Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Το Κράτος ως αλλοτριωμένη παραγωγική δύναμη

 

Εισαγωγική σημείωση για το Κράτος..

Θα ήθελα να διερευνήσω την ιστορική αδυναμία μας να εργαλειοποιήσουμε το Κράτος, σαν αυτό να είναι ένα εν μέρει ουδέτερο εργαλείο το οποίο μπορούν να το εργαλειοποιήσουν και ταξικές δυνάμεις που έχουν σαν ιστορικό στόχο τους την αταξική-και-ακρατική κοινωνία.

Πρέπει πρώτα, σε ένα εισαγωγικό στάδιο, να διευκρινίσω μερικά πράγματα προς όλους τους σεκταριστές, κι αυτούς ακόμα που προσγειώθηκαν τρυφηλά στην «κρατικότητα» (Σύριζα). 
Το γεγονός ότι το σημερινό Κράτος είναι και αστικό ή είναι κυρίως αστικό, δεν σημαίνει ότι είναι μόνον αστικό. 
Κάθε Κράτος αποτελεί ένα σύστημα που ενοποιεί διάφορες ανάγκες και χρήσεις, μια από τις οποίες είναι να υπηρετεί την εκάστοτε άρχουσα τάξη.
Όμως το Κράτος ως εργαλείο είναι και ουδέτερο εργαλείο, το οποίο υπηρετεί (υπό την εκάστοτε ηγεμονία τής εκάστοτε άρχουσας ή κυρίαρχης τάξης) ευρύτερες κοινωνικές και ατομικές-διατομικές ανάγκες που δεν ταυτίζονται απόλυτα [ή και σχετικά] με τις ανάγκες τής άρχουσας-κυρίαρχης τάξης, όπως είναι η διασφάλιση της κοινωνικής ασφάλισης, η έννομη τάξη ασφάλειας απέναντι στο σκληρό ποινικό έγκλημα, η τήρηση των νόμων προστασίας τής ιδιοκτησίας όσο υπάρχει ακόμα ιδιοκτησία είτε «αυτή» είναι ατομική ιδιοκτησία είτε «αυτή» είναι κοινωνική-δημόσια ιδιοκτησία κ.λπ. 
Το Κράτος, επίσης, είναι επιφορτισμένο με την υπεράσπιση τής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας μιας χώρας, είτε αυτή η χώρα είναι αυστηρά εθνικά προσδιορισμένη είτε είναι μια πολυεθνική-πολυπολιτισμική χώρα, μέχρι τουλάχιστον να πάψουν εντελώς οι διενέξεις μεταξύ χωρών και εθνών, δηλαδή ποτέ. 
Κάποτε το να αρνείσαι την κατά περίπτωση σχετική ουδετερότητα (όχι σχετική αυτονομία) τού Κράτους ήταν μέρος-και-σημείο τής ριζοσπαστικής επαναστατικής παράδοσης τού αναρχισμού και του μαρξισμού, σήμερα ωστόσο αποτελεί μέρος τής σεκταριστικής ιδεολογίας και φαντασίωσης που έχει διατηρηθεί ή εμφιλοχωρήσει ακόμα και σε «αριστερά» ρεφορμιστικά κόμματα και κινήματα. 
Η ιστορική εμπειρία έχει αποδείξει ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρξει κατάργηση ή απονέκρωση τού Κράτους τούς επόμενους αιώνες ίσως και χιλιετηρίδες, αλλά μέσω αυτής τής ιστορικής εμπειρίας έχει αναδειχθεί ως ορθή και η θέση τής ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας (προ τού 2ου παγκοσμίου πολέμου) ότι το Κράτος είναι και ουδέτερο εργαλείο, κάτι σαν μια ουδέτερη παραγωγική δύναμη που έχει πολλές δυνατότητες χρήσης, και πολλές δυνατότητες ταξικού και δημοκρατικού ή ελευθεριακού επανακαθορισμού του. 
Το Κράτος ωστόσο δεν είναι ένα εύκολο ουδέτερο εργαλείο, εφόσον αποτελεί μια ολική κοινωνική αφαίρεση που περιέχει ενδογενώς (ανεξάρτητα από τον ταξικό προσανατολισμό του) ισχυρές τάσεις καταπίεσης, αλλοτρίωσης και καταστροφικής αφομοίωσης των συγκεκριμένων ανθρώπων, κυρίως των άμεσων παραγωγών, των μειονοτήτων, των απλών πολιτών, που στέκονται πάντα απέναντί του χωρίς να έχουν την «εύκολη» δυνατότητα να το ελέγξουν, περιορίσουν ή και καταργήσουν εν μέρει (όταν είναι αυτό εφικτό).   
Ο κρατισμός έως και ολοκληρωτισμός είναι μια εκτροπική μορφή έκφρασης τού Κράτους, η οποία όμως υπάρχει στα «σπλάχνα» του και δεν αποτελεί απλά μια παραβίαση των αρχών του ως Κράτους δικαίου κ.λπ. 
Το Κράτος είναι δηλαδή ένα εξ' υποστάσεως προβληματικό εργαλείο, κάτι σαν την πυρηνική ενέργεια, με την έννοια όμως ότι δεν μπορούμε να το απαρνηθούμε όπως λόγου χάριν θα μπορούσαμε να απαρνηθούμε την πυρηνική ενέργεια. 
Πρέπει να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε με το Κράτος εφόσον αυτό θα είναι μάλλον πάντα «μαζί» μας, και να δούμε πως θα το μετατρέψουμε ακριβώς σε μόνον-ουδέτερο εργαλείο. 
Ο σοσιαλισμός, ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, ακόμα κι όταν δεν σημαίνει «σοσιαλδημοκρατία» ή προσαρμογή στον αστικό-συνταγματικό νόμο ή την αστική νομιμότητα, τον αστικό κοινοβουλευτισμό κ.λπ, ή μάλλον ακριβώς όταν δεν σημαίνει όλα αυτά τα πράγματα, σημαίνει αυτό ακριβώς: την πλήρη-ή-ισχυρή ουδετεροποίηση και την πλήρη-ή-ισχυρή εργαλειοποίηση τής κρατικής κοινωνικής μορφής. 
Παρεμπιπτόντως αυτή η θέση που μόλις εκφράσαμε είναι και μια μη-ριζοσπαστική αλλά θαρρώ αριστερή-σοσιαλιστική εκδοχή τής εγελιανής θέσης για την ιστορία του Κράτους και τής ανθρώπινης ελευθερίας μέσα και από την σχέση των ανθρώπων με αυτό. 
Μια μικρή παρατήρηση, κυρίως θεωρητικού χαρακτήρα, η οποία όμως έχει και πολιτικά-ιδεολογικά αποτελέσματα: 
Η θέση του αριστερού ευρωκομμουνισμού, κυρίως μέσω του σπουδαίου θεωρητικού και τραγικού ανθρώπου Νίκου Πουλαντζά, για το Κράτος ως υλικής συμπύκνωσης ενός (κοινωνικού) ταξικού συσχετισμού δυνάμεων (σύντομη και όχι επαρκής η περιγραφή τής θέσης του από εμάς), ενώ είναι σημαντική σε πολλές της πτυχές, διατηρεί την αρχική κομμουνιστική ίσως και αναρχική/αναρχίζουσα θέση αλώβητη, για αυτό άλλωστε περικλείει το Κράτος (όπως και άλλα φαινόμενα, όπως το έθνος κ.λπ) σε έναν ταξικίστικο και μη-εργαλειακό καθορισμό/υπερκαθορισμό, για αυτό άλλωστε (ως θέση) έχει μια παράδοξη μεν αλλά εσωτερική σχέση και με τον ιστορικό σεκταρισμό τού κινήματος κατά την έναρξή του (και δια μέσω τού Μαρξ) αλλά και με τον αντικρατικιστικό αριστερίστικο σεκταρισμό των νεώτερων ύστερων χρόνων. 
Όλα αυτά χρειάζονται καλύτερες επεξεργασίες εκ μέρους μας. Επιφυλασσόμαστε, και υποσχόμαστε κολασμένες «επιστροφές» στα κείμενα, που ίσως να σας αρέσουν.

 

Η διαλεκτική τού εργαλείου-οργάνου «Κράτος»..

Οταν προσδιορίζουμε το Κράτος ως όργανο ή εργαλείο μιας κοινωνικής τάξης ή της κοινωνίας, αυτό δεν σημαίνει ότι το Κράτος είναι ένα πράγμα, με την έννοια που είναι ένα αφηρημένο υλικό αντικείμενο. 

Ένα εργαλείο καταρχάς παρουσιάζεται ως να είναι ένα ποιοτικά καθορισμένο υλικό πράγμα που είναι «οργανικά» ενταγμένο σε μια υλική παραγωγική διεργασία, αλλά πέραν αυτής τής πρώτης συγκεκριμενοποίησης τής διαφοράς μεταξύ αφηρημένου υλικού πράγματος και υλικού εργαλείου-οργάνου παραγωγής πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ τής γενικής έννοιας τού εργαλείου ως υλικού-πραγμικού μέρους μιας ζωντανής παραγωγικής διεργασίας και του εργαλείου-οργάνου τής παραγωγής ως μιας ευρύτερης έννοιας που δεν σημαίνει μόνον το άμεσο υλικό εργαλείο-όργανο (παραγωγής) αλλά ένα στοιχείο μιας ευρύτερης παραγωγικής διεργασίας. 
Σε αυτή την ευρύτερη συστημική μορφοποίηση τής παραγωγικής διεργασίας το στοιχείο εργαλείο-όργανο μπορεί να είναι το ίδιο μια ξεχωριστή παραγωγική διεργασία, η οποία αν και απαρτιζόμενη και αυτή από ζωντανά εργαζόμενα υποκείμενα και υλικά-διανοητικά εργαλεία που χρησιμοποιούν, είναι ωστόσο ακόμα και ως ξεχωριστή παραγωγική διεργασία ένα εργαλείο-όργανο υπό την έποψη άλλων κοινωνικών αναγκαιοτήτων και υποκειμενικών (ταξικών κ.λπ) φορέων. 
Την ίδια στιγμή υπάρχει η δυνατότητα, πάλι υπό ορισμένες συνθήκες και ιστορικές ανάγκες, αυτή η μορφή παραγωγής που χρησιμεύει ως ειδικό όλον ως εργαλείο-όργανο άλλων μορφών παραγωγής να μετατραπεί σε φορέα τής ενεργητικής εργαλειοποίησης, με την έννοια ότι μετατρέπεται ούτως από κυρίως αντικείμενο-ως-εργαλείο σε υποκείμενο που εργαλειοποιεί. 
Έτσι ενώ λόγου χάριν το Κράτος υπό το καπιταλιστικό καθεστώς είναι ένα εργαλείο-όργανο τής καπιταλιστικής κοινωνίας, τής αστικής τάξης αλλά και της κοινωνίας συνολικά [ακόμα και στις συνθήκες του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού],  όταν εισερχόμαστε στις συνθήκες των μετα-καπιταλιστικών εκμεταλλευτικών κρατικοσοσιαλιστικών κοινωνιών το Κράτος από εργαλείο-όργανο τής άρχουσας εκμεταλλευτικής τάξης και από εξαρτημένη παραγωγική διεργασία, μετατρέπεται σε αυτοτελή παραγωγική διεργασία και σε κέντρο τής συνολικής κοινωνικής-παραγωγικής ζωής, άρα και σε αυτοτελές κέντρο τής εκμετάλλευσης-καταπίεσης το οποίο κυρίως εργαλειοποιεί και χειραγωγεί τους άλλους τομείς παραγωγής και εκμεταλλεύεται με ιδιαίτερη σκληρότητα μάλιστα τους εργαζόμενους φορείς τους.
Το ότι «τότε» αυτοί οι άλλοι τομείς έχουν την βούλα τού κράτους, είναι κρατική ιδιοκτησία, δεν σημαίνει ότι είναι Κράτος. Ο κρατικός σοσιαλισμός, καθώς και άλλα κρατικιστικά κρατικο-εκμεταλλευτικά συστήματα, δεν είναι συστήματα που σημαίνουν κάποια πραγματικά ολική κρατική μορφή, όπως επίσης δεν είναι καπιταλιστικά-ως-κρατικοκαπιταλιστικά συστήματα, εφόσον η κύρια μορφή ιεραρχικής δόμησης τής εργαλειακής σύστασης και τής εργαλειακής διαλεκτικής που ισχύει επί καπιταλισμού [ακόμα κι όταν έχουμε να κάνουμε με κρατικομονοπωλιακό ή κρατικό καπιταλισμό] ανατρέπεται, και τότε το Κράτος από κυρίως-ή-μόνον εργαλείο-όργανο άλλων κοινωνικών ομάδων και δομών «εκτός» του μετατρέπεται σε κέντρο τής εργαλειοποίησης αυτών των άλλων ομάδων και δομών.
 
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, είτε με την μία είτε με την άλλη ιεραρχική δόμηση τής κοινωνικής εργαλειακότητας μεταξύ τού Κράτους και των άλλων δομών και υποκειμενικών ταξικών/κοινωνικών φορέων, όλες οι κοινωνικές εργαλειακότητες παραμένουν εργαλειακότητες και ταυτόχρονα ως εργαλειακότητες παραμένουν ξεχωριστοί κλάδοι τής συνολικής κοινωνικής παραγωγής-εργασίας. 
Λόγου χάριν το Κράτος στις αυταρχικές-και-εκμεταλλευτικές μορφές σοσιαλισμού (Σοβιετική Ένωση κ.λπ) αν και δεν είναι [ως ειδική παραγωγική διεργασία] ένα κυρίως-ή-μόνον εργαλείο όπως είναι στον καπιταλισμό, εφόσον από αυτό εκπορεύεται κυριαρχικά η κοινωνική εργαλειοποίηση, παραμένει ωστόσο και τούτο εργαλείο-όργανο ευρύτερων αναγκών τις οποίες ικανοποιεί και αλλοτριώνει.

 

Το κράτος ως συνεργατική-παραγωγική μορφή..

Οι μαρξιστές συνήθως αναφέρονται με επίταση στον καταμερισμό τής εργασίας αλλά μερικές φορές παραβλέπουν κάπως τον όχι και τόσο αυτονόητο όρο τής συνεργασίας και τού συντονισμού (μεταξύ) των ειδών και των κλάδων ή τομέων τής παραγωγής-εργασίας.

Στην πραγματικότητα ακόμα και μια «στεγανοποιημένη» ως διαχωρισμένη ταξικά ή ιεραρχικά ή και ανά είδος-κλάδο παραγωγική-κοινωνική ολότητα παραμένει πάντα μια ολότητα, μια ενότητα που λειτουργεί με κρατικά ή αγοραία τεθειμένους παραγωγικούς στόχους που συνήθως ενώνονται σε μια παλέτα συγκεντρωμένων στόχων που θα μπορούσαν να εννοηθούν και ως ουσιαστικά ένας στόχος.
 
 
Μια εισαγωγική ιχνογραφία τού ζητήματος τής συνεργασίας στον καπιταλισμό.

Ο καπιταλισμός είναι ίσως το μοναδικό ταξικό-κοινωνικό σύστημα που έχει σαν θεμελιώδη στόχο του τον ίδιο τον εαυτό του ως διηνεκή και συνεχή κυριαρχική-εξουσιαστική συσσώρευση δομών αποκρυστάλλωσης και στερεοποίησης («νέκρωσης») τής ζωντανής εργασίας. 

Η ίδια η ζωντανή εργασία -ως γενική υποκειμενική δραστηριότητα μορφοποίησης του «φυσικού» κόσμου, μέσω τού καπιταλισμού αφαιρετικοποιείται όσο είναι δυνατόν, και ούτως όχι μόνον υποτάσσεται στο Κεφάλαιο αλλά γίνεται και η ίδια ένα ομοίωμα τής κίνησής του. 
Αρχικά αυτό συμβαίνει με την ιστορική δημιουργία ενός διαχωρισμού μεταξύ εργασιακής δυνητικότητας (εργατικής δύναμης) και εργασιακής ενέργειας-δράσης και [με] την συνακόλουθη, δομικά συνυφασμένη-ταυτισμένη με αυτό τον διαχωρισμό, ύπαρξη τής εργατικής δύναμης ως εμπορεύματος. 
Η εργασία είναι σε αυτές τις συνθήκες μισθεξαρτημένη, αλλά αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς υπερβαίνοντας [χωρίς να την καταστρέφουμε] την μαρξική μετωνυμία θα λέγαμε πως ο υποκειμενικός-ζωντανός φορέας της είναι μισθεξαρτημένος.  
Γι΄αυτό είναι σωστό να μιλάμε, όταν μιλάμε για τον καπιταλισμό, και [μαρξιστικά] για σύστημα τής μισθωτής εργασίας, και [αναρχικά-αντιεξουσιαστικά] για σύστημα μισθωτής σκλαβιάς, όπου με τον μαρξικό όρο προσδιορίζουμε το καπιταλιστικό σύστημα τονίζοντας την πτυχή τής υπόστασής του που σημαίνει τον καπιταλισμό ως ένα σύστημα εμπορευματο-χρηματικής [μισθωτής] δέσμευσης τής εργασίας, [και] όπου με τον αναρχικό όρο προσδιορίζουμε το καπιταλιστικό σύστημα τονίζοντας την πτυχή τής υπόστασής του που σημαίνει τον καπιταλισμό ως ένα σύστημα κυριαρχικής-εξουσιαστικής [και όχι μόνον εμπορευματο-χρηματικής][μισθωτής] δέσμευσης τού υποκειμενικού [ζωντανού] φορέα της. 
Ποια είναι όμως αυτή η δομή τής μορφής συνεργασίας όλων των ανταγωνιστικών κοινωνικών-ταξικών δρώντων σε ένα τέτοιο ριζικά ενδοδιαχωρισμένο σύστημα όπως ο καπιταλισμός; όπου έχει διαρραγεί η ενότητα των υποταγμένων ταξικά άμεσων παραγωγικών στοιχείων με το αντικείμενο τής εργασίας τους [που υπήρχε πριν παρά την μη-ιδιοκτησία τους -όχι πάντα, από μέρους των άμεσων παραγωγών], αλλά επίσης [έχει διαρραγεί] η σχέση τους με το υποτάσσον-και-υπαγάγον ως όλον [καταπιεστικό] στοιχείο που έχει «αναλάβει» εντός του ως όλον το αντικειμενικό-υλικό και αντικειμενικό-δομικό σκέλος τής παραγωγικης διεργασίας. 
Εδώ παρουσιάζεται ένα παράδοξο. 
Στους προ-καπιταλιστικούς ταξικούς κοινωνικούς σχηματισμούς δεν υπάρχει άμεση συνεργασία των ανταγωνιστικών τάξεων, μολοντούτο υπάρχει ένας οργανικίζων συνεργατισμός, κάθε τάξη συμμετέχει «φαντασιακά» αλλά και πραγματικά σε μια ενοποιητική ιεραρχική τάξη, ενώ στον καπιταλισμό αίρεται η [προ-καπιταλιστική] οργανικίστικη ενότητα ιεραρχικού καταμερισμού και ταξικής απόστασης αλλά και ολικής συνεργασίας, την ίδια στιγμή που σε αυτόν υπάρχει ένας άμεσος παραγωγικός συνεργατισμός μεταξύ καπιταλιστικής και εργαζόμενης τάξης στο επίπεδο τής παραγωγικής διεργασίας, την ίδια στιγμή που αυτή η παραγωγική διεργασία [ως καπιταλιστική παραγωγική διεργασία] έχει αποκοπεί ως όλον από τους άμεσους ακτήμονες παραγωγούς [ή αποκόπτεται σταδιακά, όλο και περισσότερο, πάντα ως όλον]. 
Το Κεφάλαιο πέραν της εκμεταλλευτικής υπόστασής του είναι περισσότερο ένας αυτοαναφορικός βρυκόλακας που δεν «ζει» απλά με την εργασία των δούλων του αλλά την μετατρέπει μαζί με αυτούς τους ίδιους σε αφαιρέσεις, σε σκιές τού συγκεκριμένου εαυτού τους.

 

Το αστικό κράτος ως ιδιότυπη μορφή συνεργατικής  ενοποίησης.

Το κράτος δημιουργείται ως σχετικά ολοκληρωμένη διανοητική και θεσμική αφαίρεση σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, παρά το γεγονός ότι και στο προ-καπιταλιστικό παρελθόν υπήρχαν αρκετές κρατικές μορφές που περικλείονταν σε ανάλογους αφαιρετικούς καθορισμούς.

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως αν κάτι στο προ-καπιταλιστικό παρελθόν «θύμιζε» καπιταλισμό, πριν ακόμα υπάρξει καπιταλισμός, ήταν το αρχαίο ελληνορωμαϊκό δουλοκτητικό ή το ασιατικό κράτος. Δεν θα ήταν επίσης υπερβολή να κατασκευάσουμε μια υπόθεση εργασίας για την ιστορική προέλευση-γενεαλογία τού καπιταλισμού ως «δεδομένη» όχι μόνον σε οικονομικές ή θεσμικο-οικονομικές δομές αλλά στην ίδια καθαυτή την δομή του κράτους ως ξεχωριστού υλικο-διανοητικού τρόπου παραγωγής αλλά και ως μορφής κοινωνικής παραγωγικής δύναμης, που σχηματίστηκε μεν μέσω των διεργασιών τής ιστορικής γένεσης τής ταξικής κοινωνίας αλλά ήδη από την εκκίνησή της υπήρξε ως ξεχωριστός σχετικά αυτοτελής ταξικός συντελεστής, ως εκμεταλλευτική αλλά και ως παραγωγική τάξη το ίδιο. 
Σαν να λέμε σχηματικά ότι αν σύμφωνα με τον τυπικό μαρξισμό υπάρχουν (συνήθως) δύο [2] βασικές τάξεις, σύμφωνα με έναν νεώτερο αλλά όχι λανθασμένο ριζοσπαστικό Λόγο, παρουσιάζεται να υπάρχουν τελικά [σε μια ταξική ανταγωνιστική τάξη] τρεις  [3] τάξεις, όπου η μία από αυτές είναι το ίδιο το κράτος. 
Βέβαια αυτή η τρίτη τάξη είναι ως ξέχωρη εκμεταλλευτική, αν και δεν είναι συνήθως αυτόνομη από την άλλη εκμεταλλευτική τάξη, αν και δηλαδή τάσσεται με την τάξη αυτή ως παραγωγικός-θεσμικός ακόλουθος της, και σχηματίζει ίσως μαζί με αυτή την «κυρίως» άρχουσα τάξη ένα σταθερό μπλοκ που παρουσιάζεται τελικά ως ένα ενιαίο ταξικό μπλοκ, ως μία [1] και αυτή τάξη. 
Το κράτος, ιστορικά, είναι ακόλουθος μιας κυρίαρχης τάξης αλλά όντας το ίδιο μια ξεχωριστή εκμεταλλευτική κοινωνική τάξη με τους ειδικούς κοινωνικούς και παραγωγικούς στόχους της που αν και εντασσόμενοι (συνήθως) στους στόχους τής κυρίαρχης «οικονομικής» ή «στρατιωτικο-οικονομικής» τάξης παραμένουν ξεχωριστοί και ιδιότυποι.

Όπως έχουμε πει και ξαναπεί, όλα είναι παραγωγή. 

Δεν υπάρχει μη παραγωγή, για αυτό και αυτό που οι μεταφυσικοί μαρξιστές ονομάζουν «εποικοδόμημα» είναι [επίσης] μια μορφή παραγωγής. 

Το έχουν κατατάξει μεταφυσικά στο παρακολουθόν μόνον-αντανακλαστικό στοιχείο, το εννοούν ως παρακολουθόν στοιχείο, γιατί οι ίδιοι ήταν και είναι «στοιχειωμένοι» από την ειδική αρχιτεκτονική των παραγωγικών τομέων τής κοινωνικής ολότητας σε μια φάση του καπιταλισμού, ούτε καν στον καπιταλισμό ως ιστορική ολότητα (που είναι ακόμα σε εξέλιξη!) που θα περιελάμβανε όλες τις φάσεις του.  
Η έννοια του «εποικοδομήματος» στον μεταφυσικό «μαρξισμό» είναι μια ψευδοαφαίρεση που απολυτοποιεί μεταφυσικά μια φάση του καπιταλισμού, δια τής μεταφυσικής απολυτοποίησης των ειδικότερων δομικών-συστημικών χαρακτηριστικών αυτής φάσης. 
Το κράτος ως ειδική και παραγωγική και ταξική μορφή, εκμετάλλευσης, αλλοτρίωσης και απανθρωπισμού των εργατών, μικροαστών, φτωχών αγροτών κ.λπ εμπερικλείει όμως επίσης, όπως κάθε παραγωγική και ταξική μορφή, μια γενική παραγωγική, θεσμικοπαραγωγική και συνεργατική δύναμη που μπορεί να «αποκοπεί» από τον εκμεταλλευτικό-καταπιεστικό ταξικό της καθορισμό [ο οποίος υπάρχει ως καθορίζων και την μορφή τής κρατικής παραγωγής].  
Η περικλειόμενη στο αστικό κράτος και το κράτος εν γένει, παραγωγική-συνεργατική δύναμη, το τρόπον τινά «ουδέτερο» εργαλειακό μη-ταξικό/υπερταξικό υπόβαθρο τού κράτους, δεν σημαίνει [δυνητική ή πραγματική] «ταξική συνεργασία», ούτε δημιουργία αυταπατών για έναν σοσιαλισμό που θα έβγαινε [και] από το κράτος όπως βγήκε η Αθηνά από το κεφάλι του Δία. 
Η απαλλοτρίωση τού κράτους από τις ακτήμονες τάξεις, αλλά και η ανάδυση τής παραγωγικής και ηθικής αξιοπρέπειας των όποιων όντως τίμιων και δημοκρατών λειτουργών του, θα είναι αποτέλεσμα μιας βασανιστικής ιστορικής πορείας, που δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα έχει ευτυχή κατάληξη αλλά επίσης δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα σημαίνει όπως και νά΄χει το τέλος του κράτους ή τής Κυριαρχίας, αν και σίγουρα θα σημαίνει το τέλος τους όπως τα γνωρίζουμε σήμερα.

Ας δούμε όμως πάλι, κάποια προβλήματα.

 

Η δύναμη του νεωτερικού θεσμικού-κρατικού κέντρου υπό την έποψη τής παραγωγικής συνεργασίας.

Το κράτος ορθώνεται σε κάθε μορφή μοντέρνας κοινωνίας ως μια ολότητα την οποία αυτή η κοινωνία δεν μπορεί να καταργήσει αλλά ούτε και να περιορίσει επαρκώς.

Γιατί συμβαίνει όμως αυτό; 
Πέραν όλων των άλλων λόγων-αιτίων που έχουν αναλυθεί σε σημείο υπερκορεσμού από διάφορους αναλυτές, εντελώς διαφορετικών ιδεολογικών-αξιακών εκκινήσεων, θα ήθελα να σταθούμε στην συνεργατική υπόσταση τού σύγχρονου κράτους, ακόμα κι όταν αυτό δεν είναι αστικό-καπιταλιστικό κράτος. Όπως έχω πει κι αλλού, κάθε τομέας παραγωγής είναι δυνητικά (άρα κάποτε και ενεργά) και όργανο-εργαλείο των άλλων τομέων παραγωγής και πηγή εργαλειοποίησης-οργανοποίησης αυτών των άλλων τομέων. Υπάρχει ένας ενεργός και ένας ευρύτερος δυνητικός καθορισμός και [σχετικά] μονοδιάστατης εργαλειοποίησης και [σχετικά] ισότιμης αλληλοεργαλειοποίησης των τομέων της συνολικής κοινωνικής παραγωγής. 
Αυτός ο πολλαπλός καθορισμός είναι ιστορικής υπόστασης. 
Δεν αποφασίζουν μια μέρα οι άνθρωποι, στα καλά καθούμενα, ότι δεν τους κάνει το ένα [ιστορικό] είδος κοινωνικής εργαλειοποίησης/αλληλο-εργαλειοποίησης [μεταξύ] των τομέων τής κοινωνικής δράσης-παραγωγής για να το αντικαταστήσουν με ένα άλλο. 
Το σύγχρονο κράτος έχει έναν κεντρικό ρόλο συνεργατικής ρύθμισης και συνεργατικής παραγωγής/αναπαραγωγής τού κοινωνικού όλου, ακόμα και ως κυρίαρχα εργαλειοποιημένο από τον καπιταλισμό [και τους καπιταλιστές], ο οποίος [ως ρόλος] δεν πρόκειται να αντικατασταθεί επαρκώς αν αυτό που θα τον αντικαταστήσει [αντικαθιστώντας και το κράτος] δεν «καλύψει» [ή και «υπερκαλύψει»] όλο το φάσμα των μη-ταξικών/υπερταξικών λειτουργιών του που ικανοποιούν [έστω λειψά ή στρεβλά] την γενική κοινωνική ανάγκη/επιθυμία κοινωνικής συνοχής, ειρήνης, εμβιωτικής συνέχειας και τής δικαίως επιθυμούμενης ως απρόσβλητης, από το λούμπεν έγκλημα, ανθρώπινης κίνησης εντός τού κοινωνικού χώρου και χρόνου.

 

Κοινωνικές τάξεις και Κράτος.

Οι κοινωνικές τάξεις είναι υποκειμενικές μορφές ξεχωριστών παραγωγικών-εργασιακών μορφών που συνεισφέρουν όλες συνεργατικά αλλά και σε ένα αγεφύρωτο ανταγωνιστικό πλαίσιο σε έναν κοινό παραγωγικό σκοπό, ο οποίος όμως προ-τίθεται αντικειμενικά από τις κυρίαρχες παραγωγικές μορφές-τάξεις.

Η κυρίαρχη παραγωγική μορφή-τάξη μπορεί να υπάρχει και αντλώντας [εκμεταλλευόμενη] την ζωντανή εργασία των κυριαρχούμενων παραγωγικών-εργασιακών μορφών, αλλά η ουσία τής κυριαρχίας της δεν εξαντλείται σε αυτή την άντληση-εκμετάλλευση:  
Το εξίσου σημαντικό μέρος τής ιδιάζουσας συγκρότησής της είναι η διεύθυνση και ο επικαθορισμός τής ίδιας τής συνολικής παραγωγικής διεργασίας ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη-ύπαρξη άντλησης-εκμετάλλευσης τής ζωντανής εργασίας των κυριαρχούμενων από αυτήν παραγωγικών μορφών-τάξεων. 
Ακόμα κι αν [πιθανολογικά] δεν υπάρχει άντληση-εκμετάλλευση τής ζωντανής εργασίας θα υπάρχει καταπίεση και αλλοτρίωση τής ζωντανής εργασίας τής πλειονότητας των άμεσων παραγωγών αν η διεύθυνση-διαχείριση και στοχοθετική μορφοποίηση τής παραγωγής ανατίθεται σε ένα ξεχωριστό κοινωνικό στρώμα «εκλεκτών». 
Νομίζω πως αυτή η κατάσταση μη-εκμετάλλευσης ακόμα και ως φαντασιακός στόχος των γραφειοκρατικών ελίτ των «επαναστατικών» κομμάτων (όπως το πρώην-κομμουνιστικό κόμμα ελλάδας) αυτό σημαίνει, την ύπαρξη δηλαδή μιας άρχουσας τάξης που αν και δεν στηρίζεται στην άμεση άντληση τής ζωντανής εργασίας των άμεσων παραγωγών στηρίζεται πάντως στην μεταβίβαση των εξουσιών διεύθυνσης-διαχείρισης τής κοινωνικής παραγωγής στους ψευτοειδήμονες σοφολογιώτατους του «κεντρικού σχεδιασμού». Στο μεταξύ είναι σίγουρο ότι οι άνθρωποι αυτοί κάτι θα τσιμπάνε παραπάνω, μια καλύτερη οικία, μια θέση, και το κυριότερο, την αλλοτριωμένη απόλαυση να διοικούν ανθρώπους όπως διοικεί ένας βοσκός το αγαπημένο του κοπάδι. 
Μια τέτοια παραλλαγή τής αντιδημοκρατικής-ολιγαρχικής δόμησης τής ταξικής κοινωνίας έχει ως απαραίτητο δομικό διαμεσολαβητή ένα Κράτος, ακόμα κι αν αυτό το Κράτος είναι ντυμένο με τον φερετζέ ή μάλλον με τη στολή τού ψευτο-«κομμουνιστικού» κόμματος ή με την στολή ενός εθνικιστικού κόμματος κάπου στην Άπω ή την Μέση Ανατολή [για να μην παρεξηγούμαστε, ως «φιλοσιωνιστές», και ο αριστερός σιωνισμός έτσι κατέληξε ή μάλλον έτσι κατάντησε, αν και πάντα συνυφασμένος με μια δυτικοαποικιοκρατική σοσιαλδημοκρατική-φιλοκαπιταλιστική εκδοχή όλων αυτών][τονίζω με έμφαση ότι ο ναζί-εθνικοσοσιαλισμός και ο «λευκός» δυτικός σοσιαλ-εθνικισμός δεν προέταξαν, δεν προτάσσουν και δεν θα προτάξουν ποτέ παρά μόνον παραπλανητικά έναν αυτόνομο κρατισμό, εφόσον ήταν, είναι, και θα παραμείνουν  δουλικά μιλιταριστικά-εγκληματικά-λούμπεν παρακολουθήματα τού -δυτικού ή δυτικόδουλου- ιδιωτικού βιομηχανικού-χρηματιστικού κεφαλαίου].  
Όπως έχουμε πει και αλλού, το Κράτος γεννιέται και αναπτύσσεται ως ένας ξέχωρος παραγωγικός κλάδος τής άρχουσας τάξης, αλλά συνήθως είναι μη-αυτοκυρίαρχος ακόλουθος ενός ευρύτερου μη-κρατικού παραγωγικού-ταξικού κλάδου. 
Ωστόσο, θα ρωτήσει κανείς, τι σημαίνει αυτού τού είδους η παραγωγική δύναμη; και σε ποιόν βαθμό σημαίνει μια μη-ταξική/υπερταξική δομή σύναψης των ανταγωνιστικών κοινωνικών τάξεων; Ας ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα, αναφερόμενοι και στο Κεφάλαιο ως παραγωγική μορφή και στο Κράτος ως παραγωγική μορφή. 
Αναφέρομαι σε όλες τις ταξικές κοινωνίες, αλλά σε στοιχεία τους που ολοκληρώνονται και επιτείνονται στον καπιταλισμό και τον κρατικό σοσιαλισμό:
Και η άρχουσα τάξη (ή υπο-τάξη) «Κράτος» και η ευρύτερη «οικονομική» άρχουσα τάξη αλλοτριώνουν την εργατική ή αγροτική διεύθυνση τής παραγωγής ως προς την ολική της σύσταση, παράγοντας ταυτόχρονα την ίδια την έννοια-και-κατάσταση τής παραγωγικής ολότητας.
Οι άρχουσες τάξεις είναι λοιπόν εδραιωμένες σε μια αλλοτρίωση τής άμεσης παραγωγής σε όλον, όπου όμως «αυτό» το όλον είναι ταυτόχρονα καθορισμένο και ως η αλλοτρίωση τής άμεσης παραγωγής [και των φορέων της] και ως το μαστίγιο εκείνο το οποίο κάνει την παραγωγή να κινείται ως μια παραγωγή που δεν περιορίζεται στην άμεση κατανάλωση των προϊόντων της άρα και στην παραγωγή ως παραγωγή προϊόντων προορισμένων μόνον για άμεση κατανάλωση. 
Δεν θεωρώ καθόλου παράξενο το ιστορικό γεγονός ότι οι δομές κοινωνικής και άμεσης σωματικής ασφάλειας μπορούν να παραχθούν ιστορικά μόνον σε ένα τέτοιο καταναγκαστικό πλαίσιο διαχωρίζουσας παραγωγικής ενοποίησης και ενοποιητικού παραγωγικού διαχωρισμού, όπως επίσης δεν θεωρώ καθόλου παράξενο το ιστορικό γεγονός ότι αυτές οι δομές ασφάλειας σημαίνουν παρά τον ενδογενή τους ταξικο-ανταγωνιστικό χαρακτήρα «ταυτόχρονα» ένα κοινό πεδίο κοινωνικής συνεργασίας, η οποία αν και πάντα μη-ομαλή και στιγματισμένη από την ίδια την αλλοτριωτική-ιεραρχική-ολιγαρχική-ταξική δομή της παραμένει ως κοινή παραγωγή και ως κοινό πεδίο και σύγκρουσης και παραγωγικής συνεργασίας μεταξύ των άμεσων παραγωγών και των «γενικών διευθυντών-ολοποιητών» τής εργασίας τους.
Αυτή είναι η ταυτόχρονα ανταγωνιστική και συνεργατική δομή των ταξικών κοινωνιών, ειδικότερα τού καπιταλισμού, κυρίως τού καπιταλισμού, αλλά και των διαφόρων κρατικοσοσιαλιστικών αποφύσεών του που εμφανίστηκαν για ένα σύντομο διάστημα και τα κακάρωσαν πριν ακόμα καταλάβουμε τι έγινε.
Δεν ανέλυσα, θεωρώντας [το] αυτονόητο [αν και δεν είναι], το δομικό και όχι συμπτωματικό «γεγονός» ότι τα ταξικά και «κρατικά» συστήματα, και ειδικά το καπιταλιστικό σύστημα και το Κράτος του, προκαλούν πάντα, σκόπιμα και με βούληση, [τα] κενά ασφάλειας ακριβώς για να νομιμοποιούν συνέχεια την ύπαρξή τους ως αποκλειστικών φορέων και εγγυητών τής κοινωνικής συνέχειας.
Νομίζω πως αυτή η πτυχή αν και πραγματική έχει υπερ-αναλυθεί και έχει γίνει ένα ακροαριστερό ιδεολογικό αποκούμπι για να μην εξετάζονται και αντιμετωπίζονται οι βαθύτερες δομές, όπως τούτες δύναται να υφίστανται ανεξάρτητα από τις τεχνητές προκλήσεις τους.

Επίσης, θεωρώ δεδομένη ως μερικά ορθή και την ανάλυση εκείνη που επιτονίζει την «δημιουργικότητα» των ταξικών κοινωνιών στην παραγωγή (και δια της φτώχειας, αλλά όχι μόνον) ανασφάλειας, μη-αναγνώρισης, απομόνωσης και απόρριψης, δηλαδή κοινωνικοψυχικών και κοινωνικών καταστάσεων που προκαλούν σχεδόν αυτόματα το έγκλημα και την διάρρηξη της δικαίως απαιτούμενης από τους καθημερινούς ανθρώπους κοινωνικής συνέχειας κ.λπ, αλλά το ίδιο αυτονόητο θεωρώ πλέον [για μένα] ότι και αυτή η πτυχή των πραγμάτων μερικές φορές υπερτονίζεται ως αιτιακά προκαλούμενη από την ταξική/κρατική δομή τής κοινωνίας, με αποτέλεσμα να αποκρύπτεται έτσι [δια τού επιτονισμού αυτού] το ενδεχόμενο να υπάρχουν πάντα [ανεξάρτητα από τις ταξικές/οικονομικές συνθήκες], άρα πάντα να «απαιτούν» μια ούτως ή άλλως εξουσιαστική-συνεργατική οριοθέτησή τους.

 

Η διαφορά μεταξύ συνεργατικής και αφηρημένης-γενικής παραγωγικής-εργασιακής δράσης..

Η ειδική ή συγκεκριμένη έννοια τής συνεργατικής δομής: 1) δεν αποκλείει την δυνατότητα να σημαίνει μια δομικά-νομοτελειακά αγεφύρωτη αντίθεση μεταξύ των συντελεστών ή στοιχείων της, και επίσης 2) δεν σημαίνει έναν γενικά εννοούμενο «τελικό» συντονισμό μεταξύ ετέρων δραστηριοτήτων-εργασιών.

Διευκρινίζω ακόμα περισσότερο αυτή την «ενδιάμεση» λειτουργική-δομική θέση τής συνεργατικής δομής: Σε έναν γενικό καταμερισμό και συντονισμό μεταξύ μη-συνεργαζόμενων διαφορετικών παραγωγικών-εργασιακών δράσεων υπάρχει μεν μια εντέλει ταυτότητά τους στο συνολικό προϊόν, ή μια προ τής άμεσης παραγωγικής-εργασιακής δράσης συνεισφορά τής μίας στην άλλη, υπό το πλαίσιο όμως μιας ετερότητας των δράσεων αυτών. 
Αυτή η έννοια τής μη-συνεργατικής ενότητας-ταυτότητας μεταξύ των έτερων παραγωγικών-εργασιακών δράσεων προσδιορίζεται σχετικά εύστοχα με την έννοια τού «συλλογικού εργαζόμενου» ή τής «συνολικής-κοινωνικής [ανα-]παραγωγής» που σημαίνει μια γενική ενότητα των διαφορετικών-καταμερισμένων εργασιών-παραγωγών: 1) στο επίπεδο τής αρχικής ταυτότητάς τους ως συνεισφερόντων η μία στην ανα-παραγωγή των όρων τής άλλης (όπως με την εργασιακή δύναμη) ή 2) στο επίπεδο τής τελικής ταυτότητάς τους ως εντέλει ενοποιημένων σε ένα τελικό συνολικό προϊόν το οποίο δεν είναι απλά ένα τεχνητά ή «οικονομοτεχνικά» εννοούμενο-ως-ενοποιημένο πλήθος αλλά ένα όντως ενοποιημένο πλήθος προϊόντων.  
Σε αυτού τού είδους την γενική ενότητα μεταξύ τού όρου του καταμερισμού και τού όρου του συντονισμού των παραγωγικών δράσεων-εργασιών υπάρχει μια διατήρηση τής αντικειμενικής ξένωσής αυτών [των παραγωγικών δράσεων-εργασιών] που ως καταμερισμένες συντονίζονται, κατά την φάση τής ίδιας τής παραγωγικής διεργασίας. 
Ενώ όταν μιλάμε για την συνεργατική δομή αναφερόμαστε σε μια σχετικά άμεση συνέργεια κατά την επιτέλεση ενός κοινού έργου που έχει ειδικά χαρακτηριστικά και δεν σημαίνει βέβαια μη-διαφορά ή μη-ετερότητα μεταξύ των παραγωγικών δράσεων-ή-εργασιών, ή ακόμα [δεν σημαίνει] και μη-σύγκρουση και των ταξικών-υποκειμενικών στοιχείων που την συγκροτούν, αλλά από την άλλη σημαίνει ένα είδος κοινής ειδικής δράσης κατά την παραγωγή τού ειδικού έργου της. 
Με βάση αυτά τα γενικά στοιχεία των εννοιών μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια πραγματική κριτική των αλλοτριώσεων αλλά και των δυνατοτήτων που περιέχει (ανά ιστορική φάση) η συνεργατική δομή.. 
 

 

Η κοινωνική συνέχεια ως αλλοτριώνον συνεργατικό πεδίο τής ολιγαρχικής ταξικής δομής, αλλά και ως δυνητικό συνεργατικό πεδίο τής κοινωνικής ελευθερίας-δημοκρατίας.... 

Όχι μόνον η πρωτοβουλία δημιουργίας αλλά και η ειδική συγκρότηση των συνεργατικών δομών στις ταξικές κοινωνίες υποστασιοποιούνται από τις άρχουσες-διοικούσες τάξεις, οι οποίες υπό αυτή την έννοια συγκροτούνται και οι ίδιες ως οι υποκειμενικές μορφές αυτών των συνεργατικών δομών.

Οι άρχουσες-διοικούσες τάξεις βέβαια δεν παράγονται μόνον ως υποκειμενικές εκφράσεις αλλοτριωμένων-και-αλλοτριωνόντων συνεργατικών δομών. 
Όπως σε όλες τις μορφές κοινωνικής συγκρότησης δεν υπάρχει σειρά στην γένεση των αντικειμενικών δομικών καθορισμών και των υποκειμενικών εκφράσεών τους, άρα και οι ολιγαρχικές συνεργατικές δομές και η ολιγαρχία που τις ενεργοποιεί υποκειμενικά είναι οι δύο πτυχές τού ίδιου φαινομένου το οποίο δεν παράγεται από την μία η την άλλη πτυχή αλλά σημαίνει την καθαυτότητά του ως εκφρασμένη[ς] ισομερώς και ισοδυνάμως στις δύο πτυχώσεις του, την αντικειμενική-δομική και την υποκειμενική [τον φορέα τής αντικειμενικής-δομικής πτύχωσης]. 
Η ευρύτερη έποψη της γένεσης αυτής τής δομής-υποκειμένου που εξετάζουμε είναι βέβαια αντικειμενική-δομική με την έννοια τής αντικειμενικής υπερ-υποκειμενικής [ή μη-υποκειμενικής] ιστορικής ίδρυσης τού συστήματος <αντικειμενική δομή-υποκειμενικός φορέας>, η οποία όμως άπαξ και υπάρξει δεν καθορίζεται ως διάκριση μεταξύ «αντικειμενικής δομής» και «υποκειμενικού φορέα της». 
Σε κοινωνικά συστήματα όπως τα ταξικά συστήματα, όπου υπάρχει ιεραρχική διάκριση μεταξύ ανώτερων και κατώτερων συστημικών δομών, όπου δηλαδή υπάρχει ένα κυρίαρχο υποσύστημα [ή κυρίαρχη συλλογή υποσυστημάτων] και ένα κυριαρχούμενο υποσύστημα [ή κυριαρχούμενη συλλογή υποσυστημάτων], στα ταξικά συστήματα λοιπόν υπάρχει μια ειδική κυριαρχία τής υποκειμενικής πτύχωσης τής κατά τα άλλα πάντα {και}αντικειμενικής[-δομικής]{και}υποκειμενικής κατάστασης τού συστήματος. 
Αυτό που παρουσιάζεται [ως εμφάνεια], ως πρωτοβουλία και έπειτα ως κατίσχυση τού ολιγαρχικού υποσυστήματος, δεν είναι απλά μια φενακισμένη αποτύπωση μιας και-αντικειμενικής και-υποκειμενικής δομής σαν να ήταν μόνον-υποκειμενική, αλλά είναι έκφραση τής πραγματικότητας εκείνης που χωρίς να παραβιάζει την ισομέρεια-ισοδυναμία μεταξύ των αντικειμενικών[-δομικών] και υποκειμενικών στοιχείων των συστημάτων αυτών ωστόσο τα παρουσιάζει [αληθώς] ως διακρινόμενα σε ενεργητικά-δημιουργούντα και παθητικά-δημιουργημένα. 
Η ίδια αυτή η διάκριση [ως και αντικειμενικά και σκεπτικά υπάρχουσα] είναι αλλοτριωτική-αλλοτριώνουσα και παράγουσα την ολιγαρχική-ταξική διάρθρωση τού (ταξικού) συστήματος, φτάνοντας «στο τέλος» να παρουσιάζει την πρωτοβουλιακότητα τής άρχουσας-διοικούσας-ολιγαρχικής τάξης, αλλά ουσιαστικότερα να παρουσιάζει το ειδικό της παραγωγικό έργο. 
Η άρχουσα-διοικούσα-ολιγαρχική τάξη παράγει ένα ειδικό συνολικό προϊόν που παράγεται συνεργατικά αν και πάντα υπό τους όρους της διάκρισης μεταξύ της δικής της ενέργειας και της σχετικής παθητικότητας τού υποδεχόμενου κυριαρχούμενου-διοικούμενου ταξικού στοιχείου: Θα λέγαμε, κι ας ακούγεται υπερβολικό, ότι παράγει τους γενικούς όρους συνέχειας τού κοινωνικού χωροχρόνου υπό τους όρους πάντα μιας ενεργητικής [από μέρους της] αλλοτρίωσης-και-ασυνεχοποίησης τής άμεσης παραγωγής-εργασίας. Η ίδια αυτή η συνολική παραγωγή είναι ως ενεργητική είσδυση στο κυριαρχούμενο-παθητικό στοιχείο, δηλ. την άμεση παραγωγή-εργασία, είσδυση ενός υπερβατολογικού πεδίου συνέχειας το οποίο όμως «σημαίνει-και-απαιτεί» την ύπαρξη μιας ελάχιστης ενέργειας και από αυτό [το κυριαρχούμενο-παθητικό στοιχείο]. Η ολιγαρχική συνεργατική δομή σημαίνει ούτως την μετατροπή τού κυριαρχούμενου στοιχείου σε ημι-κυρίαρχο, άρα σε ημι-ενεργό στοιχείο, αλλά ούτως και σε ενεργητικό σημείο υποδοχής υπερβατολογικών εξουσιαστικών ενεργειών το οποίο αίρεται [ως σημείο υποδοχής] στο ύψος μιας κυρίως υποκειμενικής συνέχειας που δεν έχει αποκλειστικά ατομικά χαρακτηριστικά. 
Η μετατροπή τού κυριαρχούμενου στοιχείου σε ημι-ενεργητικό υποδοχέα μιας κυρίως συνεκτικής και συνεχειακής [εξουσιαστικής] δύναμης που είναι σαν να «τείνει το χέρι της» στον υποδοχέα αυτόν για να τον εντάξει στον εσωτερικό πυρήνα της, δημιουργεί αντικειμενικά δεδομένα συνέχειας σε αυτό τον υποδοχέα τα οποία δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει ιστορικά μόνος του. Την ίδια στιγμή βέβαια, αυτή η «μεταβίβαση» συνέχειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ιεραρχικούς και ταξικο-ολιγαρχικούς (και κρατικούς) όρους που την παράγουν ως όπλο τής άρχουσας-διοικούσας τάξης-ολιγαρχίας. Η λύση αυτού τού δεσμού συνέχειας, από την σκοπιά των κυριαρχούμενων τάξεων, δεν μπορεί να είναι μια συνέχεια επί της συνέχειας, αλλά ούτε μια α-συνέχεια, άρα [δεν μπορεί να είναι ούτε] μια εξέγερση εναντίον της συνέχειας.

1.

Η κοινωνική συνέχεια στις ταξικές κοινωνίες είναι ένα ειδικό προϊόν τής άρχουσας-διοικούσας τάξης δια ειδικών ολιγαρχικών συνεργατικών δομών, όπως όμως αυτές [ως συνεργατικές δομές] δεν περιορίζονται μόνον στους ειδικούς και τυπικά ορισμένους ως συνεργατικούς κοινωνικούς θεσμούς αλλά εκτείνονται και σε ολικούς θεσμούς που περιλαμβάνονται στην ολότητα τού κράτους, το οποίο όμως ως κράτος-κράτος, δηλαδή ως αλλοτριωμένος-αλλοτριώνων θεσμός, δεν πρέπει να εννοείται μόνον ως μια θεσμική ολότητα κυριαρχίας [εφόσον σημαίνει πάντα την δυνατότητα-ενέργεια μιας ωμής ταξικής βίας], αν και είναι και τούτο [δηλαδή μια θεσμική ολότητα κυριαρχίας].

Η έκταση των ταξικών-ολιγαρχικών συνεργατικών δομών μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι περιλαμβάνει το κράτος στην τυπική-και-άτυπη θεσμική ολότητά του, αν και η έκταση τής κρατικής ολότητας δεν περιορίζεται στην ισεκτατή με αυτή την θεσμική κυριαρχική ολότητα θεσμική (τυπική-και-άτυπη) ολότητα των ολιγαρχικών συνεργατικών θεσμών.

 

2.

Η ειδική παραγωγική δύναμη αυτής τής πολλαπλής αλλά και ενιαίας ολικής συνεργατικής δομής τού κράτους δεν είναι περιορισμένη στην ίδια την ενέργεια τής άρχουσας-διοικούσας τάξης ως κρατικής τάξης αλλά συμπεριλαμβάνει ως παθητικό/μισο-ενεργό/κυριαρχούμενο αλλά ωστόσο και συνεργό της [και] τον ταξικό υποδοχέα της, τις διοικούμενες-κυριαρχούμενες τάξεις.

Το κράτος ως μια ξεχωριστή άρχουσα-διοικούσα τάξη μέσα στο όλον τής άρχουσας-διοικούσας τάξης δεν είναι, όπως είπαμε, μόνον μια συνεργατική δομή αλλά στην συνολική έκτασή του επιτελεί και αυτό τον συνολικό ρόλο υπό τον απόλυτο όρο τής λειτουργίας του ως ολιγαρχικά δομημένου κράτους. 
Λόγω αυτής τής ισέκτασης [αν και μη-απόλυτης-ταυτότητας] τού ολιγαρχικού κράτους με τους συνεργατικούς θεσμούς του μπορεί να θεωρηθεί αν και ταξικό-ολιγαρχικό ως περικλειόμενο σε έναν απόλυτο καθορισμό του από αλλοτριωτικές και ταξικοκυριαρχικές οροθετήσεις/μορφοποιήσεις κάθε δράσης του, άρα και  κάθε συνεργατικοποίησης, [μπορεί να θεωρηθεί] και ως περικλειόμενο σε μια ενεργή-ή-δυνητική ουδετερότητα/εργαλειακότητα. 
Αυτή η ενεργή-ή-δυνητική[-ως δυνάμενη να υπάρξει με άλλη ταξική φορά, χρήση και μη-συγκεντρωτική/μη-ολιγαρχική δομή] ουδετερότητα/εργαλειακότητα τού κράτους ως συνεργατικής δομής, δεν προκύπτει μόνον από μορφές που θα προέκυπταν από μια αντι-ολιγαρχική χρήση του, δια μέσω μιας ταξικής-εργατικής αλλοίωσης ήδη υφιστάμενων θεσμών του ή ακόμα και από μια οικειοποίηση λειτουργιών του σε ένα αμιγώς αντικρατικό και εργατικο-ταξικό πλαίσιο, αλλά έχει προκύψει ιστορικά από την ίδια την αλλοτριώνουσα-αλλοτριωμένη ταξική-ολιγαρχική δημιουργία μιας μορφής ύπαρξης τής συνεργατικής ολότητας που δεν θα ήταν δυνατόν να προκύψει από την δράση των κυριαρχούμενων τάξεων ή ακόμα και των αταξικών κοινοτήτων πριν υπάρξει καν ταξική-κρατική κοινωνία. Συγκεκριμένα: Η δημιουργία τής ιδέας-ή-επιθυμίας και μερικής υλοποίησης ενός ενιαίου-συνεχούς κοινωνικού χώρου-χρόνου, ενός αδιάρρηκτου κοινωνικού συνεχούς, δεν προκύπτει μόνον ως μια απαντητική-αφομοιωτική δομή προς τις ενέργειες των κυριαρχούμενων ή των μη-κυρίαρχων τάξεων, δεν είναι μόνον μια αλλοτριωμένη-αλλοτριώνουσα αντιστροφή και [κρατική] οικειοποίηση των ασυνεχών ζωών-και-υποστάσεων τής ακτήμονος ζωής-εργασίας σε συνθήκες ταξικού-ολιγαρχικού διωγμού, αλλά είναι σε σημαντικό βαθμό μια αυτοτελής κοινωνική δημιουργία που υπερβαίνει με υπερκέραση την στενή αμεσότητα και τον στενό αυτοπεριορισμό των ζωών αυτών, ακόμα κι αν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ικανές να παράξουν από μόνες τους ένα είδος συνοχής-συνέχειας και αδιάρρηκτης ενότητας των μελών των κοινωνιών τους αν αυτές [ως κοινωνίες] δεν ήταν ταξικές-κρατικές.

3.

Η ενοποίηση-ολοποίηση, η κυριαρχική-εξουσιαστική συμπερίληψη, η συνεχειοποίηση, ως στοιχεία τής επιθυμίας και της πρακτικής που ερείδεται στην επιδίωξη και την πραγμάτωση τής κοινωνικής χωροχρονικής συνέχειας, παράγουν νομοτελειακά διαχωρισμό, αποβολή και ασυνέχεια.

Δεν έχουμε λύσει αυτό το πρόβλημα, ούτε γνωρίζουμε την λύση του. 
Όσοι ψευτολύνουν το πρόβλημα φανταζόμενοι μια μη-συμπεριληπτική κοινωνική και διανοητικο-κοινωνική κατάσταση που άρα δεν θα έχει το φορτίο τής ενοποίησης-ολοποίησης και της οντολογικής κοινωνικής συνέχειας, οφείλουν να περιγράψουν πως αυτή η μη-συμπεριληπτική κατάσταση θα αντικαταστήσει με επάρκεια τα ενάρετα αποτελέσματα τής κυριαρχικής-εξουσιαστικής συμπεριληπτικής δομής ως συνεργατικής δομής, και να το κάνουν αυτό χωρίς να ψεύδονται φιλοσοφικά και ιδεολογικά βαφτίζοντας την δική τους συμπεριληπτική δομή μη-συμπεριληπτική δομή. 
Η αφηρημένη έννοια τής (αταξικής ή «φιλελεύθερης») οικουμένης έχει κι αυτή από ό,τι φαίνεται τούς απόβλητους της. 
Αυτό είναι το πικρό συμπέρασμα των αδιέξοδων ιδεολογικών και πολιτικών δράσεων της νέας αριστεράς, της νέας αναρχίας-αυτονομίας, και βέβαια τού νέου [αστικού] φιλελευθερισμού, αν κι αυτό το αδιέξοδο δεν ξεπερνιέται επίσης με μια «επιστροφή» στους τάχα ενάρετους κύκλους τής «κλασικής» τυπικής μορφής κυριαρχικής συμπερίληψης τού κοινωνικού όντος [αυταρχικό κράτος, κοινωνική ιεραρχία, έθνος-κράτος, κρατικός σοσιαλισμός κ.λπ]. 
Η ειδική παραγωγή μιας δομής κοινωνικής συνέχειας δια μέσω μιας [ολικής-ή-ενικής] συνεργατικής δομής, έχει εξεταστεί μόνον υπό το πλαίσιο τής ιστορικής απολογητικής ή τής κατεδαφιστικής κριτικής των ταξικών-κρατικών κοινωνιών, χωρίς να διερευνάται αυτό ακριβώς το ειδικό πλαίσιο αυτής τής παραγωγής όπως εκφράζεται σταθερά με την μορφή τού συνεργατισμού ως συνέργειας σε έναν ειδικό παραγωγικό σκοπό με συγκεκριμένο ειδικό παραγωγικό αποτέλεσμα. 
Επαναλαμβάνουμε ότι η συνέργεια που γνωρίζουμε ως παράγουσα ολικά αποτελέσματα και οι συνεργατικές δομές που γνωρίζουμε ως παράγουσες ολικά αποτελέσματα, είναι ενταγμένες και καθορισμένες ως αλλοτριωμένες-αλλοτριώνουσες μορφές παραγωγής οι ίδιες και ως αλλοτριωμένες-αλλοτριώνουσες μορφές υπαγωγής άλλων μορφών παραγωγής-αναπαραγωγής. 
Ωστόσο πρέπει να σταθούμε σε ένα ειδικό ολικό κοινωνικό αποτέλεσμα τού κοινωνικού συνεργατισμού, την κοινωνική συνέχεια ως αποτέλεσμα, όπως στάθηκε ο μαρξισμός στο αποτέλεσμα τής καπιταλιστικής διεργασίας, το εμπόρευμα, για να το παρουσιάσουμε [όπως παρουσίασε ο μαρξισμός το εμπόρευμα] ως μια ολότητα που αν και αλλοτριωμένη σημαίνει και συντάσσει συγκροτητικά ένα νήμα ευρύτερων αιτιακών και οντικών (οντολογικών) κοινωνικοϊστορικών πλεγμάτων που το παρουσιάζουν όχι-μόνον ως αποτέλεσμα ή και καθόλου ως αποτέλεσμα. 
Η ύπαρξη ενός τέτοιου είδους παραγωγικού αποτελέσματος σημαίνει από την «δική» του έποψη δράσης κάτι τελεστικά πλεονάζον σε σχέση με τους στοιχειακούς τελεστές του, άρα είναι ως παραγωγική μορφή καθορίζον αίτιο παραγωγής αυτών των τελεστών που σε μια άλλη έποψη δράσης, την [αντίστροφη προς την προηγούμενη] έποψη τής δικής τους δράσης, παρουσιάζονται ως οι καθορίζοντες τελεστές. Σε αυτό το πλαίσιο έρευνας αυτή η κατάσταση που ως κριτικά ανασυγκροτούμενη συνεισφέρει ίσως τα λιγότερα [στην έρευνα] είναι η κατάσταση τής δικαιοσύνης ως συγκροτητικής αιτίας του πεδίου τής κοινωνικής συνέχειας, εννοώντας βέβαια όλο το φάσμα των εννοιών/καταστάσεων που σημαίνουν την δικαιοσύνη και ως νόμο, και ως δίκαιο πέραν τού νόμου, και το δίκαιο γενικά από την οποιαδήποτε πλευρά πραγμάτωσης και κριτικής άρνησής του. 
Η κατασκευή τής κοινωνικής συνέχειας και ενότητας εμπλέκεται βέβαια με το δίκαιο αλλά η ειδική συνεργατική παραγωγή της ακόμα και ως αναδυόμενη εκ των ιεραρχικών-ταξικών και άλλων αλλοτριωμένων-αλλοτριωτικών συνθηκών περικλείεται σε μια μορφοποιητική δράση που έχει έναν τρόπον τινά ουδέτερο και τεχνικό ακόμα χαρακτήρα, ο οποίος αν και προσαρμόζεται άμεσα στην κατάσταση των σωμάτων επί των οποίων θα πραγματωθεί, σε ένα ανώτερο συστημικό επίπεδο αυτοσυγκρότησης αναφέρεται σε δομές τού υπαρκτού ή σε δυνητικές δομές τού υπαρκτού που είναι πέραν των δομών που σημαίνουν [ή αναφέρονται σε] δομές δικαιοσύνης ή δομές που τρόπον τινά απαιτούν την αποκαταστασιακή ενέργεια τής δικαιοσύνης, είτε αυτή η αποκαταστασιακή ενέργεια είναι αλλοτριωμένη-αλλοτριωτική είτε όχι. 
Όταν λόγου χάριν παρατείνεται η ζωή ενός ζωντανού ανθρώπινου υποκειμένου από τον θεσμό τής σύνταξης, και ούτως αποκτάει μια προδεδομένη δυνατότητα συνέχειας [και αυτό έχει σημαντικά αποτελέσματα στην κοινωνική συνέχεια ως έννοια και ως κατάσταση], δεν αποκαθίσταται όμως καμία αδικία. 
Το ότι παράγεται εκ των υστέρων μια τάξη δικαίου ή «δίκιου» δεν σημαίνει το δίκαιο ή το «δίκιο» ως παραγωγικό αίτιο αυτού που παράχθηκε από ένα άλλο πεδίο τής κοινωνικής πραγματικότητας.  
Η ιστορική γένεση τής ταξικής κοινωνίας ήταν γένεση ενός ενδοσυστημικού-ενδοκοινωνικού διαχωρισμού ανάμεσα σε κυρίαρχες και κυριαρχούμενες τάξεις. 
Το κράτος δημιουργήθηκε κι αυτό ως τμήμα των κυρίαρχων τάξεων, ως ένα ενδογενές σημείο τής ταξικής-εκμεταλλευτικής κυριαρχίας χωρίς να προηγείται η δημιουργία-γένεση των κυρίαρχων τάξεων και να έπεται το κράτος.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως το κράτος, όπως δημιουργήθηκε και όπως συνέχισε να λειτουργεί, ήταν και είναι τμήμα τής άρχουσας τάξης και όχι ένα μεταγενέστερο «εποικοδόμημά» τους αφότου πρώτα υπήρξε η άρχουσα τάξη ή αφότου υπήρξαν οι άρχουσες τάξεις. 
Γι' αυτό και ο μαρξισμός μπορεί να κριθεί ως ελλιπής ή και συνολικά λανθασμένος, αν και ορθός σε σημαντικές πτυχές του, εφόσον κατασκεύασε θεωρητικά και προέταξε πολιτικά την εικόνα τού ταξικού κράτους ως «εποικοδομήματος» ή υπερδομής που υπήρξε, «ορθώθηκε» αφότου πρώτα υπήρξε η ταξική διαίρεση ανάμεσα σε κυρίαρχους-εκμεταλλευτές και κυριαρχούμενους-εκμεταλλευόμενους. 
Το κράτος υπό αυτή την μη-μαρξική [ή μη μεταφυσικά μαρξική] οπτική δεν είναι ένα όργανο εν γένει τής ολότητας τής άρχουσας-κυρίαρχης τάξης αλλά μέρος της ως ξεχωριστή υπο-ολότητα ή ακόμα και μια ξεχωριστή και σχετικά αυτοτελής ολική κυρίαρχη τάξη το ίδιο [μία άρχουσα τάξη από τις πολλές κυρίαρχες τάξεις] που σχηματίζει μαζί με τις άλλες κυρίαρχες τάξεις το ενιαίο ταξικοκυριαρχικό μπλοκ των κυρίαρχων-εκμεταλλευτών αλλά υπάρχει παρά την ένταξή του σε αυτό το ενιαίο μπλοκ ως ξεχωριστή ολότητα. 
Το κράτος λοιπόν, όπως το έχουν «ζήσει» οι ταξικές-κρατικές κοινωνίες, είναι αυτό καθαυτό ή μια κυριαρχική-εκμεταλλευτική υπο-ολότητα εντός μιας γενικής κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής ολότητας ή [είναι] το ίδιο η μοναδική κυριαρχική-εκμεταλλευτική ολότητα [όπως συνέβαινε σε ασιατικές χωροκυριαρχικές δεσποτείες ή στον κρατικό σοσιαλισμό]. 
Πάντως και όταν το κράτος είναι μια κυριαρχική-εκμεταλλευτική υπο-ολότητα μέσα στην γενικότερη κυριαρχική-εκμεταλλευτική ολότητα, δεν παύει να είναι μια ολότητα, μια αυτοτελής κυριαρχική-εκμεταλλευτική ολότητα: η υπο-ολότητα είναι «κι αυτή» ολότητα. 
Όταν υπάρχει μια ολότητα που απαρτίζεται από συγκροτητικά αυτής αλλά υπαγόμενα [σε αυτήν] στοιχεία, αυτά [τα στοιχεία] δεν είναι «μέρη» αλλά [είναι] υπο-ολότητες. Με λίγα λόγια δεν υπάρχει η διαλεκτική ολότητας [και] μερών, αλλά [υπάρχει η διαλεκτική] ολότητας και υπο-ολοτήτων, και αυτή [η διαλεκτική] υπάρχει πάντα ως ιστορική διαλεκτική που περικλείει πολλές δυνατότητες συστημικών μετατροπών και ανατροπών ως προς την σχέση δεσπόζοντος υπερκαθορίζοντος-καθορίζοντος και ακολουθούντος καθορίζοντος-καθοριζόμενου καθορισμού. 
Ο μαρξισμός ωστόσο δεν διέπραξε αυτό το θεωρητικό ατόπημα γιατί έπασχε από κάποια μεταφυσική θεωρητική ασθένεια, όπως λένε οι φιλελεύθεροι ή φιλελευθεροακροδεξιοί «αντι-ολοκληρωτιστές», αλλά διότι ήταν καθορισμένος ο ίδιος από την ανάγκη μετωπικής θεωρητικής και πολιτικής/πολιτικοστρατιωτικής κριτικής τού καπιταλισμού. 
Ο καπιταλισμός άπαξ και κυριάρχησε ιστορικά υπήγαγε-και-τοποθέτησε σε πρώτη φάση, αλλά διατήρησε μέχρι σήμερα, την κρατική άρχουσα-εκμεταλλευτική τάξη και τον εν γένει κρατικό ταξικό καθορισμό, σε μια ειδική θέση ως συντελεστή παρακολουθητικής συνδόμησης τού ενιαίου κυριαρχικού-εκμεταλλευτικού μπλοκ. 
Το κράτος στον καπιταλισμό, άπαξ και αυτός υπάρξει ως ηγεμονικό σύστημα, μπορεί να ορθώνεται ως αφαίρεση σε ένα απροσπέλαστο βάθρο και να αποκτάει φοβερή τεχνική, πολεμική και κυριαρχική ισχύ, αλλά είναι ταυτόχρονα δούλος τού ιδιωτικού Κεφαλαίου, είναι ένα εργαλείο υπαγμένο και υποταγμένο στην κίνηση τού ιδιωτικού Κεφαλαίου αλλά και στην βούληση των ίδιων των υποκειμενικών φορέων του (των ιδιωτών καπιταλιστών). Στον εσωτερικό καταμερισμό καπιταλιστικής παραγωγικής-και-εξουσιαστικής κυριάρχησης τής κοινωνίας και των εργαζόμενων, το καπιταλιστικό κράτος είναι ένας ακόλουθος, ένας δημιουργικός μεν ακόλουθος αλλά πάντα ακόλουθος τού ιδιωτικού Κεφαλαίου. 
Η κοινωνική και ιστορική πηγή τής κοινωνικής εργαλειοποίησης στον καπιταλισμό είναι πάντα το Ιδιωτικό Κεφάλαιο, και όταν το κράτος μετατρέπεται κι αυτό σε Κεφάλαιο, γίνεται δηλαδή κι αυτό Κεφάλαιο, παραμένει ωστόσο στην θέση τού εργαλειοποιημένου [αν και κυρίαρχου] συντελεστή από το ιδιωτικό Κεφάλαιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι ιστορικά το καπιταλιστικό κράτος είναι ένα εν γένει εργαλείο-όργανο, το οποίο μπορούν να το «χρησιμοποιήσουν» μεμιάς οι κυριαρχούμενες-εκμεταλλευόμενες τάξεις, αλλά ότι άπαξ και υπάρξει ηγεμονικά ο καπιταλισμός είναι ένας υποταγμένος στο ιδιωτικό Κεφάλαιο και την κίνησή του καπιταλιστικός συντελεστής. 
Τονίζουμε το γεγονός ότι αυτή η υποταγή του κράτους στο ιδιωτικό Κεφάλαιο, παρά το γεγονός ότι το κράτος ως καπιταλιστικό κράτος παραμένει μία ξεχωριστή άρχουσα καπιταλιστική τάξη, δεν υπήρχε όταν ο καπιταλισμός αναδύονταν μέσα από τα σπλάχνα τού υστερομεσαιωνικού δυτικού κόσμου. 
Τουναντίον, κατά την ιστορική ανάδυση τού καπιταλισμού ο ιδιωτικός και ο κρατικός ταξικός κυριαρχικός-εκμεταλλευτικός συντελεστής τής ενιαίας ταξικής-κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής ολότητας, ο ιδιωτικός καπιταλισμός και ο κρατικός καπιταλισμός, ήταν ισοδύναμες δυνάμεις διαμόρφωσης τής ίδιας τής καπιταλιστικής ανάδυσης. 
Όταν μάλιστα δεν υπήρχε ακόμα καπιταλισμός ως τάση ανάδυσης, ως δυνάμει κυρίαρχο σύστημα, θα μπορούσαμε χωρίς να υπερβάλουμε να θεωρήσουμε ότι υπήρχε ως ενδογενής τάση «εντός» των προκαπιταλιστικών κρατών, ειδικά αυτών που είχαν αναπτυχθεί σε ένα ήδη υπάρχον προκαπιταλιστικό πλαίσιο κοινωνικής και κυριαρχικής αφαίρεσης. 
Αυτή η ισοδυναμία-ισορροπία καθοριστικής δύναμης μεταξύ κρατικής και ιδιωτικής άρχουσας τάξης, ειδικά κατά την φάση αρχικής ανάδυσης τού καπιταλισμού, δείχνει κάτι γενικότερο; 
Νομίζω καταρχάς δείχνει την μεταιχμιακή υπόσταση τού κράτους, τον ειδικό ρόλο του στις μεταιχμιακές εποχές ανάδυσης διαφορετικών συστημικών ολοτήτων, και την [μερικές φορές] αδιόρατη στρατηγική υπόστασή του και κατά την μεταιχμιακή εποχή ανάδυσης νέων κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών συστημάτων και κατά την φάση που αυτά εδραιώνονται ακόμα και ως κυρίως ιδιωτικά ή κυρίως μη-κρατικά [κυριαρχικά-εκμεταλλευτικά συστήματα].
Αυτό το «θέωρημα» «ας το κρατήσουμε», για να προχωρήσουμε ωστόσο και μέσω «αυτού»  σε μιαν ευρύτερη διερεύνηση τής εργαλειακής υπόστασής του κράτους χωρίς να περιοριζόμαστε στην αναγκαία ιστορικά μαρξική θεωρητική εμπλοκή-καθήλωση στην υπόσταση τού καπιταλισμού άπαξ και αυτός επικρατήσει, αλλά και χωρίς να επαναπαυόμαστε στην κριτική τού μαρξισμού όπως κάνουν όχι μόνον οι ηλίθιοι φιλελεύθεροι αλλά και διάφοροι αντιμαρξιστές επαναστάτες-ριζοσπάστες. 
Θέλω να πω ότι μια γενική εικόνα τής στρατηγικής ισοδυναμίας μεταξύ ιδιωτικού και κρατικού καπιταλισμού είναι χρήσιμη για να διερευνήσουμε την εργαλειακότητα τού κράτους, την εργαλειακή του υπόσταση, χωρίς να ανατρέξουμε στην [ορθή] μαρξική εικόνα τής καθαυτό καπιταλιστικής εποχής όπου αυτό [δηλ. το κράτος] είναι ένα ιδιωτικοκαπιταλιστικό εργαλείο, μια κυρίαρχη τάξη ως εργαλείο των ιδιωτών καπιταλιστών. 
Εννοείται ότι η χρήση από εμάς τής διαλεκτικής εικόνας μιας [σχετικής] ισοδυναμίας μεταξύ κρατικού και ιδιωτικού καπιταλισμού θεωρούμε ότι θα έχει επιστημονική-ευρετική αξία αν εφαρμόζεται με επιτυχία και στην φάση εκείνη όπου ο καπιταλισμός ως ηγεμονικό σύστημα «κινεί» την εργαλειοποίηση τού κράτους με τον τρόπο που ιχνογραφήσαμε μόλις ως τυπικό, όπου το αστικό κράτος είναι κυρίως εργαλειοποιούμενος και όχι εργαλειοποιών συνελεστής τού καπιταλιστικού μπλοκ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας: 
Στην αρχική φάση ανάδυσης τού καπιταλιστικού συστήματος υπάρχει ισοδυναμία [μεταξύ] αναδυόμενου καπιταλιστικού κράτους και αναδυόμενης καπιταλιστικής ιδιωτικής οικονομικής κυριαρχίας-παραγωγής, άρα υπάρχει αλληλοεργαλειοποίηση μεταξύ αυτών των δύο συντελεστών εντός τού [ενιαίου] αναδυόμενου καπιταλιστικού μπλοκ κυριαρχίας-παραγωγής, ενώ με την κατίσχυση τού μπλοκ αυτού προτάσσεται αντικειμενικά η πρωτοκαθεδρία ως προς την εργαλειοποίηση από την πλευρά τού ιδιωτικού καπιταλισμού.
Υποθέτουμε ότι και κατά την ώριμη-ηγεμονική φάση τού καπιταλισμού συνεχίζει να υπάρχει αλληλοεργαλειοποίηση μεταξύ αυτών των δύο ταξικών συντελεστών τής κυριαρχίας-εκμετάλλευσης, άρα [υποθέτουμε] και πως το κράτος ως άρχουσα τάξη συνεχίζει να είναι ξεχωριστή άρχουσα τάξη μέσα στο ενιαίο πλέγμα τής ολότητας τής άρχουσας-εκμεταλλευτικής-κυρίαρχης τάξης. 
Ό,τι και να λένε οι φιλελεύθεροι ο καπιταλισμός είναι πάντα και κρατικός καπιταλισμός, και το κράτος συνεχίζει να είναι πάντα ένας σχετικά ισότιμος και ισοδύναμος με τον ιδιωτικό «τομέα» ταξικός-κυριαρχικός συντελεστής, και ούτε μπορεί να γίνει αλλιώς όσο υπάρχει καπιταλισμός.

 

Ενδιάμεση σημείωση για την πιθανή αξία τής κοινωνικής συνέχειας.

Κάποια αποφασιστικά σημεία για την έννοια/κατάσταση τής κοινωνικής συνέχειας σε αναφορά προς τις επαναστατικές-δημοκρατικές αξίες:

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εν γένει η καταπιεστική/εκμεταλλευτική ή ειδικότερα η καπιταλιστική μορφή δόμησης τής κοινωνικής συνέχειας είναι άρρηκτα συνυφασμένη [και ως ιστορική γένεση και ως δεδομένο μιας αλλοτριωμένης-αλλοτριωτικής δομής] με την αντιστροφή της, με την βίαιη ή «ειρηνική» κατόπτρισή της στο αντίθετο από αυτό που σημαίνει, αναγγέλλει στον κόσμο και εδραιώνει ως πρακτικό αίτημα. 
Η ταξική κοινωνική συνέχεια ολοκληρώνει την ταξική κοινωνική ασυνέχεια υπό την κυριαρχία των κυρίαρχων φορέων της ως ασυνέχειας, πάντα υπό το θεωρητικό και πρακτικό πρίσμα τού κυρίαρχου-εκμεταλλευτικού πόλου τής ταξικής κοινωνικής πόλωσης. 
Από την άλλη όμως είναι ένα ιστορικό και κοινωνικό αγαθό το οποίο αναιρούμενο στην ειδική-καπιταλιστική μορφή του, εκτρεπόμενο ως προς το ειδικό-καπιταλιστικό νόημά του, πρέπει κατά κάποιο τρόπο να γίνει αντικείμενο δημοκρατικής-ελευθεριακής οικειοποίησης και μιας νέας δημοκρατικής-ελευθεριακής πρακτικής δόμησης και νοηματοδότησής του. 
Αυτό το θεσμικό πλέγμα που θα αντικαθιστούσε πραγματικά το καταπιεστικό-εκμεταλλευτικό πλαίσιο συγκρότησης των ολικών και των ειδικών, τυπικών και άτυπων, συνεργατικών δομών που δημιουργεί ο καπιταλισμός και το αφηρημένο κράτος, για να δομήσει, εδραιώσει και ενισχύσει την κοινωνική συνέχεια, δεν μπορεί να είναι υποδεέστερο σε έκταση και ισχύ από το καπιταλιστικό/κρατικοκαπιταλιστικό πλαίσιο: Κανένα μη-κρατικό κοινωνικό δίκτυο αυτοδιαχειριζόμενων-αυτοδιευθυνόμενων συνεργατικών θεσμών, ή και αυτοδιαχειριζόμενων-αυτοδιευθυνόμενων οικονομικών-πολιτικών θεσμών, ακόμα και υπό τον άμεσο διαμορφωτικό έλεγχο των εργαζόμενων σε αυτούς ή των εργαζόμενων συνολικά, δεν θα μπορέσει να σταθεί στον ιστορικό ανταγωνισμό του με το Κεφάλαιο και το Κράτος αν δεν εκπληρώσει στο ακέραιο τα όποια συλλογικά αγαθά έχουν κατορθώσει και το Κεφάλαιο και το Κράτος να αποδώσουν [χωρίς καμία «αγαθή» ταξική πρόθεση] στο σύνολο των εργαζομένων και των πολιτών.
Δεν υπερβαίνεται το Κεφάλαιο και το Κράτος με δίκτυα, όσο τουλάχιστον αυτά δεν αίρονται στο ύψος των απαιτήσεων που έχει θέσει ο ίδιος ο καπιταλισμός και το Κράτος διιστορικά, και το αποτέλεσμα μιας εξιδανίκευσης, ακόμα και δια της πλαγίας οδού, των κοινοτικών ή μόνον κοινοτικών διαμεσολαβήσεων των νέων συλλογικών-και-ατομικών αγαθών [δίπλα βέβαια και σε παλαιότερα (και μη αυτονόητα) συλλογικά-και-ατομικά αγαθά] δεν θα έχει άλλο αποτέλεσμα από μία ακόμα ιστορική ήττα όσων κοινωνικών-και-ατομικών υποκειμένων θα ήθελαν να ανακαλύψουν και να κατασκευάσουν νέες δομές κοινωνικής συνέχειας πέραν των ήδη υφισταμένων ταξικών συνεργατικών θεσμών και του Κράτους, πέραν δηλαδή των επίπονα δημιουργημένων κοινωνικών και κρατικών θεσμών συνέχειας όπως είναι ήδη υφιστάμενοι [αν και πολλαπλώς τραυματισμένοι πλέον μερικοί από τον επιθετικό φιλελευθερισμό τού ύστερου καπιταλισμού], χωρίς όμως να μπορέσουν να τους αντικαταστήσουν μη-γνωρίζοντας την γενική ισχύ τους και την μεγάλη έκτασή τους εντός τού γενικού κοινωνικού όντος πέραν των νομοτελειακών στρεβλώσεων που σημαίνουν από την ίδια την ταξική-κυριαρχική-κρατική τους υπόσταση. 
Δείχνοντας την διαλεκτική τής κρατικής αλλοτρίωσης μπορεί να καταντήσεις υποστηρικτής και απολογητής τού νεοκαπιταλιστικού διαλυτικού προγράμματος και να συνεισφέρεις έτσι στην ανάδυση φασιστικών λογικών. 
Θεωρώντας δεδομένη την διάλυση τού κοινωνικού κράτους και αυτής ακόμα τής αστικής δημοκρατίας, τού αστικού δημοκρατισμού, μπορεί να καταντήσεις ένα παρακολούθημα τού ενός ή τού άλλου νέου και πραγματικού, άρα συγκεκριμένου στην εποχή του, ολοκληρωτισμού-φασισμού. 
Απαρνούμενος την δυνατότητά σου να αποσπάσεις από το Κεφάλαιο και το αστικό Κράτος και τις παλαιότερες (αν και σχετικά πρόσφατες) και νεότερες εγγυήσεις τήρησης (όσο κι αν είναι πάντα επισφαλείς) των αρχών τής κοινωνικής συνέχειας και συνοχής υπό ένα δημοκρατικό-ελευθεριακό αλλά ισχυρό πλαίσιο ελέγχου και λειτουργίας (όσο είναι δυνατόν) των θεσμών που την διασφαλίζουν για όλους, ντόπιους και ξένους, γυναίκες άντρες λοάτκι, νέους και γέρους, εργάτες και μικροαστούς αλλά και αστούς ως άτομα, απαρνούμενος λοιπόν τον αγώνα για μια υλική ελευθερία και για μια υλική δημοκρατία στην ολότητα τής κοινωνίας ήδη από τώρα, πριν ακόμα έρθει η επανάσταση, δεν κάνεις τελικά τίποτα.
Τελικά, όταν έρθει το «ζήτημα» ακόμα και στο ευρύτερο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό πλαίσιο, όταν αντιμετωπίζεις θέματα όπως είναι η συνοχή, η κυριαρχική ακεραιότητα ολόκληρων εθνών και εθνών-κρατών που απειλούνται με διαμελισμό, μαζική ιμπεριαλιστική βία και και αιματοκύλισμα, όπως είναι λόγου χάριν σήμερα το Ιράν, δεν μπορείς να συνεχίζεις να είσαι ένας ψευτορομαντικός και εξωπραγματικά ουτοπιστής κριτικός τής όποιας κοινωνικής ακόμα και κρατικής συνέχειας, αγνοώντας επιδεικτικά και με θράσος την σημασία τής διατήρησής της υπό συγκεκριμένες συνθήκες για τον φτωχό λαό, τον καθημερινό πολίτη, τις μειονότητες κ.λπ, ειδικά όταν απειλούνται από τους γνωστούς καταστροφείς χωρών και λαών, εννοώ τους προσφάτως αγαπώντες και την δική μας χώρα για ανάλωση της για να επιστρέψει η Τουρκία στον νατοϊκό γάμο της.

 

Το κράτος ως [και] ουδέτερη λειτουργία και η δημοκρατική οικειοποίηση του.

Κάθε κυριαρχική-ταξική μορφή, κάθε κυρίαρχη-εκμεταλλευτική τάξη περικλείει ουδέτερες [ταξικά] μορφές παραγωγικής και θεσμικής δράσης που θα μπορούσαν σε ένα άλλο πλαίσιο να λειτουργούν χωρίς να σημαίνουν-και-πραγματώνουν κυριαρχία και ταξική εκμετάλλευση.  

Η αποκοπή και η οικειοποίηση αυτών των ουδέτερων παραγωγικών-θεσμικών λειτουργιών από αυτά τα κοινωνικά και ιστορικά υποκείμενα που προτάσσουν την απελευθέρωση από τους κυριαρχικούς-εκμεταλλευτικούς όρους δόμησης των κοινωνιών, δεν θα μπορούσε είναι μια απλή διεργασία αποκοπής τους από το «σώμα» τής κυριαρχίας-εκμετάλλευσης, εφόσον προϋποθέτει μια βαθιά μετατροπή-ανατροπή τόσο τής μορφής τους όσο και τού ταξικού νοήματος τους, που τις μορφοποιούν ακόμα και ως ουδέτερες λειτουργίες. 
Ωστόσο, υπάρχει μια ακόμα ιδιαιτερότητα στην πιθανά επιχειρούμενη ιστορική διεργασία οικειοποίησης αυτών των δυνητικών-ενεργών ουδέτερων λειτουργιών: 
Ενώ οι άμεσες λειτουργίες θεσμικής-και-παραγωγικής διεύθυνσης-διοίκησης, οι άμεσες διαχειρίσεις των υλικών διεργασιών παραγωγής και διανομής αγαθών που επιτελούνται ως ταξικές-καπιταλιστικές ή ακόμα και ως κρατικές μορφές μπορούν να γίνουν αντικείμενα άμεσης οικειοποίησης, όταν εισερχόμαστε στο φάσμα τής κεντρικής πολιτικής και του κράτους βλέπουμε πως υπάρχει μια μεγάλη αντικειμενική δυσχέρεια για να υπάρξει άμεση οικειοποίηση αυτών των δομών. 
Όταν οικειοποιούμαστε την πολιτική και κρατική δομή δεν μπορούμε να την υπερβούμε-ή-οικειοποιηθούμε άμεσα. 
Αυτό το βλέπουμε να συμβαίνει κι όταν από κάποιους διακηρύσσεται [ως επιθυμία και ως δράση] η άμεση και ολοκληρωτική σύγκρουση [τους] με το κράτος, την πολιτική και τους κεντρικούς θεσμούς ολικής διεύθυνσης τής κοινωνικής οντότητας, εφόσον σίγουρα δεν λείπει και σε αυτούς τους κάποιους σεκταριστές τουλάχιστον η υστερία και η παρακρουσιακή εχθροπάθεια που συναντάμε σε οποιοδήποτε κράτος ή σε οποιονδήποτε εξουσιαστικό μηχανισμό ή κίνημα. 
Το κράτος παρά τις ιστορικές μεταμορφώσεις του και παρά το γεγονός ότι εμφανίζεται ως όλον στην νεώτερη καπιταλιστική και κρατικοκαπιταλιστική εποχή, περικλείεται/αυτοπερικλείεται σε έναν σημαντικό καθορισμό συνέχειας. 
 Ούτως, ενώ είναι ένα ρεφορμιστικό και φιλοκαπιταλιστικό άτοπο να μιλάμε για σοσιαλιστικό Κεφάλαιο, ή για ένα «ουδέτερο» κοινωνικό Κεφάλαιο το οποίο θα μπορούσε να αποκοπεί από τον ιδιαίτερο ταξικο-κυριαρχικό και εκμεταλλευτικό καθορισμό του, δεν είναι καθόλου άτοπο να μιλάμε για ένα δημοκρατικό αντικαπιταλιστικό σοσιαλιστικό κράτος, ακόμα κι αν το εννοούμε ως ριζικά τροποποιημένο [ως προς την ειδική του συγκρότηση] σε σχέση με κάθε καπιταλιστικό ή προκαπιταλιστικό κράτος. 
Άρα, και η οικειοποίηση των κρατικών θεσμών, η ιστορική οικειοποίηση των ουδέτερων μη-ταξικών λειτουργιών του δεν είναι τής ίδιας μορφής και τού ίδιου περιεχομένου όπως είναι η ιστορική οικειοποίηση των ουδέτερων μη-ταξικών λειτουργιών που περικλείει ο καπιταλιστικός καθορισμός τού Κεφαλαίου. 
Στον σοσιαλισμό και την άμεση κοινωνική δημοκρατία το Κεφάλαιο καταργείται και οι ουδέτερες λειτουργίες που περικλείει εντάσσονται μετατρεπόμενες σε μια νέα ριζικά διαφορετική κοινωνικο-οικονομική μορφή χωρίς να διατηρείται καθόλου ο γενικός-ολικός καθορισμός τού Κεφαλαίου, ενώ το κράτος [ακόμα και μεταμφιεσμένο ονοματολογικά] διατηρείται ως γενικός-ολικός καθορισμός. 
Αυτό δεν συμβαίνει διότι όπως λένε οι μεταφυσικοί μαρξιστές το κράτος είναι «εποικοδόμημα-υπερδομή», άρα μόνον διότι ακολουθεί την συνέχιση τής ταξικής πάλης ως εποικοδόμημά της.   
Το κράτος γεννήθηκε και αναπτύχθηκε ιστορικά ως ειδική άρχουσα τάξη εντός τής ευρύτερης άρχουσας τάξης, και αυτή η γέννηση ήταν ταυτόχρονη με την γέννηση τής κυριαρχικής-ταξικής κοινωνίας, άρα το κράτος δεν είναι «εποικοδόμημα-υπερδομή» που έπεται τής οικονομικής-ταξικής δομής, ακόμα κι όταν για ιστορικούς λόγους ακολουθεί σαν δούλος μια [κυρίως]μη-κρατική άρχουσα τάξη. 
Όμως το κράτος ως ιστορική δομή-μορφή υπερβαίνει τους όρους τής γέννησης του, υπερβαίνει την θεμελίωση τής ιστορικής γένεσης του και σημαίνει μια παραγωγική δύναμη με ευρύτερο ορίζοντα που διαπερνάει ως ιστορικό βέλος την κυριαρχική-ταξική εποχή, ειδικά αν εννοηθεί ως επαναστατικό δημοκρατικό κράτος, ως κοινωνική δημοκρατία.

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; [1ο μέρος]

Η εξέταση τής έννοιας/κατάστασης τής κοινωνικής συνέχειας ως διασφαλισμένης από το κράτος δεν σημαίνει μια μεταφυσική/οντολογική πίστη στην ικανότητα του να «καλύπτει» διιστορικά τις γενικές κοινωνικές ανάγκες που ικανοποιεί [δια λειτουργιών του] μέχρι σήμερα, άρα δεν σημαίνει πίστη στην ικανότητα του να «καλύπτει» διιστορικά [και] την γενική κοινωνική ανάγκη τής κοινωνικής συνέχειας.

Δεν υπάρχει δημοκράτης ή ελευθεριακός πολίτης που θα επιθυμούσε οι γενικές κοινωνικές ανάγκες να ικανοποιούνται ή ακόμα και να δημιουργούνται από ένα οποιοδήποτε κράτος ή έστω μόνον από ένα κράτος. 
Μέχρι τώρα όμως, όχι μόνον μερικές από αυτές τις ανάγκες ικανοποιούνται από μερικές γενικές λειτουργίες τού κράτους αλλά έχουν υπάρξει κιόλας ως προερχόμενες από την δημιουργική-παραγωγική δραστηριότητα, άρα και ικανότητα, τού κράτους. 
Η δημιουργία τού κοινωνικού χωρο-χρονικού συνεχούς, με όλες τις καταστροφικές «αντιστροφές» του, ως δημιουργία αγαθών όπως η δια τής κρατικής ασφάλειας επέκταση τής μαζικής υποκειμενικής ζωής [στα μεγάλα μεσοδιαστήματα μεταξύ των πολέμων], η δημόσια ασφάλεια, η γενική υγειονομική ασφάλεια, το κοινωνικό-ασφαλιστικό σύστημα [ειδικά το συνταξιοδοτικό σύστημα] κ.ο.κ, είναι δημιουργία των κρατών, ειδικά των σύγχρονων καπιταλιστικών εθνών κρατών ή πολυεθνικών καπιταλιστικών κρατών. 
Το κράτος γεννήθηκε ως ενδογενές σημείο των ταξικών-ιεραρχικών κοινωνικών συστημάτων που αναδύθηκαν μαζί του καθιστώντας το από την «αρχή» τους σημείο τής υπόστασής τους ως ξεχωριστή εκμεταλλευτική ταξική υποκειμενικότητα, και όχι ως «εποικοδόμημα». 
Το κράτος είναι ένας βασικός πυλώνας τής ταξικής-κυριαρχικής εξουσίας, έχοντας μιαν δική του ενδογενή-ειδική κυριαρχική-εκμεταλλευτική ταξική υπόσταση, αποτελώντας έτσι μιαν ειδική και ξεχωριστή άρχουσα τάξη η οποία στον καπιταλισμό, όταν αυτός εδραιωθεί, ακολουθεί παρακολουθητικά («δουλικά») τούς άλλους πυλώνες τής ταξικής-κυριαρχικής εξουσίας αλλά ωστόσο δύναται, αν το απαιτήσουν οι ιστορικές περιστάσεις, να αναδυθεί σε κύρια ή και μοναδική άρχουσα-διοικούσα τάξη. 
Η ειδική παραγωγική-και-κυριαρχική δύναμη τού κράτους, ακόμα κι όταν τούτο είναι εργαλειοποιημένο από μια άλλη ταξική-κοινωνική εκμεταλλευτική ομάδα [όπως στον καπιταλισμό που είναι εργαλειοποιημένο από το ιδιωτικό Κεφάλαιο] αφορά στην δημιουργία τής κοινωνικής συνέχειας και ομογενοποίησης, πάντα υπό την κυριαρχία και την ειδική μορφή τής κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής δομής [είτε αυτή λειτουργεί δια τού ίδιου είτε αυτή λειτουργεί (και-ή-μόνον) δια ιδιωτικών ή μη-κρατικών πολιτικο-οικονομικών θεσμών]. 
Ωστόσο αυτή η συνέχεια [ως αποτέλεσμα κυρίως τής συνεκτικοποιού δύναμης τής κρατικής δομής] πέραν των αναπόφευκτων και ενδογενών σε αυτήν αλλοτριώσεων, περικλείει ταξικά ουδέτερες χρήσεις και παραγωγές, τις οποίες ο μη-κυριαρχικός μη-εκμεταλλευτικός συντελεστής τής κυριαρχικής-ταξικής κοινωνίας [οι υποτελείς-εκμεταλλευόμενες τάξεις και μάζες] καλείται να τις αναμορφοποιήσει, μετατρέψει, οικειοποιηθεί, χωρίς να υπάρχει όμως στρατηγική απώλεια ούτε ενός χιλιοστού τής δύναμης και ισχύος τους και χωρίς να υπάρξει στρατηγική απώλεια ούτε ενός χιλιοστού τού ποιοτικού καθορισμού τους, σε συγκριτική αναφορά  προς το υπάρχον καπιταλιστικό/κρατικοκαπιταλιστικό ή [απλά] κρατικιστικό πλαίσιο. [Μιλάμε για στρατηγικό πλαίσιο, ή μάλλον υποχρεωνόμαστε να μιλήσουμε για στρατηγικό πλαίσιο, αν και δεν θα χρειάζονταν, εφόσον αναφερόμαστε στην γενική-στρατηγική μορφή τής κοινωνίας και όχι στις πάντα πιθανές ή και αναγκαίες τακτικές-συγκυριακές θυσίες τής κοινωνικής συνέχειας-ασφάλειας όταν υπάρχει κρίσιμος ταξικός ή άλλος αναγκαίος δημοκρατικός πόλεμος]. 
Όπως έχουμε πει [κι αλλού] η «ταξική-ολιγαρχική» θέση «κράτος» δεν δύναται να καταστραφεί ως ολικός καθορισμός ακόμα και κατά [ή μετά] την οικειοποίηση των ταξικά ουδέτερων λειτουργιών του από τις κυριαρχούμενες-εκμεταλλευόμενες τάξεις, όπως λόγου χάριν θα καταστραφεί ως ολικός καθορισμός η «ταξική-ολιγαρχική» θέση «Κεφάλαιο». 
Ο κοινωνικός καθορισμός τού Κεφαλαίου δεν θα επιβιώσει στον σοσιαλισμό ως ολικός καθορισμός, ούτε ως έμμεσα ολικός κοινωνικός καθορισμός:
Στον πραγματικό σοσιαλισμό δεν υπάρχει Κεφάλαιο ούτε και-Κεφάλαιο, αλλά ισχύει το εξής:
Δεν υπάρχει Κεφάλαιο κατά την οποιαδήποτε έννοια και πρακτική μορφή του. 
Τουναντίον στον πραγματικό σοσιαλισμό θα υπάρχει πιθανόν [πάλι] Κράτος, όχι απαραίτητα γιατί θα το επιθυμούσαμε αλλά πιθανόν διότι δεν θα μπορούσαμε να το αντικαταστήσουμε σε εκείνες τις ειδικές λειτουργίες του που ικανοποιούν γενικές κοινωνικές ανάγκες, χωρίς να ξεχνάμε πως και αυτές οι ειδικές λειτουργίες σχηματίστηκαν [ιστορικά] από αυτό ως ταξικό-εκμεταλλευτικό μηχανισμό. 
Μπορεί όμως να υπάρξει ένας τέτοιος μηχανισμός ως πλήρως ουδετεροποιημένος και κυριαρχικά αποδυναμωμένος; 
Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. 
Σήμερα δεν μπορούν παρά να είναι πειραματικές-ευρετικές απαντήσεις, οι οποίες ουσιαστικά αποτελούν μάλλον ένα πλαίσιο αναβαθμισμένων ερωτημάτων. 
Για να τεθούν με ορθότητα αυτά τα ερωτήματα δεν πρέπει να υπάρχει πίστη στο Κράτος, ούτε να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια να επιχειρήσουμε μιαν θεωρητική και πρακτική έξοδο από τον κοινωνικό καθορισμό που σημαίνεται με αυτό τον όρο. Θέλουμε να μπορεί μια κοινωνία, μια αταξική κοινωνία, να υπάρξει χωρίς να χρειάζεται την συμβολή κανενός Κράτους, αλλά για να προσπαθήσουμε να θεμελιώσουμε και θεωρητικά και πρακτικά αυτό το ελευθεριακό (εγώ λέω και δημοκρατικό) ενδεχόμενο πρέπει να μην ελπίζουμε, πρέπει να μην επαναπαυόμαστε σε φαντασιώσεις που κλείνουν εύκολα τα επιστημονικά, αξιακά και εντέλει πρακτικά κενά που δημιουργούνται από την ίδια την ανάγκη, μη πω κιόλας «φύση» των κοινωνικών και ιστορικών πραγμάτων-δεδομένων. Ας δούμε λοιπόν ξανά μερικά πράγματα, αναδιατυπώνοντάς τα, στην επόμενη δημοσίευση.

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; [2ο μέρος]

Το κράτος ως ιδιαίτερη κοινωνική θέση σε ένα κοινωνικό σύστημα δεν στηρίζεται μόνον στην απλή κατοχή μιας υλικής δύναμης καταστολής επί των κοινωνικών υποκειμένων. 
Το κράτος (αλλά και ο ίδιος ο ειδικός-επιμέρους θεσμικός μηχανισμός του ως μηχανισμός επιβολής) κατέχει ενδογενώς μια δύναμη καταστολής που δεν περιορίζεται μόνον στο άμεσο υλικό-σωματικό υπόστρωμα τόσο τού ίδιου ως πηγής καταστολής όσο και τού υποδοχέα αυτής τής καταστολής.  
Αυτή η ενδογενής στο κράτος δύναμη καταστολής δεν περιορίζεται στο μονοπώλιο [άσκησης] τής έννομης βίας, όταν τούτο το μονοπώλιο υπάρχει διότι κανείς δεν ισχυρίζεται ότι υπήρχε πάντα σαν κανόνας των κρατικών μορφών.  
Θέλω να πω ότι, και όταν υπάρχει το μονοπώλιο τής έννομης βίας και όταν δεν υπάρχει, υπάρχει ενδογενώς στο κράτος μια ειδική θεσμική-παραγωγική δύναμη και μια ωμή υλική δύναμη [που είναι κι αυτή κατά κάποιο τρόπο θεσμική-παραγωγική δύναμη] που δεν εκπηγάζει [ως ειδική δύναμη] από το άμεσο υλικό υπόστρωμα τής δράσης του αλλά και γενικά από το άμεσο υλικό υπόστρωμα. 
Το κράτος είναι η κατασταλτική-καταστέλλουσα γενίκευση τής αφαιρετικής κοινωνικής-υποκειμενικής νόησης, [ειδικότερα ως] ο Νόμος ως απόλυτα εφαρμόσιμος, ο Νόμος ως η απόλυτη εφαρμογή του εαυτού του με έκδοση και υλοποίηση ποινής όταν υπάρχει μη-εφαρμογή του την καταστολή τού ατομικού-ή-κοινωνικού υποκειμένου που αρνείται την εφαρμογή αυτή και την απολυτότητά της.  
Αυτή η κοινωνική θέση και αυτή η κοινωνική λειτουργία είναι συναρμοσμένη ιστορικά, ακόμα, με την γενική ταξική θέση των κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών τάξεων, ως μια ειδική ταξική θέση του [τού κράτους] ως ειδικής κυριαρχικής τάξης «εντός» του γενικότερου σχήματος των κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών τάξεων [με υπαρκτή πάντα την ιστορική πιθανότητα/δυνατότητα να «απομείνει» το κράτος ως η μοναδική κυριαρχική-εκμεταλλευτική τάξη]. 
Το κράτος ιστορικά είναι μια κυριαρχική-εκμεταλλευτική τάξη που κατέχει μια ειδική θέση στην ολότητα των κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών τάξεων ως ειδική ολότητα/υπο-ολότητα επιτελώντας τον ειδικό ρόλο τής παραγωγής-πραγμάτωσης τής απολυτότητας τού θεσπισμένου Νόμου, έναν ρόλο όμως που ως ενεργητική κοινωνική λειτουργία έχει πολλά [και πολλαπλά ως είδη] αίτια γένεσης αλλά και πολλά [και πολλαπλά ως είδη] παραγωγικά-δημιουργικά αποτελέσματα εμπερικλείοντα συγκεκριμένες ταξικές-κυριαρχικές-εκμεταλλευτικές αλλά και μη-ταξικές/μη-κυριαρχικές/μη-εκμεταλλευτικές θετικότητες, δηλαδή παραγωγικές δράσεις και χρήσεις. 
Η κατασταλτική απολυτότητα τού Νόμου υπήρξε στην πραγματικότητα ένα πεδίο-σταυροδρόμι πολλών διεργασιών ιστορικής γένεσης και ένα πεδίο [και μεταγενέστερων] θεσμικών-παραγωγικών δράσεων με ποικίλες κυριαρχικές-εκμεταλλευτικές και μη-κυριαρχικές/μη-εκμεταλλευτικές αιτίες γένεσης και πολλά ομοιογενή και ετερογενή αποτελέσματα [ομοιογενή-και-ετερογενή ως προς αυτές τις αίτιες], υφιστάμενη όμως αυτή η ειδική «απολυτότητα» ως η κεντρική εστία τού κράτους. 
Η πιθανή κατάργηση τού κράτους στον γενικό παραγωγικό δομικό-λειτουργικό ρόλο και την παραγωγική [ενδο-]συστημική θέση του ως εστίας [της] γενικευμένης έννομης-έλλογης καταστολής, θα σημαίνει κάτι καλό για τις σημερινές καταπιεζόμενες-εκμεταλλευόμενες τάξεις αν σημαίνει πλήρη αντικατάστασή του ως παραγωγικού-θεσμικού συντελεστή [των] γενικών αγαθών που παρήχθησαν ιστορικά κυρίως διά αυτού ως φορέα-και-εστίας αυτής τής έννομης-έλλογης καταστολής. 
Αν τίθεται όμως σε αμφισβήτηση η κατασταλτική υπόσταση τού κράτους θα πρέπει να ειπωθεί με ιστορικό συγκεκριμένο τρόπο τι θα είναι αυτό που θα αντικαταστήσει αυτήν ακριβώς την ειδική-γενική κατασταλτική υπόσταση τού κράτους ως παραγωγική[ς] υπόσταση[ς] αταξικών θετικοτήτων, διότι η μη-πλήρως θετική ως προς τα αποτελέσματα αντικατάσταση αυτής τής έλλογης/έννομης κατασταλτικής εστίας τής παραγωγής τους [ως θετικοτήτων] θα έχει σαν αποτέλεσμα την καταστροφή των αγαθών αυτών ακριβώς δια τής καταστροφής αυτής τής συγκεκριμένης-ειδικής παραγωγικής πηγής τους που είναι και η συγκεκριμένη ουσία τού κράτους [= το κράτος ως έννομη-έλλογη εστία καταστολής].

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; [3ο μέρος]

Υπάρχει μόνον ένας τρόπος, υπάρχει μόνον ένας δρόμος για να αντικατασταθεί το κράτος ή να υπάρξει υπαγμένο-ως-περιορισμένο στην κυριαρχία τής δημοκρατικής κοινωνίας των παραγωγών και των πολιτών. 
Αυτό τον δρόμο μας τον δείχνει ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν και το ΡΚΚ, κατά την δεύτερη φάση τής ιστορίας αυτού τού κινήματος.. 
Το ΡΚΚ υπήρξε ως ένα σταλινογενές-μαοϊκογενές εθνικό αγροτικό κίνημα, και μετεξελίχθηκε σε ένα κίνημα δημοκρατικής-κυριαρχικής και εθνοτικής/πολυεθνοτικής αυτονομίας και απελευθέρωσης των εργατών/αγροτών και των γυναικών από την πατριαρχική-κρατική και καπιταλιστική βία. 
Το ΡΚΚ δεν αμφισβητεί απόλυτα την κυριαρχία, ίσως να την αμφισβητεί θέλοντας να την υπαγάγει-υποτάξει κι όχι καταργήσει πλήρως, αμφισβητεί το κράτος ως αφηρημένη αρχή αντικαθιστώντας το όμως με έναν και κεντρικό και περιφερειακό μηχανισμό δημοκρατικής εξουσίας που παραμένει επίφοβος, ένοπλος, αν χρειαστεί και κατασταλτικός.. 
Αν το ΡΚΚ δεν ήταν αρχικά σταλινογενές, αρχηγικό και εθνοκεντρικό κόμμα-κίνημα, δεν θα μπορούσε να περάσει στο δεύτερο ώριμο στάδιο ιδεολογικής και θεσμικής-οργανωτικής ανάπτυξης. Δεν συμφωνώ με τις θέσεις του ΡΚΚ ως προς την δυνατότητα πλήρους αντικατάστασης τού κράτους ως κύριας εστίας τού έλλογου-έννομου κατασταλτικού στοιχείου τής ανθρώπινης κοινωνίας, αλλά θεωρώ ότι αυτές οι θέσεις είναι εγγύτερες σε απόψεις σαν και τις δικές μου από ό,τι είναι οι θέσεις διάφορων όψιμων υποστηρικτών του «από απόσταση».

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; Το πραγματικό παράδειγμα τού ΡΚΚ, αλλά όχι «από έξω» και εκ του ασφαλούς [4ο μέρος]

 Υπάρχει το ΡΚΚ ως εικόνα και ως γενικός χώρος για να ζήσουν την ιδεολογική και ψευτοπολεμική τους περιπέτεια αναρχικοί-για-να-σπάμε-πλάκα και εθνικιστές-για-να-σπάμε-πλάκα,  χωρών-για-να-σπάμε-πλάκα, όπως η «Ελληνική Δημοκρατία». Και υπάρχει το ΡΚΚ ως ένας επίφοβος συγκεντρωτικός πολιτικοστρατιωτικός μηχανισμός ενός κινήματος επαναστατικής δημοκρατίας, ο οποίος αν και αποκεντρωμένος και ανοιχτός σε κάθε πρωτοβουλία αυτοοργάνωσης διοικείται από μια επαναστατική διοίκηση 3 ατόμων [τρόικα], και αν χρειαστεί λιγότερων ή ενός, ίσως όχι των ίδιων προσώπων. 
Υπάρχει το ΡΚΚ ως ένας επαναστατικός στρατός που για να τον ακολουθήσεις στον σκληρό του πυρήνα πρέπει να φτύσεις το γάλα τής μάνας σου, να ανέβεις βουνά, να θέσεις εαυτόν σε άμεσο κινδυνο, να πειθαρχήσεις στις αποφάσεις τού δημοκρατικά εκλεγμένου αρχηγού τής ένοπλης ομάδας που είσαι ενταγμένος. Υπάρχει το ΡΚΚ που σέβεται τις αξίες τής ελεύθερης πειθαρχίας και τις δημοκρατικές/ελευθεριακές αξίες, εντάσσοντας ισότιμα τις γυναίκες σε έναν τυπικό δημοκρατικό στρατό, με δυνατότητα όμως να έχουν αξιώματα και δικές τους ξεχωριστές στρατιωτικές δομές, καταλαμβάνοντας ανώτερα πολιτικοστρατιωτικά αξιώματα και στο πολιτικοστρατιωτικό σύνολο του ΡΚΚ. Υπό ένα τέτοιο κίνημα δέχομαι να συζητήσουμε για κατάργηση τού Κράτους.
Όλες οι άλλες «προτάσεις» απορρίπτονται από την πρώτη στιγμή.

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; [5ο μέρος]

Ισχυριζόμαστε, με ερείσματα στην μέχρι τώρα ιστορία των απελευθερωτικών εγχειρημάτων, ότι για να αντικατασταθεί πλήρως ή έστω να περιοριστεί το Κράτος, δεν αρκεί η πρόταξη και η προσπάθεια λειτουργικής πραγμάτωσης αυτόνομων μη-κρατικών συνεργατικών δικτύων αυτοδιαχείρισης, αυτοδιεύθυνσης [από τους/τις εργαζόμενους/-ες] τής άμεσης παραγωγής και τής ανθρώπινης ζωής συνολικά.  
Ο ισχυρισμός μας αυτός δεν στέκεται τόσο στις λειτουργικές/τεχνικές δυνατότητες ή μη-δυνατότητες των μορφών αυτοδιαχείρισης/αυτοδιεύθυνσης, εφόσον θεωρείται από εμάς ότι στο πλαίσιο αυτό, νοούμενο γενικά ως πρακτικό και τεχνικό-λειτουργικό πλαίσιο, αυτές οι δυνατότητες υπάρχουν. 
Οι εργαζόμενοι και οι άνθρωποι γενικά μπορούν να διευθετήσουν αυτές τις [άμεσες] υποθέσεις τους χωρίς την διαμεσολάβηση κάποιου υπερκείμενου «ανώτερου» ιεραρχικά εξουσιαστικού-κυριαρχικού μηχανισμού.  
Ωστόσο, αυτή η διαπίστωση, όπως μας το έχει δείξει η ιστορική εμπειρία, είναι μια πρώτη αφηρημένη διατύπωση που κάπου σκοντάφτει, κι αυτό το «κάπου» δεν είναι τίποτα άλλο από το θέμα τού Κράτους και της κεντρικής πολιτικής διεύθυνσης τής κοινωνίας. Υπάρχει ένα πεδίο των συνολικών κοινωνικών διαμεσολαβήσεων-και-καθορισμών που δεν μπορεί να αποσπαστεί έτσι εύκολα από το Κράτος ή ένα κάποιο Κράτος, κι αυτό το μόλις οριζόμενο ως πρόβλημα [το πεδίο τής συνολικής πολιτικής διεύθυνσης και το Κράτος ως φορέας αυτού τού πεδίου] δεν υπάρχει αποκλειστικά «εντός τού εαυτού του» μιας και σηματοδοτεί μιαν ευρύτερη παραγωγική-και-θεσμική αναγκαιότητα που «ενυπάρχει» και στον μη-κρατικό χώρο τής εκάστοτε κοινωνίας που διευθύνεται ως σύνολο-ολότητα όχι μόνον μέσω κρατικών ή κεντρικών πολιτικών θεσμών. 
Ορίσαμε το Κράτος ως την σημαντικότερη ίσως και την μοναδική μέχρι σήμερα εστία [από την στιγμή που ιδρύθηκαν οι ταξικές-εκμεταλλευτικές κοινωνίες] τής έννομης-έλλογης καταστολής που λειτουργεί στην βάση νομικά προσδιορισμένων ποινών κατασταλτικού νοήματος όταν δεν τηρείται από τα υποκείμενα ο απόλυτος-ως-θεσπισμένος Νόμος, και επίσης ορίσαμε αυτόν τον μηχανισμό ως υπάρχοντα [«ακόμα»] ως μια ειδική άρχουσα-κυριαρχική-εκμεταλλευτική τάξη που αποτελεί οργανικό τμήμα τής ευρύτερης άρχουσας-κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής τάξης. 
Το κεντρικό νόημα τού ταξικού-εκμεταλλευτικού Κράτους είναι το πλέγμα: θεσπισμένος Νόμος-ποινή. 
Όμως υπάρχει ένα ευρύτερο πλαίσιο ταξικής-ολιγαρχικής πειθάρχησης των εργαζομένων και των ανθρώπων συνολικά, το οποίο εκφεύγει του άμεσου κρατικού κοινωνικού καθορισμού, διατηρώντας μερικές φορές «εντός» της έναν άτυπο συνολικό καταναγκαστικό χαρακτήρα. 
Ο γενικός καπιταλιστικός καταναγκασμός προς μισθωτή εργασία μέσω τής ιδιοκτησιακής αποστέρησης από τους εργαζόμενους-ανέργους των αντικειμενικών όρων τής παραγωγικής/αναπαραγωγικής διεργασίας, λειτουργεί ως ένας γενικός άτυπος αλλά απόλυτος καταναγκασμός, παρά το γεγονός βέβαια ότι υπάρχουν [και] ισχυρές νομικές-κρατικές πλαισιώσεις και διευθετήσεις αυτής τής άτυπης κοινωνικής σχέσης. 
Ο Νόμος τού καπιταλισμού είναι ένα ενιαίο πλέγμα ενός άτυπου ολικού κοινωνικού καταναγκασμού και ενός αφηρημένου-θεσπισμένου κρατικού Νόμου. Το θέμα που μας απασχολεί σήμερα, όσους μας απασχολεί σε ένα μη-σεκταριστικό πλαίσιο, είναι πως θα αντικατασταθεί «θετικά» [και όχι μόνον-εναντιωματικά] όχι μόνον η παραγωγική υπόσταση τού Κράτους [παράγοντας ούτως ένα μη-κρατικό/μη-ταξικό σύστημα δημοκρατικής Κυριαρχίας των εργαζόμενων ή ένα κρατικό/δημοκρατικό αλλά επίσης μη-ταξικό σύστημα Κυριαρχίας τους], αλλά και  πως θα αντικατασταθεί «θετικά» [και όχι μόνον-εναντιωματικά] η παραγωγική υπόσταση τού συνολικού επιβιωσιακού-αποστερητικού καταναγκασμού που σημαίνει ο καπιταλισμός. 
Θα μπορούσε κανείς, σύμφωνα με την αντιεξουσιαστική ευκολία που κυριαρχεί εδώ και δεκαετίες και στην επαναστατική και στην ρεφορμιστική αριστερά, να απαλείψει δια μαγείας την ανάγκη να υπάρξει και στους σοσιαλιστικούς-κομμουνιστικούς πολιτικούς θεσμούς και στην σοσιαλιστική-κομμουνιστική άμεση παραγωγή ένα είδος ήπιου μεν αλλά εξίσου απόλυτου καταναγκασμού που θα προστατεύει την εργατική δημοκρατία όχι μόνον απέναντι στους αντιδραστικούς σαμποτέρ και τον ταξικό εχθρό αλλά και απέναντι στους εγκληματίες κ.λπ.
Δεν θα ακολουθήσω ποτέ αυτή την ευκολία. Επίσης, είναι ανάγκη να υπάρχει ένας γενικότερος θετικός καταναγκασμός, μια ήπια μεν αλλά καταναγκαστική ώθηση τής κοινωνίας να υπερβαίνει τον στενό εμβιωτικό και τον στενό παροντικό χρονικό ορίζοντα. 
Η κοινωνία πρέπει να ωθείται και δια ενός ήπιου καταναγκασμού, ίσως και κρατικής μορφής, να ορίζει τον χρόνο της σε μια συνέχεια, λαμβάνοντας υπόψιν της βέβαια και τις μελλοντικές γενιές των ανθρώπων. 
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού τού τελευταίου που λέω είναι η συνέχιση ως έχουν των καταναγκαστικών για όλους κοινωνικοασφαλιστικών θεσμών δια μέσω μιας καταναγκαστικής οικονομικής συνεισφοράς των σοσιαλιστικοποιημένων εργαζόμενων [τότε δεν θα υπάρχουν εργοδότες] για την συντήρηση, ανάπτυξη και ισχυροποίηση των κοινωνικοασφαλιστικών οργανισμών και θεσμών. Το ΕΦΚΑ (πρώην ΙΚΑ, ΟΑΕΕ κ.λπ) στον σοσιαλισμό θα έχει την καταναγκαστική ισχύ και καταναγκαστική δύναμη. 
Η κοινωνική ασφάλιση, είτε είναι κρατική είτε είναι αναρχοκομμουνιστική, πρέπει να είναι ένας ιερός καταναγκαστικός θεσμός που θα διασφαλίζει καθολικά την υγεία, την σύνταξη, την περίθαλψη των ανθρώπων, εργαζόμενων και «ανίκανων» να δουλέψουν [βαριές αναπηρίες, και ηλικιωμένοι].Τα λέω λίγο υπερβολικά για να καταλάβετε τι εννοώ.

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; [6ο μέρος -πρώτος επίλογος]

Η επαναστατική αλλαγή των όρων τής εργαλειοποίησης τού Κράτους σύμφωνα με μια εργατική-/σοσιαλιστική-κομμουνιστική προοπτική δεν μπορεί να συμβεί με τον ίδιο τρόπο που συμβαίνει η αλλαγή των όρων τής (αλληλο-)εργαλειοποίησης «μεταξύ» κρατικής και μη-κρατικής άρχουσας τάξης στις διάφορες ιστορικές φάσεις των ταξικών-ιεραρχικών συστημάτων, όπου το Κράτος ως άρχουσα-εκμεταλλευτική τάξη εργαλειοποιείται από άλλα τμήματα τής ολότητας τής άρχουσας τάξης ή εργαλειοποιεί αυτά τα άλλα τμήματα, σε ένα γενικά ισχύον πλαίσιο γενικής αλληλοεργαλειοποίησης εντός τής ολότητας τής κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής τάξης. 
Πριν ορίσουμε το περίγραμμα τής ενδεχόμενης νέας εργατικής εργαλειοποίησης τού Κράτους σε επαναστατική κατεύθυνση [ακόμα και με προοπτική την κατάργησή του], ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: 
Δεν αναφερόμαστε βέβαια στις ευκολίες τού νεοαριστερισμού που έχει ηγεμονεύσει ιδεολογικά μέσα στην ζωντανή αριστερά [ακόμα κι αν αυτή είναι ρεφορμιστική ή νεο-«σταλινική»], η οποία θεωρεί μάταιο αγώνα τον αγώνα για μια μακροπρόθεσμη εργαλειοποίηση τού Κράτους πέραν των άμεσων αναγκαιοτήτων που προκύπτουν από την ταξική πάλη ή τον αγώνα για «δικαιώματα» κ.λπ. 
Δεν είναι ο Πουλαντζάς το χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής τής ιδεολογικής ηγεμονίας, αλλά και ο Πουλαντζάς και κάθε ρεφορμιστής-ή-αριστεριστής θεωρητικός υπό την ιδεολογική σκέπη τής αριστερίστικης-και-παλαιοκομμουνιστικής λογικής που αποκλείει κάθε δυνατότητα μακροπρόθεσμης εργατικής-και-δημοκρατικής εργαλειακής χρήσης τού Κράτους.
Αυτό που στοιχειώνει τον νέο αριστερό Λόγο είναι αριστερισμοί σαν τού Γκόρτερ και της ιταλικής αυτονομίας, η δε άποψη για το Κράτος ως εργαλείο, το οποίο ως ουδετεροποιημένο περαιτέρω [όντας ήδη μερικώς ταξικά-ουδέτερο εργαλείο] πρέπει να χρησιμοποιηθεί, ελεγχθεί και περιοριστεί από την δημοκρατική εργατική τάξη [και πριν τον σοσιαλισμό και κυρίως στον σοσιαλισμό],  έχει «χαριστεί» στην δεξιόστροφη κεντρο-σοσιαλδημοκρατία, ίσως και στον νεοεθνικισμό.
Όταν η νέα αριστερά [αναρχία-αυτονομία κ.λπ], ακόμα και στην ρεφορμιστικότερη εκδοχή της, καταλαμβάνει ένα μέρος [ακόμα και το «μικρότερο»] τού Κράτους «φέρεται» σαν χαοτικός αριστεριστής καταστροφέας, τσαλαβουτάει τυχοδιωκτικά μεταξύ αριστερισμού και αναρχοφιλελευθερισμού, τα δε ενδο-νεοαριστερά πυρά που δέχεται από τους διάφορους διεθνείς υπερκομμουνιστές τύπου Τζωρτζ Καφφέντζης και τους εδώ ιδεολογικούς ακολούθους τους είναι ότι υπέκυψε στην εργαλειακή αντίληψη περί κράτους, τάχα εκφράζοντας την γραφειοκρατική ή υπαλληλική τάξη ή υπο-τάξη που υπηρετεί το Κεφάλαιο κ.λπ.
Δεν είναι τυχαίο που στην Ελλάδα ένας πρώην-αυτόνομος νυν-νεοεθνικιστής λέει περίπου τις ίδιες μαλακίες που λένε και οι νυν-αυτόνομοι.
Τους συνέχει όλους ο άρρωστος αντι-κρατισμός, όπως συνέχει και τους αριστεριστές-ρεφορμιστές τύπου Σύριζα που είναι επί του συγκεκριμένου και οι «κατηγορούμενοι» για την συμμετοχή τους στο Κράτος. Ίσως δε μάλιστα και οι ίδιοι να νιώθουν ενοχές για τον ίδιο ιδεολογικό λόγο.
Τέλος πάντων. Μην ανησυχούν και τόσο.
Ποια είναι ωστόσο η ουσία;
Δεν τους ενδιαφέρει τους ανθρώπους αυτούς το θέμα, είναι ταξικά και ιστορικά υπεράνω, όπως πάντα, και βέβαια τα γνωρίζουν όλα, όπως πάντα. 
Η κωμικότερη πτυχή αυτής τής εσωτερικής αντιπαράθεσης μέσα στην νέα αριστερά είναι ότι επιστρατεύονται όλες οι ιστορικές ιδεολογικές συκοφαντίες μεταξύ των διαφόρων φραξιών της που αφορούν στο θέμα τής εργαλειακής υπόστασης του Κράτους: Οι νεολενινιστές κατηγορούν τους ρεφορμιστές και τους αριστεριστές για σοσιαλδημοκρατικές αποκλίσεις προς την θέση περί ουδετερότητας του Κράτους, οι αριστεροί ευρωκομμουνιστές όλους τους υπόλοιπους για τον ίδιο λόγο, οι νεοαναρχικοί-νεοαριστεριστές το ίδιο με επίταση που φαίνεται κυρίως στο αφρισμένο στόμα τους, και η ζωή συνεχίζεται. Στον επίλογο αυτών των μικρών δημοσιεύσεών μας δεν θα αναφερθώ περισσότερο στους προηγούμενους.
Τους ξεπέταξα εδώ, για να μπω στην ουσία αυτών που θέλω να πω, τα οποία θαρρώ ενδιαφέρουν τους εργαζόμενους και όχι τους «ιδεολόγους».

 

Μπορεί να υπάρξει [πλέον] μη-κρατική κοινωνική συνέχεια; [7ο μέρος - επίλογος]

Το κράτος σαν ιδιαίτερη και σχετικά αυτοτελής κυριαρχική-εκμεταλλευτική τάξη εντός τής ολότητας τής κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής τάξης δεν μπορεί να καταστραφεί προοπτικά σαν κυριαρχικός-εκμεταλλευτικός κοινωνικός συντελεστής αν το κοινωνικό υποκείμενο που διακηρύσσει την καταστροφή του και προβαίνει ίσως σε μια παροδική καταστροφή τής συγκεκριμένης υποστασιοποίησης του δεν αναπληρώσει τις γενικές λειτουργικές κοινωνικές ανάγκες και επιθυμίες που ικανοποιεί αλλοτριωτικά ή και δημιουργεί -ταυτόχρονα ικανοποιώντας τες ως αλλοτριωμένες. Σαφώς και η κυριαρχία και του κράτους σημαίνει μια [εσωτερική] συνύφανση αυτών των αναγκών με την διεργασία τής αλλοτρίωσης και την κυριαρχία εκμεταλλευτικών τάξεων [και τού ίδιου ως ξεχωριστού αυτοτελούς συντελεστή εκμετάλλευσης και αλλοτρίωσης]. 
Δεν υπάρχει μια εξωτερική σχέση κράτους και αλλοτρίωσης-εκμετάλλευσης, και με αυτή την έννοια δεν είναι δυνατή μια άμεση εργαλειοποίηση τού κράτους σαν να μπορούσε να αποσπαστεί από την ειδική του υπόσταση ως αλλοτριωμένου μηχανισμού ή ως μηχανισμού αλλοτρίωσης-εκμετάλλευσης και καταπίεσης, ακόμα και όταν «πέφτει» στα χέρια καταπιεζόμενων/εκμεταλλευόμενων τάξεων, αλλά ωστόσο υπάρχουν γενικά κοινωνικά αγαθά και χρήσεις που παράχθηκαν από ειδικές τροπές τής ύπαρξής του ως εκμεταλλευτικού και κατασταλτικού μηχανισμού. Το ερώτημα είναι πως θα γίνει εφικτή η οικειοποίηση αυτών των γενικών αγαθών, χωρίς να υπάρχει η αυταπάτη ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως έχει ο κρατικός μηχανισμός αλλά και χωρίς να υπάρχει η αυταπάτη ότι μπορεί αυτός ο μηχανισμός παραγωγής τους να αντικατασταθεί ολικά από ένα μη-κρατικό δίκτυο αυτοδιαχειριζόμενων συνεταιρισμένων παραγωγών ή απλά αυτοκαθοριζόμενων ανθρώπων. Το κράτος είναι ένας ειδικός μηχανισμός ομογενοποιητικής-και-συμπεριληπτικής έλλογης-έννομης καταστολής των κοινωνικών υποκειμένων που συνήθως ή πάντα λειτουργεί σαν σχετικά αυτοτελής κυριαρχικός-εκμεταλλευτικός μηχανισμός εις όφελος μη-κρατικών κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών τάξεων που το εργαλειοποιούν άμεσα διότι και «αυτές» και το κράτος έχουν την ίδια εσωτερική κυριαρχική-εκμεταλλευτική υπόσταση. Και αυτές οι τάξεις και το κράτος [ως τμήμα τους] είναι κυριαρχικές-εκμεταλλευτικές τάξεις αποτελώντας όμως ταυτόχρονα αλλοτριωμένες-αλλοτριωτικές δράσεις συγκεκριμένων παραγωγικών λειτουργιών τής κοινωνικής-παραγωγικής διεύθυνσης, οι οποίες πολλές φορές αποτελούν αυτοτελώς κάτι παραπάνω από «ενεργητικές» αλλά μη-παράγουσες διαχειρίσεις τού συνολικού προϊόντος εφόσον ως «δράσεις» [και ως δράση των φορέων τους] αν και αλλοτριωμένες-αλλοτριωτικές δημιουργούν και αυτές πλεόνασμα-υπερπροϊόν άσχετα αν στηρίζονται [ως δράσεις] στο πλεόνασμα-υπερπροϊόν [τής εργασίας] των εκμεταλλλευόμενων τάξεων.
Άρα για να αντικατασταθούν ως κοινωνικοί συστημικοί συντελεστές δεν αρκεί μόνον η κατάργησή τους [και η κατάργηση των φορέων τους], ούτε αρκεί μόνον η κατάργησή τους ταυτόχρονα με την κατάργηση τής αλλοτρίωσης που φέρουν ως ταξικές μορφές και αλλοτριώσεις-εκμεταλλεύσεις άλλων παραγωγικών λειτουργιών [εν προκειμένω των παραγωγικών λειτουργιών των ακτημόνων άμεσων παραγωγών], αλλά [για να υπάρξει πραγματική [δομική-συστημική] αντικατάστασή τους] είναι αναγκαία μια έμπρακτη θετική αντικατάστασή τους.
Αυτή η θετική αντικατάσταση των κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών παραγωγικών λειτουργιών δεν μπορεί βέβαια να νοηθεί ως διατηρούσα αυτές ως έχουν απλά χωρίς την συγκεκριμένη προσωποποίηση τους, εφόσον ακόμα κι αν στην θέση τους θρονιαστούν «επαναστάτες» γραφειοκράτες ή κουμανταδόροι αν αυτές μείνουν ως έχουν, αν η διάρθρωσή τους παραμείνει ουσιαστικά η ίδια, τότε δεν έχουμε δομική-συστημική αντικατάσταση τής κυριαρχικής-εκμεταλλευτικής μορφής τής παραγωγής με διατήρηση τού πιθανού θετικού περιεχομένου της αλλά απλά «αλλαγή» φρουράς εκμεταλλευτών.

Διευκρινίζω επίσης: Αναφέρομαι σε μια μη-επαρκή ριζοσπαστική αντικατάσταση τού κράτους και των μη-κρατικών κυριαρχικών-εκμεταλλευτικών τάξεων [ελίτ κ.λπ], θεωρώντας αυτονόητο βέβαια ότι αυτή είναι προϋπόθεση για να υπάρξει και η επαρκής-πλήρης αντικατάσταση και όχι εννοώντας ότι οι θετικοί όροι που θα κάνουν την ριζοσπαστική αντικατάσταση πληρέστερη ως προς τον στόχο μιας αυτοδιαχειριζόμενης κοινωνίας επαρκούν από μόνοι τους [όπως λένε οι σοσιαλδημοκράτες, αλλά και μερικοί αριστεριστές που μιλάνε για «κοινά αγαθά» χωρίς αναφορά στις υφιστάμενες δομές που είναι να καταστραφούν εκ θεμελίων -όπως η ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής κ.λπ]

 

 Ιωάννης Τζανάκος

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου