Όνομα και σημείο
Ένα σημείο δεν είναι Όνομα παρά μόνον αν αυτονοηματοδοτεί μια κυρίαρχη
υπόσταση.
Η ίδια η νοηματοδότηση της κυρίαρχης υπόστασης, η ίδρυσή της και η
εμφάνιση τού [κύριου] Ονόματος είναι στην ουσία ένα πράγμα, μια διεργασία. Ξεχωρίζουμε
την διεργασία της ονοματοδότησης από όλη την «υπόλοιπη» διεργασία
γιατί στην (κοινωνική -και- υποκειμενική) νόηση αυτό που εμφανίζεται ως
αναστοχαστικό «πρώτο» είναι η ονοματοδότηση.
Η ονοματοδότηση του όντος έχει
εκτός από το πλεονέκτημα που της δίνει η κυριαρχία της κυριαρχίας στις ταξικές
ιεραρχικές κοινωνίες και το επιπλέον πλεονέκτημα τής πρωτοεμφάνισης σε μια
μορφή νόησης που αναστοχάζεται «αρχέγονα» τον εαυτό της και τα άλλα πράγματα
«εκτός» της.
Στην πραγματικότητα αυτή η ανακάλυψη τού «έξω» της νόησης είναι
και η παραγωγή του, η πραγματική δημιουργία του.
Αυτό το «εκτός» της νόησης, το
«έξω» της νόησης δεν προϋπάρχει αυτής αλλά έπεται αυτής, είναι ένα προϊόν της
διαλεκτικής διεργασίας νοητικής και εργασιακής κατασκευής του ανθρώπινου
κόσμου.
Η ονοματοδότηση ως μια πρωτο-εμφάνιση της δημιουργίας του ανθρώπινου
κόσμου από την νόηση αποτελεί και αυτή ένα υπο-σύστημα της γλωσσικής
μορφοποίησης του κόσμου, αλλά αν και υπο-σύστημα που δεν υπάρχει στην
πραγματικότητα πριν την γλώσσα εμφανίζεται ως η μοναδική πρώτη εμφάνιση της
γλώσσας και η θεμελιωτική-θεμελιώνουσα ουσία της.
Το Άλλο της νόησης, το οποίο μπορεί να είναι και το ίδιο το σώμα του
ανθρώπινου φορέα της και όχι μόνον η εξωτερική προς το ατομικό ή συλλογικό
υποκείμενο σωματικότητα («φύση» ή οι άλλοι άνθρωποι), είναι πάντα μια εμφάνιση
της ονοματοδοτικής υπο-διεργασίας της νόησης και ιστορικά ιδρύεται ως Άλλο δια
της κυριαρχίας της ονοματοδοτικής λειτουργίας της γλώσσας και της νόησης, η
οποία σημαίνει όπως είπαμε και την (ιδεολογική) κυριαρχία της κυριαρχίας (θα
μπορούσαμε να πούμε απλουστευτικά του κράτους) επί της ανθρώπινης ζωής.
Το
σημείο ως Όνομα είναι ένα ακόμα μηδέν του όντος που «επιθυμεί» να είναι Είναι.
Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ούτε Είναι, ούτε Μηδέν και βέβαια και το
σημείο-όνομα είναι επίσης ένα ένδοξο/άδοξο Μηδέν, ή Είναι, ή μια επιθυμία του
μη-Είναι να είναι Είναι.
Η προσπάθεια ή επιθυμία ενός μηδενός να είναι Είναι αποκτά με την διεργασία
της ονοματοδότησης την εμβληματική της κενότητα, και όσο η κάθε εξουσία (ακόμη
και η παροδικότερη και ούτως ειπείν αγαθότερη) στηρίζεται στο ξεχώρισμα της
ονοματοδοσίας από όλη την «υπόλοιπη» διεργασία της ανθρώπινης γλωσσικής και
συμβολικής μορφοποίησης του όντος τόσο αναδύει την διπλή και τριπλή και άπειρη τελικά
κενότητά της «μέσα» στο ον του κόσμου.
Αν ο κόσμος είναι ένα πράγμα χωρίς νόημα
και σκοπό, η εξουσία και η αντιεξουσία δια της ονοματοδότησης, ως μεταφυσικής
ενός μηδενικού όντος που «επιθυμεί» επιτέλους (δια του ονόματος) να είναι ένα
Είναι «με» Είναι, δημιουργεί μια άβυσσο κενότητας, μια πραγματική κόλαση
μηδενισμού αναδιπλασιασμένου σε άπειρους καθρέφτες.
Οι ταυτοτιστές,
εθνικιστές-πατριώτες (και αντι-εθνικιστές, για να μην ξεχνιόμαστε), και (όχι
μόνον στο παρελθόν) οι (ιερείς) θεοκράτες, στην προσπάθειά τους να
δημιουργήσουν ένα σταθερό οντικό/νοητικό Είναι τελικά δημιουργούν έναν εφιάλτη
άπειρων αντικατοπτρισμών του μηδενός.
Το καταπολεμούμενο μηδέν των αντιμηδενιστών διανοουμένων, ποιητών και
εξουσιαστών λειτουργών και παλαιότερα των ποιητών, ιερέων ή φιλοσόφων γίνεται
ως ο «εχθρός» τους και ως το Άλλο τους το θεμέλιο μιας ακόμη μεγαλύτερης
καταβύθισης της κοινωνικής και υποκειμενικής νόησης και πράξης στο μηδέν.
Όσο
προσπαθούν οι οργανικοί διανοούμενοι, και οι «αιρετικοί», οι ιερείς ή στοχαστές
να χαλιναγωγήσουν το μηδέν δια ενός σημείου-Ονόματος-Είναι το δημιουργούν ως
ένα θηρίο μηδενισμού.
Όταν ακούω λογάκια για αντι-μηδενισμό, για νόημα, για την
«ζωή», για το αγαθό Είναι, οσφραίνομαι σφαγμένο ανθρώπινο, αίμα, νεκρούς, εξοντώσεις,
μάταιους πολέμους, θεολόγους και αντι-θεολόγους του θανάτου.
Πως μπορεί ένα
ιστορικό κίνημα να αποφύγει την διεργασία της κυριαρχικής ονοματοδότησης;
Θα
ήταν αφελές και επικίνδυνο να νομίσουμε πως η ονοματοδότηση και η κυριαρχική
σημειοποίηση της ανθρώπινης ζωής είναι απλά μια απόφαση, έστω ιστορική, ένα
«τυχαίο» μιας ιστορικής ουσίας που έχει τάχαμου στα σπλάχνα της την απόλυτη,
ε..συγγνώμη αυτόνομη ήθελα να πω, δυνατότητα της επιλογής να είναι ένα Είναι ως
ένα σημείο-όνομα τού όντος ή να μην είναι ένα Είναι ως ένα σημείο-Όνομα τού
όντος.
Αυτό που μας παρουσιάζεται ως τυχαία ή ελεύθερη τελικά «ιδεολογική» απόφαση
είναι το αποτέλεσμα της αντιπατριαρχικής προόδου τού (ύστερου) ιμπεριαλιστικού
καπιταλισμού. Αυτή η αντι-πατριαρχική ασταθής πρόοδος είναι και εν μέρει
επιφαινομενική και εν μέρει ουσιώδης (ουσιακά φαινομενική), και αυτή την
ιδεολογική, φαντασιακή, και (αυτο-)νοηματοδοτική αντινομική ενότητα υπό το
καθεστώς της ιστορικής της θεμελίωσης καλούνται οι αντικαπιταλιστές να την
καταπιούν αμάσητη και να το βουλώσουν λιγουλάκι.
Δεν χρειάζεται καμία
εξιδανίκευση της δυτικο-ιμπεριαλιστικής αντι-πατριαρχικής προόδου, από την
στιγμή μάλιστα που αυτή πλέον πιθανά εντάσσεται στον νέο δυτικοφασισμό (την
νεο-ιμπεριαλιστική δυτική δικαιωματοκρατία) και τον αντι-ισλαμικό
νεο-ιμπεριαλισμό, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει και πλήρης εξαφάνισή της ως
προόδου.
Το «Όνομα» αποδίδει κυριαρχία σε αυτόν που το αποδίδει και σε αυτόν που του
αποδίδεται.
Αυτή η τελευταία κυριαρχία δεν είναι μόνον η μελλοντική, αυτή που θα
αποκτήσει ως ενήλικο υποκείμενο ως ικανό να αποδώσει όνομα ή απλά να το κατέχει
σε μια ουδέτερη και άγονη ισορροπία.
Το «Όνομα» είναι μια αφηρημένη
υποστασιοποίηση της κυριαρχίας ακριβώς γιατί δεν ταυτίζεται με την ικανότητα ή
δυνατότητα ενεργητικής απόδοσής του από έναν φορέα που έχει ήδη το «δικό» του
όνομα, αν και παρουσιάζεται τελικά ως ένας σκοπός αυτή η ενεργητική απόδοση.
Το «Όνομα του Κυρίου» του έχει αποδοθεί και αυτός είναι όντως Κύριος αν του έχει
αποδοθεί ένα όνομα και δεν το έχει αποδώσει ο ίδιος στον εαυτό του.
Ο «απόλυτος
Κύριος» θα ήταν αυτός εις τον οποίο δεν θα υπήρχε μια προηγούμενη απόδοση
ονόματος αλλά θα ήταν ο ίδιος και το Όνομά του το ένα και το αυτό ον.
Η επίθεση στο Όνομα
Εδώ επανέρχομαι στην ανάγκη πολλών να διαλύσουν αυτή την κυριαρχική δομή
ονοματοδοτικής συμβολοποίησης του όντος.
Τώρα, σε ένα μάλλον πιο ζοφερό και ταυτόχρονα λαμπρό ιστορικο-πολιτισμικό
και ρεαλιστικό πλαίσιο θα ήθελα πραγματικά να σας ρωτήσω για τις ελπίδες σας να
ξεφύγετε από την μεταφυσική του Ονόματος, έτσι απλά.
Δεν χρειάζεται να σας πω
πως το «θέμα» μας δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την φαφλατάδικα
αυτοπροσδιορισμένη θεωρία περί της «σύγκρουσης των πολιτισμών» αλλά σας το λέω
γιατί είμαι σίγουρος πως το μυαλό σας όλο εκεί θα γυρνάει. Επανέρχομαι:
Να μην έχεις Όνομα μπορεί να σημαίνει πως έχεις διεκδίκηση στο Όνομα του
(απόλυτου) Κυρίου.
Η επιθυμία να χάσεις το Όνομα που σου αποδόθηκε
μπορεί να είναι η επιθυμία ενός άλλου Ονόματος.
Όμως υπάρχει ένα σημείο που ο ανέφικτος ίσως
πόθος απώλειας τού υπάρχοντος Ονόματός σου δεν έχει εντός του το άλλο Όνομα, αυτό
που επιθυμείς ή δεν επιθυμείς.
Μπορεί τότε κανείς να μιλήσει για μια επιθυμία του μηδενός;
Η έλξη της εκμηδενιστικής πράξης προς την νέα μορφή του Είναι δεν μπορεί να
δώσει στην στιγμή του κενού της ένα καθορισμένο περιεχόμενο ή μια οποιαδήποτε
σημασία.
Η επιθυμία εξάλειψης του υπάρχοντος Ονόματος παράγεται ούτως ως επιθυμία
εξάλειψης του Ονόματος εν γένει.
Αλλά το «προσωπικό» ή «συλλογικό» Όνομα δεν αποκλείει την ύπαρξη ενός ρητού ή άρρητου/υπόρρητου υπερκείμενου
ονόματος το οποίο δεν μπορεί να εξαφανισθεί ακόμη κι αν κλείσεις τα μάτια και
τα αυτιά σου στην πρόσκλησή του.
Το κάθε μηδέν περιέχεται σε μια δυνατότητα του
απείρου, και το άπειρο μπορεί να αποκτήσει μορφή πέραν της μοναδικής του
αριθμητικής (σειριακής) υπόστασης αν σημανθεί με ένα μηδέν.
Το μηδέν του Ονόματος
αντικατοπτρίζει λοιπόν την δυνατότητα να αποκτήσει το μηδέν μια μορφή, όντας το
ίδιο η μοναδική μορφή του απείρου, αν πάρουμε τα πράγματα από την αντίστροφη
σειρά από εκείνην που μας οδηγεί η έννοια του απείρου διατηρώντας ωστόσο την
δύναμη ή αδυναμία που σημαίνει ο μη-καθορισμός του όντος, εδώ ο μη-καθορισμός
του Ονόματος.
Μηδέν ή άπειρο
Αφήνεσαι στο μηδέν σημαίνει πως αφήνεσαι σε μια δυναμική του απείρου, και
αν αναφερόμαστε στην ονοματοδοσία σημαίνει πως αφήνεσαι στην δυναμική ενός
απείρου Ονόματος.
Το άπειρο όνομα έχει την μορφή όλων των όντων και από αυτή την σκοπιά είναι
μια αβυσσαλέα περιδίνηση του Εν-ός μέσα στην πολλαπλότητα και (ταυτόχρονα) της
πολλαπλότητας μέσα στο Εν.
Η μεθυστική καταβύθιση σε αυτή την περιδίνηση δεν αποκλείει τις
ονοματοδοσίες και τις σημάνσεις-σημειοποιήσεις του όντος αλλά τις υπάγει σε μια
ειδική καθολική ρευστότητα που θυμίζει την τρέλα εκείνου του τρελού που
αναζητεί μέσα στην καθολική ενότητα των πολλών το Έν ως Έν-α Όνομα.
Αλλά αυτό υπάρχει ως Έν-α από τα πολλά Έν-α που προσφέρονται στα παζάρια
της θρησκείας, της μεταφυσικής, της ποίησης. Σήμερα αυτά τα παζάρια έχουν γίνει
Έν-α και στο κέντρο του υπάρχει ένα παγκόσμιο σφαγείο.
Η απειροδυναμική της ονοματοδοσίας
έχει περιορισθεί σε αυτό το κεντρικό σφαγείο και οι αναζητητές μιας διεξόδου
από το δικό τους όνομα καλούνται να προσέλθουν σε κάποια σφαγή υπό την εικόνα
ενός Λόγου που έχει συντελεσθεί ήδη και κάποτε ως σφαγή.
Γι΄αυτό και οι
καλύτεροι, οι σιωπηρότεροι προτιμούν να συνεχίσουν την παρουσία τους στο
ενδιάμεσο κενό του μη-καθορισμού, της μη-ονοματοδοσίας, του μη-Ενός, τής
μη-πολλαπλότητας.
Αυτό το ενδιάμεσο κενό δεν «κατακτάται» εύκολα, δεν
κατακτάται.
Ίσως να είναι μέσα σε μυριάδες ψυχές ανθρώπων που δεν θα γνωρίσει
ποτέ ο Λόγος ή οι Λόγοι. Δεν αρκεί να βγούνε στην παγανιά όλα τα λαγωνικά της
τέχνης και της μυθιστορίας για να τους ξετρυπώσουν, υπάρχει σε αυτούς τους
μυστικούς ανθρώπους της --ας πούμε-- μηδενιστικής «ενδιαμεσότητας» ένα πείσμα,
μια οργή, ένας κρυμμένος πόλεμος εντός τους.
Όμως: Δεν μπορείς να πιάσεις στην
ξόβεργα την φωνή ενός ανθρώπου πόθου για το απόλυτο μη-όνομα Όνομα στην ροπή
του για καταβύθιση στο Εν.
Η επιθυμία ως ροπή μιας εκμηδένισης τού Ονόματος
προς το απόλυτο Είναι του απείρου, χωρίς να καταλήγει σε ένα από τα σφαγεία του
παγκόσμιου σφαγείου, είναι πάλι ροπή στο μηδέν.
Αυτό το μηδέν δεν μπορεί να
προεννοηθεί ως ένα μεταρρυθμισμένο ή «αλλιώς» νοηματοδοτημένο μηδέν, ακόμη κι
αν επιστρατευτεί όλη η σοφιστική μετα-ονοματολογία του νέου μετανεωτερικού
μηδενός/μη-μηδενός.
Παραμένει το ένδοξο μηδέν ενός
ελευσόμενου απείρου με μορφή Ονόματος που δεν θα έλθει ποτέ.
Για αυτό και δεν είναι επιθυμία αν
και λαμβάνει βέβαια και αυτή την μορφή. Το σημείο είναι το μηδέν του Είναι και
ως Είναι είναι το μηδέν του μηδενός. Όταν το μηδέν διπλασιάζεται μηδενίζεται, μόνον που ο μηδενισμός αυτός δεν
το αναιρεί ως μηδέν παρ' όλο που του δίνει έναν άλλο προσδιορισμό/καθορισμό.
Μπορούμε να
υποθέσουμε πως το Όνομα (ή «ονοματοδότηση») περιέχεται σε έναν τέτοιο
διπλασιασμό ή πολλαπλασιασμό (επανάληψη) του σημείου-μηδενός.
Όμως το πρόβλημα
που μας θέτει το όνομα έχει να κάνει με την επιθυμία που περιέχει εντός της
επιθυμίας που είναι ως Είναι.
Η επιθυμία του Ονόματος είναι
επιθυμία πλήρωσης.
Όμως: Η στιγμή εις την οποία το
μηδέν κινείται προς την ονοματοποίηση του Είναι δεν παύει να είναι ένα μηδέν,
καλά καλά δεν έχει τίποτα εντός της παρά το γεγονός πως υπάρχει κάτι σαν την
επιθυμία πλήρωσης που μόλις αναφέραμε.
Ποιος λέει ότι αυτή η επιθυμία πλήρωσης δεν είναι ένα ακόμα μηδέν; Αν το
Είναι-Όνομα που προκύπτει τελικά είναι ένα άλλο ακόμα μηδέν, τίποτα δεν
εμποδίζει και την επιθυμία του ονόματος (αυτού αλλά και κάθε άλλου πιθανού,
τότε), η οποία εμφανίζεται εντός της κίνησης του μηδενός, να είναι ένα ακόμα
μηδέν.
Θα μπορούσε σε αυτή την περίπτωση βέβαια κανείς να μιλήσει για κάτι που
είναι ένα Είναι προορισμένο να «αποτύχει», όντας το «ίδιο» η έλλειψη η
ίδια.
Θεωρώ την έννοια της έλλειψης όπως χρησιμοποιείται για να προσδώσει ένα
Είναι στην επιθυμητική κίνηση του μηδενός ένα δυτικό κόλπο για να επιβιώσει ένα
κάποιο Είναι, πολύ βολικά αντίστοιχο στην ψυχοδομή και την ρεαλιστική
πραγματικότητα του ύστερου δυτικού καπιταλισμού.
Η αλήθεια της επιθυμίας έχει άμεση σχέση με το μηδέν και ως εκ τούτου
περιέχει επικίνδυνα πράγματα. Η ουσία αυτής της επιθυμίας είναι μη-επιθυμία.
Ο ουρανός της λήθης
Η έλξη που ασκεί η δυνατότητα πλήρωσης τού Είναι, είναι και η μοναδική
παρουσία τού Είναι.
Το
Είναι (Sein) υπάρχει ίσως ως ένα ίχνος μιας έλξης που ασκείται από ένα Κάτι
(Etwas) σε μια έλλογη υπόσταση. Όμως ούτε αυτό το Κάτι είναι αναγκαία Είναι,
ούτε αυτό που αφήνεται ως ίχνος επίσης (είναι αναγκαία Είναι). Τι είναι το
ίχνος της έλξης πλήρωσης;
Πριν αναζητήσουμε τι είναι αυτή η έλξη πλήρωσης και
πριν αναζητήσουμε σε τι έλκεται η έλλογη υπόσταση θα έπρεπε να ερευνήσουμε το
ίχνος.
Μόνον ίχνη μελετάμε έτσι κι
αλλιώς. Τα ίχνη είναι πια ερείπια, αυτό ας το γνωρίσουμε καλά και ας το
χωνέψουμε μέσα στην αναγκαία ηθική-ηθικολογική συνείδησή μας, πριν σπεύσουμε να
κατασκευάσουμε μια ένδοξη ιχνογραφία και έναν έμμεσο Λόγο/μη-Λόγο του Λόγου.
Εδώ
ας σκεφτούν και οι λεγόμενοι μεταμοντέρνοι, μεταδομιστές, ακόλουθοι της νέας
κριτικής σκέψης αποδόμησης κ.ο.κ χωρίς να επαναπαύονται στην ορθή κριτική από
μέρους τους τής ουσιοκρατικής μεταφυσικής, του Λόγου τού Ονόματος και τα ρέστα.
Υποψιάζομαι
πως «πίσω» και από τον Λόγο περί της κρίσης του Λόγου υπάρχει ένας ένδοξος
δυτικός αυτοβαυκαλισμός γύρω από καθαρμένα ίχνη αυτού του Λόγου.
Όμως ο Λόγος τού Ονόματος
που «αποκαθαίρεται» (μέσα) από την μεταδομιστική, γλωσσο-αναλυτική κριτική
κ.ο.κ, δεν είναι μόνον ίχνος, είναι επίσης ερείπιο, ένας τόπος σφαγής, ένας
τόπος εξάλειψης της ανθρώπινης παρουσίας στην συγκεκριμένη της μορφή, και αυτό
δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ και με καμία λυτρωτική μη-λήθη μιας υποτιθέμενης
ελεύθερης ζωής στο ιστορικό επέκεινα της πραγμάτωσης της ελευθεριακής
εξοχότητας Βρυξελλών Βερολίνου Μόσχας Παρισίων και λοιπών δυτικών περιχώρων. Αυτό που υπάρχει είναι η παγκόσμια θυσία για να
ανορθωθεί ένα ίχνος ελευθεριακής ελευθερίας του υποκειμένου, η οποία ήδη
κακοποιείται ακόμα και από τους «αγνότερους» «νοηματικούς» εκπροσώπους της.
Η
πολλαπλότητα των Ονομάτων που χρησιμοποιούν αυτά τα καλά παιδιά έχει έναν
συγκινητικό και γλοιώδη χαρακτήρα. Υπάρχει μια ρήξη με την μονιστική και
απολυτοκρατική (με την τετριμμένη έστω έννοια) φιλοσοφία του εκάστοτε κακού
ολοκληρωτισμού ή της εκάστοτε φαλλικής και πατριαρχικής Εν-ολογίας.
Το θέμα μας είναι το μη-θέμα της νέας ιχνογραφίας και ερμηνευτικής τού Λόγου τού Ονόματος, ήτοι του
Λόγου ερειπίου, του Λόγου σφαγής, του Λόγου θανάτου, του Λόγου της ζωής που
είναι θάνατος και «λέει» πως είναι υπερασπιστής της ζωής έναντι του θανάτου. Σε αυτό τον Λόγο τού Ονόματος δεν πρέπει πλέον αναζητάμε το Εν της αλήθειας
και η αλήθεια είναι κάτι που υπάρχει αν υπέρκειται των ιχνών και των ερειπίων
της, αν αυτά είναι δικά της ερείπια και ίχνη και όχι το σφαγμένο αίμα μόνον που
ξεράθηκε στα κράσπεδα της σφαγής. Θα μπορούσε η αλήθεια να μην έχει σχέση με
όλα αυτά; Αλήθεια τι αλήθεια θα ήταν
αυτή που δεν θα περιείχε την επιθυμία/μη-επιθυμία να μην έχει σχέση με όλα
αυτά;
Αν υπάρξει αλήθεια του ελεύθερου ανθρώπου, αν υπάρξει ακέραια κάποτε η
ελευθερία, αν υπάρξει ποτέ κοινωνία χωρίς τους εξευτελισμούς της τιμωρίας, της
ταξικής ιεραρχικής καταστροφής, αν και αν, θα είναι μια λήθη ενός ουρανού που
δεν χρειάζεται ούτε τα ίχνη, ούτε τα ερείπια του Λόγου τού Ονόματος, ούτε το Είναι και το
μη-Είναι του Είναι.
Η σημασία της ιστορικής καταστροφής του Λόγου τού Ονόματος δεν έχει το
περιεχόμενό της, ή την αναφορά της στην υποτιθέμενη δυνατότητα ανασύστασης ή
αναγέννησής του.
Ο Λόγος τού Ονόματος
είναι ένα φορτωμένο πράγμα, και όχι μόνον στην προφανώς αδιαμεσολάβητη ή άκριτη
μορφή του, εφόσον ακόμα και σήμερα που έχουν αναπτυχθεί και εκφραστεί σε ένα
τεράστιο μέγεθος όλες οι εκλεπτυσμένες αναστοχαστικές ανασυγκροτήσεις του ως
αποδομημένου και αναδομημένου (και όχι μόνον από τον «μεταμοντερνισμό» αλλά και
από την «αναλυτική φιλοσοφία») παραμένει σε αδιέξοδο.
Θα μπορούσαμε να δούμε πως υπάρχει μια καθήλωση σε μιαν άλλη μορφή
της Λογοκρατίας.
Οι δυνατότητες που μας παρουσιάζονται από την τεχνικοποίηση
και «ψηφιοποίηση» του Λόγου δεν έχουν υλοποιηθεί, εφόσον ακόμα παραμένουν στα
πλαίσια της ιδιωτικότητας και της κρατικής χειραγώγησης.
Εν ολίγοις, ο
καπιταλισμός κρατάει δέσμια την τεχνική δύναμη ακόμα και στο επίπεδο εκείνο που
φαίνονταν ως το δυνάμενο να περιέχει μια ανοιχτή δομή.
Ο «Λόγος τού Ονόματος» ως μια
κυριαρχική δομή συμβολοποίησης του κοινωνικού κόσμου επιβιώνει και σε αυτά τα
άπειρα τερματικά.
Ο πατριαρχικός «Λόγος τού Ονόματος» όπως παρουσιάστηκε και όπως στιγματίστηκε από την παρουσία του
στην πραγματική ιστορία έχει ένα ολοκληρωτικό τέλος που έρχεται και αυτό είναι
στην πράξη της ελευθεριακής κοινωνίας των άμεσων παραγωγών και
δημιουργών. Κατά την μετάβαση προς αυτή την ανώτερη κοινωνική οργάνωση θα
θρυμματιστούν ακόμη περισσότερο οι ονοματολογίες και τα νοήματα του Είναι-Λόγου τού Ονόματος
και του μη Είναι-Λόγου τού Ονόματος, για να αναδυθεί επιτέλους -βασανιστικά όμως- το ανθρώπινο
ως συγκεκριμένο, ένα ανθρώπινο που δεν θα έχει σαν σημαία του καμία σημαία και
κανέναν «ανθρωπισμό».
-----
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου