Κυρίως η θεοκρατική θεολογία, αλλά και κάθε θεολογία,
και η ιδεολογία των ιεραρχικών πολιτικών και άλλων όχι μόνον θρησκευτικών
ιερατείων κάθε είδους, διαχωρίζει το δημιουργημένο από το δημιουργικό ον, μόνο
που τούτο είναι ένα ψευδές είδωλο της ζωής και του κόσμου που εξυπηρετεί τον
θάνατο, την βία, την πατριαρχία, το κράτος και το κόμμα φετίχ.
Το ανθρώπινο ον ως δημιουργικό ον είναι και δημιουργημένο ή
δημιουργούμενο, ακόμα κι όταν ως ιδιαίτερη πτυχή του καθολικού Είναι τής
δημιουργίας (τής φυσικής εξέλιξης) συγκροτείται στο υψηλότερο σημείο του ως καθολική ή ολική
δημιουργία.
Το δημιουργικό ον σημαίνει την αυτοδημιουργία του μέσω
της εσωτερικής σε αυτό διαφοροποίησης σε α) δημιουργική και β) δημιουργημένη ή
ορθότερα δημιουργούμενη οντότητα, εντός του ίδιου όμως (του δημιουργικού όντος)
θεωρούμενου ως ενότητας.
Η οριζόμενη και λεγόμενη ως πλάση ή κτιστόν ή «φύση» δεν είναι διαιρούμενη σε εξωτερικά και έτερα μέρη τα οποία
νοούνται ως το δημιουργημένο ον ενός δημιουργούντος υποκειμένου {ανθρώπινου κοινωνικού
ή υπερβατικού}, για αυτό και είναι ορθότερο όταν μιλάμε για το δημιουργημένο
(πλασμένο, κτιστό, ή «φύση») να μιλάμε αναφερόμενοι είτε στον ενεργό
προσδιορισμό/καθορισμό του στο σύστημα της δημιουργίας ως δημιουργούμενου
είτε στον παθητικό και αλλοτριωμένο ή νεκρό προσδιορισμό του ως δημιουργημένου.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν πως η ιεραρχική θεοκρατική
μεταφυσική ιδεολογία, συμπεριλαμβανομένης και της πολιτικής κρατικής/κομματικής
μεταφυσικής ιδεολογίας, σηματοδοτεί την σχέση δημιουργούντος και δημιουργούμενου
από την σκοπιά τής αφηρημένης οντολογικής διαίρεσής τους όπως σηματοδοτείται
από τα δύο «ακραία όρια» της διάκρισης ανάμεσα σε δημιουργούσα
(δομούσα ή φυσιοποιούσα) φύση και δημιουργημένη (δομημένη φυσιοποιημένη) φύση
χωρίς την παρουσίαση «από μέρους της» των ενδιάμεσων διαμεσολαβητικών
και συγκεκριμενοποιητικών καθορισμών και διεργασιών.
Το σημαντικό οντικό γεγονός και αυτό που σημαίνει την
επιτέλεση της φυσικής, και της ανθρώπινης/κοινωνικής αυτοδημιουργίας, είναι
εκείνο που συμβαίνει και δομείται εντός ή δια αυτών των μεσευτικών διεργασιών
όπου δεν υπάρχει οντολογική διαίρεση κτίζοντος/άκτιστου και κτιστού/κτιζόμενου.
Αυτή η διαίρεση όταν λαμβάνει την μορφή της απόλυτης
διαίρεσης παρουσιάζει την εικόνα έννοια ή παραστασιακή μορφή ενός άκτιστου, το
οποίο στην πραγματικότητα δεν υφίσταται ούτε καν ως αφαίρεση στο ον.
Με λίγα λόγια δεν υπάρχει μη δημιουργημένος ή μη
δημιουργούμενος δημιουργός.
Δεν υπάρχει άκτιστο, αδημιούργητο που δημιουργεί χωρίς
να το έχουν δημιουργήσει (ή να έχει δημιουργηθεί) και «αυτό».
Αυτό όμως που δεν υπάρχει ως οντικό γεγονός ή συμβάν
σημαίνει μιαν πραγματική κοινωνική και ταξική (ιστορική) ιδεοπρακτική
αναστροφή, άρα ένα θεμελιακό αλλοτριωτικό γεγονός μεγάλης ιστορικοχρονικής
εμβέλειας, το οποίο αξίζει να διερευνήσουμε και αναιρέσουμε πρακτικά.
Το σώμα ή πράγμα-σώμα ως σημείο μιας διπολικής
αλλοτριωτικής δυναμικής εις την οποία τούτο αποτελεί τον ένα αλλοτριωτικό πόλο
[α] και το υποτιθέμενο αμιγές μη σωματικό και μη πραγμικό δημιουργόν τον άλλο
πόλο [β], είναι το κρίσιμο σημείο τής διεργασίας αλλοτρίωσης από την έποψη του
υποκειμένου που ευρίσκεται στην δυσχερή επαχθή ταξική ή πολιτική θέση.
Ο θεός ή οι θεοί υπάρχουν φαντασιακά για τους
ανθρώπους που καλούνται στην δημιουργική διεργασία να «παίξουν» τον «ρόλο» του πράγματος-σώματος, πραγμοποιούμενοι/σωματοποιούμενοι και
από την ίδια την διεργασία και από την εσωτερίκευση του νοήματος εκείνου
που παρουσιάζει αυτή την οντική υποταγή τους ως «φυσική» και την
ψευδή δυνατότητά τους να γίνουν μόνον-σώματα ή πράγματα ως εφικτή:
Γι΄αυτό και δεν έχει σημασία τελικά αν περιορίζεται η
θεολογία στην σήμανση τού ενός ή των πολλών θεών ή ακόμα κι αν παρουσιάζεται ως
αθεϊστική (λ.χ μαρξισμός-λενινισμός), αν τηρείται και διαφυλάσσεται ενεργά η
ιδεοπρακτική δομή εκείνη που διαχωρίζει τους ανθρώπους ή τα όντα σε δημιουργούς
και σε δημιουργημένους.
Η ταξική ιεραρχική οντική διαίρεση ανάμεσα σε ενεργούς
δημιουργούς της κοινωνικής ζωής και σε παθητικούς δημιουργούμενούς της
μετατρέπεται σε οντολογική όταν δομείται και εγκαθίσταται μια ιδεολογική και
γλωσσική δομή η οποία απολυτοποιεί την προαναφερόμενη οντική διάκριση και την
μετατρέπει σε εγκατεστημένο «εσωτερικό» νόημα και στους δύο
κοινωνικούς πόλους, εις βάρος όμως του αδυνάτου.
----------------------------------------------------------
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου