικά: οι μορφές της αντίστασης διαμορφώθηκαν από τα ίδια τα φαινόμενα που αντιμάχονταν. Μαζί με τα εμπορεύματα και την ισχύ μεταφέρθηκε και η ιδέα του έθνους/έθνους-κράτους ως «καθαρή μορφή», εύκολα μεταφράσιμη σε οικεία σχήματα.
** 
 
[8] Η κατασκευή του έθνους-κράτους.
Η σύσταση ενός σύγχρονου καπιταλιστικού έθνους-κράτους στηρίχτηκε σε ήδη υφιστάμενα «υλικά» που έπρεπε να ομογενοποιηθούν. 
Η δυσκολία εξαρτάται από την πολλαπλότητα και την ετερογένεια αυτών των υλικών και από το διεθνές περιβάλλον ανταγωνισμού.
**
 
[9] Μια μη τυπική ιστορία: ο οθωμανικός εκφυλισμός (συνοπτικά)
Όταν ο σχηματισμός δυτικών εθνών-κρατών έχει ήδη προχωρήσει, διαμορφώνεται ένα ειδικό γεωστρατηγικό πλαίσιο που αποδομεί προϋπάρχουσες αυτοκρατορίες. 
Στην οθωμανική περίπτωση, η σταδιακή αποδόμηση συνοδεύτηκε από εσωτερικές αντιφάσεις και από την εκλαΐκευση ενός εθνικισμού στρατοκεντρικού τύπου. 
Οι λαϊκές τάξεις προσδέθηκαν στο νέο εθνικιστικό αφήγημα, το οποίο, αν και «αντι-αποικιακό» στη μορφή, εξελίχθηκε σε σκληρό μοντέλο εθνοκρατικού εθνικισμού, με εγκληματικές εκτροπές και γενοκτονικά αποτελέσματα. 
Η διαθλασμένη πρόσληψη του δυτικού εθνοκρατισμού προήλθε από διαφορετικούς ρυθμούς υλικής ανάπτυξης και από την απουσία των «δυτικών» ιστορικών συνθηκών.
**
 
[10] Λιβελογραφική υποσημείωση (μετριασμένη)
Η συγκρότηση καπιταλιστικών εθνών/αυτοκρατοριών υπήρξε ιστορικά εξαιρετικά αιματηρή. 
Η επιλεκτική ιστορική κριτική που συγκρίνει «λογιστικά» εγκλήματα καθεστώτων, συχνά αποσιωπά τα δικά της αδιέξοδα. Σε κάθε πραγματική επαναστατική διαδικασία υφίσταται κίνδυνος εκτεταμένης βίας· ο περιορισμός της δεν προκύπτει από σεκταριστικές διαμάχες, αλλά από βαθιά δημοκρατικό αυτοέλεγχο, οργάνωση της λαϊκής εξουσίας και αυστηρά εγγυητικά πλαίσια δικαιωμάτων.
**
 
[11] Ανασκόπηση.
Επισημάνθηκε η διάκριση ανάμεσα στην «εθνικιστική» αστική τάξη (που εμφορείται από εθνικισμό/πατριωτισμό) και την «εθνική» αστική τάξη με την αυστηρή έννοια: εκείνη που έχει ολοκληρωθεί ως ιμπεριαλιστική και συμμετέχει «επί ίσοις όροις» σε υπερεθνικές τάξεις πραγμάτων. 
Μόνον τότε το έθνος (ως Nation) αποκτά το πλήρες, κυριαρχικό νόημά του. 
Τα έθνη που δεν πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις δεν είναι κυρίαρχα με την αυστηρή έννοια - γεγονός που μπορεί να αποδειχθεί ευκαιρία για έναν άλλο ορισμό της «λαότητας» και της εθνοτικότητας από τη σκοπιά των καταπιεσμένων.
** 
 
[12] Ευκαιρία για διαλεκτική αυτοαναίρεση.
Δηλώνονται θεματικές προς αναθεώρηση/αναστοχασμό (το κράτος ως εργαλείο και ως αλλοτρίωση, σιωνισμός/αντισιωνισμός και αραβικός εθνικισμός στο πλαίσιο της μετα-αποικιακής σύγκρουσης, λενινισμός/αντιλενινισμός και παθολογίες του νεοαριστερισμού, έννοια των παραγωγικών δυνάμεων).
**
 
[13] Να αρμέξουμε λαγούς και να κουρέψουμε χελώνες.
Σε μη-μητροπολιτικές ή ημι-μητροπολιτικές κοινωνίες, η «πλήρης» μεταστοιχείωση σε ιμπεριαλιστικά κέντρα δεν υλοποιείται για όλους - ούτε είναι δυνατόν να υπάρξει «ολοκληρωτικός» παγκόσμιος μητροπολιτικός καπιταλισμός. Άρα τα επαναστατικά κινήματα της περιφέρειας οφείλουν να αρθρώσουν έναν αντιεθνικιστικό λόγο που, ταυτόχρονα, δεν αδιαφορεί για τον τόπο («πατρίδα-μητρίδα») - χωρίς πατριωτικές λεξιλαγνείες και χωρίς ουδετερολογικές αυταπάτες απέναντι σε δυτικό και ανατολικό ιμπεριαλισμό.
**
 
[14] Απόσχιση από την κυριαρχική ύφανση του Λόγου.
Η πρόταση που περιγράφει την απόσχιση από την Κυριαρχία αδικεί την ίδια την απόσχιση· είναι περισσότερο μια πράξη, μια γιορτή με ένταση. Οτιδήποτε, ως κώδικας/λόγος/ιδέα/πολιτικό σχέδιο, σε εγκλωβίζει σε κυριαρχικές δομές, πρέπει να απορρίπτεται - ακόμη κι αν προσωρινά υπηρετεί ανάγκες άμυνας. Η παγίδα της προσαρμογής είναι ισχυρή.
** 
 
[15] Γλώσσα και κυριαρχία.
Η κυριαρχική σκέψη είναι μορφή γλωσσικής σημείωσης. 
Η γλώσσα δεν απλώς αντανακλά, αλλά συνιδρύει πραγματικότητες: ορισμένα «αντικείμενα» υπάρχουν όσο υφίσταται η γλωσσική τους εσωτερίκευση. 
Η άρνηση μιας αλλοτριωμένης γλωσσικής αφαίρεσης μπορεί να συνεπάγεται και άρνηση του «αντικειμένου» ως αυτοτελούς.
Η κυριαρχική γλώσσα απολυτοποιεί την αναφορικότητά της, εγκλωβίζοντας υποκείμενα σε ιστούς ακραίων αφαιρέσεων. Η έξοδος δεν είναι μόνο υλική-θεσμική· είναι και γλωσσική: ρήξη με τα υπερ-αφηρημένα σημεία («Έθνος», «Θεός» κ.ά.) όταν λειτουργούν ως αυτάρκεις φορείς νοήματος. 
Η επανασύστασή τους είναι δυνατή μόνο ως πειθαρχημένα στοιχεία μιας ανοιχτής, ζωντανής ολότητας, όχι ως αυτάρκεις υπερ-οντότητες.
** 
 
[16] Η Παταγονία της ονομασίας (μετριασμένο σημείωμα)
Η ονοματοδοσία δεν είναι μόνο πατριαρχικό σχήμα· είναι γενικότερη πράξη κυριαρχίας. Οι αδύναμοι συχνά προσδένονται σε ένα Όνομα, σε σύμβολα και λάβαρα, ως υποκατάστατα ταυτότητας και αντοχής. Η κριτική δεν αφορά τις απαραίτητες λειτουργίες της γλώσσας, αλλά τη μετατροπή της σε εργαλείο υποστασιοποίησης απόλυτων ετεροτήτων.
** 
[17] L-λ6.
Στη χώρα L-λ6 συνεχίζεται διαρκής συζήτηση για το «πού» βρίσκεται το όριο της εθνικής καπιταλιστικής κυριαρχίας σε σχέση με την ιμπεριαλιστική κυριαρχία. 
Πολλοί θεωρούν ότι το «χρυσόμαλλο δέρας» της κυριαρχίας είναι προσιτό - «κάτω» από το ανώτατο ιμπεριαλιστικό ταβάνι. Άλλοι διαφωνούν ως προς την απόσταση.
Το πρόβλημα είναι γενικό: για πολλές «νέες» καπιταλιστικές χώρες υπάρχει δομική φραγή ανόδου. Αυτό δεν στερεί μόνο την είσοδο στα «ανώτερα» ιμπεριαλιστικά στρώματα, αλλά και την ίδια την πλήρη θέση της «εθνικής» κυριαρχίας. 
Ο επερχόμενος κοινωνικός πόνος -καθώς αναδιαμορφώνονται γεωπολιτικές ισορροπίες- θα είναι μεγάλος για τις υποτελείς τάξεις. 
Η προετοιμασία απέναντι σε κρίσεις υψηλής έντασης απαιτεί κατανόηση της «βεστφαλιανής» υπόστασης της νεωτερικής εθνοκρατικής κυριαρχίας - και αυτή η κατανόηση είναι ακόμη ελλειμματική.
** 
 
[18] Επίλογος [α]
Η συγκρότηση της «εθνικής κυριαρχίας» συνεπάγεται -δυνητικά ή ενεργά- την ύπαρξη κοινωνικής, εθνικής και εθνοτικής καταπίεσης εντός και εκτός των εθνοκρατικών μονάδων. 
Ακόμη και όταν δεν έχει εκδηλωθεί πλήρως, η τάση είναι νομοτελειακή. 
Η εθνική κυριαρχία δεν είναι η μόνη μορφή καταπίεσης στην ιστορία, αλλά αποτελεί μια ιδιαίτερα ισχυρή, ιστορικά προσδιορισμένη πτύχωση.
Χρειάζεται επίσης σαφής διάκριση ανάμεσα στην εθνική κυριαρχία (ως κρατική ομογενοποίηση) και στην αρχή της εθνοτικής αυτοδιάθεσης/αυτονομίας.
 
[19] Επίλογος [β]
Η κυριαρχία εντός ορισμένου χωροκυριαρχικού πεδίου συνεπάγεται βίαιη ενοποίηση και ταυτόχρονη αποκοπή από την ευρύτερη γη ως ενότητα. 
Η νεωτερική καπιταλιστική εποχή τείνει να απολυτοποιεί διακριτές «μονάδες» (ατομικότητες, θεσμούς, κράτη). 
Η «βεστφαλιανή» αρχή της αδιαίρετης κυριαρχίας εγγράφεται σε αυτή την τάση.
Το σύγχρονο έθνος-κράτος, ως τέλειος προστάτης του Κεφαλαίου (και συχνά ως μήτρα της ίδιας της καπιταλιστικής σχέσης), παράγει μηχανισμούς εξομοίωσης που δυσανεξούν σε ετερότητα.
** 
 
[20] Επίλογος – Τέλος [γ]
Οι ενότητες αυτές προτείνονται ως ερωτήματα και αφορμές για συζήτηση. 
Οι εθνοκρατικές «μονάδες» και το αρχικά δυτικό ιμπεριαλιστικό-αποικιοκρατικό πλαίσιο δεν προϋπήρξαν το ένα του άλλου· συναναδύθηκαν. 
Η «μία» μορφή συσσωμάτωσης γέννησε την «άλλη».
Ο προσωπικός δρόμος εδώ παραμένει ταγμένος στην αμφιβολία και την αντίρρηση - όχι στην παρηγορητική εύρεση ενός τελικού «αληθούς».
 
Ιωάννης Τζανάκος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου