Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

ΘΕΣΗ ΦΟΥΛΒΙΟ (αδελφοί Ταβιάνι): Η ουτοπία ως προάγγελος ήττας..

Εισαγωγικός πρόλογος

Πρόκειται για δύο κείμενα που γράφτηκαν σε μια εποχή ρήξης με τον (μαζικό) σεκταρισμό που έχει επικρατήσει το «κίνημα» στην ελλαδική επικράτεια (αλλά και αλλού).
Είναι δύο αφελή και ανολοκλήρωτα κείμενα μιας άλλης «αγνής» εποχής. Σήμερα θα ήμουν ηπιότερος στην έκφραση αλλά σφοδρότερος στο περιεχόμενο των λόγων μου.
Η ρήξη έχει επέλθει, και σήμερα ζούμε στο παρόν τού δεξιού αυταρχισμού, ο οποίος όμως ήρθε ξανά στο προσκήνιο τής πολιτικής κυριαρχίας και τής ιδεολογικής ηγεμονίας αξιοποιώντας αυτή ακριβώς την «άνθιση» τού σεκταρισμού σαν το καλύτερο έδαφος για να νομιμοποιήσει την επιστροφή του.
Οι δικές μου διαπιστώσεις τής εποχής εκείνης έχουν πλέον επεκταθεί, διευρυνθεί, και περιλαμβάνουν ένα μεγαλύτερο φάσμα ιδεολογικών και πολιτικών φαινομένων.
 
 

Στον Γ.Ε. και τον Brother..


Είναι παραπάνω από προφανές πλέον πως αν υπάρχει ένα ξεχώρισμα από μια πολιτική «μήτρα» με την πρόθεση ίσως να πραγματωθεί συνεπέστερα η εσωτερική εγγραφή της, ο «σκοπός» της, αυτό δεν αποτελεί εγγύηση πως είναι ως ξεχωρισμένο «στοιχείο» στον σωστό δρόμο, ούτε άρα αποκλείεται να είναι στον δρόμο για την ενσωμάτωσή του σε αντίθετες πολιτικές «μήτρες».   Η εμμονή κάποιων ανθρώπων στην αρχική «μήτρα» χωρίς να νοιάζονται για τις α-συνέπειες, αρκεί αυτές να μην θίγουν έναν «σκληρό πυρήνα», αποδεικνύεται ορθή, θα έλεγα μάλιστα σοφή, αν και οριοθετημένη και αυτή από μια ευρύτερη αρνητική έκβαση των πραγμάτων. Ας δούμε πως αυτή η «σοφία» εκτυλίσσεται στα πράγματα και ταυτόχρονα οριοθετείται από αυτά - μακροπρόθεσμα. Ο πυρήνας του πρωταρχικού κομμουνισμού (πρακτικά πρωταρχικού) είναι η κοινωνική κατοχή-ιδιοκτησία των μέσων εργασίας και παραγωγής και ο κεντρικός σχεδιασμός, όπως επιτυγχάνονται όμως «όλα αυτά» από ένα αυταρχικό επαναστατικό κράτος της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς (των εργαζόμενων μαζών) και της πρωτοπορίας της (της επαναστατικής «ελίτ») [δικτατορία-δημοκρατία του προλεταριάτου]. Αυτός ο πυρήνας για να εφαρμοστεί πρακτικά (και μετά μιλάμε για διεύρυνση των στόχων) δημιουργεί αντιφάσεις και αντινομίες, προκαλεί πολιτικές κοινωνικές και οικονομικές ασυμμετρίες, ίσως και άρση άλλων στρατηγικών στόχων. Όπως είναι γνωστό οι πάρα πολύ έξυπνοι, τρομακτικά έξυπνοι κριτές, αυτής της πρακτικής διαίρεσης ανάμεσα σε πυρήνα και «περιφέρεια» του εγχειρήματος εντοπίζουν το εξής: η ίδια η διαίρεση του εγχειρήματος και η μετάθεση ευρύτερων στόχων στο μέλλον υπονομεύει τελικά τον ίδιο τον πυρήνα, πράγμα που φαίνεται (κατ'αυτούς) και στο γεγονός πως ήδη από την αρχή της διαίρεσης έχει διαπραχθεί το «αμάρτημα» ή «έγκλημα» της «αντιδιαλεκτικής», ήτοι της καταστροφής της διαρκούς ενότητας όλων των στόχων του κομμουνισμού. Η ιεράρχηση κρίνεται ως «αντιδιαλεκτική», στην καλύτερη περίπτωση αυτό είναι αποτέλεσμα της «ανωριμότητας» των συνθηκών και της πολεμικής αναγκαιότητας «υπεράσπισης» του «σοσιαλισμού» από τους εχθρούς του. Έτσι λοιπόν προκρίνεται η διεύρυνση των στόχων, ξανά, και η επιστροφή στην αγνή πάναγνη διαλεκτική ενότητα των στόχων και των πρακτικών. Καταρχάς: Επί της ουσίας, στους θεμελιακούς καθορισμούς της, η πραγματικότητα δεν έχει αλλάξει καθόλου, ειδικά εκείνη η πραγματικότητα που έχει να κάνει με την οικοδόμηση ενός πρωταρχικού κομμουνισμού ή «σοσιαλισμού». Θα υπάρξει επαναστατικό εργατικό κράτος, θα υπάρξει απαλλοτρίωση των μέσων εργασίας και κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας σε αυτά, θα υπάρξει κεντρικός σχεδιασμός αυτής της οικονομικής «δραστηριότητας» που θα προκύψει από την επαναστατική απαλλοτρίωση, και βέβαια θα υπάρξει καπιταλιστική περικύκλωση. Δεν σας αρέσει αυτή η πραγματικότητα, αποδράστε λοιπόν στα εύκολα οράματα μιας επιστροφής στο πρώτο πρώτο και αγνό πάναγνο στάδιο της ταξικής εκκίνησης της εργατικής τάξης ως αυτοκαθοριζόμενης τάξης. Δεν θα σας βγάλει πουθενά, μα πουθενά. 

Ή μάλλον, θα σας βγάλει:

Στην αναμονή μιας «νέας» (παρισινής) κομμούνας του 1871 η οποία μπορεί και να συμβεί, αλλά αυτό θα είναι πραγματικά μια τραγωδία. Γιατί τραγωδία; γιατί θα σημαίνει την ήττα, γιατί η τιμημένη κομμούνα του 1871 ηττήθηκε, αν και παρήγαγε τα προγραμματικά στοιχεία του μέλλοντός της. Αυτή η επανάληψη και η επιθυμία αυτής της επανάληψης από την σκοπιά «μαρξιστών» «κομμουνιστών» και «αναρχικών» είναι πραγματικά το πολιτικό έγκλημα εν γένει της «αντισταλινικής» επαναστατικής αριστεράς και προτάσσεται επίσης ως η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για να μπορέσει αυτή (η «επαναστατική αριστερά» αλλά και γενικά η «νέα αριστερά») να αποποιηθεί τις πραγματικές ευθύνες που απορρέουν από τα πραγματικά δεδομένα της πραγματικής κατάστασης (του πραγματικού καπιταλισμού και του πραγματικού αντικαπιταλισμού) όπως ήδη μας έχει παρουσιαστεί σε πλήρη εμφάνεια.

Ας επιστρέψουμε πάλι στην αρχή:

Η διαίρεση ανάμεσα σε κύριο και δευτερεύον της επαναστατικής στρατηγικής, η συγκεκριμένη, οριοθετημένη, και δυσάρεστη διαλεκτική που απορρέει από αυτή την διαίρεση, δεν είναι αυτό που θα επιθυμούσαμε ποτέ αν ο κόσμος μας ήταν εύκολος κόσμος. Ποιός θα το επιθυμούσε; Η επιθυμία όμως δεν είναι η πραγματικότητα, ήδη το πρόγραμμά μας είναι για τον περισσότερο κόσμο «ουτοπικό». Η επιπρόσθετη ουτοπικότητα, ήτοι η άμετρη και πέρα από τις συγκεκριμένες γενικές ιστορικές συνθήκες διεύρυνση των στόχων, σε συνδυασμό με μια συγκεκριμένη «κριτική» της σοβιετικής εμπειρίας δεν είναι τελικά απλά ένα λάθος, περιέχει φοβερότερους κινδύνους τους οποίους θα σας τους εκθέσω συνοπτικά: Στην πραγματικότητα δεν είναι «ουτοπικότητα» ή «ουτοπία» αλλά μια συγκεκριμένη και μάλιστα ιδεολογικο-πολεμική και πολιτικο-πολεμική μορφή της αστικής μικροαστικής ιδεολογίας που έχει κατακυριαρχήσει στο παγκόσμιο εργατικό ταξικό κίνημα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μία, δύο πολλές κομμούνες με την ίδια τραγική κατάληξη ήττα, χωρίς όμως να υπάρχει λόγος γιατί η εμπειρία υπάρχει. Η φιλολογία περί επανάληψης της Κομμούνας στο Παρίσι του 1871 είναι μια αυτοκτονική φιλολογία για μια θυσία χωρίς να υπάρχει Λόγος αφού υπάρχει η εμπειρία της νίκης. Αν προκύψει, «εγώ» λ.χ θα δεχτώ τη θυσία αν τύχει, δεν θα καθίσω από έξω να «κρίνω», αλλά δεν μπορώ να κρύψω από τον εαυτό μου και από εσάς την πικρή πολιτική αλήθεια όπως την περιέγραψα στην αρχή του κειμένου.

Επιστρέφω ξανά στην αρχή:

Ο μόνος τρόπος για να διεμβολίσει κάποιος το μέλλον από την σκοπιά της εργατικής τάξης και των φτωχών αγροτών και μικροαστών είναι να δει κατάματα και χωρίς φόβο τα όρια της εποχής μας, τους περιορισμούς της και την συνέχειά της από τότε που εμφανίστηκε και εκτυλίχθηκε όπως εκτυλίχθηκε. Ας γυρίσουμε στον σκληρό πυρήνα όχι γιατί είμαστε «σκληροπυρηνικοί», ο καπιταλισμός είναι σκληροπυρηνικός, ο ιμπεριαλισμός είναι σκληροπυρηνικός και όχι εμείς που τον αντιμετωπίζουμε και είμαστε υποχρεωμένοι να προσαρμοστούμε στην σκληροπυρηνικότητά του. Θα μας πουν πως αυτό είναι προσαρμογή στην ουσία του καπιταλισμού και στην στενότητα των όρων που μας υποβάλλει στην πράξη, και θα τους πούμε: ΌΧΙ. Είναι μια επαναστατική προσαρμογή σε πολεμικές συνθήκες που επιτάσσουν την αντίστοιχη «λαϊκή στενότητα» τού βλέμματος, ενώ ΕΣΕΙΣ της διαλεκτικής ευρύτητας αυτό που τελικά «καταφέρατε» και «καταφέρνετε» είναι να διαλύετε το λαϊκό στρατόπεδο με την αναμονή μιας εξέγερσης ήδη ηττημένης. Με έναν επεισοδιακό επαναστάτη συνομιλητή ανακαλύψαμε κατά την διάρκεια μιας εξίσου επεισοδιακής αντιπαράθεσής μας την «φιλο-ιταλική» σινεφίλ διάσταση της ταπεινής μας υπόστασης. Θα του θυμίσω την ταινία των αδελφών Ταβιάνι Αλονζαφάν. Όλοι οι ακροαριστεροί φίλοι, πέραν των διαφόρων ορθών αναλύσεών τους για το ιστορικό «συμφραζόμενο» της ταινίας, δεν έχουν καταλάβει το κενό που εκφράζει ο Φούλβιο, μένουν μόνον στην «προδοσία» του και ξεχνάνε ότι πέραν αυτής της αμφισβητούμενης προδοσίας τελικά σε κάτι έχει δίκιο. Και τελικά και αυτός εμπλέκεται, αν και ξέρει. 

---

 

5 Θέσεις και ένα ερώτημα:

Συμπλήρωμα τής «θέσης» Φούλβιο..


Θέση 1

Η περικύκλωση από εχθρούς φανερώνει μια θέση αδυναμίας. Όχι απαραίτητα απόλυτης.

 

 

Θέση 2

Αυτό που δεν θέλουν να κατανοήσουν όσοι ζούνε πρωί βράδυ με μιαν εικόνα της λαϊκής πάλης ως ενός καυγά σε μια γειτονιά ή σε έναν δρόμο είναι πως οι λαϊκές προλεταριακές τάξεις βρίσκονται εκ της κοινωνικής οντολογικής θέσης τους σε εναρκτήρια αδυναμία. Γι΄αυτό και οι πρώτες ενισχύσεις για τις τάξεις αυτές έρχονται είτε από τους μορφωμένους γόνους τους, που μικροαστικοποιούμενοι δια της μόρφωσης τις εκφράζουν με αμφίθυμο τρόπο, είτε από διανοούμενους της άρχουσας τάξης που δεν αντέχουν την κοινωνική αθλιότητα και προσχωρούν στην «υπόθεση» της πραγματικής βοήθειας προς αυτές. Ακόμα όμως και αυτές οι ενισχύσεις έχουμε καταλάβει όλοι ελέγχονται σε πολλά επίπεδα. Πρώτα πρώτα μπορεί να υπάρχει ένα είδος ταξικής υπεροψίας προς τους βοηθούμενους που είναι προερχόμενη βέβαια από την ίδια την ειδική κοινωνική θέση του διανοούμενου. Αυτή η υπεροψία εμφανίζεται συνήθως σε ένα μεταγενέστερο στάδιο όταν η πραγματικότητα δεν αλλάζει σύμφωνα με τις άμεσες επιθυμίες του ριζοσπάστη διανοούμενου, η ιστορία δεν είναι πάντα ένα γρήγορο πράγμα, και οι «λαϊκοί» ακροατές του «απελευθερωτικού» Λόγου δεν αλλάζουν επίσης τις απόψεις τους για την μη δυνατότητα της αλλαγής όσο αυτοί είναι εν ζωή, αφού όντως δεν συμβαίνει και κάποια ουσιαστική αλλαγή. Τότε, ο διανοούμενος ανακαλύπτει πως οι συνθήκες δεν αλλάζουν γιατί για να αλλάξουν πρέπει οι «λαϊκοί» να πειστούν ότι μπορεί να υπάρξει αλλαγή. Αν «πιστέψουν» οι «λαϊκοί» (κατά κάποιο τρόπο ταυτόχρονα) πως υπάρχει δυνατότητα αλλαγής τότε θα υπάρξει και αλλαγή. Πόσοι πύρινοι Λόγοι και παραινέσεις μαζί με απειλές καταστροφής (που θα έρθει, αν δεν..) έχουν ειπωθεί περί αυτής της συναρτήσεως δεν μπορούμε να ξέρουμε, αλλά ξέρουμε λίγο από εμπειρία λίγο από σκέψη πως έχουν ειπωθεί πολλές πάρα πολλές.. Στο μυαλό ενός από τα γενοφάσκια του ηττημένου προλετάριου, όχι τόσο σε «προσωπικό» αλλά «ταξικό» επίπεδο, υπάρχει μια βαθιά σκέψη που λέει «τίποτα δεν πρόκειται να γίνει». Αν δε αυτό που είναι απέναντί του είναι ένας φοιτητής ή ένας λεπταίσθητος διανοούμενος υπάρχει και μια καχυποψία ως προς τις προθέσεις του. Κανένας προλετάριος δεν παύει να κοιτάει καχύποπτα ένα παιδαρέλι ή έναν διανοούμενο όταν του αραδιάζει τους λόγους για τους οποίους πρέπει να παλέψει. Μόνον ένας άλλος διανοούμενος προλετάριος ψημένος στον καθημερινό σκληρό αγώνα γίνεται ακουστός με σοβαρότητα, αν και πάντα με επιφύλαξη. Σημασία έχει όμως και το τι λέγεται. Αυτό που λέγεται για να έχει «τύχη» πρέπει να έχει σχέση με το βασικό πρόβλημα του προλεταρίου που είναι ο αγώνας του για επιβίωση και αυτοσυντήρηση.


Θέση 3

Τα επιχειρήματα έχουν αξία σε αυτό τον «χώρο» όταν σχετίζονται με την τύχη της επιβίωσης του ατόμου και της τάξης. Ακόμα και ένας «καταστροφολογικός» Λόγος μπορεί να γίνει ακουστός με σοβαρότητα όταν αφορά την σχέση των ανθρώπων με την επιβίωση, την αυτοσυντήρηση και την αξιοπρέπειά τους σε σχέση με αυτά τα ταπεινά πράγματα. Αν τεθεί προ των οφθαλμών του προλεταρίου το αδιέξοδο της κατάστασης αυτό μπορεί να τον οδηγήσει ακόμα και στην εξέγερση, αρκεί να υπάρχουν συγκεκριμένα παραδείγματα για το παρόν και το μέλλον της κατάστασης. Όμως εδώ πρέπει να δείξουμε προσοχή ως προς την γενικότερη κατάσταση που περιβάλλει την σκέψη και του «προπαγανδιστή» και του προλετάριου «υποδοχέα» της «προπαγάνδας-διαφώτισης», γιατί παραμονεύει η παπάντζα της ευκολίας. Δεν πρόκειται να πειστεί κανείς για την έκβαση των πραγμάτων και την ανάγκη αντίστασης, ξεσηκωμού, εξέγερσης, επανάστασης και ό,τι άλλο θέλετε, αν δεν γίνει σαφές πως υπάρχει επίγνωση της παγκόσμιας κατάστασης των πραγμάτων. Γιατί, αν δεν το ξέρετε, ο προλετάριος, είναι ενήμερος των παγκόσμιων συσχετισμών δύναμης και της παγκοσμιότητας του καπιταλιστικού συστήματος, όσοι δεν το ξέρουν αυτό, ότι οι προλετάριοι ξέρουν τι βαρύ πράγμα είναι η παγκοσμιότητα του καπιταλισμού, δεν ξέρουν τίποτα, είναι άσχετοι, τους το λέω κατάμουτρα. Πρέπει λοιπόν να λέμε την αλήθεια στον εαυτό μας και στον προλετάριο απέναντί μας (μπορεί και εμείς να είμαστε προλετάριοι ή μισο-προλετάριοι, αλλά να μιλάμε και να δρούμε σαν μικροαστοί), ότι η παγκοσμιότητα του καπιταλισμού είναι φοβερή και τρομερή και θέλουμε να την ανατρέψουμε «εδώ» και «παντού», αλλά πιθανόν να πέσει πάνω μας και να μας πλακώσει. 
Ο προλετάριος το ξέρει αυτό και είναι απόλυτα θετικός να μας ακούσει αν δει πως το ξέρουμε και μεις ή αν δει πως και το ξέρουμε και το παραδεχόμαστε αυτό και δεν πουλάμε παπάντζες. Προσέξτε όμως, αυτή η «ανάδειξη» της παγκόσμιας «ουσίας» του εκμεταλλευτικού συστήματος δεν είναι πραγματική ούτε όταν την προτάσσουμε μόνον ως έναν βραχνά ούτε μόνον ως έναν ωραίο διεθνιστικό και αγαπησιάρικο γήπεδο που δεν μας αφήνουν οι αστοί να παίξουμε. Ο εργάτης ξέρει, καλύτερα από τον κάθε επαναστάτη παραληρηματία, την ισορροπία και την δυναμική, ίσια ή στραβή, που έχει το «θέμα».
 

Θέση 4

Η τοποθέτηση των ριζοσπαστών γύρω από το «θέμα» της σχέσης τοπικού παγκόσμιου σε αναφορική σχέση προς την επιβιωσιακή βάση της ζωής με έναν ρεαλιστικό διαλεκτικό τρόπο ή με παπάντζες καθορίζει και την υποδοχή του Λόγου τους.

Θέση 5 -επιστροφή στην θέση 1

Οι προλετάριοι ως τάξη και ο κάθε ένας από αυτούς έχουν πλήρη επίγνωση της πιθανής περικύκλωσης του όποιου εγχειρήματός τους και του όποιου δικού τους κράτους ή της όποιας δικής τους εξουσίας, σε περίπτωση που υπάρξει. Όταν τους ορθώσεις την εικόνα ενός μαχόμενου, αν και περικυκλωμένου από τους εχθρούς εργατικού πολιτικού μηχανισμού ή εργατικού κράτους, κάνουν αμέσως την αντιστοίχιση της τωρινής τους ταξικής θέσης και αδυναμίας με αυτό το κράτος αλλά (κάνουν) επίσης και την αντιστοίχιση με μια άλλη ισχυρότερη θέση από την άποψη της κυριαρχίας, χωρίς όμως αυτή η ισχύ να μετατρέπεται ποτέ σε κάτι εντελώς διαφορετικό από την τωρινή θέση τους (αδυναμίας). Αυτό συμβαίνει εξάλλου και όταν γίνεται.

Ερώτημα

Αλήθεια έχουν ποτέ μερικοί μιλήσει με έναν εργάτη, ή εργατο-υπάλληλο, ακόμα και έναν μικροαστό, ακούγοντάς τον όταν αναφέρεται σε ένα τόσο φλέγον θέμα; Όχι, οι ριζοσπάστες μοιράζουν παπάντζες και νομίζουν κιόλας ότι οι προλετάριοι και οι μικροαστοί τους πιστεύουν. Δεν τους πιστεύουν, μπορεί απλά να κάνουν ένα ποντάρισμα, όπως όταν παίζουν λόττο στο προπατζίδικο της γειτονιάς, γνωρίζοντας ότι δεν θα γίνει τίποτα. Συνεχίζουν όμως να παίζουν.

------------------------------------------------------------------------- 


Ιωάννης Τζανάκος

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου