Ο αδύναμος, ο ενδεής (όχι απαραίτητα φτωχός) άνθρωπος
έχει πάνω του χαραγμένο με πυρακτωμένο σίδερο το σήμα της απομάκρυνσής του από
την στρατηγική δομή της κοινωνίας, άρα και από την ίδια την στρατηγική ως
θεώρηση πολέμου.
Θα το λέμε μέχρι να φύγουν όλα τα «δαιμόνια» που μοιράζουν στους εαυτούς τους και τους
άλλους την εικόνα ενός ακέραιου λαϊκού ή ταξικού όντος το οποίο «πρέπει» απλά να τεθεί «ως έχει» στην θεωρούμενη σωστή θέση της αντιπαράθεσης.
Άλλο είναι το θέμα:
Όταν η «αποστέρηση» τής (υλικής και διανοητικής) στρατηγικής δομής για ένα (ατομικό ή συλλογικό) υποκείμενο συγκροτεί δομικά αυτό το ίδιο το υποκείμενο, τότε το θέμα τής στρατηγικής θεματοποιείται ως στρατηγικό με έναν ιδιότυπο και μοναδικό τρόπο!
---------------------------------
Η «μη-στρατηγική» «τακτική» δομική υπόσταση της μισθωτής εργατικής
υπόστασης, ακόμα και της μισθωτής μικροαστικής υπόστασης, είναι
το στρατηγικό πρόβλημα της.
Αυτό το ειδικό «στρατηγικό πρόβλημα» ως «στρατηγικό πρόβλημα» μιας «ως έχει» «τακτικής» κοινωνικής υπόστασης, δεν «πρέπει» να αναβιβαστεί σε αυτοτελή «στρατηγική
ουσία» σαν να μπορούσε μια «τακτική υπόσταση» παραμένοντας «ως έχει» να έχει αυτοτελή στρατηγική:
Δεν γίνεται δηλαδή όταν υπάρχει ένα μόνιμο δομικό πρόβλημα ενός κοινωνικού υποκειμένου σε σχέση με την στρατηγική του δόμηση, επειδή τούτο το υποκείμενο υφίσταται «ως έχει» ως καθηλωμένο στην τακτική, να αναβιβαστεί σε αυτοτελή «στρατηγική ουσία» αυτού τού κοινωνικού υποκειμένου σαν να μπορούσε αυτό το υποκείμενο να έχει κάποια στρατηγική παραμένοντας «ως έχει».
Γιατί όμως;
Η στρατηγική απαιτεί εκ της ιδιοσυστασίας της την
υποταγή τής τακτικότητας, είτε αυτή η υποταγή είναι διαλεκτική και «ζωντανή» (άρα περιέχει την τακτικότητα ως ένα οργανικό μέρος του
όλου «τακτική-στρατηγική») είτε είναι αντιδιαλεκτική.
Το ζήτημα είναι άρα να υψωθεί κάθε απομονωμένη τακτική,
κάθε κοινωνική υπόσταση που είναι καρφωμένη στην μοίρα του επιβιωτικού και
ψυχικού τακτικισμού, στο ύψος της στρατηγικής ουσίας αυτο-αρνούμενη την ίδια
την τακτικοποίηση της δικής της ουσίας.
Όταν υπάρχει δομικό στρατηγικό πρόβλημα ως προς την στρατηγική υπόσταση μιας κοινωνικής υποκειμενικότητας η άρση του, η «επίλυσή» του, πρέπει να ορίζεται εντός τού πλαισίου εκείνου που δεν «κανονικοποιεί» ή «φυσικοποιεί» αυτό το πρόβλημα, άρα πρέπει να ορίζεται με μεγαλύτερη επίταση ως προς τον προσανατολισμό του προς το ίδιο καθεαυτό το στρατηγικό πεδίο ως διακριτό από το τακτικό.
Όταν η ίδια η ζωή μιας συγκεκριμένης ατομικής ή κοινωνικής υποκειμενικότητας είναι δομικά καθηλωμένη στον «τακτικισμό» τής προσδίδεται ως αντικειμενικό κατηγόρημα ένα στρατηγικό πρόβλημα, δεν μπορεί άρα η «ίδια» η υποκειμενικότητα και η ζωή της έτσι ορισμένες να αποτελούν στρατηγική υπόσταση.
Ή αλλιώς:
Δεν γίνεται να ορίζεται ως υποκειμενική υπόσταση που ενέχει ήδη εντός της την στρατηγική δυνατότητα ή πραγματικότητα μια υποκειμενική υπόσταση που ενέχει εντός της τον μόνιμο καθορισμό τής «τακτικής»:
Ως υπόσταση είναι εκ τής ίδιας τής δομής της μια «τακτική υπόσταση».
Ο τρόπος που αυτή η δομικά «τακτική» υποκειμενική υπόσταση θα «συναντήσει» την στρατηγική δομή δεν μπορεί να είναι ένας τρόπος που σημαίνει μιαν ενδογενή σε αυτήν ύπαρξη τής στρατηγικής που απλά θα αναπτυχθεί στο διάβα τού ιστορικού χρόνου έστω με δυσκολίες και αντιξοότητες.
«Πρέπει» να ανακαλύψει την «στρατηγική» δομή από ένα «έξω» από αυτήν στρατηγικό πεδίο, σε αντίθεση με ό,τι γίνεται σε κοινωνικές τάξεις που εκ τής ίδιας τής δομικής τους υπόστασης βρίσκονται ακόμα και σε μια πρώιμη φάση σε «ενότητα» προς τους υλικούς και διανοητικούς στρατηγικούς όρους τής κοινωνίας (όπως είναι λ.χ η αστική τάξη, ακόμα και όταν δεν έχει την κρατική εξουσία, λ.χ επί φεουδαρχίας).
Εννοείται πως υπάρχει ένα πλέγμα αλληλοκαθορισμών
μεταξύ στρατηγικής και τακτικής ουσίας που αφορά ας πούμε κύρια την άμεση
ταξική πάλη ή την πάλη ενάντια στο (αστικό και γραφειοκρατικό) κράτος αλλά και
άλλα κεντρικά «αγωνιστικά» δεδομένα των ταξικών-ιεραρχικών κοινωνιών.
Η αυτο-άρνηση της τακτικότητας της εργατικής και «λαϊκής» ουσίας δεν είναι μια υπόθεση που αφορά μόνον διανοούμενους
και πρωτοπορίες αλλά καταρχάς κάθε εργάτη ξεχωριστά και την ίδια την τάξη στις
μύχιες σκέψεις και τις βαθύτερες επιθυμίες της.
Από την σκοπιά μου έχω να πω πως είμαι πλέον εντελώς
ανοιχτός στην κατανόηση της όποιας προσπάθειας γίνεται ακόμα και από την σκοπιά
ενός εργάτη ή φτωχού μικροαστού που θέλει «μόνος» του να ανέβει με
κάθε τρόπο πάνω από την κακομοιριά που τον έταξαν οι μοίρες της ταξικής
κοινωνίας, με μία μόνον (καθοριστική) προϋπόθεση: να μην γίνει ρουφιάνος της
αστυνομίας, του κράτους και των αφεντικών.
Εξετάζουμε εδώ, μη ηθικολογικά, μια τέτοια στάση από
την σκοπιά της συνολικής τάξης και από το σημείο της συλλογικής της ιστορίας,
έχοντας υπόψιν μας ότι οι ατομικές προσπάθειες είναι συνήθως μάταιες και
υπονομευμένες από την παρουσία του τερατώδους κρατικού ελέγχου.
Έτσι λοιπόν, χωρίς να χρειάζεται να κάνουμε τον έξυπνο
στους «καθημερινούς» ανθρώπους στρεφόμαστε στην τύχη τής εργατικής
τάξης ως τάξης και ψάχνουμε έναν τρόπο να φύγει αυτή από την μοίρα του
αμεσοποιημένου και «τακτικοποιημένου» όντος γινόμενη αρχηγός και
στρατηγός της ζωής της και της ζωής της ανθρωπότητας.
Είναι προφανές πως μια τέτοια μαζική μεταλλαγή
προϋποθέτει μιαν νέα πολιτισμική και τεχνοπολιτισμική επανάσταση μέσα στην
επανάσταση, η οποία έχει ήδη μισο-συμβεί αλλά δεν έχει βρει τον βηματισμό
της για άλλους Λόγους. Το λάθος για μένα παραμένει η εμμονή στην θέση του
αποκλεισμού και του ψυχο-εμβιωτικού τακτικισμού ως θέση «χάριτος».
Αυτή είναι μια θέση δηλαδή που θέλει να έχει ο καθένας
αποκλεισμένος αντιπροσωπεύοντας την αυταπάτη πως ως ο αποκλεισμένος φορέας της
περιέχει την στρατηγική εμμενώς και εμφύτως.
Ο σκοπός μας είναι νομίζω να αφαιρεθεί και να
καταστραφεί κάθε ξένωση τακτικής και στρατηγικής ουσίας στην κοινωνία και την
καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Αυτός ο σκοπός θα πραγματωθεί αν οι υποστασιακοί «εκπρόσωποι» της ξενωμένης τακτικής ουσίας της κοινωνικής ουσίας,
δηλαδή οι «απλοί» στρατιώτες των στρατηγικών ελίτ και αρχουσών τάξεων,
κατεβάσουν κάτω όλες αυτές τις δράκες αλλά αντικαθιστώντας τες κιόλας στην
άσκηση της οικονομικής πολιτικής και τεχνικής εξουσίας και γνώσης.
Στο ημι-ευφυές αναρχικό σύνθημα «κανείς κάτω,
κανείς πάνω» (ή «κάτω οι πάνω, κανείς πάνω») το οποίο νομίζω εκφράζει
νοοτροπιακά την συντριπτική πλειονότητα της νέας αριστεράς, αντιτάσσω το «κανείς κάτω, όλοι πάνω -αλλά πάνω».
Είναι προφανές πως μια τέτοια μεταλλαγή της σχέσης «στρατηγικό πάνω-τακτικό κάτω» σε όλο το φάσμα της κοινωνικής δράσης
δεν θα αφήσει κρατική και θεσμική πέτρα όρθια, αλλά το αποτέλεσμα θα είναι ένα
οικοδόμημα και όχι ένα διασκορπισμένο πράγμα μαγικά «αυτοδιοικούμενο».
Είναι αδύνατον δε να υπάρξει αυτό το νέο οικοδόμημα αν
δεν προϋπάρξει κάπως, έστω εν σπέρματι εντός των εφιαλτικών συνθηκών που ζήσαμε
και ζούμε εδώ και χιλιετίες (εμείς και οι ταπεινοί ταξικοί «πρόγονοί»
μας).
Είναι και απαραίτητο από την σκοπιά του λαϊκού πολέμου που είναι να διεξάγουμε.
Το πρόβλημα λοιπόν της τακτικής μας ουσίας, της
σύμφυτης στις ταξικές κοινωνίες «τακτικοποίησης» τής ταξικής-κοινωνικής υπόστασής μας,
δεν επιλύεται με την ψευδή στρατηγικοποίησή της σαν να ήταν ήδη «στρατηγική υπόσταση».
------------------------------
Η κοινή έννοια και ουσία της κατάστασης έκτακτης
ανάγκης ως προς τις διαφορετικές και ανταγωνιστικές μεταξύ τους κοινωνικές
τάξεις δεν είναι το νοηματικό και οντολογικό αποτέλεσμα των «κοινών»
σημείων που υπάρχουν παρά την διαφορετικότητα. Έτσι δεν δημιουργείται έννοια αλλά ένα συμβατικό
νοητικό κατασκεύασμα για άμεση πολιτική χρήση. Ή υπάρχει κοινή ουσία που εκδηλώνεται στους
διαφορετικούς τροπισμούς της και υπάρχει ουσιακά διά αυτών των τροπισμών ή δεν
υπάρχει τίποτα τέτοιο. Ποια είναι λοιπόν η ουσία της έννοιας αυτής; Θα μπορούσα καταρχάς να επαναλάβω την υπόθεση για την
σημασία της διάκρισης-ενότητας τακτικής και στρατηγικής όπως αυτές εννοούνται
όχι μόνον σε ένα αμιγώς πολεμικό ή πολιτικο-πολεμικό επίπεδο αλλά ως εκφράσεις
της ουσίας της ταξικής κοινωνίας ως ταξικής. Αλλά υπάρχει το θέμα της συγκεκριμενοποίησης της
έννοιας σε σχέση με την θέση της κατάστασης και των δύο πόλων-τάξεων. Και σε αυτό το πιο συγκεκριμένο σημείο της
εννοιολογίας θα έλεγα συνοπτικά, υποσχόμενος μια περαιτέρω διευκρίνιση, πως η
εργατική κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι καθορισμένη κυρίως στο τακτικό και
καθημερινό επίπεδο της πολεμολογικής συστάσεως του κοινωνικού ανθρώπινου όντος.
------------------------------
Η συγκρότηση της υλικής παραγωγής στις άδικες ταξικές
κοινωνίες περιέχει έναν κρίσιμο στρατιωτικό καθορισμό που συν-συγκροτεί το
στρατιωτικό φαινόμενο στην ολότητά του. Ο άλλος στρατιωτικός καθορισμός που συν-συγκροτεί το
στρατιωτικό φαινόμενο (στην ολότητά του) είναι ο γνωστός καθορισμός της ένοπλης
ομάδας μάχης. Ας ονομάσουμε (α) τον πρώτο, μη-ένοπλο, στρατιωτικό
καθορισμό και (β) τον δεύτερο, ένοπλο, καθορισμό. Ποιος είναι όμως ο (α) καθορισμός; Ας κάνουμε μια μικρή περιγραφική ανάλυση των ταξικών
κοινωνιών για να πάμε άμεσα και γρήγορα, αλλά μεθοδικά, στο στρατιωτικό «μέρος-σημείο» της συγκρότησής τους: Οι άδικες κοινωνίες έχουν δημιουργήσει για τα (χαμηλά)
λαϊκά στρώματα (λαϊκές τάξεις), άρα και τα άτομα που γεννιούνται μέσα τους, ένα
αρχικό σημείο εκκίνησης του αγώνα για την υλική τους συντήρηση που τις
καθηλώνει εξαρχής σε υποδεέστερη θέση σε σχέση με τις «ανώτερες»
τάξεις κατά τον κοινωνικό ανταγωνισμό τους. Πρέπει να επισημάνουμε, όπως μας έχει δείξει με
απόλυτη επιστημονική επάρκεια ο μαρξισμός, πως αυτή η υποδεέστερη αρχική
εκκίνηση του αγώνα για την υλική συντήρηση της ζωής δεν αφορά βέβαια μόνον την
χρονική εκκίνηση της ζωής μιας λαϊκής τάξης (ή ενός ατόμου εντός της) αλλά όλη
την ζωή κατά την μακρόχρονη διάρκειά της. Αυτό αποδεικνύεται από το αναμφισβήτητο γενικό γεγονός
(των άδικων-ταξικών κοινωνιών) της καθολικής (ή καθοριστικής μερικής)
αποστέρησης -για τις λαϊκές τάξεις- των υλικών μέσων παραγωγής των υλικών
μέσων συντήρησης της ανθρώπινης ζωής (νομής, κατοχής, ή και των δύο). Δεν θέλουμε εδώ να επαναλάβουμε το μαρξιστικό «προφανές», ούτε να το αρνηθούμε με βάση τις σχετικοποιήσεις του που
έχουν επιτευχθεί πραγματικά ή φαντασιακά από μερικές αστικές κοινωνίες (με την
μορφή τού «λαϊκού καπιταλισμού»,
της συμμετοχής στην νομή της ιμπεριαλιστικής λείας κ.ο.κ).
Αυτό που θέλουμε να δείξουμε εδώ είναι πως η ταξική
δομή «υλικής αποστέρησης» είναι μια στρατιωτική δομή, μια κανονική
στρατιωτική κατάσταση που δεν έχει (τυπικά) ένοπλο χαρακτήρα αν και ασφαλίζεται
επίσης από τις ένοπλες στρατιωτικές δομές [του (β) στρατιωτικού καθορισμού]. Ποιοι είναι όμως οι ειδικοί στρατιωτικοί καθορισμοί
που συγκροτούν αυτόν τον γενικό στρατιωτικό καθορισμό-προσδιορισμό της ταξικής
δομής (αποστέρησης) και δικαιολογούν τον ταξικό καθορισμό ως στρατιωτικό (α),
και μάλιστα πριν ακόμα μιλήσουμε για την τυπικά ένοπλη μορφή του (β);
Μιλήσαμε πριν για την δομή αποστέρησης των υλικών
μέσων παραγωγής της ανθρώπινης ζωής (για τον φτωχό λαό).
Θα γίνει προφανές τι εννοούμε όταν μιλάμε
για στρατιωτικό καθορισμό της παραγωγής (στις άδικες ταξικές κοινωνίες) αν
ορίσουμε τα υλικά μέσα παραγωγής ως στρατηγικούς όρους της ζωής και τα μέσα
συντήρησης ως τακτικούς όρους της ζωής.
Όταν μια ομάδα ανθρώπων δεν ελέγχει πλήρως ή δεν
ελέγχει καθόλου τα μέσα παραγωγής τής (υλικής) ζωής της, ήτοι τα μέσα παραγωγής
των καταναλωτικών μέσων για την συντήρησή της, βρίσκεται σε διαρκή εξάρτηση από
αυτούς που ελέγχουν αυτά τα μέσα παραγωγής. Τότε, τα μέσα παραγωγής μετατρέπονται σε στρατηγικό
όρο, με την έννοια πως αν δεν «έχεις» τα μέσα που παράγουν τα υλικά
αγαθά που είναι αναγκαία για να βιοπορισθείς και τα «έχει» ένας άλλος
είσαι όχι μόνον υποχρεωμένος να τον υπακούς και να ακολουθείς την δική του
θέληση ως προς την δόμηση της ανθρώπινης συνύπαρξης, αλλά είσαι επίσης
υποχρεωμένος να δεχθείς την μόνιμη αφαίρεση ελέγχου της κυριότερης εξωτερικής
δύναμής σου, του εργασιακού μέσου σου για βιοπορισμό.
Θα προσωποποιήσω χρηστικά την περιγραφή: Η αφαίρεση από ένα ανθρώπινο ον του ελέγχου τής
εξωτερικής του δύναμης, του εργασιακού του μέσου, το καθιστά έρμαιο των
ελεγχόντων το μέσο σε κάθε μορφή αγώνα για επιβίωση μεταξύ των μελών της
ευρύτερης ομάδας (μιας εθνότητας λ.χ), άρα καθιστά αυτά τα εξωτερικά μέσα,
αυτές τις εξωτερικές δυνάμεις (του) από μεταφορικώς «όπλα» σε
κυριολεκτικώς «όπλα», σε στρατηγικούς στρατιωτικούς όρους για
εκείνους που τα ελέγχουν και για εκείνους που στερούνται του ελέγχου τους. Με λίγα λόγια ο αρχικά αδιάφορος και «κοινότοπα ισότιμα» «ελεγχόμενος-διαμοιραζόμενος» κεντρικός καθορισμός του
εργαλείου/πόρου ως σημαντικού εξωτερικού πράγματος, ως εξωτερικής δύναμης ανθρώπων
που ήταν σε ενότητα με αυτόν, μετατρέπεται δια της οικειοποίησής του από μια
επιμέρους ομάδα μέσα στην ανθρώπινη ομάδα, σε επίδικο αντικείμενο που έχει
στρατιωτικό χαρακτήρα-προσδιορισμό.
Ό,τι υλικά αναγκαίο στερείς για να το
κάνεις μέσο κυριαρχικού εκβιασμού και πλουτισμού μετατρέπεται
αναγκαστικά/απόλυτα-νομοτελειακά (κάποια στιγμή) σε επίδικο στρατηγικό στρατιωτικο-πολεμικό
αντικείμενο.
Ξεκινάει λοιπόν ένας αδιάλειπτος, αναπόφευκτος,
ανελέητος ταξικός πόλεμος που στηρίζεται στην μετατροπή ενός αδιάφορου κοινού
αντικειμένου σε αντικείμενο αποστέρησης για την πλειονότητα και
πλουτισμού-εξουσίας για την ολιγαρχική μειοψηφία. Η χρηστική κεντρικότητα των εργαλείων και των υλικών
πόρων (πρώτων υλών, γης κ.λ.π) που είναι αναγκαία για την συντήρηση της
ανθρώπινης ζωής μετατρέπεται σε πολεμική-στρατιωτική κεντρικότητα πριν ακόμα
καν υπάρξει η (αναγκαστική πάλι) ένοπλη μορφή αυτής της πολεμικής-στρατιωτικής
κεντρικότητας (συνήθως αυτά πάνε μαζί, αλλά κάνουμε αυτό τον διαχωρισμό για
λόγους κατανόησης και μεθοδολογικούς). Τα εργαλεία και οι «πόροι» είναι τότε
οικονομικά όπλα και η σχέση των κοινωνιών, των εθνών και των εθνοτήτων, με αυτά, είναι σχέση
στρατιωτική, σχέση πολεμική, «εντός» και «εκτός» τους. Η ταξική αρπακτική δομή μετατρέπει δε τους
συνηθισμένους (στους αρχέγονους ανθρώπους) εθνοφυλετικούς πολέμους σε ταξικούς
αρπακτικούς πολέμους στρατηγικού χαρακτήρα με κύριο στόχο την μετατροπή τής
άλλης εθνότητας ή τού άλλου έθνους-λαού σε «εργαλείο» παραγωγής και των μέσων
παραγωγής-πόρων που ελέγχει αυτός ο άλλος λαός σε μέσα παραγωγής-πόρους που ελέγχει η
άρχουσα τάξη του αρπακτικού έθνους και εν μέρει και οι λαϊκές τάξεις του, αλλά
και ένα μέρος συνεργατών από την υποταγμένη εθνότητα. Αυτό είναι το γενικό κάδρο (υπάρχουν και άλλα κάδρα
μέσα στο κάδρο αυτό) της στρατιωτικής υφής των κοινωνιών μας για τα χιλιάδες
χρόνια που επικρατεί η αρπακτική αδικία και η αθλιότητα των ολιγαρχών, που όμως
παρασέρνουν στην αρπακτική τους πορεία μερικές φορές και όλον τον υπόλοιπο
εθνολαό, τον εθνολαό «τους» όπως λένε ηγεμονικώς (φουσκώνοντας). Ας δούμε όμως τώρα κάποιες, στρατιωτικές πάλι,
συνέπειες αυτής της «ανθρωπολογικής» κατάστασης μόνιμου ταξικού
εμφύλιου πολέμου μέσα στις κοινωνίες. Όπως είπαμε, τα μέσα παραγωγής, οι πόροι, έχουν στις
άδικες ταξικές κοινωνίες, μετατραπεί σε μέσα πολέμου, σε αιτία ένοπλου πολέμου,
αλλά κυρίως (στην αμιγώς στρατιωτική έποψη που μας ενδιαφέρει εδώ) σε
στρατηγικά αντικείμενα κάθε πολέμου, στα οποία αποβλέπουν όλοι αλλά τα ελέγχουν
οι λίγοι και εκλεκτοί βρυκόλακες κάθε εθνότητας. Ο πόλεμος αυτός, σε αυτό το στοιχειακό επίπεδο, ήδη
από την έναρξη της ταξικής-άδικης κοινωνίας, είναι παντού και όχι μόνον στο «εσωτερικό» της εθνοτικής/εθνολαϊκής ομάδας.
Οι άρπαγες της ολιγαρχίας μετατρέπουν την εξωτερική
σύγκρουση με τις άλλες εθνοτικές/εθνολαϊκές ομάδες σε επιχείρηση στρατηγικής
πλέον αρπαγής των ξένων μέσων παραγωγής/πόρων, ανεξάρτητα αν αυτά ελέγχονται ή
δεν ελέγχονται (στην άλλη ομάδα) από μια ανάλογη ολιγαρχία ή όλους. Ένα σημαντικό στοιχείο εδώ είναι πως μέσα από την
επιχείρηση αρπαγής των ξένων μέσων παραγωγής/πόρων αναδύεται μάλλον η αρχική
μετατροπή της εργασίας σε δουλική και του ανθρώπου σε δούλο. Η εθνοτική καταπίεση από στρατηγικές αρπακτικές
ολιγαρχίες είναι πιθανόν το αίτιο της μετατροπής του ανθρώπου σε δούλο, εφόσον
είναι μάλλον ευχερέστερο να μετατραπεί ο ξένος μόνιμα σε δούλο και όχι ο «δικός», όχι γιατί οι ολιγάρχες έχουν γενικά ηθικό πρόβλημα αλλά
γιατί πάντα ισχύει ένα είδος κοινωνικής μεταφυσικής της εθνολαϊκής ομοιογένειας
που αποτρέπει την μόνιμη απόλυτη και άμεση εργαλειοποίηση-πραγμοποίηση κάποιων
μελών της εθνοτικής/εθνολαϊκής ομάδας.
Η διττότητα, η αγαθότητα/κακότητα (αν μπορούμε να
μιλήσουμε έτσι) αυτής της «οριακής ανασχετικότητας» της εθνοτικής δομής παρουσιάζεται από την μια πλευρά στο
«διαχρονικό γεγονός» τής διαρκούς εξισωτικής τάσης μέσα στην εθνότητα και, από την άλλη πλευρά, (στο «διαχρονικό γεγονός») τής διαρκούς μετάθεσης-προβολής τής ταξικής άδικης δομής σε κάποιο εθνοτικό «έξω».
Η προβολή αυτή λαμβάνει δε πάντα στρατιωτικό/πολεμικό
χαρακτήρα. Ας δούμε όμως τώρα ένα σημαντικό πράγμα που προκύπτει
από όλα αυτά και έχει να κάνει με την στρατιωτική δομή της ταξικής κοινωνίας
μέσα τώρα στα τρίσβαθα τής λαϊκής ζωής: Όπως είδαμε, η στρατιωτική μορφοποίηση του
κοινωνικο-οικονομικού αγώνα επιβίωσης καθιστά τα μέσα παραγωγής των μέσων
συντήρησης και τους πόρους που είναι απαραίτητοι για την συντήρηση της
ανθρώπινης ζωής σε στρατιωτικο-στρατηγικούς όρους ενός ανειρήνευτου αγώνα.
Αυτό που δεν μπορούν να κατανοήσουν και να γνωρίσουν
τα μαθητούδια του ριζοσπαστισμού είναι τις συνέπειες της αποκλειστικότητας
ελέγχου αυτής της στρατιωτικο-στρατηγικής δομής: Η στρατηγική δομή είναι ορατή από όλους (αν δεχτούν
έστω παιγνιωδώς την μετατροπή της σε στρατιωτικο-πολεμική) ως
στρατιωτικο-πολεμική, αλλά απουσιάζει η όραση του προφανούς ότι η ζωντανή λαϊκή
υποκειμενικότητα έχει πεταχθεί στην κυριολεξία στον χώρο της «τακτικότητας», του εφήμερου, της άμεσης επιβίωσης με κάθε μέσο αν
είναι δυνατόν.
Οι λαοί του κόσμου, ακόμα κι αν έχουν λίγο ψωμί
παραπάνω στο τραπέζι τους, είναι μόνιμα πεταγμένοι στο καναβάτσο της ζωής να
παρακαλούν να τους πάρουν τα αφεντικά στη δούλεψή τους, να τους δώσουν
κάποια μόνιμη θεσούλα, ένα κάποιο μικροαστικό πόστο, να τους δώσουν ένα ψίχουλο
από το μεγάλο τραπέζι.
Ας το δούμε αυτό στρατιωτικά:
Αυτή η μονίμως κατά παραχώρηση ύπαρξη είναι τακτική
ύπαρξη, ένα οντολογικά ιδρυμένο, και καθιερωμένο δομικά, στρατιωτικό «τώρα», χωρίς πολλές δυνατότητες ορίζοντα ακριβώς όσον αφορά στην
ικανότητα ανα-οικειοποίησης του κεντρικού εξωτερικού αναγκαίου μέσου και ειδικά
του κεντρικού εξωτερικού αναγκαίου πολεμικού μέσου-όπλου.
Το μέσο-όπλο ενός πολέμου είναι καταρχήν η αληθινή
εικόνα του άρπαγα ως οικονομικής τάξης άρπαγα ή ως έθνους άρπαγα.
Ας δούμε όμως μερικές από τις εικόνες που υπάρχουν
γύρω μας και ας δούμε αν είναι δυνατόν οι αδύναμοι να πολεμήσουν ή να
οργανώσουν πόλεμο με τέτοιες εικόνες. Ας υποθέσουμε πως ένας «λαϊκός» αντιπαθεί
τους αφέντες, και όχι μόνον το αφεντικό του και έχει επίγνωση της συλλογικής
αρπαγής τού «πλούτου» από τους «ολιγάρχες». Πως την κατανοεί συνήθως; Την κατανοεί ως αρπαγή του αποτελέσματος τής
συλλογικής εργασίας ή της ατομικής του εργασίας. Την κατανοεί λοιπόν ως αφόρητα εμμένων στο τακτικό
πεδίο ύπαρξης που τον έχουν εξορίσει αυτοί οι ίδιοι οι αφέντες (τάξεις, έθνη),
το επίπεδο της ιδιοποίησης του προϊόντος. Αυτή η κατανόηση δεν είναι εντελώς λαθεμένη, αλλά
είναι λειψή και τελικά επικίνδυνη γιατί αν κανείς παραμείνει σε αυτήν είναι το
ιδανικό θύμα των παραπλανητικών θεωριών για την «δίκαια αναδιανομή»
του κοινωνικού προϊόντος.
Πίσω από κάθε διαστρέβλωση της λαϊκής ανάγκης, πίσω από
κάθε εμβιωτικό τακτικισμό, τυχοδιωκτισμό, εγκληματισμό, αχρειότητα, βρίσκεται η
δομική υλική αποστέρηση που εκπροσωπούν και ενεργοποιούν οι αφέντες της
παραγωγής. Οι αφέντες λαοί, τα αφεντικά έθνη ανακύπτουν,
προκύπτουν άμεσα από την κάθε «αποστερημένη» εθνολαϊκότητα που
διαμεσολαβεί νοητικά και προθεσιακά την αποστέρησή της με ιδέες αναδιανομής του
προϊόντος. Είναι το ισχυρότερο επιχείρημα εναντίον της
εθνολαϊκότητας (και της λαϊκότητας) το επιχείρημα που τονίζει αυτήν ακριβώς την
νομοτελειακή εκτροπή της εθνολαϊκότητας στο χυδαίο σημείο της επιθυμίας της
άμεσης αναδιανομής. Βέβαια ο εργαζόμενος πληθυσμός που είναι το
αντικείμενο, θύμα-θύτης, αυτής της δομής αποστέρησης, είναι κάτι που δεν είναι
μόνον καθηλωμένο στην δομή αποστέρησης.
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου