Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

3 πρόχειρα σημεία για την υπέρβαση τού λαϊ(κι)σμού..


1.

Παρά το γεγονός ότι σήμερα το εργαζόμενο πλήθος αποτελεί την ποσοτική (πληθική) πλειονότητα τής αστικής κοινωνίας δεν αποτελεί, ούτε δύναται να αποτελέσει άμεσα ένα ενιαίο ρεύμα το οποίο θα αντικείται στην μειονοτική «ολιγαρχία» τού Κεφαλαίου από την σκοπιά τής πλειονοτικής υπόστασης.

Δεν είναι μόνον οι πολιτικοί (+πολεμολογικοί), οργανωτικοί και ιδεολογικοί λόγοι που κάνουν δυσχερή αυτή την ανάδυση τού πλήθους των εργαζόμενων και μικροαστών σε πλειονοτικό ρεύμα, αλλά και η εμπλοκή ενός μεγάλου μέρους των σε μιαν άμεση ενεργή συμμετοχή στην καπιταλιστική εξουσία, όσο αυτή υφίσταται. 
Η εμπλοκή αυτή είναι υλική εμπλοκή και έχει να κάνει με την ιδιαίτερη υπόσταση της μισθωτής εργασίας ως νομοτελειακά ιεραρχικοποιημένης, όσο υφίσταται το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά και ένα «εναλλακτικό» μη καπιταλιστικό εκμεταλλευτικό σύστημα. 
Η απεμπλοκή των κατασκευασμένων από την καπιταλιστική κυριαρχία στην παραγωγή ως «ανώτερων» στρωμάτων τής μισθωτής εργασίας είναι εφικτή (και αν..) μόνον αν υπάρξει μεταβατική κατάσταση προς ένα ελευθεριακό αταξικό σύστημα, και εδραίωση τούτου, και αντίστοιχη μετατροπή τής ίδιας τής λειτουργίας τής εργασίας (ή τής δημιουργικής δράσης) δια τής ενοποίησης πολλών από τις αποξενωμένες μεταξύ τους μορφών της. 
Δεν θεωρώ πως μπορεί να υπάρξει στον ελευθεριακό/δημοκρατικό σοσιαλισμό πλήρης ενοποίηση τής εργασίας ή κατάργησή της σε ένα δημιουργικό όλον, αλλά (από την άλλη) θεωρώ ως εφικτό, αν επιθυμούμε την ελευθεριακή/δημοκρατική κομμουνιστική/σοσιαλιστική κατάσταση, να υπάρξει μια ενοποίηση πολλών μορφών τής εργασίας, και πέραν από εφικτό θεωρώ πως τούτο είναι και το μόνο που μπορεί να καταστρέψει την ιεραρχικοποίησή της και να οδηγήσει σε μιαν ελευθεριακή δημοκρατική και υπεύθυνη κοινωνία χωρίς κοινωνικές τάξεις. 
Πάντως, όσο υπερισχύει το καπιταλιστικό σύστημα, είναι αδύνατον να υπάρξει απο-ιεραρχικοποίηση τής (μισθωτής) εργασίας, άρση του ιεραρχικού καταμερισμού στην παραγωγή, και άμεση ενοποίηση των καταπιεζόμενων εργαζόμενων στρωμάτων σε μια ενιαία πλειονοτική τάση-τάξη τής αστικής κοινωνίας. 
Και αν υπάρξει θα είναι ηγεμονευόμενη από ένα ιδεολογικό σύστημα προσομοιωμένο προς τον γραφειοκρατικό σοσιαλισμό ή τον αστικό (δημοκρατικό) σοσιαλισμό. 
Η αρχική γενική τάση άμεσης ταύτισης της λαϊκότητας και του δημοκρατισμού με την προλεταριακή υπόθεση έχει καταστραφεί, και όταν εμφανίζεται ένα είδος γενικής τάσης μιας παρόμοιας ένωσης, παρά τα «θετικά» στοιχεία που εμπεριέχει, σημαίνει πάντα μιαν αναπαραγωγή (πάλι) τής εσωτερικής διαίρεσης μέσα στην μισθωτή εργασία. 
Μιλάμε λοιπόν, σε ένα «θεωρητικό κενό», χωρίς καν να αναφερθούμε στις ιδεολογικές, επιθυμητικές, φαντασιακές δομές, σαν να ήταν η μισθωτή εργασία και οι μικροαστοί «έτοιμοι» να ορίσουν την ενότητά τους χωρίς αυτές τις προαναφερόμενες δομές, και ακόμα και έτσι βλέπουμε πως δεν υπάρχει δυνατότητα μιας άμεσης ριζικής και αληθινής λαϊκής ενότητας, ενός ενιαίου «εργαζόμενου λαού» με έναν τρόπο που να αποδομεί το κάθε αφεντιλίκι.

Ας δούμε όμως και τα άλλα ζητήματα.

 

2.                                                    

Η έννοια τού «λαού» ήδη περιέχει έναν βαθμό διαταξικής ιδεολογικής δέσμευσης που λειτουργεί παραπλανητικά ως προς την έννοια τής ταξικής διαίρεσης τής κοινωνίας, και μάλιστα όπως αυτή δομείται με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Πίσω από τον «λαό» συνωθείται και η προηγούμενη αμφιλεγόμενη ένωση των τμημάτων της μισθωτής εργασίας αλλά και αστικά και μικροαστικά στρώματα.
Σχεδόν όλοι όσοι δεν είναι «ολιγάρχες» είναι «λαός». 
Κάπου εκεί όμως, έτσι κι αλλιώς, έρχονται και οι «ολιγάρχες» και τίποτα δεν μπορεί να τους αποκλείσει από το «λαϊκό όλον». 
Η έννοια του λαού, ειδικά σήμερα, μπορεί να διαλύσει κάθε ταξική συνείδηση και να αφήσει τα «κατώτερα» εργαζόμενα στρώματα έκθετα στην ψευδή συνείδηση και την αλλοτρίωση μιας φαντασιακής αστικής εθνικής ενότητας. 
Όσο όντως υπήρχαν τμήματα τής αστικής και μικροαστικής τάξης που συμμετείχαν με μη αντιδραστικό ιδεολογικό «πρόσημο» σε έναν καθολικό αγώνα εναντίον της «ιμπεριαλιστικής» εξουσίας η έννοια τού «λαού» λειτουργούσε παρά τους κινδύνους και προωθητικά, ενώ σήμερα λειτουργεί μόνον σε ένα γενικό συντηρητικό ή και αντιδραστικό πλαίσιο. 
Τα διάφορα ιδεολογικά και πολιτικά σχήματα που επικαλούνται την έννοια τού «λαού» ακόμα κι αν δεν είναι ταγμένα στον νεοεθνικισμό είναι σίγουρο πως έχουν καθηλωθεί σε ένα ξεπερασμένο πλέον στάδιο τής ταξικής και κοινωνικής πάλης για την ελευθερία και τον αληθινό κομμουνισμό. 
Επιπλέον λειτουργούν όλα αυτά και εντός τής μισθωτής εργασίας και εντός των μικροαστών ως μπετοναρίσματα της εσωτερικής ιεραρχίας στην εργασία. 
Η έννοια και η ιδεολογία του «λαού» είναι σήμερα, για να το πω κάπως «σοφιστικά», η αντιλαϊκότερη έννοια και ιδέα, ακόμα περισσότερο νομίζω (δική μου θέση) από την αστική έννοια περί «έθνους» και πολιτισμικής ταυτότητας.
Ακόμα και το «έθνος» ή ο εθνοτισμός ως η ιδέα μιας (δυνητικής) θεμιτής διαφοροποίησης κυριαρχείται από τον ολοκληρωτισμό του λαϊκού όλου. 
Ο εθνολαϊκισμός είναι ως εθνικισμός μια μετάλλαξη τού κάθε εθνικισμού σε λαϊκό εθνικισμό, άρα σε μια μορφή φασίζουσας ιδεολογίας. 
Ο λαοδημοκρατισμός ή δημοκρατισμός δεν είναι «άσχετος» προς όλα αυτά, εφόσον λειτουργεί στην σημερινή, νομοτελειακά εξαχρειωμένη μορφή του, ως η αιχμή τού σήμερα συνήθως ή κυρίως αλλοτριωμένου νεοεθνικισμού ή λαϊκού εθνικισμού/εθνισμού. Θα ισχυρίζονταν ωστόσο κάποιος πως δεν υπάρχει κανένας ειδικός λόγος στα πράγματα που να κάνει αυτή την μετάλλαξη υποχρεωτική, ή δεδομένη ως νομοτελειακά τείνουσα στην ολοκληρωτική της εκτροπή, εφόσον μπορεί να υπάρξει μια έννοια τού λαϊκού όλου ως τούτο να μπορούσε να αρθεί στην αταξική ή έστω μη διαχωρίζουσα ενότητα μεταξύ των ανθρώπων. 
Και γω θα απαντούσα, που υπάρχει ούτως ή άλλως μια τέτοια δυναμική;
Δεν διαφωνώ ότι αυτή η νέα «λαϊκότητα» θα ήταν ένα από τα κύρια μη-αριστερίστικα αιτούμενα μιας πραγματικά νέας αριστεράς.
Ο λαός-ως-λαός δεν είναι νομοτελειακά ένα κενό περιεχομένου όλον το οποίο ισχύει μόνον ως απεύθυνση σε ένα πλήθος στερημένο από την εξουσία, αλλά σήμερα είναι κυρίαρχα αυτό.

Ο σημερινός «λαός» υπάρχει μόνον ως κυριαρχημένος, και η λαϊκή κυριαρχία είναι ένα σύγχρονο όνομα τής κυριάρχησης αυτής.

Αυτό που γράφεται στα αστικά (και γράφονταν παλιά και στα «σοσιαλιστικά») συντάγματα ως «λαϊκή κυριαρχία» είναι η ίδια η σταθεροποίηση τής διάκρισης λαού και κυριαρχίας, είναι ακριβώς η διάκριση αυτή.

Η λαϊκή κυριαρχία σε αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα άλλο από την σταθεροποίηση τής κοινωνικοπολιτικής «οντότητας» τού λαού σε «λαό», άρα σε ένα μη αυτοκυβερνώμενο πλήθος. 

Η έννοια τής αυτοκυβέρνησης του λαού, η κλασική τυπική έννοια τού κάθε δημοκρατισμού, αν υλοποιηθεί θα σημαίνει την διαλεκτική κατάργηση του λαού και την αντικατάστασή του από ένα σύστημα αυτοκυβέρνησης (των) ελεύθερων εργαζόμενων πολιτών/πολιτισσών-οπλιτών/οπλιτισσών. 
Για να υλοποιηθεί όμως, ως έννοια περιέχουσα και αυτή την αυτοκυβέρνηση, πρέπει πλέον να πάψει να υφίσταται και στους όρους που την συγκροτούν σαν να ήταν τούτοι αυτάρκεις ή αυτοκαθοριζόμενοι. 
Πρόκειται για το παράδοξο που είναι συγγενές με το παράδοξο τής (ιδέας) έννοιας περί «λαϊκού κράτους»: 
Ένα πραγματικό «λαϊκό κράτος» δεν μπορεί να είναι ούτε λαϊκό ούτε κράτος, αλλά ένα στάδιο για την ελεύθερη αταξική Πόλη των εργαζόμενων πολιτών/πολιτισσών-οπλιτών/οπλιτισσών.
Αν κάποτε η λαϊκότητα ως αυτοκαθορισμένος ιδεολογικός/πολιτικός καθορισμός λειτουργούσε ως μια στιγμή-αλτήρας για να μετατραπεί ο λαός σε αυτοκυβερνώμενο υποκείμενο, σήμερα λειτουργεί ως ανασχετική καθήλωση. 
Δεν υπάρχει αντινομικό όλον το οποίο μπορεί να εξέλθει του εαυτού του αν δεν είναι αναφερόμενο ενεργώς στους όρους που το συγκροτούν. 
Ούτως, αν δεν υπάρχει αυτή η άμεση αναφορά μιας αντινομικής πολιτικής ολότητας στους όρους της, είναι αδύνατον να υπάρξουν και άλλες αντινομικές οντότητες ως δυνητικότητες μιας άλλης κατάστασης (ή ολότητας):
α) 
Δεν είναι δυνατόν να προϋπάρξει μια κοινωνία ελευθερώνουσα τα άτομα δια της σκλάβωσής τους σε ένα κοινωνικό όλον.
Σαν να λέμε, δεν υπάρχει ελεύθερη ατομικότητα ως προϋπόθεση της κοινωνικής ελευθερίας (Μαρξ κύριοι) αφού πρώτα «φτιαχτεί» μη ατομικά («αντιατομικιστικά») αυτή η κοινωνική μορφή που δεν θα καταπιέζει τα άτομα.  
β) 
Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει «ελεύθερο κράτος» (Μάρξ κύριοι). 
Ό,τι από τα παραπάνω (κράτος, κοινωνικό όλον ως όλον κ.λπ) είμαστε υποχρεωμένοι ίσως να αποδεχτούμε αναγκαστικά, λόγω των αντικειμενικών συσχετισμών δύναμης, δεν πρέπει να το κάνουμε ιδεολογία και πίστη.
 

3.

Ίσως το δυσχερέστερο και αξιότερο να επιλυθεί πρόβλημα βρίσκεται μέσα στην ιδεολογία των νέων επαναστατικών φατριών (νεοαναρχισμός, νεοαριστερισμός), και σχετίζεται με μιαν αναστροφική επιβίωση τής έννοιας τού «λαού».

 

Ιωάννης Τζανάκος

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου