Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2021

3 σημειώσεις για τον σοσιαλισμό ως μη-ουτοπία


1.

Το ότι αποδείχθηκε ιστορικά πως η έννοια του επιστημονικού σοσιαλισμού ήταν μια ιδεολογική φενάκη που επικάλυπτε τη γραφειοκρατική παραμόρφωση ή εκτροπή του σοσιαλισμού και της σοσιαλιστικής θεωρίας δεν σημαίνει πως η κριτική στις ουτοπικές θεωρήσεις και πρακτικές περί σοσιαλισμού πρέπει να σταματήσει, ούτε επίσης σημαίνει πως αυτή η κριτική είναι χρήσιμη, ορθή ή έχουσα προοπτική για τους μισθοσυντήρητους και τους φτωχούς, αν εκκινεί από έναν αστικό, σοσιαλφιλελεύθερο τύπο σοσιαλιστικής θεωρίας και πράξης. 
Η σοσιαλιστική θεωρία και πράξη έχει να περάσει, ειδικά τώρα, από συμπληγάδες πέτρες, ξανά, γιατί πληγώθηκε καίρια στο πρόσφατο παρελθόν, μετά το πλήγμα στο κύρος αλλά και την ίδια την ύπαρξη του σοβιετικού μοντέλου, και συνετρίβη σε δύο νέα, αλλά εξίσου αλλοτριωμένα, αντεργατικά κομμάτια:
Τον νεοαριστερισμό/νεοαναρχισμό και τη νέα αριστερίστικη σοσιαλδημοκρατία.
 

2.

Η ουτοπική στάση και σκέψη διέπει και τα δύο αλλοτριωμένα κομμάτια τής «νέας αριστεράς», αλλά ο ωφελημένος πάντα είναι και θα είναι η αριστερίστικη σοσιαλδημοκρατία.

Η κατάσταση στο κίνημα: «Από πάνω» Σάντερς ή Τσίπρας και «από κάτω» νεοαριστερισμός/νεοαναρχισμός. Η ιδιόμορφη περίπτωση κκε δεν αποτελεί κανόνα στο παγκόσμιο ρεύμα. Η ουτοπία λαμβάνει σήμερα και σκοτεινές αντιδραστικές μορφές που καλύπτονται από την μάχη ενάντια στον εθνοφασισμό και φονταμενταλισμό. Η αντιφασιστική μάχη κρύβει αυτή τη μαυρίλα μέσα στη μαυρίλα του φασίστα εχθρού, και αυτό δεν αίρεται ακόμα και με πολιτικές ή άλλες αποκαλύψεις, διότι αυτές συνήθως γίνονται από την δεξιά ή την δεξιόστροφη ή δεξιά σοσιαλδημοκρατία, οπότε λόγω της αναξιοπιστίας των «κατηγόρων» καταρρίπτονται.

Αν θέλουμε να πιάσουμε τα πράγματα από ένα νήμα, αυτό θαρρώ είναι η ουτοπία και η αθλιότητά της, αρκεί να αποφύγουμε τις κακοτοπιές που υπάρχουν σε αυτή την κριτική εκκίνηση όπως τις ιχνογραφήσαμε στην αρχή. Οι επικριτές της «νέας αριστεράς» συνήθως είναι αναξιόπιστοι ως υποστηρικτές της αστικής εξουσίας που είναι, αν και είναι εύκολο να ολισθήσει κανείς στα επιχειρήματά τους, τα οποία είναι δομημένα και όχι απλώς προπαγανδιστικά. Οι νέοι σοσιαλιστές επαναστάτες πρέπει να αρνηθούν την χείρα βοηθείας των δεξιοσοσιαλδημοκρατών και να τους ξαποστείλουν στην δεξιά και φιλελεύθερη αγκαλιά. Η κριτική στην ουτοπία και τις αντιδραστικότερες πτυχές της μπορεί να ξεκινήσει με έναν κλασικό σοσιαλδημοκρατικό σοσιαλιστικό ή και κομμουνιστικό τρόπο, χωρίς την βοήθεια του «κέντρου»...

 

3.

Η κριτική της υφιστάμενης κατάστασης, ακόμα κι αν ενδύεται τον μανδύα τής αντικαπιταλιστικής κριτικής δεν θέτει με ρεαλιστικούς όρους το ζήτημα τής κατάργησης του συστήματος τής μισθωτής εργασίας και την αντικατάστασή του από ένα σοσιαλιστικό σύστημα όπου το σύστημα των αμοιβών της «ζωντανής» εργασίας θα είναι αποκομμένο από κάθε εξαναγκασμό και βία.

Όταν τίθεται ζήτημα τής υπέρβασης του μισθεξαναγκασμού αυτό γίνεται με ουτοπικούς όρους. Άρα, δεν τίθεται το ζήτημα, έτσι τουλάχιστον το κατανοώ.

Όταν μιλάμε για κατάργηση του συστήματος τής μισθωτής εργασίας δεν μιλάμε για μιαν τυπική και στενή υπέρβαση του όρου του μισθού, δεν μιλάμε δηλαδή για κατάργηση της αμοιβής ή του μισθού εν γένει (έστω άμεσα), αλλά για κατάργηση εκείνου του είδους της αμοιβής που απορρέει από την διευθυντική, ιδιοκτησιακή, αλλά και τεχνική αποξένωση των παραγωγών από τους αντικειμενικούς υλικούς όρους της παραγωγής.

Για να γίνει κατανοητό αυτό είμαστε υποχρεωμένοι τελικά, μάλλον αναγκασμένοι «σημειολογικά», απέναντι στην ουτοπιστική-κοινοτιστική στρέβλωση του προγράμματος κατάργησης του συστήματος τής μισθωτής εργασίας σε πρόγραμμα κατάργησης της αμοιβής ως εν γένει, να προτάξουμε το νέο σύστημα ως σύστημα όπου θα υπάρχει ένας ορθότερος τρόπος μισθιακής κατανομής τού διανεμόμενου μέρους του συνολικού προϊόντος.

Με αυτό τον τρόπο όμως, από την άλλη, η κριτική στην υπεραριστερή κοινοτιστική ουτοπία για μιαν οικονομία χωρίς σύστημα αμοιβών κινδυνεύει να διολισθήσει σε μιαν απολογητική τελικά ενός τροποποιημένου συστήματος της μισθωτής εργασίας. Η πιθανότητα όμως αυτής τής «δεξιάς» διολίσθησης έχει προκύψει από την (νέα) ιδεολογική ηγεμονία του ουτοπισμού-αριστερισμού. Άλλο τώρα, που οι πονηρούληδες (αριστεριστές) νεοσοσιαλδημοκράτες αξιοποιούν αυτή την (νέα) ιδεολογική ηγεμονία των σεκταριστών για να περάσουν τα δικά τους προσαρμοστικά ρεφορμιστικά προγράμματα: Οι αριστεριστές  νεοσοσιαλδημοκράτες (τύπου σύριζα ή και λαέ) χρησιμοποιούν επιτυχώς το ουτοπικό ανέφικτο, ώστε να επιβάλλουν το αστικορεφορμιστικό εφικτό, όπως έκαναν και με τον τροτσκισμό (και το κάνουν ακόμα, χωρίς ντε και καλά να φταίει τούτος), όταν δέχονταν (και δέχονται) πως δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλισμός σε μια χώρα, άρα αφού δεν μπορεί να υπάρξει σοσιαλισμός σε μια χώρα καθήστε τώρα και μη μιλάτε, κάνουμε ότι μπορούμε, λένε. Μπορεί ο νεοαριστερισμός-νεοαναρχισμός να κατανοήσει αυτές τις ευθύνες του που απορρέουν από αυτή την έξαλλη ουτοπιστική προπαγάνδα του, μπορεί να κατανοήσει ότι εξυπηρετεί άμεσα το νεοσοσιαλδημοκρατικό του «ταβάνι»;
Όχι.

--------------------------------------------------------- 

Ιωάννης Τζανάκος

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου