Η συγκρότηση
της πολιτικής και της ιδεολογίας ως πεδίου, ως μιας γενικής τάσης, είναι βέβαια
μια αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι
εντός των γενικών πολιτικών πεδίων ορθό είναι να υπάρχουν διαχωρισμοί που
διακρίνουν τα «ανθρώπινα πολιτικά πράγματα» σε σαφείς ομαδοποιήσεις, ούτως ειπείν σε
ξεχωριστά πεδία, και αποδίδουν στους φορείς τους ένα υποσύνολο σχετικά σταθερών
ιδιοτήτων ακόμα κι αν αυτό περικλείεται σε ένα άλλο ευρύτερο υποσύνολο, το
οποίο με την σειρά του είναι κι αυτό διαχωρισμένο από το γενικό «φαινόμενο» της πολιτικής ή της ιδεολογίας. Αυτός ο τρόπος
να επιθυμείς και να συγκροτείς την πολιτική φαίνεται δογματικός, αλλά πολλοί
από αυτούς που μιλάνε για δογματισμό και εμμονή σε στάσιμες ή μεταφυσικές
διακρίσεις «πάσχουν» οι ίδιοι από ανυποχώρητους και αφόρητους
δογματισμούς.
Στην
πραγματικότητα οι διαχωρισμοί και οι υπο-διαχωρισμοί συνεχίζουν να υπάρχουν,
και αυτό που υπάρχει ως επιθυμία και ως ψευδής αυτοδήλωση κριτικής των «διαχωρισμών» είναι αποτέλεσμα όχι μόνον: [α] μιας γενικής τάσης της «μετανεωτερικής» αστικής κοινωνίας να διαλύει όντως τους διαχωρισμούς
και να ενώνει τα πεδία, αλλά και [β] μιας ειδικής τροπής δόμησης τής εκάστοτε
πολεμικής κατάστασης εντός πιο «θολών» περιγραμμάτων.
Μπορεί κανείς
να σκεφτεί ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο προβλεπόμενο από το να εντάσσεται το [β] ως
φαινόμενο στο [α].
Αλλά δεν είναι
τα πράγματα και τόσο απλά, αφού δεν υπάρχει στην σχέση [α] συνολικής κοινωνικής
οργάνωσης και [β] ειδικής πολεμικής/πολεμολογικής οργάνωσης κάποια σχέση
περίκλεισης όπου το [α] θα περιέκλειε το [β] ή το αντίστροφο. Καλό είναι να
εξετάζει κανείς τα πράγματα από μια πρακτική σκοπιά, και τότε, έπειτα, να
εξετάζει τις σχέσεις περίκλεισης και συνολικοποίησης. Εξετάζοντας
λοιπόν τα πράγματα από μια πρακτική σκοπιά ανακαλύπτεις και την ταπεινότητά
τους, την ούτως ειπείν γουρουνίσια ταπεινότητά τους, που δεν έχει πάψει να
περιστρέφεται γύρω από τεχνικές εξαπάτησης και χειραγώγησης από ειδήμονες και
ξεσκολισμένους της ιδεολογικής και πολιτικής χειραγώγησης. Αυτή λοιπόν η
κάπως εξιδανικευμένη ή το «αντίθετο» δαιμονοποιημένη «μεταμοντέρνα» αλληλοδιάχυση των πεδίων και των υπο-πεδίων, έρχεται
να κάτσει καπάκι πάνω σε τεχνικές χειραγώγησης επί μάλλον αφελών υποψηφίων να
μετέχουν σε συγκεκριμένα ιδεολογικά και οργανωτικά «σχήματα», με
σκοπό να καλυφθούν οι κραυγαλέες πλέον αποτυχίες σχεδόν όλων των «σχημάτων» αυτών να εγγυηθούν ότι έχουν ουσιαστική πρακτική σχέση με
αυτό που προτάσσουν ως αξία, πρόγραμμα, πρόταγμα κ.λπ. Βλέπουμε
λοιπόν πως αυτή η «θολότητα» δεν είναι μόνον αποτέλεσμα των «μεταμοντέρνων» θραύσεων των διαχωρισμών και των πεδίων αλλά και ένας εργαλειακός τρόπος, ασκούμενος πλέον από τάχα «μη-εργαλειακές»
ελίτ, για να παραμείνουν αυτοί οι διαχωρισμοί χωρίς όμως το «πάλι»
διαχωρισμένο/ξεχωριστό πεδίο να «χρειάζεται» να λάβει όλο το βάρος
του αδιεξόδου του, αλλά και χωρίς να εμφανίζονται οι υπόρρητες και πάγιες
δεσμεύσεις που απορρέουν από την ίδια του την δομή και τις συνέπειές της.
Σε σχέση με αυτό
το «επίπεδο» της άμεσης χειραγώγησης των «νεοσυλλέκτων» θυμάτων (που
κάποια λίγα θα μετατραπούν με τον χρόνο σε θύτες-ηγέτες) υπάρχει μια μετατροπή
του πεδίου σε πεδίο χωρίς σαφείς «εξωτερικούς» οριοθετικούς διαχωρισμούς και «εσωτερικούς» (οριοθετικούς επίσης)
υπο-διαχωρισμούς αλλά με διατήρησή τους ως έχουν, αλλά και χωρίς σαφή οργανωτική
κεντρική μία (1) ελίτ οργάνωσής του αλλά με
διατήρηση ωστόσο πολλών, όχι όμως και τόσο πολλών, κλειστών ελίτ, που
συνεχίζουν να διευθύνουν ιεραρχικά το εκάστοτε πεδίο ή υπο-πεδίο εντός του
πεδίου, με όλα τα ωμά χυδαία και χειραγωγικά μέσα που χρησιμοποιούσαν και οι
όχι και τόσο «θολά» οριοθετημένες ελίτ.
Η χυδαιότητα
είναι μάλιστα μεγαλύτερη διότι σε αυτού του τύπου τις οργανώσεις των πολιτικών
και ιδεολογικών πεδίων και υπο-πεδίων δεν παίρνει κανένας καμία ευθύνη, όλοι
μπορούν να αρνηθούν κάθε ευθύνη, χρησιμοποιώντας μάλιστα το μισο-ορθολογικό
επιχείρημα ότι τούτο το επιτάσσει η λογική τού «μεταμοντέρνου»
πολέμου, στις ράγες των «διαχρονικών» πάντα αρχών της πολεμολογίας.
Δεν θα
αναφερθώ στους διάφορους, άπειρους σχεδόν, πολλαπλασιασμούς αυτής τής
ταυτότητας. Όλο αυτό το
πράγμα δεν οδηγεί πουθενά, και οι μόνοι που πιθανά «κερδίζουν» είναι
οι πιο σκοτεινοί παίχτες. Πρόκειται για
μια ανόητη υπερ-διανοητική χειραγώγηση που καταλήγει σε ένα κενό, πρώτα πρώτα
για τους «ταπεινούς» (τα θύματα-πρόβατα) και έπειτα για τους ίδιους
τους χειραγωγούς που βυθίζονται σε κάποιο μεγαλομανιακό κενό.
Ο
ριζοσπαστικότερος αμιγέστερος «αντικρατισμός» είναι ταγμένος να γίνει
το τέλειο εργαλείο κάποιου κράτους, υπάρχοντος ή αναδυόμενου ή το
αντικείμενο-υποκείμενο κάποιου παροδικού σπασμού μέσα σε αυτό.
Κορόιδα..
----------------------------------------------------------
Θα επαναλάβω μερικά πράγματα για την νεοαριστερίστικη παρεούλα τής
ελλαδικής μεταπολίτευσης. Για ποιους μιλάω;
Μιλάω συνοπτικά για τους εξής:
Β' Πανελλαδική= νεοαριστερίστικη διάσπαση τού Ρήγα
Φεραίου τού κκε-εσ. Για το νεοαριστερίστικο περιοδικό «Σχολιαστής» [από το οποίο «προέρχεται» και η ποντικομαμή
των τσιπρικών παρασκηνίων Βερναρδάκης]. Για το περιοδικό «Θέσεις» [Μηλιός, Ιωακείμογλου].
Για την αριστεροευρωκομμουνιστική τάση [που είχε σχέση
με τους παραπάνω]: Φίλης, Βούτσης, Κωστόπουλος, Τρίμης κ.λπ.
Για την φιλο-αριστερίστικη τάση που υπήρχε μέσα στο
[αρκετά συγκροτημένο] φιλοσοφικό «μαγαζάκι» τού φιλοσοφικού κύκλου του Κ.Ψυχοπαίδη [καλός άνθρωπος και
σημαντικός ως φιλόσοφος, με άθλια αυλή όμως που την βόλεψε όλη και κατέλαβε με
την βοήθειά του σημαντικά ακαδημαϊκά πόστα κυρίως στο Πάντειο].
Για τον γνωστό επηρμένο υποστηρικτή τού κεμαλισμού και του τούρκικου εθνικισμού-φασισμού Άκη
Γαβριηλίδη.
Για τους αριστεριστο-μπαμπάδες όπως ο Γιαννόπουλος και
άλλα κουρασμένα παλικάρια τού ψευτοαντάρτικου πόλεων, του μετωπικού «αντιεθνικισμού» και των μεσανατολικών φαντασιώσεων.
Για τους παρακείμενους χώρους των αντίφα-αυτόνομων, οι
οποίοι αν και αποστασιοποιήθηκαν όταν ενδυναμώθηκαν στηρίχτηκαν από τους
παραπάνω όχι μόνον για να αποτελέσουν ένα «ακροβολισμένο» μεν αλλά
ενεργό συμμαχικό τάγμα εφόδου αντιμετώπισης των φασιστών-ναζιστών τού δρόμου
αλλά κυρίως για τον τραμπουκισμό τους απέναντι σε κάθε μη-συριζόδουλη άκρα
αριστερά ή απλά αριστερά.
Αυτοί λοιπόν, όλοι [ενδεικτικά αναφερθήκαμε, υπάρχουν
κι άλλοι], δεν είναι μόνον συνυπεύθυνοι για την διαλυτική, λούμπεν,
σεκταριστική και χαοτικά βίαιη εκτροπή των όποιων αυτόνομων κοινωνικών
κινημάτων βάσης είχαν αρχίσει να αχνοφαίνονται ήδη στην δεκαετία τού '90, δεν
είναι μόνον συνυπεύθυνοι για την διάδοση διαφόρων σεκταριστικών και διαλυτικών
εκδοχών και παραλλαγών κατά τα άλλα σημαντικών νέων αριστερών ιδεών και
πρακτικών στην κοινωνία, και μάλιστα στην μέγιστα δυνατή «ακραία»
εκδοχή τους κ.λπ, αλλά το κυριότερο είναι ιστορικά συνυπεύθυνοι
για την άνοδο [και την κατάληψη της εξουσίας από μέρους του] του πολιτικού
απατεώνα Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος ένα πράγμα δεν έχει προδώσει σίγουρα και
αυτό είναι η πίστη του στις επιδερμικά αφομοιωμένες αριστερίστικες ιδέες αυτών των κύκλων στις οποίες
δίνει το πραγματικό τους νόημα και τις οποίες εφαρμόζει στο ακέραιο
αποδομώντας, διαλύοντας, σαμποτάροντας, συκοφαντώντας τον αστικοδημοκρατικό
πατριωτισμό/αμυντικό εθνικισμό των λαϊκών τάξεων τής ελληνικής κοινωνίας.
Έτσι εξηγείται και η προτίμησή του να έχει (έχουν) ως μοναδικό αντίπαλο
την ναζί-φασιστική δεξιά.
Η προσωπική ματιά
Δεν πρόκειται να επιβραβεύσω εαυτόν [πάλι], όπως είπε
ένα παιδαρέλι, ούτε να ρίξω ανάθεμα σε όλους, όπως είπε παλαιότερα ένας
[πρώην;] φίλος.
Απλά θα εξηγήσω σύντομα γιατί αυτό που παρουσιάζεται
ως αντιφατικό ή ακόμα και ως κομφούζιο στις θέσεις ενός πολιτικά ασήμαντου
αριστερού ανθρώπου είναι απλά η διανοητική και αξιακή προσπάθεια του να
κρατήσει μια [όσο το δυνατόν γίνεται ισχυρότερη] δημιουργική συνοχή στις
σταθερές [εδώ και μια 30ετία] θέσεις του, ενώ οι θέσεις των παραπάνω και κυρίως
των αφεντικών ή καπετάνιων που ανέχονται ήταν, είναι και θα παραμείνουν
αντιφατικές και πολιτικά άθλιες.
Γρήγορα, σύντομα, και κυρίως χωρίς φόβο μη τυχόν και
εκτεθούμε στα καπετανάτα και στα αφεντικά τού «κινήματος».
Το να μην έχεις τις απόλυτες επαναστατικές θέσεις,
ειδικά όταν αναφέρεσαι στα μεσανατολικά ζητήματα ή στις δυνατότητες
διεθνιστικών πολιτικών δράσεων-θέσεων και στα μεσανατολικά και στα
ελληνοτουρκικά, μπορεί να σε καθιστά ως πολιτικό υποκείμενο «εγγύτερο» σε πραγματικές-εφαρμόσιμες ρήξεις.
Συγκεκριμένα: Δεν πιστεύω ότι το Ισραήλ είναι το «σατανικό» ιμπεριαλιστικό κράτος στην περιοχή, αυτό όμως δεν σημαίνει
ότι αποδέχομαι την πολιτική του ειδικά μετά το 1968, αλλά εν πολλοίς και πριν. Έχοντας αυτή την άποψη όχι από το 1994 αλλά από το
1984, όταν ήμουν κι εγώ παιδαρέλι, δεν την έχω αλλάξει και τώρα, άρα μπορώ να
καταδικάσω κάθε επιθετική επεκτατική και κατοχική πράξη του Ισραήλ, την ίδια
στιγμή που θεωρώ ότι έχει δικαίωμα να υπάρχει κυρίως ως εβραϊκό έθνος κράτος.
Κρατώντας αυτή την γενική θέση δεν χρειάστηκε να παίξω κανένα θέατρο. Αντίθετα, οι αριστεριστές που συνεισφέρανε [κι αυτοί]
για να βγει ο πολιτικός απατεώνας Τσίπρας [=φιλαράκι τού Νετανιάχου], όχι μόνον
είχαν την ριζοσπαστικότερη αντι-σιωνιστική θέση από παλαιά, αλλά και τώρα την
ίδια έχουν, συνεχίζοντας να στηρίζουν τον Τσίπρα, τώρα πλαγίως και σε «γενικότερα» θέματα.
Έτσι λειτουργούν τα «ιδεολογικά» αφεντικά, ή
μάλλον έτσι λειτουργούν όσοι είναι λούμπεν αφεντικά σε έναν γενικότερο
ιδεολογικό «χώρο»:
Και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ.
Μπορούν αποσιωπώντας να είναι μη-αντιφατικοί στο φαινόμενο-λεχθέν την ίδια
στιγμή που είναι αντιφατικοί [με την έννοια μάλιστα τού πολιτικού απατεώνα]
στην ουσία.
Τα ίδια μπορώ να πω και για τα ελληνοτουρκικά, τα
ελληνορωσικά και άλλα "γεωπολιτικά" θέματα. Το κΚε λ.χ δεν χρειάζεται να είναι φιλορωσικό κόμμα,
δεν είναι, καταγγέλλει και τον ρώσικο ιμπεριαλισμό, άρα δεν είναι αντιφατικό,
όμως στην ουσία προμοτάρει έναν υπόγειο στρατηγικό φιλορωσισμό χωρίς να
χρειάζεται να εκτίθεται όπως ο Λαφαζάνης και διάφοροι ακροδεξιοί.
Ή, στην αντίθετη φορά, ένα τμήμα από τη νέα αριστερά
μπορεί να έχει γίνει ουρά τού αμερικάνικου ιμπεριαλισμού (όχι μόνον ο Σύριζα)
αλλά δεν χρειάζεται να το λέει κιόλας ανοιχτά:
Μπορεί να επικαλείται την ανάγκη να κρατάμε αποστάσεις και από τους δύο ιμπεριαλισμούς
[δυτικό-αμερικάνικο και ανατολικό-ρωσικό κ.λπ]. Ούτε γάτα ούτε ζημιά δηλαδή, κι
έτσι αναπαράγεται η διάκριση μεταξύ των σοφών κουμανταδόρων των «επαναστατικών» ελίτ που ξέρουν από τρίπλες και μυστικοπαθείς
στρατηγικές συμμαχίες και των αφελών τής βάσης που νομίζουν ότι είναι σε
απόσταση από όλα τα κέντρα εξουσίας κ.λπ.
Όταν ένας «κάποιος» θελήσει να συγκεράσει
την αντίφαση, να την περικλείσει σε μια μετριοπαθή μορφή για να αφήσει το
ριζοσπαστικό περιεχόμενο να «αναπνεύσει» ή θα κριθεί ως κομφουζιονιστής
ή θα κριθεί ως «ρεφορμιστής», ή απλά θα κριθεί ως αντιφατικός.
Άλλο παράδειγμα;
Μιλάς για την ανάγκη υπεράσπισης των ελληνικών
νησιωτικών πληθυσμών από το αιμοσταγές τουρκικό κράτος, και σου λένε πως θα
πολεμήσεις για την ExxonMobil, τους λες ότι δεν θέλεις να πολεμήσεις για καμία
εταιρεία αλλά πρέπει να πολεμήσεις για τον πληθυσμό, κι αν δεν σε προσδιορίσουν
ως εθνικιστή ή σοσιαλπατριώτη θα σου πούνε πάλι για την ExxonMobil, και άκρη
δεν βγαίνει. Μιλάς για μια πραγματική και εφαρμόσιμη αποδέσμευση
από το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε, χωρίς τυμπανοκρουσίες και σεκταριστικές ρητορικές,
ίσως και μέσω μιας μεσοβέζικης λύσης των δυτικονατοϊκών δεσμών σου ως χώρας, με
διατήρηση ή εδραίωση ειδικών διμερών συμμαχιών με φιλοδυτικές χώρες για να μην
διαταραχθεί επαχθώς για σένα [ως αδύναμη γεωπολιτικά χώρα] η παγκόσμια
ισορροπία, και αυτοί φαντάζονται ότι είσαι υποστηρικτής τής υφιστάμενης
τριμερούς-τετραμερούς συμμαχίας Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ-Αίγυπτος. Τους λες καμία σχέση, αλλά αυτοί είναι σίγουροι. Κι όμως, μια τέτοια αποδέσμευση θα μπορούσε να είναι πραγματική και όχι
φανταστική, χωρίς να αποκλείεται μια ριζοσπαστικότερη αποδέσμευση. Το αστείο ή μάλλον το γελοίο αλλά ταυτόχρονα «τραγικό» [δεν μου αρέσει η χρήση αυτής τής έννοιας] ποιο είναι; Να σας πω: Αυτός που είναι «αριστερότερα» αποδείχτηκε
ότι θα κάνει το γκελ δεξιότερα του κανονικού: Τσίπρας, ριζοσπαστική αριστερά κ.λπ
Όταν εσύ, κατά το παιδαρέλι ή τον παλιό φίλο, ήσουν
δεξιότερα από τον αριστεριστή (τότε) ο αριστεριστής σε έλεγε βέβαια δεξιό ή
σοσιαλδημοκράτη ή δούλο τού ιμπεριαλισμού, αλλά εσύ εννοούσες αυτά που έλεγες,
και τα εννοείς, όπως ήταν, τα ίδια και τα όμοια σήμερα. Ο αριστεριστής [συν κΚε κ.λπ] δεν τα εννοούσε, ή τα
εννοούσε όπως «λέμε και ξελέμε και ξαναλέμε ό,τι μας έρθει». Ας πούμε ότι ο κύριος αυτός, δεν έχει την μισο-τσίπα
να παραδεχτεί ότι δεν ήξερε τι του γίνονταν, και να μισο-απολογηθεί, και απλά
κάνει την μετατόπιση, αφήνοντας σε τίποτα κομματικούς φιλόσοφους όπως ο Γιώργος
Φαράκλας να κάνουν αυτοί για λογαριασμό του την ιστορική ψευτοαπολογητική αυτής
της μετατόπισης, ή σε θρασύτατους ψευτο-θεωρητικούς όπως ο Άκης
Γαβριηλίδης.
Ποιο είναι το εξοργιστικό;
Ότι αυτοί οι τύποι, μαζί με άλλους που παραμένουν στο «μετερίζι» των αγώνων [εντάξει...οι νεοαριστεριστές δεν θα το πούνε
έτσι] αλλά κρατάνε την επαφή με τους...«συμβιβασμένους», όλοι αυτοί
μαζί, πως θα σε προσδιορίσουν; πάλι; Μα ως δεξιόστροφο, ως σοσιαλδημοκράτη ή ως
ακραίο κεντρώο ή ακόμα και ως ύποπτο εθνικιστή.
Θράσος; Ναι, αλλά ίσως κάτι παραπάνω, κάτι βαθύτερο,
κάτι παθολογικό, κάτι ύποπτο τελικά, όχι με την «πρακτορολογική»
έννοια. Είναι αφεντικά, καπετάνιοι, έχουν καπετανάτα, είναι
πάντα εκτός θέματος όταν το θέμα τίθεται στους πρακτικούς-ρεαλιστικούς όρους
του, και ένα πράγμα δεν θέλουν, να θεωρηθούν ότι τείνουν προς τον...ρεφορμισμό. Μήπως όμως έχουμε να κάνουμε και με άλλα «τοπικότερα» φαινόμενα; Θεωρώ πως ναι. Στην Ελλάδα αμέσως μετά τον πόλεμο, αλλά και αργότερα,
υπάρχει μια κλειστή αστική κοινωνία, απαρτισμένη από κλειστά αστικά-μικροαστικά
υποσυστήματα. Οπότε, όταν υπάρξει σάπισμα και παρακμή των κλειστών
συστημάτων και τής αστικής κοινωνίας ως κλειστού συστήματος, έχουμε
λουμπενοποίηση. Οι άνθρωποι που «ηγούνται» αυτών των
κοινωνικών μορφών-υποσυστημάτων είναι λουμπενοηγέτες, βύσματα, μαγαζάτορες,
προστάτες και οικογενειάρχες σογιών και «φυλών».
Τα εμβλήματα των σογιών και των υπο-σογιών αυτών δεν
πρέπει να μας παραπλανούν, κρύβοντας το λούμπεν περιεχόμενο και το γενικότερο
μασκαριλίκι-καραγκιοζιλίκι. Σε τέτοιους «γεωπολιτικούς χώρους» ούτε η
αριστερά είναι αριστερά, ούτε ο αριστερισμός είναι αριστερισμός, ούτε οι
σοσιαλιστές είναι σοσιαλιστές, ούτε οι κομμουνιστές είναι κομμουνιστές, ούτε οι
νεοφιλελεύθεροι είναι νεοφιλελεύθεροι, τουλάχιστον όπως τα εννοούμε «όλα
αυτά» σε μητροπολιτικές καπιταλιστικές χώρες [για να μην παρερμηνευτώ, και
το Μεξικό λόγου χάριν μητροπολιτική καπιταλιστική χώρα είναι].
Και βέβαια αν σε κάτι τείνουν είναι στην «λογική» τής φατρίας, τής φράξιας, της οικογένειας, και των διάφορων
κοινωνικομοριακών πολέμων που έχουν μεγάλη συνάφεια με μαφίες, αγριεμένες
λούμπεν ομάδες, κ.λπ
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου