Η πατριαρχία είναι ακόμα και σήμερα μια σημαντική και
ενεργός δύναμη των ταξικών και ιεραρχικών κοινωνιών που συνυφαίνεται με την
βαθύτερη δομή συγκρότησής τους.
Ο καπιταλισμός έχει μετασχηματίσει την
πατριαρχία, την έχει σε μεγάλο βαθμό περιορίσει εντός των «συμβολαιακών-εμπορευματικών» ορίων της δικής του ιδιαίτερης
συγκρότησης.
Παρ' όλα αυτά ο καπιταλισμός δεν «περιέχει» εντός του την
πατριαρχία μόνον-ή-κυρίως ως μια επικίνδυνη επιβίωση των προ-καπιταλιστικών δομών και έμπρακτων «νοοτροπιών», όπως περιέχει ας πούμε την δουλεία, αλλά ως ένα ακόμα
καθοριστικό στοιχείο της ειδικής του συγκρότησης.
Μπορούμε λοιπόν να μιλήσουμε
χωρίς περιστροφές για μια νέα καπιταλιστική πατριαρχία αλλά και για την
πατριαρχία εν γένει ως συστατικό δομικό στοιχείο του καπιταλισμού ως ταξικού
και ιεραρχικού συστήματος.
Στα ουσιαστικά πλαίσια μάλιστα του γραφειοκρατικού
στρατοκρατικού υποσυστήματος διασφάλισης της κυριαρχικής εξουσίας των
εθνοκρατών και των εθνοκαπιταλιστών, αλλά και στα πλαίσια της διαρκούς ανάδυσης
και εμφάνισης της εθνικιστικής φασιστικής λαϊκής ιδεολογίας, η πατριαρχία
αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη συστατικά στοιχεία.
Έμφυλη βία, έμφυλη σκέψη,
ανδροκρατική συγκρότηση της νεανικής κουλτούρας κ.λπ δεν είναι απλά στοιχεία
κάποιου «εποικοδομήματος» (υπερδομής) των ταξικών καπιταλιστικών
σχέσεων αλλά θεμελιώδη στοιχεία της συγκρότησης του καπιταλιστικού θεμελίου.
Βέβαια ο καπιταλισμός αναδύει διαρκώς και αντίρροπες τάσεις, εχθρικές προς την
πατριαρχία, συνυφασμένες συνήθως με την παγκοσμιοποίηση του, τον νέο
φιλελευθερισμό, τον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου, την «ανάγκη» για
αφαιρετικοποίηση της ανθρώπινης υπόστασης και μετατροπή της σε
αφηρημένη-άφυλη-απεδαφικοποιημένη και απο-ουσιοποιημένη εργατική δύναμη. Σχηματίζεται ούτως, εντός του ύστερου (παγκοσμιοποιημένου) ιμπεριαλιστικού
καπιταλισμού μια αντινομική υπο-συστημική ενότητα παλαιοπατριαρχικών
νεοπατριαρχικών και αντιπατριαρχικών δομών και υπερδομών που συνυφαίνεται
αξεδιάλυτα με το καπιταλιστικό όλον/σύστημα και με την κίνηση του
ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού προς τον ολοκληρωτικό όλεθρο της ανθρωπότητας.
Είναι ωστόσο λάθος να θεωρήσουμε αυτή την υπο-ενότητα ως σχηματισμένη με έναν «ισορροπημένο» τρόπο.
Η πατριαρχία, παρά τις νίκες του αστικού και
μικροαστικού φιλελευθερισμού επί της απόλυτης κυριαρχίας της, παραμένει μια
κυρίαρχη αφηρημένη κοινωνική «δύναμη», και οι πατριάρχες (ως κοινωνικά και ιδεολογικά κυρίαρχοι
ετεροκανονικοί εθνικιστές) μια κυρίαρχη υποκειμενοποίηση αυτής τής αφηρημένης κοινωνικής «δύναμης».
Μετά από δεκαετίες αστικοφιλελεύθερης, νεοαριστερής ή
αναρχικής ελευθεριακής προπαγάνδας και εργαλειοποιημένου ή «καθαρού»
ιδεολογικού πολέμου, απέναντι στους πατριάρχες εθνικιστές, παρά το «αντιπατριαρχικό» Ok σημαντικών μερίδων της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής
ελίτ, η πατριαρχία παραμένει κυρίαρχη, μερικές φορές στο παρασκήνιο της δυτικής
αστικής κοινωνίας ή ακόμα και στο θρασύτατο προσκήνιο των μη-δυτικών κοινωνιών.
Από αυτή την κυριαρχία αναδύεται σήμερα όλος ο εσμός της φονταμενταλιστικής και
ακροδεξιάς παλινόρθωσης, ενός κακέκτυπου παραδοσιακής πατριαρχίας, το οποίο αν
και παραμένει κακέκτυπο και θεαματικό ομοίωμά της έχει στοιχεία ριζικής
αυθεντικότητας.
Σε τελική ανάλυση η πατριαρχία παραμένει ένα γενικό καθοριστικό
στοιχείο της ταξικής ιεραρχικής αθλιότητας και μπορεί να υπάρξει αυθεντικά ως
ένα συνεχώς σχηματιζόμενο μείγμα παλαιών και νέων μορφών της.
Η δυσκολία
αντιμετώπισης της πατριαρχικής αθλιότητας επιτείνεται και θα επιταθεί ακόμα
περισσότερο από το γεγονός πως αποτελεί επίδικο αντικείμενο της διαμάχης
μερίδων των ιμπεριαλιστικών και εθνικοκαπιταλιστικών ελίτ σε οποιαδήποτε φόρμα
τους και εντός των όποιων μεταξύ τους αντιφάσεων διαμαχών και συγκρούσεων.
Το
γεγονός πως την ιδεολογική και πολιτική πρωτοπορία για την καταπολέμηση και
ιστορική καταστροφή της πατριαρχίας την έχουν αναλάβει φιλελεύθερες
δυτικο-ιμπεριαλιστικές ελίτ και «κρυφοί» (με την έννοια της
εμμεσότητας και όχι της «συνωμοσίας») νεο-αριστεροί σύμμαχοί τους,
δίνει το δικαίωμα και την δυνατότητα στις παραδοσιοκρατικές ή νεοπαραδοσιοκρατικές
ελίτ να αποκτήσουν προσβάσεις και περάσματα στον μαζικότατο πατριαρχικό λαϊκό
κόσμο, παγκοσμίως.
Όσο ο αντι-πατριαρχικός αγώνας πέφτει στα χέρια των
μεγαλοαστικών δυτικο-ιμπεριαλιστικών ελίτ και των νεο-αριστερών (έμμεσων)
συμμάχων τους και όσο παραμένει στα πλαίσια της φιλελεύθερης και ελευθεριακής «επιφαινομενοποίησής» του, τόσο ο αγώνας για την υπεράσπιση της
πατριαρχίας πέφτει στα χέρια των δημαγωγών της εθνοακροδεξιάς και του
θεοκρατικού φονταμενταλισμού που με αυτό τον τρόπο αποκτούν μιαν ανέλπιστη νέα
πρόσβαση και μιαν ανέλπιστη νέα επιρροή στις πατριαρχικές λαϊκές μάζες.
Η αντιπαράθεση σχηματίζεται με μια οριζόντια τομή στην οποία όμως οι φιλελεύθεροι ελευθεριακοί έχουν μιαν ασταθή «συμμετοχή» στην
«λαϊκή ποσότητα». Γι' αυτό και η αντίδραση των μεγαλοαστικών φορέων του αντι-πατριαρχικού και αντι-ετεροκανονικού αγώνα
ήταν και είναι να αρχίσουν να φλερτάρουν ιδεολογικά με έναν εκλεπτυσμένο «ελευθεριακό» δυτικοφασισμό με την ελπίδα να καταργηθεί κάποια στιγμή
κάθε αναφορά ή θεμελίωση στο λαϊκό θεμέλιο της πολιτικής.
Οι λαϊκές μάζες
θεωρήθηκαν από τους πρωτοπόρους της αντιπατριαρχίας ως «άρρωστες» από
την «φύση» τους και η ίδια η έννοια του λαού και του έθνους ήταν και
είναι γι΄αυτούς σημαντικοί κόμβοι και θεμέλια της πατριαρχικής ετεροκανονικής «δομής».
Το ζήτημα δεν είναι να καταργήσουμε ή να καταπολεμήσουμε την
προφανή αλήθεια των ορθολογικών ενοράσεων, των αναλύσεων, των κοινωνιολογικών ψυχαναλυτικών
κ.ο.κ ερμηνειών αυτών και να επιτεθούμε χωρίς άλλη κουβέντα στις γενικεύσεις
και τις απολυτοποιήσεις τους.
Αυτό θα ήταν απλά προσχώρηση στο στρατόπεδο του
εχθρού.
Αυτό κάνουν όσοι ξεκινάνε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο (εκκινώντας μάλιστα
από αριστερή σκοπιά) προς την «αποδόμηση», τον «εθνομηδενισμό», τον «μεταμοντερνισμό» για να καταλήξουν-καταντήσουν
σιγά σιγά και σταθερά ακροδεξιοί, εθνοαριστεροί σωβινιστές ή
εθνο«κομμουνιστές» της χειρότερης υποστάθμης.
Θα ήταν τιμιότερο και
λιγότερο επικίνδυνο αν όλοι αυτοί οι φαντασιόπληκτοι και συνωμοσιολόγοι
εθνοαριστεροί προσχωρούσαν στην δεξιά άμεσα, υπερασπιζόμενοι ευθέως την
πατριαρχία.
Θα είχαν περισσότερα επιχειρήματα και το μυαλό τους θα ήταν
λιγότερο μπερδεμένο με ψευδο-έννοιες και μαρξισμούς που δεν ταιριάζουν και
αισθητικά σε έναν πατριάρχη.
Τα πράγματα απαιτούν σοβαρότερη και προσεκτικότερη
στάση, σε τελική ανάλυση τα πράγματα απαιτούν έναν (συγχωράτε μου) υγιή
πολιτικό και ιδεολογικό ρεαλισμό και μιαν εδραία επιστημονική αποβλεπτικότητα
που ταιριάζει σε αριστερούς, αναρχικούς ή κομμουνιστές εν γένει.
Πρέπει δηλαδή
να αποφύγουμε τον φανατισμό της αντικριτικής, τον δογματισμό της αντιαποδόμησης
και του αντιμηδενισμού, εφόσον κάθε όντως έλλογη στάση και σκέψη (και όχι μόνον
κάθε «ριζοσπαστική» στάση και σκέψη) είχαν έχουν και θα έχουν ως ένα
από τα θεμέλια τους την αρχική έστω εκ-μηδενιστική ενέργεια της σκέψης και του
αναστοχασμού.
Ο σκεπτικισμός, ο σχετικισμός, ο μηδενισμός (αργότερα από τα
προηγούμενα), είναι τα οξυγόνα του ελεύθερου ανθρώπου.
Είναι ξεφτίλα άνθρωποι
(αριστεροί μάλιστα) που δηλώνουν πως τάσσονται με την απελευθέρωση του
ανθρώπου, την ελευθερία των λαών κ.λπ να χρησιμοποιούν με εν γένει υποτιμητικό
και εν γένει απαξιωτικό τρόπο τις έννοιες και τις λέξεις εκείνες που περιέχουν
την αποδόμηση, την καταστροφή, τον εκμηδενισμό του εκάστοτε Είναι ή του Είναι
εν γένει, όταν αυτό λαμβάνει την μορφή του «Πατρός», του «Θεού», του «Έθνους» και όλων όσων έχουν ανυψωθεί
υποκριτικά και ιδεοληπτικά ως ιερά τοτέμ από τους πατριάρχες όλων των εποχών και όλων των ειδών.
Εγώ, από την γνωστή θέση μου
εδώ, έχω μιλήσει για μια άλλη έννοια και κατάσταση του έθνους, για μιαν άλλη
έννοια και κατάσταση της παράδοσης, για μιαν άλλη έννοια και κατάσταση της
θρησκευτικότητας.
Και έχω επίσης αντιμετωπίσει με τον σκληρότερο σχεδόν
υβριστικό τρόπο τους διεθνισμούς και τους α-εθνισμούς
και α-θεϊσμούς της άκρας (δυτικο)αριστεράς της αναρχίας κ.λπ
Αλλά
άλλο είναι αυτό, άλλο είναι να ξεστήνεις ένα οποιοδήποτε ιεροποιημένο τοτέμ για
να ξαναστήσεις ανθρώπινο και δημοκρατικοποιημένο ένα έλλογο νόημά του, και
άλλο είναι να μην θέλεις να ξεστηθεί τίποτα μην τυχόν και θιγεί η πατριαρχική ή
πατριαρχικοποιημένη «λαϊκή μάζα».
Με βάση αυτές τις πολύ γενικές και σύντομες αμφίρροπες και «αμφίθυμες»
παρατηρήσεις θα ήθελα να ξεκινήσει ένας πραγματικός διάλογος με όσους κατανοούν
ρεαλιστικά αλλά όχι κυνικά τα πραγματικά προβλήματα και συζητάνε με σοβαρότητα
το ιστορικό πρόβλημα και το ιστορικό όνειδος της πατριαρχίας.
Ιωάννης Τζανάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου